Υπάρχουν μερικά γκολ που μπήκαν δεκαετίες πριν και παρ’όλα αυτά δεν χρειάζονται καμία επιπρόσθετη περιγραφή. Γκολ που με το που τα αναφέρεις σε κάποιον, αυτός τα κάνει αυτόματα εικόνα στο μυαλό του χωρίς να χρειαστεί να ανατρέξει σε κάποιο βίντεο ή να σου πει προβληματισμένος “χμμμ, θύμισε μου λίγο πως μπήκε αυτό”. Ένα από αυτα τα γκολ είναι και το γκολ του Τζεφ Χαρστ στον τελικό του Μουντιάλ του 1966 στο Γουέμπλει, τον τελευταίο ουσιαστικά τελικό της εθνικής Αγγλίας πριν από το Κυριακάτικο μεγάλο παιχνίδι με την Ιταλία στο ίδιο γήπεδο.
Η ιστορία είναι γνωστή σε όλους, ακόμα και σε αυτούς που ασχολούνται επιφανειακά με το άθλημα. Αγγλία και Δυτική Γερμανία έχουν τελειώσει το 90λεπτο ισόπαλες με 2-2, στο 101′ ο Χαρστ υποδέχεται ωραία τη μπάλα στην περιοχή και με ένα ωραίο δεξί σουτ τη στέλνει πρώτα στο οριζόντιο δοκάρι και στη συνέχεια σε ένα απροσδιόριστο σημείο του αγωνιστικού χώρου που καθορίζεται εύκολα μόνο αν οι προτιμήσεις σου είναι ξεκάθαρες: Αν είσαι φίλος της Γερμανίας, η μπάλα κατέληξε πάνω στη γραμμή της εστίας, αν είσαι φίλος της Αγγλίας η μπάλα έπεσε ολόκληρη εντός της εστίας.
Οι Άγγλοι παίκτες πανηγυρίζουν, οι Γερμανοί φωνάζουν ότι η μπάλα δεν πέρασε τη γραμμή, ο Ελβετός διαιτητής φαίνεται σαστισμένος και ανήμπορος να φτάσει σε κάποιο ασφαλές πόρισμα και τη λύση δίνει τελικά ο επόπτης, που με μεγάλη δόση σιγουριάς λέει στον συνάδελφο του ότι το γκολ είναι έγκυρο. Η συνέχεια είναι επίσης γνωστή: Ο Χαρστ ολοκληρώνει το χατ τρικ του με ένα ακόμα γκολ στο φινάλε, η Αγγλία ανεβαίνει στην κορυφή του κόσμου για πρώτη, και για την ώρα μοναδική, φορά και οι Γερμανοί μένουν με το παράπονο και μια νέα έκφραση στο λεξιλόγιο τους, το “γκολ του Γουέμπλει”, που συνοδεύει κάθε μελλοντικό γκολ-φάντασμα. Τι απέγινε όμως εκείνος ο επόπτης που για μερικά δευτερόλεπτα έγινε το επίκεντρο ενός ολόκληρου πλανήτη;
Ο Τοφίκ Μπαχράμοφ, που στην ιστορία έχει μείνει ως “ο Ρώσος επόπτης”, ήταν ένας Σοβιετικός διαιτητής γεννημένος στην περιοχή του Αζερμπαϊτζάν. Ο Μπαχράμοφ μετρούσε πριν το Μουντιάλ δυο χρόνια ως διεθνής διαιτητής και ο τελικός του Γουέμπλει ήταν αναμφισβήτητα η μεγαλύτερη στιγμή της καριέρας του, που είχε αγγίξει το ταβάνι της μερικές μέρες πριν, όταν είχε σφυρίξει ως πρώτος διαιτητής τον αγώνα Ισπανία-Ελβετία στη φάση των ομίλων. Όπως ήταν αναμενόμενο, η απόφαση που πήρε σημάδεψε ολοκληρωτικά την καριέρα αλλά και την υπόλοιπη ζωή του.
Πολλές χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από τα πανηγύρια στους αγγλικούς δρόμους, ο Μπαχράμοφ αποκτούσε μέσα σε λίγες μέρες τεράστια προβολή στον ποδοσφαιρικό κόσμο της Σοβιετικής Ένωσης και ειδικότερα στην περιοχή που αργότερα μετονομάστηκε ως Αζερμπαϊτζάν. Παρά το προχωρημένο της ηλικίας του (στο Μουντιάλ του 1966 ήταν ήδη 41 χρονών), συνέχισε να διαιτητεύει σε υψηλό επίπεδο και μέσα στα επόμενα χρόνια σφύριξε σε ένα ακόμα Μουντιάλ, σε τελικό Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ και σε αρκετούς τελικούς στη χώρα του.
Η φήμη του ήταν πλέον τέτοια που όταν ο μεγάλος Λεβ Γιασίν αποφάσισε να αποσυρθεί, τον επέλεξε προσωπικά για να σφυρίξει τον αγώνα που διοργανώθηκε προς τιμήν του. Σύμφωνα με τα λεγόμενα του γιου του αλλά και κοντινών του ανθρώπων, ο Μπαχράμοφ ήταν κάτι σαν σούπερ σταρ στο Αζερμπαϊτζάν, εκεί όπου περαστικοί τον σταματούσαν στο δρόμο και του ζητούσαν αυτόγραφο. Ακόμα και όταν η ηλικία του έγινε εμπόδιο στη διαιτητική του καριέρα, το ποδόσφαιρο δεν βγήκε από τη ζωή του. Αρχικά δοκίμασε την τύχη του σαν προπονητής και αργότερα ανέλαβε καθήκοντα γενικού γραμματέα στην ποδοσφαιρική ομοσπονδία της χώρας του.
Λίγους μήνες μετά τον θάνατο του το 1993, το εθνικό στάδιο του Αζερμπαϊτζάν στο Μπακού, που εκείνη την εποχή ήταν το μεγαλύτερο γήπεδο της χώρας και αποτελούσε και έδρα της εθνικής ομάδας, πήρε το όνομα του. Έξω από το γήπεδο τοποθετήθηκε το 2006 και ένα άγαλμα του. Στην παρουσίαση του αγάλματος βρέθηκαν δεκάδες δημοσιογράφοι, πολλά μέλη της ΦΙΦΑ αλλά και παίκτες των δυο ομάδων που αγωνίστηκαν στον τελικό του 1966. Στην πιο αξιομνημόνευτη στιγμή της, όταν πήρε το λόγο ο τερματοφύλακας των Γερμανών Χανς Τιλκόφσκι, η πρώτη πρόταση που εκστόμισε ήταν: “Πρώτα απ’όλα να ξεκαθαρίσουμε κάτι. Η μπάλα δεν πέρασε τη γραμμή.”
O γιος του Μπαχράμοφ με Άγγλους οπαδούς που βρέθηκαν στο Μπακού για έναν αγώνα με το Αζερμπαϊτζάν
Στα μέσα της δεκαετίας του 90′ και χάρη στην εξέλιξη της τεχνολογίας άρχισαν να εμφανίζονται διάφορες επιστημονικές προσπάθειες που προσπαθούσαν να εξακριβώσουν αν το γκολ ήταν τελικά έγκυρο. Σύμφωνα με μια έρευνα του πανεπιστήμιου της Οξφόρδης, το 1996, το γκολ δεν έπρεπε να μετρήσει γιατί 6 εκατοστά της μπάλας δεν είχαν περάσει τη γραμμή. Είκοσι χρόνια αργότερα, το Sky Sports σε συνεργασία με την EA Sports, κατέληξαν στο ακριβώς αντίθετο πόρισμα. “Ο επόπτης είχε δίκιο. Μπορεί να μην είχε πράγματι καλή θέση αλλά τώρα μπορούμε να πούμε με σιγουριά ότι η μπάλα πέρασε τη γραμμή” ανέφερε κατά την παρουσίαση του αφιερώματος ο Τζέιμι Κάραγχερ.
Οι περισσότερες αναλύσεις που έγιναν κατέληξαν στο συμπέρασμα πως η μπάλα δεν πέρασε ολόκληρη τη γραμμή. Αυτή του Sky Sports είναι μια από αυτές που διαφωνούν
Ο Τοφίκ Μπαχράμοφ δεν πρόλαβε να τα ζήσει όλα αυτά. Ακόμα και στην εποχή του όμως οι διαφωνίες ήταν αμέτρητες, όπως και οι θεωρίες συνομωσίας για τα κίνητρα του. Κάποιοι Γερμανοί πίστευαν πως ο Αζέρος έδειξε προς τη σέντρα όχι γιατί είδε ξεκάθαρα τη μπάλα να περνάει τη γραμμή αλλά γιατί προτιμούσε να χάσει η ομάδα που απέκλεισε τη Σοβιετική Ένωση στα ημιτελικά. Κάποιοι άλλοι ευφάνταστοι τύποι το τράβηξαν ακόμα περισσότερο. Ο σχετικός θρύλος λέει ότι λίγες μέρες πριν φύγει από τη ζωή ο πατέρας του, ο γιος του τον ρώτησε πως ήταν τόσο σίγουρος για το που κατέληξε η μπάλα και η απάντηση του γερο-Τοφίκ ήταν μόνο μια λέξη: “Στάλινγκραντ”
Η συγκεκριμένη ιστορία κυκλοφόρησε γρήγορα παντού και προστέθηκε και σε πολλά σχετικά αφιερώματα, μέχρι που ο ίδιος ο γιος του αναγκάστηκε να βγει δημόσια και να δηλώσει ότι δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα. Ο πατέρας του είχε πράγματι πολεμήσει τους Ναζί στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο (όχι στο Στάλινγκραντ), όταν ήταν ακόμα έφηβος, αλλά ποτέ του δεν έκανε κάποια σύνδεση της εμπειρίας αυτής με την απόφαση του στον τελικό.
Κανένας δεν θα μάθει ποτέ το τι ακριβώς είδε ή σκέφτηκε ο Μπαχράμοφ εκείνα τα κρίσιμα δευτερόλεπτα του καλοκαιριού του 1966. Η απόφαση του πάντως του χάρισε άμεσα ένα ξεχωριστό κεφάλαιο στην ιστορία του ποδοσφαίρου. Μέχρι και σήμερα παραμένει ο μοναδικός διαιτητής που έχει δώσει το όνομα του σε κάποιο γήπεδο. Ένα γήπεδο που, όλως τυχαίως (ή και όχι, ανάλογα με την κοσμοθεωρία σου), χτίστηκε κατά κύριο λόγο από Γερμανούς αιχμαλώτους πολέμου.