Βουτιά από ψηλά, σε μολυβένια θάλασσα

Περίπου 150 χιλιόμετρα μακριά από την πόλη Λα Κορούνια (ή Α Κορούνια όπως λέγεται στην τοπική διάλεκτο της Γαλικίας) βρίσκεται η ακτή Ας Φούρνας. Οι βροχές, ο αέρας κι ο αεικίνητος Ατλαντικός κατατρώνε τη βραχώδη παραλία, όπως και τις περισσότερες στην περιοχή της Γαλικίας. Μια συνεχής μάχη ανάμεσα στη γη και τα στοιχεία της φύσης, με τα δεύτερα να κερδίζουν. Οι φαγωμένοι βράχοι, οι μικροί όρμοι, οι σπηλιές που σχηματίζονται. Από εκεί έδωσαν κι οι ντόπιοι το όνομα, καθώς Ας Φούρνας σημαίνει “τα πιθάρια”.

Σε εκείνες τις θάλασσες πήγαινε κι ο νεαρός Ραμόν Σαμπέδρο από μικρός. Να βλέπει τον Ατλαντικό και να βουτάει στην αγαπημένη του θάλασσα. Μέχρι που μια μέρα του Αυγούστου του 1968 δεν υπολόγισε σωστά το βάθος, πήδηξε και το κεφάλι του χτύπησε σε έναν βράχο, μένοντας παράλυτος από το λαιμό και κάτω. Αν το όνομα του νεαρού δεν σας λέει κάτι, ίσως δεν έχετε διαβάσει για την ιστορία του ή δεν έχετε δει την ισπανική ταινία με τίτλο “Η Θάλασσα Μέσα Μου” (Mar Adentro) του Αλεχάντρο Αμενάμπαρ με πρωταγωνιστή τον Χαβιέρ Μπαρδέμ που μιλάει για τη προσπάθεια του Ραμόν να φύγει από τη ζωή με τον τρόπο που ήθελε. Κάπου εκεί στη μοιραία ακτή βρίσκεται και μια επιγραφή αφιερωμένη σ’ αυτόν που γράφει: “υπερασπιστής της ζωής και του θανάτου με αξιοπρέπεια”.

Η περιοχή Ας Φούρνας στη Γαλικία

Δεν γνωρίζω αν ο Ραμόν έβλεπε ποδόσφαιρο κι αν το έκανε ποια ομάδα της περιοχής υποστήριζε. Άλλωστε και το Βίγκο είναι εκεί κοντά. Σίγουρα πάντως πρόλαβε την ομάδα της Ντεπορτίβο Λα Κορούνια και την ιστορία του συγκλονιστικού πρωταθλήματος τη σεζόν 1993-94. Μίας ομάδας που είχε ανέβει από τη Σεγούντα μόλις δύο χρόνια πριν και έμεινε πιστή μέχρι το τέλος στη φιλοσοφία της, αντιμετώπισε με αξιοπρέπεια τη νίκη και την ήττα. Τη ζωή και τον ποδοσφαιρικό θάνατο. Η σεζόν ξεκίνησε με την Μπαρσελόνα του Γιόχαν Κρόιφ να έχει κατακτήσει τα τρία προηγούμενα πρωταθλήματα (τα δύο με διαφορά ενός βαθμού από τη Ρεάλ) και με τους Μαδριλένους να μην είναι σε καλή κατάσταση, ο τίτλος φαινόταν ότι θα είναι εύκολη υπόθεση για τους Καταλανούς.

Η Σούπερ Ντέπορ της εποχής

Η Ντεπορτίβο Λα Κορούνια όμως είχε διαφορετική άποψη. Ανέβηκε στην 1η θέση την 14η αγωνιστική και δεν έλεγε να πέσει από εκεί με τίποτα. Με προπονητή τον Αρσένιο Ιγκλέσιας που ήταν ένας πατέρας για τους ποδοσφαιριστές του και σπουδαίους παίκτες, όπως την τριάδα των Βραζιλιάνων Μάουρο Σίλβα, Ντονάτο και Μπεμπέτο, τον Μίροσλαβ Τζούκιτς στην άμυνα και ταλαντούχους Ισπανούς όπως τον Φραν, η ομάδα της Γαλικίας ξεπερνούσε τον έναν μετά τον άλλον τους αντιπάλους της. Ο έμπειρος Κρόιφ ήξερε ότι έπρεπε να μεταφέρει την πίεση στους άπειρους ανταγωνιστές του. Έτσι, πήγαινε στις συνεντεύξεις τύπου με ένα άνετο και χαλαρό στιλ, αλαζονικό κατά πολλούς, με τα γλειφιτζούρια του (μια που προσπαθούσε να ξεχάσει το τσιγάρο) και πάντα έβρισκε κάτι να πει για την Ντεπορτίβο που δεν θα άντεχε. «Αν ήμουν ο προπονητής της Ντεπορτίβο, θα ανησυχούσα», δήλωνε ο Ολλανδός, σίγουρος ότι τα λόγια του θα μεταφερθούν στη Γαλικία.

Έξι αγωνιστικές πριν το τέλος, η Ντέπορ κέρδισε με 2-1 την Ατλέτικο και έμεινε τρεις βαθμούς μακριά από τη δεύτερη Μπαρτσελόνα (με τη νίκη να δίνει δύο βαθμούς). Ο Κρόιφ αντί να αγχωθεί πέρασε στην επίθεση. “Η Ντεπορτίβο κέρδισε δύσκολα παίζοντας στο καλύτερό της. Αν έβαζε ελάχιστη λιγότερη σωματική προσπάθεια δεν θα είχε πάρει το παιχνίδι. Αυτή είναι η διαφορά μας. Εμείς κερδίζουμε τα παιχνίδια, χωρίς καν να φτάσουμε στο μάξιμουμ». Ήταν ίσως η κορύφωση των mind games του Ολλανδού και των επιθέσεών του στον Ιγκλέσιας. Ο κόσμος της Λα Κορούνια αντέδρασε κι αποφάσισε να στηρίξει τον κόουτς και την ομάδα. Έτσι, στις 17 Απριλίου, το Ριαθόρ γέμισε με κόσμο για τον αγώνα με την Τενερίφη, αλλά και με τα περίφημα γλειφιτζούρια. Άντρες, γυναίκες, γιαγιάδες, παππούδες και παιδιά εμφανίστηκαν με τα Chupa Chups, τη μάρκα που προτιμούσε ο Κρόιφ. Κι επειδή το όνομά τους σημαίνει “ρουφάω”, με ακριβώς όλες τις έννοιες που έχει η λέξη και στα ελληνικά, δεν έλειψαν και πολλά συνθήματα σε πανό με λογοπαίγνια εναντίον του Κρόιφ. 30.000 Chupa Chups μοιράστηκαν στον κόσμο της Ντεπορτίβο κι ο κόσμος πανηγύρισε γευστικά τη νίκη με 2-0.

Ο κόσμος στο Ριαθόρ και τα γλειφιτζούρια του

Το κοινό πίστευε στην ομάδα που έκλεισε 20 συνεχόμενες αγωνιστικές στην πρώτη θέση και ζούσε το μεγάλο όνειρο, να έρθει για πρώτη φορά ένα πρωτάθλημα στην πόλη του. Φαίνεται όμως ότι τα παιχνίδια του Κρόιφ έπιασαν. Όταν την επόμενη αγωνιστική η Μπαρσελόνα έκανε περίπατο με 0-4 επί της Θέλτα (που καθόλου δεν στενοχωρήθηκε για την ήττα της, αφού δεν ήθελε με τίποτα να πάρει πρωτάθλημα η μισητή αντίπαλος), η Λα Κορούνια κόλλησε με 0-0 στη Γέιδα. Κι όταν μια εβδομάδα μετά η Μπαρσελόνα έριξε άλλα 4 γκολ στη Χιχόν, η Ντέπορ έφτασε τα 180 λεπτά χωρίς τέρμα, με ένα ακόμα 0-0, αυτή τη φορά εντός έδρας με τη Ράγιο, σε μια τεράστια έκπληξη. Ο Κρόιφ χαμογελούσε βλέποντας τη Ντέπορ να τρεκλίζει στην τελική γραμμή.

Το κρισιμότατο γκολ του Αμόρ στο Μπερναμπέου

Προς μεγάλη απογοήτευση των οπαδών της Ντέπορ, οι Καταλανοί πέρασαν και από το Μπερναμπέου με 0-1 (μοναδική νίκη του Κρόιφ στη Μαδρίτη, σε ένα ματς που η Ρεάλ ήταν καλύτερη) και μια μέρα αργότερα η Λα Κορούνια περνούσε κι αυτή από τη Λογρονιές νικηφόρα, μπροστά σε 8.000 εκδρομείς οπαδούς της. Κάπως έτσι φτάσαμε στις 14 Μαΐου του 1994 και την τελευταία αγωνιστική. Η πρωτοπόρος με ένα βαθμό Ντεπορτίβο υποδεχόταν την αδιάφορη Βαλένθια κι η Μπαρσελόνα τη Σεβίλλη που κυνηγούσε την έξοδό της στο ΟΥΕΦΑ. Η πόλη ήταν ντυμένη στα μπλε και τα άσπρα. Όλος ο κόσμος ανέπνεε για τη μεγάλη στιγμή.

Η Ντεπορτίβο είχε όπως και σε όλα τα ματς της μια ατσάλινη άμυνα (δέχτηκε 18 γκολ μόλις σε 38 αγώνες), αλλά όπως και στις δύο πρόσφατες γκέλες της, δυσκολευόταν να σκοράρει. Τα ευχάριστα νέα όμως ήρθαν από τη Βαρκελώνη. Ο Ντιέγκο Σιμεόνε άνοιξε το σκορ για τη Σεβίλλη και παρά το γεγονός, ότι ο Κρίστο Στόιτσκοφ ισοφάρισε, ένα γκολ του Νταβόρ Σούκερ έγραψε το 1-2 για τους φιλοξενούμενους, με την Ντεπορτίβο να έχει περισσότερο το νου της στα ραδιοφωνάκια παρά στο δικό της παιχνίδι. Στο ημίχρονο ήταν στο 0-0, αλλά ακόμα πρώτη, ακόμα κι αν έτρωγε γκολ και έμενε το άλλο ματς έτσι θα σήκωνε το πρωτάθλημα. Στο ποδόσφαιρο όμως, 45 λεπτά είναι ένας αιώνας, μια χαοτική απόσταση μεταξύ των πιο ευχάριστων και των πιο δυσάρεστων συναισθημάτων.

Η Μπαρσελόνα βγήκε με ορμή στο 2ο ημίχρονο. Ο Κρόιφ έκανε τη δουλειά του στα αποδυτήρια κι οι παίκτες του βγήκαν σεληνιασμένοι. Στόιτσκοφ, Ρομάριο (φτάνοντας τα 30 γκολ και βγαίνοντας πρώτος σκόρερ), Λάουντρουπ και Μπακέρο έγραψαν την ανατροπή. Το σκορ στο Καμπ Νου έγινε 5-2. Στα 1.500 χιλιόμετρα βορειοδυτικά, στο Ριαθόρ το 0-0 παρέμενε και μαζί η αγωνία του κόσμου, με τις ελπίδες του να σιγοσβήνουν. Μέχρι το 89′. Τότε που ο Νάντο (πρώην παίκτης της Βαλένθια), ανατράπηκε από τον Σερέρ. Ο διαιτητής Λόπεθ Νιέτο, έδωσε ένα από τα πιο κρίσιμα πέναλτι της καριέρας του.

Το κοινό στο Ριαθόρ δεν το πίστευε, άρχισε να πανηγυρίζει, ο Μπεμπέτο έπεσε στα γόνατα στο χορτάρι, τη στιγμή που στο Καμπ Νου, ο Ρομάριο από τον πάγκο κοιτούσε τις εξέδρες προσπαθώντας να καταλάβει τι γινόταν. Εκεί που όλα έμοιαζαν χαμένα, η λύτρωση ερχόταν για τη Λα Κορούνια. Μερικές φορές όμως, ο διάολος κρύβεται στις λεπτομέρειες. Ο Βραζιλιάνος Ντονάτο, ο εκτελεστής της Ντέπορ, είχε βγει αλλαγή πριν 15 περίπου λεπτά. Ο Μπεμπέτο, που είχε αστοχήσει σε δύο πέναλτι μέσα στη σεζόν, δεν ήθελε να πάρει την ευθύνη, φοβήθηκε. «Ένιωθα ότι δεν ήμουν έτοιμος να το εκτελέσω», δήλωσε χρόνια μετά.

Περίπου στα 4′ οι σκηνές πανικού και χαράς.

Τελικά την ευθύνη ανέλαβε ο Μίροσλαβ Τζούκιτς, που είχε αστοχήσει σε πέναλτι στο Μπερναμπέου. Την ίδια μέρα, ήταν η γυναίκα του που τον είχε προειδοποιήσει. «Σε παρακαλώ, αν κερδίσετε πέναλτι, μην το εκτελέσεις». Ο Σέρβος όμως δεν κρύφτηκε σαν τον Μπεμπέτο. Πήρε την μπάλα και την έστησε. Τι είπαμε για τον διάβολο και τις λεπτομέρειες; Απέναντί του ήταν ο Χοσέ Γκονθάλεθ, ο αναπληρωματικός τερματοφύλακας της Βαλένθια, με ελάχιστα ματς για τις νυχτερίδες. Είχε κληθεί να παίξει στο προηγούμενο παιχνίδι, όταν ο βασικός αποβλήθηκε και μάλιστα είχε αποκρούσει ένα πέναλτι. Ο Τζούκιτς πήρε την μπάλα και σημάδεψε αριστερά, αλλά όχι γωνία, ο Γκονθάλεθ έπεσε σωστά και μπλόκαρε. Το χρονικό διάστημα από τη στιγμή του λακτίσματος μέχρι το μπλοκάρισμα είχε διάρκεια περίπου όση κι η βουτιά του Ραμόν Σαμπέδρο στις ακτές της Γαλικίας. Το αίσθημα της ελευθερίας, της απόλυτης χαράς που κόπηκε απότομα και τραγικά.

Το Ριαθόρ πάγωσε, το Καμπ Νου πήρε φωτιά. Ο Γκονθάλεθ πανηγύρισε έντονα (αυτή ήταν κι η τελευταία απόκρουσή του με τη Βαλένθια, δεν έπαιξε ποτέ ξανά εκεί), το ίδιο και κάποιοι άλλοι παίκτες της Βαλένθια. Οι φήμες υπήρχαν πριν το ματς και συνεχίστηκαν για καιρό. Αργότερα, επιβεβαιώθηκαν. Η Μπαρσελόνα είχε προσφέρει πριμ στους παίκτες των Νυχτερίδων. Ο αμυντικός Φερνάντο Χινέρ το παραδέχθηκε σε συνέντευξή του χρόνια αργότερα. “Ναι, μας είχαν δώσει μπόνους και μάλιστα σημαντικό. Για μένα όμως η φιλία είναι πιο πάνω από τα χρήματα. Ο Νάντο κι ο Βόρο είχαν πάει εκείνη τη χρονιά στη Ντεπορτίβο και ήθελα πολύ να κατακτήσουν το πρωτάθλημα. Όταν τελείωσε το ματς, έμεινα εκεί και παρηγορούσα τους παίκτες, ειδικά τον Τζούκιτς. Ο Μπεμπέτο στη διάρκεια του αγώνα μάς έλεγε πουλημένους, αλλά όταν πήραν το πέναλτι κρύφτηκε.” Σύμφωνα με ανώνυμες διηγήσεις άλλων παικτών, η συμφωνία κλείστηκε σε ένα σπίτι κάπου στη Βαλένθια. Το ποσό ήταν 50 εκατομμύρια πεσέτες (περίπου 300 χιλιάδες Ευρώ) και η ανταλλαγή της… βαλίτσας έγινε στη μέση περίπου της εθνικής οδού που ενώνει Βαλένθια και Μπαρσελόνα. Για κάποιους ήταν φυσιολογικό, “μας έδωσαν πριμ για να κάνουμε τη δουλειά μας”, δικαιολογήθηκε κάποιος παίκτης σύμφωνα με την El Pais, για την ισπανική αυτή πρακτική. Ο προπονητής Γκους Χίντινκ αρνήθηκε να πάρει χρήματα.

Ο πανηγυρισμός του Γκονθάλεθ, η θλίψη του Τζούκιτς (αριστερά) κι η αντίδραση του Μπεμπέτο (δεξιά)

Το σφύριγμα της λήξης βρήκε το Ριαθόρ να κλαίει. Η Ντεπορτίβο έβγαινε ξανά 2η μετά το 1950, αλλά δεν ήταν ημέρα χαράς. Ήταν ημέρα πένθους για έναν τίτλο που πήρε η Μπαρσελόνα στην ισοβαθμία. Ο κόσμος παρά την πίκρα στηρίζει, αγκαλιάζει παίκτες και προπονητή. “Το πρωτάθλημα είναι το λιγότερο, Τζούκιτς σε αγαπάμε” και “Τζούκιτς, η Κορούνια είναι μαζί σου” φωνάζουν ρυθμικά. Η αξιοπρέπεια στον “θάνατο” που λέγαμε (με μικρή παραφωνία την επίθεση στο πούλμαν της Βαλένθια) πιο πριν. Όλοι αποθεώνονται, το παραμύθι δεν είχε χαρούμενο τέλος, αλλά ο κόσμος αναγνωρίζει.

25 χρόνια μετά, έγινε ένα αφιέρωμα στο διαβόητο πέναλτι του Τζούκιτς. Ο Σέρβος είπε ότι δεν το είχε δει ξανά ποτέ μέχρι πέρσι, όταν μετά από κάποια σχόλια αποφάσισε να το δει στο YouTube και να το αναλύσει. “Δεν ήθελα να βασανίζω τον εαυτό μου, αυτό το πέναλτι σημάδεψε τη ζωή μου. Είναι η πιο δυσάρεστη στιγμή στη ζωή μου”, δήλωσε. Ο Ντονάτο είπε ότι βρισκόμενος στον πάγκο είχε αποφασίσει να διαλέξει την αντίθετη πλευρά. Ο Μπεμπέτο λίγους μήνες αργότερα θα κατακτούσε το Μουντιάλ στα πέναλτι, χάρη στον Μπάτζιο. Ο ίδιος δεν θα εκτελούσε. Ο Τζούκιτς θα έφτανε σε δύο τελικούς Τσάμπιονς Λιγκ ως παίκτης της Βαλένθια, θα έχανε τον 2ο στα πέναλτι βλέποντας έναν άλλον αμυντικό να αστοχεί. Τον Μαουρίσιο Πελεγκρίνο. Ο Σέρβος δεν ξαναπήρε την μπάλα για κάποιο πέναλτι.

Η ιστορία εκείνης της Λα Κορούνια όμως δεν είχε δυσάρεστο τέλος, η ομάδα εξελίχθηκε. Τα επόμενα χρόνια έκανε κι άλλες σπουδαίες πορείες κι οι τίτλοι ήρθαν στο Ριαθόρ, όπως και η εκδίκηση απέναντι στη Βαλένθια. Αυτά όμως είναι για κάποια άλλη φορά. Πλέον, στο σήμερα, περνά χρόνια παρακμής και βρίσκεται στη Σεγούντα. Όπως και το 1994, λίγο πριν το τέλος της σεζόν έκανε στραβοπατήματα. Στραβοπατήματα που την έφεραν οριακά εκτός πλέι-οφ, μετά από 26 συνεχόμενες αγωνιστικές μέσα στην πρώτη εξάδα. Ξεκινώντας από το εκτός έδρας ματς απέναντι στη Λούγκο, η ομάδα της Γαλικίας θα πρέπει να βρει τα ψυχικά αποθέματα που χρειάζονται για να μπει στα μπαράζ και να διεκδικήσει την επιστροφή της στη μεγάλη κατηγορία.