Στις αρχές Ιουλίου 1999 η Ίντερ ανακοινώνει τη μεταγραφή του Ρομπέρτο Μπάτζιο από τη Μπολόνια. Ο «Μικρός Βούδας» έχει κλείσει τα 31 και έχει στο ιστορικό του μια μεγάλη συλλογή από τραυματισμούς, αρκετοί εκ των οποίων αρκετά σοβαροί. Αυτό όμως δεν πτοεί τη διοίκηση των Μιλανέζων, καθώς προέρχεται από μια σπουδαία σεζόν με 23 γκολ και 10 ασίστ σε 33 παιχνίδια με τη φανέλα της Μπολόνια και μια ικανοποιητική παρουσία στο Μουντιάλ της Γαλλίας. Στην τελική και πάνω απ’όλα παραμένει ο Μπάτζιο, ο ποδοσφαιριστής που με ένα πόδι και με μια έμπνευση μπορεί να κρίνει ένα παιχνίδι. Ένας εν ενεργεία θρύλος του ιταλικού ποδοσφαίρου.
Με την προσθήκη αυτή η Ίντερ φτιάχνει μια μεσοεπιθετική γραμμή βγαλμένη από τα πιο υγρά όνειρα των οπαδών της. Οι διαθέσιμες επιλογές είναι μια και μια. Υπάρχει ο Ρονάλντο το «Φαινόμενο», καθαρός ακόμα από τραυματισμούς και προερχόμενος από ένα εξαιρετικό Μουντιάλ. Υπάρχει ο αρχηγός της εθνικής ομάδας της Χιλής, Ιβάν Ζαμοράνο. Υπάρχει ο ανερχόμενος σταρ Άλβαρο Ρεκόμπα. Υπάρχει ο ταλαντούχος Νουάνκο Κανού που στα 22 του έχει φτάσει ήδη δυο φορές σε τελικό Τσάμπιονς Λιγκ με τον Άγιαξ. Υπάρχει ακόμα και ο πιτσιρικάς Νίκολα Βέντολα που έχει αφήσει υποσχέσεις με τις εμφανίσεις του στη Μπάρι. Υπάρχει ο παγκόσμιος πρωταθλητής Γιούρι Τζορκαέφ. Και τέλος εκείνες τις μέρες έχει προστεθεί κι ένας ακόμα πιτσιρικάς που αρκετοί πιστεύουν ότι έχει πολλά να προσφέρει: Ο 19χρονος επιθετικός χαφ (τότε) Αντρέα Πίρλο.
Αν στους παραπάνω προσθέσουμε τους Παλιούκα, Μπέργκομι, Ζανέτι, Ταρίμπο Γουέστ, Ζε Ελίας, Πάουλο Σόουζα, Βίντερ, Σμίτσερ και Σιλβέστρ φτιάχνουμε ένα σύνολο που ίσως θα μπορούσε να έχει τον τίτλο «οι galacticos της Ιταλίας». Οι «νερατζούρι» ψάχνουν το πρώτο τους πρωτάθλημα μετά το 1989, προέρχονται από μια 2η θέση αλλά κι ένα κερδισμένο Κύπελλο ΟΥΕΦΑ την προηγούμενη σεζόν και με αυτό το ρόστερ είναι κάτι παραπάνω από αισιόδοξοι ότι βρίσκονται ανάμεσα στα μεγάλα φαβορί για την πρώτη θέση.
Πατάμε το πλήκτρο fast forward και πηγαίνουμε στις αρχές Μάϊου, τέσσερις αγωνιστικές πριν το φινάλε. Η Ίντερ πηγαίνει στο Ολίμπικο να αντιμετωπίσει τη Ρόμα σε ένα μεγάλο παιχνίδι που όμως δεν έχει καμία σχέση με τον τίτλο. Στο ξημέρωμα εκείνης της 2ης Μάϊου η ομάδα με τα τόσα αστέρια στο χόρτο βρίσκεται στην 9η θέση της βαθμολογίας, πολύ μακριά από τη διεκδίκηση του πρωταθλήματος αλλά ακόμα κι από τη μάχη για την έξοδο στο Τσάμπιονς Λιγκ.
Το τι μεσολάβησε αυτούς τους δέκα μήνες θα μπορούσε να είναι βάση για ένα άλλο κείμενο, με πιθανό τίτλο «Πώς μπορούν να πάνε όλα λάθος ακόμα κι αν έχεις ένα τσούρμο παικταράδες». Εν συντομία: Ο Ρονάλντο ήταν παρών/απών στο μεγαλύτερο μέρος της σεζόν, αφού τον πρώτο καιρό ήταν ανέτοιμος λόγω του «καψίματος» από το Μουντιάλ και στη συνέχεια ήταν συχνά τραυματίας. Ο Μπάτζιο αντιμετώπισε κι αυτός θέματα με τα πόδια του τους πρώτους μήνες και στη συνέχεια δυσκολεύτηκε να κερδίσει την εμπιστοσύνη των προπονητών του. Ο Μοράτι απέλυσε στα τέλη Νοέμβρη τον Λουίτζι Σιμόνι σε μια μάλλον βιαστική και αρκετά άκομψη κίνηση, καθώς τον ενημέρωσαν ότι έχασε τη θέση του λίγες μέρες μετά από τη νίκη επί της Ρεάλ Μαδρίτης στο Τσάμπιονς Λιγκ και την ώρα που βραβευόταν ως ο καλύτερος προπονητής για την προηγούμενη σεζόν! Την ίδια τύχη με τον Σιμόνι είχε και ο διάδοχος του, ο Μιρτσέα Λουτσέσκου αλλά και ο διάδοχος του διαδόχου του, ο Λουτσιάνο Καστελίνι.
Κάπως έτσι, σε εκείνο το παιχνίδι με τη Ρόμα στον πάγκο βρέθηκε κυριολεκτικά από το πουθενά ο Ρόι Χόντζσον, ο τέταρτος προπονητής της σεζόν, που θα έκανε ντεμπούτο τη χειρότερη δυνατή στιγμή. Σε μια περίοδο που η Ίντερ μετρούσε μια νίκη στα τελευταία 10 παιχνίδια πρωταθλήματος! Ο εξαγριωμένος κόσμος θεωρούσε πως η διοίκηση είχε χάσει τη μπάλα και πως η επιστροφή του Άγγλου, που είχε κάτσει στον πάγκο το διάστημα 1995-97, ήταν μια ακόμα κακή επιλογή σε μια αποτυχημένη σεζόν. Ακόμα και σήμερα πάντως ο Μοράτι μιλάει σε κάθε ευκαιρία με τα καλύτερα λόγια για τον Χόντζσον: “Tη δεύτερη φορά που ανέλαβε την Ίντερ δεν ζήτησε λεφτά. Τον είχαμε πάρει σαν προσωρινό για λίγους μήνες και μου έλεγε «δεν θέλω λεφτά, το κάνω γιατί είσαι φίλος μου και με χρειάζεσαι». Του είπα τότε «σε παρακαλώ, δεν γίνεται να μη σου δώσω κάτι, επιμένω» και τελικά συμφωνήσαμε να του βρω εισιτήρια για τον Παβαρότι στη Σκάλα του Μιλάνου. Εννοείται πως πήγαμε μαζί. Τον θεωρώ φίλο μου γιατί μου φέρθηκε φανταστικά από την αρχή.”
Απέναντι στον Ρόι Χόντσον και τους παίκτες του βρίσκεται εκείνο το βράδυ του Μάϊου η Ρόμα που είναι σε σαφώς καλύτερη κατάσταση από την αντίπαλο της. Οι πρωτευουσιάνοι διεκδικούν την έξοδο στο Τσάμπιονς Λιγκ (όπως δηλαδή συμβαίνει και φέτος) και χρειάζονται τη νίκη για να παραμείνουν σε απόσταση βολής από την 4η Πάρμα. Το ρόστερ τους μπορεί να μην είχε την ποιότητα και το βάθος της Ίντερ αλλά δεν του έλειπαν τα γνωστά ονόματα. Είχε τον Ντελβέκιο, τον Καφού, τον Τομάσι, τον Αλνταίρ, τον ντι Μπιάτζιο, τον Καντελά, τον Πάουλο Σέρτζιο.
Πάνω από όλα όμως είχε τον Φραντσέσκο Τόττι. Στα 22 του ο παίκτης που αργότερα θα γινόταν «σημαία» της Ρόμα εξελισσόταν σταδιακά σε ηγέτη εντός αγωνιστικού χώρου και ουσιαστικά (είχε 16 γκολ και 14 ασίστ εκείνη τη σεζόν) αλλά και τυπικά, καθώς εκείνο το φθινόπωρο ο 33χρονος Αλνταίρ του μεταβίβασε το περιβραχιόνιο. Ο Βραζιλιάνος θυμάται: “Επέλεξα να του το δώσω τότε γιατί ήταν λίγο πεσμένος ψυχολογικά επειδή δεν τον είχαν καλέσει στο Παγκόσμιο Κύπελλο. Του είπα πως «τώρα είναι η στιγμή σου, τώρα έχεις εσύ την ευθύνη της αρχηγίας. Τώρα θα δείξεις στον κόσμο ποιος είσαι». Το έκανα για να τον ενθαρρύνω και να τον ωθήσω να πάρει τα πάνω του αλλά και γιατί ήταν ένας οπαδός της Ρόμα που έδινε τα πάντα στο γήπεδο”.
Η ανέλιξη του Τόττι δεν βασίστηκε όμως μόνο στο ταλέντο και το πάθος του. Χρειάστηκε να έρθει την προηγούμενη χρονιά στην ομάδα ο σωστός άνθρωπος για να τον πιστέψει και να του δώσει τις ευκαιρίες που χρειαζόταν. Αυτός ήταν ο Ζντένεκ Ζέμαν, ένας από τους μεγαλύτερους θιασώτες του επιθετικού ποδοσφαίρου στην Ιταλία. Ο άνθρωπος που έβαλε στον ποδοσφαιρικό χάρτη τη μικρούλα Φότζια και βοήθησε καθ’όλη τη διάρκεια της μεγάλης καριέρας του να αναδειχθούν αρκετοί μετέπειτα διάσημοι ποδοσφαιριστές. Ένας προπονητής που δήλωνε “Θέλω η ομάδα μου να διασκεδάζει πάντα το κοινό και να του προσφέρει έντονα συναισθήματα” και διαχώριζε τη θέση του από τους υπολοίπους: “Στην Ιταλία οι προπονητές φοβούνται πως αν χάσουν ένα ματς, μπορεί να χάσουν και τη δουλειά τους. Γι’αυτό και οι περισσότερες ομάδες προσπαθούν κυρίως να χαλάσουν το παιχνίδι του αντίπαλου, παρά να παίξουν οι ίδιες. Αυτό απέχει χιλιόμετρα από τη δικιά μου νοοτροπία”.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι τις δυο σεζόν που έκατσε στον πάγκο της, η Ρόμα είχε και στις δυο την καλύτερη επίθεση στο Καμπιονάτο αλλά και μια από τις χειρότερες άμυνες, σε σχέση με τις άλλες ομάδες που βρίσκονταν στις πρώτες θέσεις της βαθμολογίας. Όπως θυμάται ο Καφού: “Οι προπονήσεις του ήταν ένα σοκ για μένα. Η παγίδα μας για το οφσάιντ ξεκινούσε στο κέντρο! Προσπαθήσαμε να του πούμε ότι αυτό είναι μεγάλο ρίσκο αλλά δεν τον ένοιαζε καθόλου. Ακόμα κι όταν παίζαμε με τη Γιούβε, την Μίλαν ή την Ίντερ ήθελε φουλ επίθεση. Πραγματικά χαιρόμασταν το παιχνίδι.”
Όταν λοιπόν συναντιούνται η πιο επιθετική ομάδα της Ιταλίας, που κατεβαίνει σε ένα ακόμα ντέρμπι με τριάδα μπροστά τους Τόττι-Ντελβέκιο-Πάουλο Σέρτζιο (42 γκολ συνολικά σε εκείνο το πρωτάθλημα), και μια που έχει τη δυνατότητα να παραταχθεί μέσα στο Ολίμπικο με τριάδα στην επίθεση τους Μπάτζιο-Ρονάλντο-Ζαμοράνο η συνέχεια προμηνύεται απολαυστική για κάθε ουδέτερο παρατηρητή.
Σε ένα γήπεδο που είχε 66.000 θεατές στις κερκίδες και τον Κολίνα στο ρόλο του διαιτητή, Ρόμα και Ίντερ έδωσαν μια αξέχαστη παράσταση από αυτές που δεν συμβαδίζουν με τη φήμη του ιταλικού ποδοσφαίρου που αγαπούσε την τέχνη της άμυνας. Βασικό ρόλο σε αυτό το αποτέλεσμα έπαιξε το γεγονός ότι όλοι σχεδόν οι πρωταγωνιστές των δυο ομάδων βρέθηκαν σε καλή μέρα.
Στο 17′ ο Ρομπέρτο Μπάτζιο πήρε τη μπάλα στο χώρο του κέντρου με πλάτη προς την εστία, γύρισε εύκολα, έκανε τη μαγική κάθετη και έβγαλε τον Ρονάλντο μόνο του στον κενό χώρο. Τη συνέχεια δεν χρειάζεται να την περιγράψουμε. Πέντε λεπτά αργότερα ξανά ο Μπάτζιο βρέθηκε ελεύθερος με χώρο στα δεξιά, έκανε το σωστό γύρισμα στην περιοχή και ο Ζαμοράνο έγραψε το 0-2. Η Ρόμα μείωσε γρήγορα με ένα πέναλτι του Τόττι αλλά πριν ολοκληρωθεί το ημίχρονο οι φιλοξενούμενοι ανέκτησαν το προβάδισμα των δυο γκολ. Ο 25χρονος τότε (λέμε τώρα…) Χαβιέρ Ζανέτι, που σε εκείνο το ματς έπαιζε στο κέντρο, πέρασε με το αριστερό μια ωραία μπαλιά προς τον Ζαμοράνο και ο Χιλιανός από δύσκολη θέση έγραψε το 1-3.
Η αναμενόμενη αντεπίθεση της Ρόμα έλαβε χώρα στο ξεκίνημα του δευτέρου ημιχρόνου. Μέσα στο πρώτο πεντάλεπτο βρήκαν το δρόμο προς τα δίχτυα με κεφαλιά και ο Πάουλο Σέρτζιο και ο Ντελβέκιο αλλά πριν προλάβει να γίνει η μεγάλη ανατροπή ο Μπάτζιο έβγαλε άλλη μια κάθετη προς το δίδυμο Ζαμοράνο-Ρονάλντο, ο Χιλιάνος σέρβιρε το γκολ και ο Βραζιλιάνος τέλειωσε εύκολα τη φάση. Στο 56′ το ματς ήταν ήδη 3-4! Για άλλη μια φορά η Ρόμα αντέδρασε σωστά. Στο 79′ ο Τόττι έστρωσε με το στήθος στον ντι Φραντσέσκο, αυτός σούταρε εύστοχα και το παιχνίδι επέστρεψε πάλι σε κατάσταση ισοπαλίας. Το γκολ που έκρινε την αναμέτρηση πέτυχε τελικά στο 87′ ο Ντιέγκο Σιμεόνε με κεφαλιά μετά από εκτέλεση φάουλ του Μπάτζιο. Ενδιάμεσα από όλα τα παραπάνω η μπάλα πήγαινε ασταμάτητα πάνω-κάτω, οι δυο ομάδες δημιούργησαν αρκετές ακόμα μεγάλες ευκαιρίες αλλά το σκορ δεν ξέφυγε κι άλλο καθώς οι τρεις τερματοφύλακες (στο δεύτερο ημίχρονο ο Παλιούκα τραυματίστηκε και αντικαταστάθηκε από τον Γάλλο Σεμπαστιάν Φρέι) έκαναν μερικές σωτήριες επεμβάσεις.
Από τις δυο επιθετικές τριάδες ούτε ένας δεν πέρασε απαρατήρητος. Ο Τόττι σκόραρε και έδωσε ασίστ, ο Ντελβέκιο βρήκε δίχτυα, ο Πάουλο Σέρτζιο έγραψε και γκολ και ασίστ. Στην άλλη πλευρά ο μεγάλος Ρομπέρτο Μπάτζιο μοίρασε τρεις ασίστ (3,5 θα μπορούσε να πει κάποιος), ο Ρονάλντο βρήκε δυο φορές δίχτυα ενώ ο Ζαμοράνο πρόσθεσε άλλα δυο συν μια ασίστ που ήταν μισό γκολ. Σε μια φάση της σεζόν που έδειχνε να τα έχει παρατήσει ολοκληρωτικά η Ίντερ πέτυχε την πιο τρελή νίκη του πρωταθλήματος. Μια νίκη που όμως δεν είχε ανάλογη συνέχεια.
Τις επόμενες εβδομάδες η ομάδα του Χόντζσον έχασε 1-3 από την Πάρμα μέσα στο Μιλάνο και 3-1 από τη Βενέτσια εκτός έδρας. Σαν να μην έφτανε αυτό, ο ενοχλημένος από τη γκρίνια του κόσμου για τις επιλογές του, Μάσιμο Μοράτι παραιτήθηκε από τη θέση του προέδρου, μια σοκαριστική απόφαση που ανακάλεσε μερικούς μήνες αργότερα. Στο φινάλε της σεζόν η Ίντερ τερμάτισε στην 8η θέση και ολοκλήρωσε με το χειρότερο δυνατό τρόπο μια καταστροφική χρονιά, μένοντας εκτός Ευρώπης, αφού στα πλέι οφ, που υπήρχαν τότε για μια θέση στο ΟΥΕΦΑ, η Μπολόνια την κέρδισε και μέσα (2-1) και έξω (1-2). Σε μια συνέντευξη του πριν από μερικά χρόνια ο Μπάτζιο ισχυρίστηκε πως χωρίς την έκλαμψη του Ολίμπικο η Ίντερ ήταν σε τόσο τραγική κατάσταση αγωνιστικά αλλά και ψυχολογικά (με αμέτρητες διαμάχες εντός αποδυτηρίων και έλλειψη σοβαρού αγωνιστικού πλάνου) που πιθανόν να κινδύνευε ακόμα και με υποβιβασμό! Ένα σενάριο που ακούγεται υπερβολικά ακραίο αλλά η αλήθεια είναι ότι τη μέρα του αγώνα με τη Ρόμα οι «νερατζούρι» ήταν μόλις 9 βαθμούς πάνω από την επικίνδυνη ζώνη.
Στην άλλη πλευρά, οι πρωτευουσιάνοι πλήρωσαν εν μέρει αυτό το αποτέλεσμα, μένοντας εκτός Τσάμπιονς Λιγκ για ένα μόνο βαθμό. Η αποτυχία αυτή οδήγησε στην αντικατάσταση του Ζέμαν με τον Καπέλο, ο οποίος δυο χρόνια μετά θα τους οδηγούσε στην κατάκτηση του πολυπόθητου πρωταθλήματος. Το παιχνίδι με την Ίντερ έχει μείνει στην ιστορία ως ένα από τα καλύτερα της Σέριε Α και ένα από τα πιο αντιπροσωπευτικά της αντισυμβατικής φιλοσοφίας του Ζέμαν που σε κάποια άλλη φάση της καριέρας του είχε δηλώσει: “Το 0-0 είναι βαρετό. Είναι καλύτερο να χάνεις με 5-4, τουλάχιστον αυτό σου προσφέρει μια έξαψη”.