Στο μυαλό της Μαρίας Σάκκαρη

Τι είναι τελικά αυτό που παίζει το σημαντικότερο ρόλο για την επιτυχία ενός αθλητή, το ταλέντο ή η σκληρή δουλειά; Προφανώς τέτοια ερωτήματα είναι ωραία για να ανοίγουν ατέρμονες συζητήσεις, ακόμη και πανεπιστημιακές έρευνες ή να γράφονται πιασάρικα άρθρα και σχόλια, αλλά όταν έχουμε, εδώ και μερικούς μήνες, μπροστά στα (ξενυχτισμένα) μάτια μας, τόσο πρόδηλη και αφοπλιστικά χαμογελαστή την απάντηση, δεν χωρά αμφιβολία.

Γιατί η Μαρία Σάκκαρη μπορεί να έλκει την καταγωγή της από μια οικογένεια που εδώ και τρεις γενιές φαίνεται να έχει το Τένις στο DNA της, αλλά αυτό που πραγματικά την έχει ξεχωρίσει από την δεξαμενή πληθώρας άλλων (υπέρ)ταλαντούχων κοριτσιών, είναι η πολύ σκληρή δουλειά, τόσο σε σωματικό όσο και σε πνευματικό επίπεδο και η ατσάλινη θέληση της να γίνει καλύτερη, να φτάσει όπου δεν μπορεί.

Ο μεγαλύτερος αντίπαλος για τον παίκτη του Τένις, είναι πρωτίστως ο ίδιος του ο εαυτός, το εσωτερικό παιχνίδι που παίζεται μέσα στο μυαλό του παίκτη και ανασύρει νοητά εμπόδια, τόσο ψηλότερα, όσο κρισιμότερος είναι ο επικείμενος πόντος: κενά προσοχής, νευρικότητα, αβεβαιότητα και εντέλει αυτοκαταδίκη.

Τα μεγαλύτερα κενά προσοχής, προκύπτουν από τη στιγμή που επιτρέπουμε στο μυαλό μας να χάνεται στον κόσμο των “αν” και των “φευ” – να προβάλει δηλαδή όσα πρόκειται να συμβούν ή να σκαλώνει σε όσα έχουν ήδη συμβεί: “Κι αν χάσω αυτό τον πόντο; θα βρεθώ πίσω 5-3 και άντε να το γυρίσω”… “Αν ο επόπτης δεν είχε φωνάξει για χιλιοστά άουτ, άσε που νομίζω ότι με αδίκησε, τώρα θα της είχα σπάσει το σερβίς και δεν θα είχα βρεθεί σε αυτή την πίεση. Το ίδιο έγινε και την περασμένη εβδομάδα και έχασα το ματς”.

Γιατί το Τένις πάνω από όλα είναι εγκεφαλικό παιχνίδι και το κλειδί της επιτυχίας συνοψίζεται στην ικανότητα να παίζεις τον κάθε πόντο χωρίς μνήμη και να αποδίδεις συστηματικά κοντά στο maximum του μπορετού σου – ανεπηρέαστος από εξωτερικούς παράγοντες και τα σκαμπανεβάσματα του αντιπάλου.

Με άλλα λόγια, οι μεγάλοι παίκτες δεν τείνουν να κερδίζουν του πιο κρίσιμους πόντους επειδή ανεβάζουν, όπως συνηθίζουν να λένε αβασάνιστα οι σπορτκάστερ, την απόδοση τους, αλλά απλούστατα γιατί οι αντίπαλοι τους παραλύουν από την ψυχολογική πίεση και αποδίδουν τελικά στους οριακούς πόντους, χειρότερα από τις δυνατότητες τους.

Αυτό λοιπόν που έχει συμβεί τον τελευταίο χρόνο, είναι ότι η Μαρία Σάκκαρη, δεν έχει μόνο καταφέρει να βελτιώσει σχεδόν όλες τις πτυχές του παιχνιδιού της – ειδικά στην ταχύτητα/ακρίβεια του σερβίς της και συνολικά στην ταχυδύναμη της το αποτέλεσμα είναι άκρως εντυπωσιακό – και την φυσική της κατάσταση, αλλά είναι πρόδηλο ότι έχει βρει την πνευματική της γη της επαγγελίας: απολαμβάνει το παιχνίδι, χωρίς να χάνει δράμι από την αυτοσυγκέντρωση της και χτίζει νοητά τον επόμενο πόντο, χωρίς θυμό και γινάτια για το άουτ που ακούστηκε την στιγμή που ήταν έτοιμη να σφίξει την γροθιά της ή το ντρομπ σοτ που έγλειψε, αλλά τελικά σκάλωσε στο φιλέ…

Και κάπως έτσι φτάσαμε, απόψε τα ξημερώματα, να έχουμε το προνόμιο, να την απολαύσουμε σε έναν ακόμη ημιτελικό Γκραν Σλαμ, κόντρα στην εκπληκτική έφηβη Βρετανίδα, Έμα Ραντουκάνου (τρομερό χαρμάνι, όντας γεννημένη βέβαια στον Καναδά, με Κινέζα μαμά και Ρουμάνο μπαμπά), της αποκάλυψης του φετινού Γουίμπλεντον που συνεχίζει με “άγνοια κινδύνου”, την απίθανη προέλαση της και στο Αμερικάνικο Όπεν.

Προφανώς και η εμπειρία και η αγωνιστική/πνευματική ωριμότητα που έχει επιδείξει η Μαρία της δίνουν εξ ορισμού το πλεονέκτημα, κάτι που εξάλλου αποτυπώνεται και στις αποδόσεις της αγοράς. Επειδή όμως το Τένις είναι και ένα από τα πιο αξιοκρατικά αθλήματα και οι αριθμοί λένε πάντα την αλήθεια, αξίζει να εστιάσουμε σε μερικούς δείκτες που υποδηλώνουν ότι το παιχνίδι είναι πιο δύσκολο από ότι φαίνεται – αν και είμαι σίγουρος ότι η Μαρία θα παρουσιαστεί πλήρως υποψιασμένη και χωρίς ίχνος διάθεσης υποτίμησης της 18χρονης αντιπάλου της.

Κλειδί για το ματς λοιπόν, θα είναι το σερβίς, στο οποίο υπερτερεί η Μαρία που βγάζει 0,27 άσσους ανά γκέιμ σε αντιδιαστολή με το 0,18 της Ραντουκάνου, σερβίρει πολύ πιο γρήγορα και έχει σαφώς υψηλότερο ποσοστό (75%) κερδισμένων πόντων στο πρώτο της σερβίς.

Παράλληλα όμως και οι δύο παίκτριες μοιράζονται μια εξαιρετική ικανότητα υποδοχής, καθώς βρίσκονται αμφότερες στη κορυφή της λίστας κερδισμένων πόντων, τόσο απέναντι στο πρώτο (99 η Ραντουκάνου και 91 η Σάκκαρη), όσο και στο δεύτερο σερβίς των αντιπάλων τους (εδώ υπερτερεί φαινομενικά η Μαρία με 68 κερδισμένους πόντους έναντι 51, έχοντας όμως παίξει συνολικά και 27 γκέιμς παραπάνω) – γεγονός που νομοτελειακά τις έχει οδηγήσει και στην κορυφή της κατάταξης των κερδισμένων “μπρέικ” πόντων.

Ο δείκτης λοιπόν που πραγματικά θα κρίνει το ματς, θα είναι το ποσοστό ευστοχίας της Ραντουκάνου στο πρώτο της σερβίς (72% στα πέντε της ματς μέχρι τώρα), καθώς όσο περισσότεροι πόντοι παιχθούν στο δεύτερο της σερβίς, τόσο μεγαλύτερο αβαντάζ θα θεμελιώνει η Σάκκαρη για να φτάσει στον τελικό και να διεκδικήσει το βαρύτιμο τρόπαιο!

Maestro