Λίγοι θα περίμεναν τέτοια εποχή να υπάρχει μια τόσο μεγάλη διαφορά ανάμεσα στην πρώτη και τη δεύτερη θέση στην Πρέμιερ Λιγκ. Κι ακόμα πιο λίγοι θα περίμεναν ότι στη δεύτερη θέση δεν θα βρισκόταν κάποια από τις μεγάλες ομάδες της Αγγλίας, αλλά η Λέστερ. Με τον Μπρένταν Ρότζερς να αποδεικνύει, σε όσους δεν είχαν πειστεί, ότι είναι εξαιρετικός προπονητής και με τον Βάρντι να είναι σε δαιμονιώδη φόρμα, οι πρωταθλητές του 2016 κάνουν μια εξαιρετική σεζόν, παίζοντας και πολύ όμορφο ποδόσφαιρο. Οι ύμνοι για την ομάδα γράφονται παντού, αλλά σχεδόν πάντα σε δεύτερη μοίρα βρίσκεται ο τερματοφύλακάς της, ο Κάσπερ Σμάιχελ.
Λίγο πριν η Λέστερ υποδεχτεί τη Γουότφορντ, οι “αλεπούδες” μπαίνουν στη 15η αγωνιστική με την καλύτερη άμυνα στο πρωτάθλημα, 9 γκολ παθητικό σε 14 παιχνίδια. Ο Ρότζερς σε συνέντευξή του πριν μερικές εβδομάδες θέλησε να αποδώσει δικαιοσύνη: “Ο Κάσπερ δεν δέχεται τα εύσημα που του αξίζουν. Είναι ένας από τους κορυφαίους τερματοφύλακες αυτή τη στιγμή στην Ευρώπη“, δήλωσε. Αλλά αυτή είναι η μοίρα ενός παιδιού που μεγάλωσε στη σκιά ενός τεράστιου (κυριολεκτικά και μεταφορικά) πατέρα. Κι η αλήθεια είναι ότι ο Σμάιχελ τζούνιορ πάλεψε πολύ για να βγάλει από πάνω του την ταμπέλα του “γιου”. Στα 15 του πήγε να δοκιμαστεί στη Σίτι κι ο Κέβιν Κίγκαν τον έβαλε κατευθείαν να παίξει απέναντι στους μεγάλους. Ο Έγιαλ Μπέρκοβιτς ήταν έξαλος: “Τι διάολο γίνεται εδώ πέρα; Ποιος είναι αυτός;“. Ο Κάσπερ δεν τα πήγε άσχημα, αλλά όταν ο Κίγκαν τον έβαλε να αντιμετωπίσει σε σουτάκια τον Ανελκά, ο Γάλλος τον διέλυσε. Παρ’ όλα αυτά, βρήκε μια θέση στις ακαδημίες της Σίτι. Από εκεί και πέρα όμως ήταν σαν φαντάρος με συνεχείς μεταθέσεις. Αγγλία, Ουαλία, Σκωτία και συνολικά πέντε δανεισμοί σε μικρότερες ομάδες. Οι συμμετοχές του στη Σίτι ήταν καμιά δεκαριά μέχρι τα 23 του, πίσω από τον Τζο Χαρτ συνήθως (όταν βρισκόταν εκεί κι όχι κάπου στην παραμεθόριο).
Θα μπορούσε να είναι η μεταφορά της σειράς Βίκινγκς στο ποδόσφαιρο
Ήταν 2009 κι ο Κάσπερ φαινόταν ότι δεν θα μπορούσε όχι να ξεπεράσει τον πατέρα του, αλλά ούτε καν να κάνει μια αξιοπρεπή πορεία. Το τηλέφωνό του χτύπησε και στην άλλη γραμμή ήταν ο Σβεν Γκόραν Έρικσον, πρώην προπονητής του στη Σίτι. Ο Σουηδός, που πάντα πήγαινε εκεί που τον οδηγούσε το χρήμα, του πρότεινε να πάει στην ιστορική μεν Νοτς Κάουντι, στη χαμηλή δε 4η κατηγορία της Αγγλίας. «Θα είμαι ειλικρινής, σε εκείνο το σημείο δεν με ένοιαζε που θα πήγαινα. Αν μπορούσα να φύγω, θα έφευγα. Είπα ναι στον Σβεν, αλλά τον προειδοποίησα ότι η Σίτι δεν θα με άφηνε εύκολα. Τελικά ο Σβεν έκανε μερικά τηλέφωνα και η μεταγραφή μου έγινε». Ο Έρικσον βρισκόταν στη Νοτς Κάουντι ως διευθυντής γιατί στην ομάδα είχε μπει η εταιρεία Μούντο που θα έκανε μεγάλες επενδύσεις. Η Μούντο ήταν θυγατρική της Κάντμπακ, μιας ελβετικής εταιρείας με έδρα τις Βρετανικές Παρθένες Νήσους, στην οποία υποτίθεται ότι από πίσω βρίσκονταν πλούσιες οικογένειας από τη Μέση Ανατολή και την Ευρώπη. «Ήταν η καλύτερη επιλογή στη ζωή μου. Ήταν μια ομάδα που είχε πλάνο. Σκεφτόμουν: ‘αυτοί οι άνθρωποι είναι σοβαροί’, ταξιδεύαμε με ιδιωτικές πτήσεις», θυμάται ο Σμάιχελ.
Το εντυπωσιακό ψαλιδάκι του Σμάιχελ στο Μόρκαμπ-Νοτς Κάουντι (διακρίνεται κι ο Σολ Κάμπελ στη συλλεκτική του εμφάνιση με την ομάδα)
Ένα σωρό ονόματα ακούστηκαν για την ομάδα, αλλά τελικά η πιο λαμπερή μεταγραφή ήταν αυτή του Σμάιχελ (και του Σολ Κάμπελ που φόρεσε για μια φορά τη φανέλα της ομάδας). Κάπως έτσι, ο Δανός βρέθηκε στην Δ’ εθνική της Αγγλίας κι έγινε ο πιο ακριβοπληρωμένος παίκτης της Νοτς Κάουντι. Η φούσκα της Μούντο έσκασε πολύ γρήγορα, οι άνθρωποι που βρίσκονταν από πίσω δεν υπήρχαν και αυτοί που υπήρχαν μπροστά ήταν κοινά λαμόγια. «Ήταν όλα μια απάτη και εγώ είχα υπογράψει 5ετες συμβόλαιο. Τα πλάνα που μου παρουσίασε ο Σβεν ήταν καταπληκτικά, αλλά είχε φτάσει Σεπτέμβριος και δεν είχα πληρωθεί ακόμα. Πέρασε ο Οκτώβριος, ο Νοέμβριος, ο Δεκέμβριος, νομίζω φτάσαμε στον Μάρτιο ή τον Απρίλιο και ακόμα δεν είχα πάρει χρήματα. Είχα καταλάβει ότι κάτι δεν πήγαινε καλά, αλλά δεν με ένοιαζε γιατί με απασχολούσε μόνο το ποδόσφαιρο». Φυσικά, ο Σβεν είχε πηδήξει ήδη από το καράβι, αλλά ο Δανός γκολκίπερ έμεινε εκεί. Έκανε μια σπουδαία σεζόν και με την έλευση του κόουτς Κότεριλ η Νοτς Κάουντι ανέβηκε από την 9η στην 1η θέση, κερδίζοντας την άνοδο. Ο Σμάιχελ τα κατάφερε κρατώντας ανέπαφη την εστία του για πάνω από τα μισά ματς.
Η Νοτς Κάουντι βρέθηκε με υπέρογκα χρέη κι οι 14,5 χιλιάδες λίρες την εβδομάδα του Σμάιχελ ήταν ένα ποσό που γονάτιζε οικονομικά την ομάδα. Η σεζόν του Δανού όμως ήταν εξαιρετική και έφερε μέχρι και 23 σκάουτς σε ένα ματς για χάρη του. Τελικά επέλεξε να πάει στην Τσάμπιονσιπ και σε μια ακόμα ιστορική ομάδα, τη Λιντς. Του πήρε μόλις τρεις εβδομάδες να το μετανιώσει. «Ήταν ο λάθος σύλλογος για μένα εκείνη την περίοδο. Ήταν ξεκάθαρο και φάνηκε από πολύ νωρίς. Λόγω του πατέρα μου και της ιστορίας του στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, ο κόσμος δεν με είχε αποδεχτεί. Ήταν φανερό αυτό ανάμεσα στους φιλάθλους. Δεν ένιωθα ευπρόσδεκτος. Είχα μια συμπαθητική σεζόν εκεί, δεν μάγεψα με την απόδοσή μου, αλλά ήταν μια σταθερή σεζόν. Δεν περνούσα όμως καλά», θυμάται ο Σμάιχελ. Για μια ακόμα φορά, η σκιά του μπαμπά έπεφτε βαριά πάνω του, έστω και με εντελώς διαφορετικό τρόπο.
Από τη σεζόν στη Λιντς
Η μοίρα όμως του Κάσπερ ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με τον Έρικσον. Ο Σμάιχελ έκανε διακοπές στη Δανία το καλοκαίρι του 2011 και το τηλέφωνό του ξαναχτύπησε. Ο Σβεν Γκόραν είχε βρει την επόμενη μπίζνα του, στη Λέστερ που βρισκόταν κι αυτή στην Τσάμπιονσιπ. «Θέλεις να έρθεις;», ρώτησε τον Κάσπερ. «Ναι, πάρε με μακριά από δω», απάντησε ο Σμάιχελ. Όταν όμως το τηλέφωνο έκλεισε, ο Σμάιχελ το ξανασκέφτηκε. Είχε αλλάξει οκτώ ομάδες σε έξι χρόνια. «Φεύγω. Συνέχεια φεύγω. Πρέπει να μείνω σε ένα μέρος. Ο κόσμος θα λέει ότι είμαι κάποιος που πηγαίνω από εδώ κι από εκεί. Θα το αντιμετωπίσω. Πρέπει να μείνω», σκέφτηκε. Κι έτσι, σε μια απόφαση που θα ήταν καταστροφική για την καριέρα του, αποφάσισε να αρνηθεί.
https://youtu.be/wWe_QTgKQYY?t=24
Κάπου εδώ θα είχε τελειώσει η πορεία του πιθανότατα σε υψηλό επίπεδο κι αυτό το κείμενο δεν θα είχε γραφτεί ποτέ. Για καλή του τύχη όμως, φάνηκε ότι ο Έρικσον τον ήθελε πολύ κι ότι η Λιντς δεν καιγόταν να τον κρατήσει. Έτσι, όταν μια μέρα χτύπησε ξανά το τηλέφωνό του στην Κοπεγχάγη, δεν ήταν ο Έρικσον, αλλά ένας φίλος του που του έδινε συγχαρητήρια για τη μεταγραφή. Οι ομάδες τα είχαν βρει χωρίς αυτόν και μάλιστα η μετακίνησή του είχε ανακοινωθεί και επίσημα. Ο Σμάιχελ δεν το έβαλε κάτω και δήλωσε δημόσια ότι έχει πλήρη άγνοια. Ο τότε ιδιοκτήτης της Λιντς, Κεν Μπέιτς τον πήρε τηλέφωνο και μέσες άκρες του είπε ότι είτε θα πάει στη Λέστερ, είτε θα παίζει στις ακαδημίες της Λιντς για μια χρονιά. Ο Σμάιχελ δεν είχε άλλη επιλογή, επικοινώνησε με τους ανθρώπους της Λέστερ για να τους πει ότι τελικά δέχεται, ανακάλυψε όμως ότι πλέον μιλούσαν με κάποιον άλλον. “Είναι πολύ προχωρημένες οι συζητήσεις“, του είπε ο Έρικσον. Τελικά, ένα ακόμα τηλέφωνο από το Σουηδό, στις 11 το βράδυ, του ανακοίνωσε την οριστική μεταγραφή κι άλλαξε για πάντα τη ζωή του τερματοφύλακα. Κάπως έτσι, σχεδόν με το ζόρι, ο Σμάιχελ αναγκάστηκε να μετακομίσει για μια ακόμα φορά στην καριέρα του, αυτή τη φορά για το Λέστερ.
Ο Έρικσον έφυγε ξανά νωρίς. Μόλις τον Οκτώβριο του 2011 απολύθηκε, με την ομάδα να μην πηγαίνει καθόλου καλά. Ο Σμάιχελ όμως έκανε μια υπέροχη σεζόν και ανακηρύχθηκε καλύτερος παίκτης της Λέστερ από κόσμο και συναδέλφους. Ρίζωσε εκεί, κέρδισε την άνοδο μαζί της το 2014 και την επόμενη χρονιά κέρδισε τη σωτηρία της με κινηματογραφικό τρόπο, μια που βρισκόταν στον πάτο της βαθμολογίας για 4,5 ολόκληρους μήνες και τελικά με ντεμαράζ γλίτωσε. Μετά, ήρθε η εποχή Ρανιέρι. Η ιστορία είναι γνωστή και δεν χρειάζεται να πούμε περισσότερα. Ο Σμάιχελ από τη 4η εθνική, κατέκτησε ένα ανέλπιστο πρωτάθλημα και έφτασε να παίξει Τσάμπιονς Λιγκ, μέχρι τα προημιτελικά του θεσμού.
Από το 2010 και τη Νοτς Κάουντι η πορεία του ήταν εντυπωσιακή, αλλά μέχρι και σήμερα συνεχίζει να μην κερδίζει τα φώτα της δημοσιότητας. Ακόμα και στην ίδια του τη χώρα. Κάποιες σποραδικές κλήσεις, κάποιες φορές ως τρίτος τερματοφύλακας και τελικά χρειάστηκε να φτάσει το 2013 για να φορέσει για πρώτη φορά τη φανέλα της Δανίας σε επίσημο αγώνα. «Ένιωθα ότι με αγνοούσαν. Όταν ήμουν πιο νέος δεν μου έδωσαν ευκαιρίες. Είχα το επίπεδο να σταθώ εκεί και το αίσθημα αυτό βρίσκεται ακόμα μέσα μου». Τελικά όμως, όλα διορθώθηκαν. Και όλοι κέρδισαν. Μέσα στο φαινόμενο συχνά να παραβλέπουμε τα όσα έχει καταφέρει ο Σμάιχελ, είναι κι η πορεία της Δανίας. Ο Κάσπερ έχει φτάσει τις 53 συμμετοχές με την εθνική κι η Δανία έχει να χάσει από το… 2016, από ένα ματς με την Πολωνία. Όσο απίστευτο κι αν ακούγεται, η Δανία είναι 34 παιχνίδια αήττητη και θέλει ακόμα ένα τέτοιο ματς για να ισοφαρίσει τα ρεκόρ Βραζιλίας και Ισπανίας. Έφυγε από το Μουντιάλ της Ρωσίας αήττητη, στα πέναλτι από τους Κροάτες. Με τον Σμάιχελ να έχει παίξει τεράστιο ρόλο σε αυτό το επίτευγμα. Η επίδρασή του τόσο σε σύλλογο, όσο και σε εθνική είναι καθοριστική.
Στα 33 του πλέον ο “μικρός” Σμάιχελ, το καλοκαίρι συνέχισε να δουλεύει εντατικά. Έχει χάσει περίπου 10 κιλά τον τελευταίο χρόνο για να προσαρμόσει το κορμί του στη μεγαλύτερη ηλικία και να συνεχίζει να αγωνίζεται σε τοπ επίπεδο.”Όλοι μιλούσαν για τον πατέρα του, αλλά αυτό το παιδί τα κατάφερε με τον δύσκολο τρόπο. Πήγε δανεικός, πήγε στη Σκωτία, πήγε σε διάφορες ομάδες και έζησε υπό πίεση. Σε όλη του τη ζωή έπαιζε κάτω από την ταμπέλα ‘ο Πίτερ Σμάιχελ είναι πατέρας μου’ και έπρεπε να το πολεμάει συνέχεια», είπε ο Ρότζερς. Νομίζω όμως ότι η καριέρα του συνοψίζεται καλύτερα με τα δικά του λόγια, στο περσινό του κείμενο στο Players’ Tribune: “Στο τέλος έπαιξα 8 ματς με τη Σίτι και πάνω από 400 με τις Ντάρλινγκτον, Μπέρι, Φόλκερκ, Κάρντιφ, Κόβεντρι, Νοτς Κάουντι, Λιντς και Λέστερ. Ο κόσμος κοιτάζει τη σελίδα μου στη wikipedia και ρωτάει ‘τι συνέβη;΄ Εγώ απαντάω: “Απλώς ήθελα να παίζω“.