To δύσκολο έργο του Φρανκ Λάμπαρντ

Στις αρχές του 1996 ο προπονητής της Γουέστ Χαμ, Χάρι Ρέντναπ, ήταν καλεσμένος σε μια εκδήλωση οπαδών στο ανατολικό Λονδίνο. Μαζί του στο πάνελ βρισκόταν κάποια μέλη της διοίκησης και μερικοί παίκτες. Όταν τελείωσαν οι κλασικές, εισαγωγικές δηλώσεις με τους γενικούς στόχους το λόγο πήραν οι οπαδοί. Ανάμεσα σε διάφορες ερωτήσεις τακτικής φύσεως, υπήρχε μια που ξεχώρισε. “Χάρι, πιστεύεις πραγματικά ότι ο νεαρός Φρανκ Λάμπαρντ αξίζει να προωθείται τόσο; Γιατί προσωπικά δεν πιστεύω ότι είναι ακόμα τόσο καλός. Ειδικά αν σκεφτείς ότι προηγουμένως έχεις αφήσει να φύγουν μέσοι όπως ο Σκοτ Κάνχαμ”.

Η ερώτηση έκρυβε ταυτόχρονα μεγάλες δόσεις θάρρους και θράσους, καθώς στην αίθουσα βρισκόταν και ο ίδιος ο Φρανκ Λάμπαρντ! Αυτή δεν ήταν η πρώτη φορά που ο 18χρονος τότε πιτσιρικάς αντιμετώπιζε την αμφισβήτηση των οπαδών, αν και σίγουρα ήταν η πιο άβολη απ’όλες. Αρκετοί φίλοι της Γουέστ Χαμ θεωρούσαν πως ο μικρός έπαιρνε ευκαιρίες κυρίως λόγω ‘γνωριμιών’, αφού ο Ρέντναπ είναι θείος του ενώ στην θέση του βοηθού του βρισκόταν ο πατέρας του Λάμπαρντ, που είχε φορέσει για πολλά χρόνια τη φανέλα των ‘σφυριών’.

Την ώρα που ο νεαρός δίπλα του προσπαθούσε να κρύψει την αμηχανία του, ο μπαρουτοκαπνισμένος Ρέντναπ με απόλυτη ψυχραιμία απαντούσε στον δύσπιστο οπαδό: “Αυτοί που έφυγαν δεν ήταν αρκετά καλοί. Ο Φρανκ όμως θα γίνει. Δεν ήθελα να το πω αυτό μπροστά του αλλά μια μέρα θα φτάσει σίγουρα στην κορυφή και δεν έχω καμία αμφιβολία γι’αυτό, γιατί έχει όλα όσα χρειάζεσαι για να γίνεις ένας σπουδαίος μέσος. Έχει την κατάλληλη συμπεριφορά, είναι δυνατός, μπορεί να πασάρει, να δημιουργήσει αλλά και να σκοράρει.”

Μέσα στις επόμενες δυο δεκαετίες, ο Φρανκ Λάμπαρντ κατέκτησε σχεδόν όλους τους τίτλους που μπορεί να κερδίσει κάποιος με μια ομάδα, κέρδισε μπόλικα προσωπικά βραβεία, έφτασε ως τη 2η θέση του καλύτερου παίκτη του κόσμου (το 2005, όταν τη Χρυσή Μπάλα κέρδισε ο Ροναλντίνιο), έσπασε αρκετά ρεκόρ, φόρεσε πάνω από 100 φορές τη φανέλα της εθνικής Αγγλίας και έγινε θρύλος της Τσέλσι. Για την ιστορία και μόνο, ο ανερχόμενος το 1996 Σκοτ Κάνχαμ, όταν έφυγε από τη Γουέστ Χαμ αγωνίστηκε σε αρκετές ομάδες χαμηλότερων κατηγοριών, πριν καταλήξει τελικά στο ημι-επαγγελματικό επίπεδο, σε συλλόγους όπως η Φάρνμποροου και η Γουόκινγκ.

Η επιρροή του Χάρι Ρέντναπ στην καριέρα του Λάμπαρντ δεν περιορίστηκε σ’εκείνα τα πρώτα βήματα της ποδοσφαιρικής του καριέρας. Η ύπαρξη ενός προπονητή που έχει φάει το ποδόσφαιρο με το κουτάλι στον στενό οικογενειακό του κύκλο (“Λατρεύουμε να μιλάμε για μπάλα κάθε φορά που βρισκόμαστε. Οι γυναίκες της οικογένειας προσπαθούν συνέχεια να αλλάξουν θέμα συζήτησης αλλά αυτό σπάνια πιάνει” έχει πει ο Λάμπαρντ), έπαιξε ρόλο στο να αγαπήσει εξ αρχής την ιδέα της προπονητικής. Σε αρκετές από τις συνεντεύξεις του, ειδικά τα τελευταία χρόνια της ποδοσφαιρικής καριέρας του, ο Άγγλος μέσος τόνιζε ξεκάθαρα ότι το επόμενο επαγγελματικό βήμα του θα είναι προς τους πάγκους.

Το βήμα αυτό έγινε πέρσι, στα τέλη Μαΐου, όταν η Ντέρμπι Κάουντι τον έχρισε ως τον νέο της προπονητή. Η Ντέρμπι προερχόταν από μια καλή χρονιά στην Τσάμπιονσιπ, στην οποία είχε τερματίσει 6η, είχε μπει στα πλέι οφ αλλά είχε αποκλειστεί στα ημιτελικά από τη Φούλαμ. Οι πρώτοι μήνες στο νέο του ρόλο αποδείχτηκαν αρκετά περίεργοι για τον Λάμπαρντ, κάτι που αποτυπωνόταν και στις δηλώσεις του: “Κρίνοντας από αυτό το πρώτο διάστημα, μάλλον δεν θα κοιμάμαι και πολύ καλά πριν τα ματς. Όταν είσαι παίκτης είναι εύκολο. Μπορείς να γίνεις πολύ εγωιστής και όταν γυρνάς σπίτι από την προπόνηση να αφοσιωθείς στην προσωπική σου ζωή. Ως προπονητής όμως έχεις ευθύνη κάθε στιγμή. Ξυπνάς μέσα στη νύχτα και σκέφτεσαι τακτικές και παίκτες. Κάπως έτσι το βιώνω ως τώρα αλλά είμαι πολύ χαρούμενος που βρίσκομαι σ’αυτή τη θέση.”

Παρά το γεγονός ότι οι προβλέψεις στην αρχή της σεζόν έλεγαν πως δύσκολα η Ντέρμπι θα πλασαριστεί στην πρώτη 6αδα, το τέλος της κανονικής περιόδου βρήκε τον Φρανκ Λάμπαρντ και τους παίκτες του στα πλέι οφ. Το όνειρο της επιστροφής στην Πρέμιερ Λιγκ όμως έσβησε στον τελικό, εκεί που η Ντέρμπι ηττήθηκε από την Άστον Βίλα με 2-1. Λίγο πριν πάντως, είχε καταφέρει να χαρίσει στους οπαδούς της μια από τις πιο δυνατές συγκινήσεις των τελευταίων χρόνων, όταν στον επαναληπτικό ημιτελικό με τη Λιντς, κατάφερε να ανατρέψει εκτός έδρας το 0-1 του πρώτου αγώνα και με ένα θριαμβευτικό 2-4 να προκριθεί στον τελικό του Γουέμπλει.

Εν τέλει, η πρώτη χρονιά του Λάμπαρντ στους πάγκους, σε ένα από πολύ απαιτητικό και εξαντλητικό πρωτάθλημα με 46 τουλάχιστον αγώνες, κρίθηκε ως πετυχημένη από όλους. Η Ντέρμπι παρουσίασε ένα πολύ αξιόμαχο σύνολο, έφτασε μια ανάσα από τον μεγάλο στόχο της και εκτός από τον ημιτελικό με την Λιντς, έζησε μια ακόμα μεγάλη στιγμή τον Σεπτέμβρη, όταν απέκλεισε στο Λιγκ Καπ την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ του Ζοσέ Μουρίνιο, μέσα στο Ολντ Τράφορντ! Εκείνο το παιχνίδι, σε συνδυασμό με τον αγώνα του επόμενου γύρου απέναντι στην Τσέλσι στο Λονδίνο (η Ντέρμπι αποκλείστηκε με 3-2, ζορίζοντας πολύ την ομάδα του Σάρι), ήταν και οι πρώτες ενδείξεις ότι ο 40χρονος Λάμπαρντ πιθανόν να έχει μέλλον στην προπονητική και σε πιο υψηλό επίπεδο από αυτό της Τσάμπιονσιπ.

Για καλή ή για κακή του τύχη (το μέλλον θα δείξει), το μεγάλο βήμα στη νέα αυτή καριέρα του ήρθε πολύ νωρίς. Η αγαπημένη του Τσέλσι βρέθηκε φέτος χωρίς προπονητή και με μια απαγόρευση μεταγραφών στην πλάτη και οι άνθρωποι της ομάδας θεώρησαν πως αυτή είναι μια καλή ευκαιρία για να στραφούν προς τα αμέτρητα ταλέντα και ανερχόμενους παίκτες που έχουν μαζέψει τα τελευταία χρόνια. Ο Λάμπαρντ κρίθηκε ως ο κατάλληλος άνθρωπος για να ξεχωρίσει και να αναδείξει τους παίκτες αυτούς, που υπό άλλες συνθήκες δύσκολα θα έπαιρναν αρκετό χρόνο συμμετοχής, και κάπως έτσι ο άνθρωπος με ένα από τα υψηλότερα IQ στο ποδόσφαιρο (“Το αποτέλεσμα του ήταν ένα από τα μεγαλύτερα που έχει καταγράψει η εταιρεία που διενεργεί αυτά τα τεστ” είχε δηλώσει κάποτε ο γιατρός της Τσέλσι που είχε οργανώσει την εξέταση), έκανε πραγματικότητα ένα όνειρο για το οποίο μιλούσε συνεχώς τα τελευταία χρόνια στις συνεντεύξεις του: Να αναλάβει κάποτε τον πάγκο της Τσέλσι.

Οι συνθήκες πάντως μόνο ιδανικές δεν είναι. Η Τσέλσι όχι μόνο δεν ενισχύθηκε αυτό το καλοκαίρι αλλά αποδυναμώθηκε και αισθητά, αφού εκτός από τον καλύτερο της παίκτη, τον Αζάρ, έχασε στο τέλος και τον βασικό της στόπερ, Νταβίντ Λουίζ. Η απαγόρευση μεταγραφών θα ισχύει για όλη τη σεζόν (αν και στην Τσέλσι αισιοδοξούν πως η ποινή θα μειωθεί και τον Γενάρη η ομάδα θα μπορέσει να ενισχυθεί), κάτι που σημαίνει ότι ο Λάμπαρντ θα πρέπει να παλέψει ως το τέλος με τα υπόλοιπα μεγαθήρια της Πρέμιερ Λιγκ ποντάροντας μόνο στους περσινούς παίκτες και σε νεαρούς που προέρχονται από τις ακαδημίες.

Ο ίδιος πάντως φαίνεται σίγουρος και αισιόδοξος: “Νομίζω ότι κληρονόμησα πολύ καλούς παίκτες. Δεν πιστεύω ότι χρειάζομαι νέους. Ξέρω καλά και τον σύλλογο και τους παίκτες μου και είμαι αποφασισμένος να πετύχω. Αυτή είναι μια μεγάλη ευκαιρία για τους νέους να δείξουν τι μπορούν να κάνουν. Δεν με απασχολεί η ηλικία τους, μόνο το πως προπονούνται και πως αποδίδουν στους αγώνες.”

Το πρώτο δείγμα της νέας εποχής πάντως δεν ήταν και το καλύτερο, βάσει αποτελέσματος. Σε μια αντικειμενικά πολύ δύσκολη πρεμιέρα, στην οποία κατέβηκε και με απουσίες λόγω τραυματισμών, η Τσέλσι στάθηκε εξαιρετικά απέναντι στη Γιουνάιτεντ στο Όλντ Τράφορντ, κυριάρχησε στο πρώτο ημίχρονο, είχε φάσεις και δοκάρια αλλά πλήρωσε πολύ ακριβά την αδυναμία της να ελέγξει τις αντεπιθέσεις των γηπεδούχων. Η ομάδα του Σόλσκιερ βρήκε χώρους μπροστά, τους αξιοποίησε τέλεια και στο τέλος πανηγύρισε μια άνετη νίκη με 4-0. To επόμενο τεστ αναμένεται ακόμα πιο δύσκολο. Οι ‘μπλε’ αντιμετωπίζουν το βράδυ της Τετάρτης στην Κωνσταντινούπολη τη Λίβερπουλ, για το ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ, κάτι που σημαίνει ότι ο Φρανκ Λάμπαρντ και οι παίκτες του θα βρεθούν απέναντι σε μια πολύ έτοιμη και έμπειρη ομάδα, που όπως φάνηκε από την πρεμιέρα, συνεχίζει με πατημένο το γκάζι από πέρσι.

Παρά το βαρύ σκορ της Κυριακής πάντως (αυτή ήταν η μεγαλύτερη ήττα σε παρθενικό παιχνίδι προπονητή της από το 1978), οι οπαδοί της Τσέλσι χειροκρότησαν στο τέλος τον Λάμπαρντ, δείχνοντας πως δεν συμμερίζονται τις ανησυχίες κάποιων δημοσιογράφων και αναλυτών, που τον θεωρούν άπειρο για μια τόσο ζόρικη θέση, ειδικά με τις συνθήκες που έχουν δημιουργηθεί φέτος. Κανείς δεν γνωρίζει πόσο θα κρατήσει αυτή η οπαδική στήριξη, ειδικά αν τα αποτελέσματα δεν είναι ικανοποιητικά, αλλά για την ώρα η θέση τους συνοψίζεται στο πανό που είχαν μαζί τους στο Όλντ Τράφορντ: “Φρανκ Λάμπαρντ: To παρελθόν μας, το παρόν μας και το μέλλον μας”