Κάπου στα δυτικά της Αφρικής βρίσκεται μια οριζόντια λωρίδα γης περικυκλωμένη από τη Σενεγάλη. Αυτή είναι η Γκάμπια, μια από τις πιο φτωχές χώρες του πλανήτη. Ένας στους δυο κατοίκους της ζει κάτω από το όριο της φτώχειας ενώ σε κάποιες περιοχές το ποσοστό αυτό ξεπερνάει το 70%. Όταν το 2014 ο Σείκ Σίμπι έφτασε σε ηλικία που μπορούσε να αντιληφθεί επακριβώς τι σημαίνουν αυτά τα νούμερα για το μέλλον του, πήρε τη μεγάλη απόφαση να αφήσει τη μητέρα του και τα αδέρφια του και να αναζητήσει μια καλύτερη προοπτική ζωής στην Ευρώπη.
Με ένα μόνο σακίδιο στην πλάτη έζησε πέντε μέρες στην καρότσα ενός παλιού εργατικού που διέσχιζε κάθετα την έρημο Σαχάρα. Στη συνέχεια έμεινε για λίγους μήνες στην Τρίπολη της Λιβύης, δουλεύοντας ως βοηθός μπογιατζή, και τελικά πέρασε στην Ευρώπη με ένα ταλαιπωρημένο σαπιοκάραβο που τον παράτησε, μαζί με μερικούς εκατοντάδες άλλους απελπισμένους σαν κι αυτόν, στη Λαμπεντούζα, ένα ιταλικό νησί κάτω από τη Σικελία. Όλα αυτά τα έκανε σε ηλικία 16 ετών. Ολομόναχος.
Μετά την άφιξη του στην Ιταλία, οι Αρχές τον μετέφεραν σε ένα Κέντρο Υποδοχής Μεταναστών στη Βερόνα, μια από τις πιο συντηρητικές πόλεις της Ιταλίας. Όταν οι υπεύθυνοι του κέντρου τον ρώτησαν τι δεξιότητες έχει, ώστε να μπορέσουν να τον βοηθήσουν να βρει μια δουλειά, αυτός, εμποτισμένος ακόμα με την εφηβική αθωότητα, τους απάντησε ότι είναι πολύ καλός τερματοφύλακας. Λίγο καιρό μετά κατευθυνόταν προς τα ανατολικά της πόλης, εκεί που έχει την έδρα της η Βίρτους Βερόνα.
Ο τερματοφύλακας Σείκ Σίμπι με τους νέους του φίλους στην Ευρώπη
Η Βίρτους ιδρύθηκε το 1921 και για το μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας της αγωνιζόταν σε αυτό το επίπεδο που χαϊδευτικά αποκαλούμε “τοπικό”. Σε μια πόλη 700.000 κατοίκων που για χρόνια είχε δυο μεγάλες ομάδες με σταθερή παρουσία στη Σέριε Α, δεν υπήρχε αρκετός χώρος για έναν τρίτο λαοφιλή σύλλογο. Η Βίρτους όμως εξελίχθηκε σε κάτι διαφορετικό. Σε κάτι παραπάνω από μια απλή ποδοσφαιρική ομάδα που εκπροσωπεί μια μικρή γειτονιά.
Με την πάροδο του χρόνου ο σύλλογος κατάφερε να συσπειρώσει γύρω του ανθρώπους που δεν βλέπουν το ποδόσφαιρο ως κάτι αποκομμένο από την κοινωνία. Σε εκείνη τη γωνιά της Βερόνα η αλληλεγγύη είναι η λέξη κλειδί και όλοι οι άνθρωποι είναι ευπρόσδεκτοι, ανεξαρτήτως χρώματος, εθνικότητας ή θρησκείας. Παρά το αντικειμενικά μικρό μέγεθος της και τις περιορισμένες σε κάποιες περιπτώσεις δυνατότητες της, η Βίρτους κάνει ό,τι μπορεί για να βοηθήσει την τοπική κοινωνία αλλά και τους «ξένους» και τους λιγότερο προνομιούχους που καταλήγουν εκεί ψάχνοντας για μια καλύτερη ζωή ή για μια δεύτερη ευκαιρία.
Οι αρχές αυτές έχουν αποτυπωθεί σε μια δήλωση του Σινιμπάλντο Νοτσίνι, που βρέθηκε στη θέση του προέδρου για μια εικοσαετία στα 60s και τα 70s:
“Ο βασικός μας στόχος είναι να εκπαιδεύσουμε τους ανθρώπους με τη βοήθεια του αθλητισμού και να βοηθήσουμε τα παιδιά να διασκεδάσουν μέσω του παιχνιδιού. Αν βρούμε και κάποιους καλούς αθλητές ανάμεσά τους, αυτό είναι απλώς ένα είδος ανταμοιβής. Ο βασικός σκοπός λειτουργίας του συλλόγου ξεπερνά το ποδόσφαιρο. Οι επιτυχίες δεν μετρούνται τόσο σε νίκες, όσο στη δημιουργία και ανάπτυξη των κοινωνικών αξιών που θεωρούμε σημαντικές.”
Για να πετύχει αυτούς τους στόχους η Βίρτους έχει καθιερώσει διάφορα προγράμματα. Εδώ και πολλά χρόνια (η αρχή έγινε στα 90s όταν εγκαταστάθηκαν στην περιοχή οι πρώτοι οικονομικοί μετανάστες από την Αλβανία) ο σύλλογος δοκιμάζει και βοηθήσει κατά διαστήματα μετανάστες και πρόσφυγες από διάφορες χώρες της Ευρώπης, της Ασίας και της Αφρικής, πρώην φυλακισμένους που ψάχνουν μια νέα αρχή αλλά και πρώην τοξικομανείς που βρίσκονται στο τελικό στάδιο της αποκατάστασης και αναζητούν τρόπους επανένταξης στην κοινωνία.
Επίσης, κάθε Πέμπτη εδώ και σχεδόν σαράντα χρόνια οργανώνει ένα μεγάλο φαγοπότι, όπου όλοι, ανεξαρτήτως θέσης στην ιεραρχία, τρώνε μαζί (σύμφωνα με τον πρόεδρο “ξεκίνησε από το γκαράζ μου, όπου η μάνα μου μαγείρευε ριζότο για όλους, και αργότερα μεταφέρθηκε σε ένα εστιατόριο της περιοχής που μας στηρίζει”), ενώ μια φορά το χρόνο όλη η ομάδα πραγματοποιεί ένα ταξίδι στο εξωτερικό που συνήθως συνδυάζει διασκέδαση με εκπαίδευση. Στη λίστα των προορισμών βρίσκουμε την Τυνησία, τον Παναμά, τη Βραζιλία, τη Τζαμάικα, τη Δομινικανή Δημοκρατία, τις ΗΠΑ αλλά και ακόμα πιο περίεργα μέρη.
Μια ποδοσφαιρική ομάδα στους Δολομίτες. Γιατί όχι;
Όταν το 2018 περνούσε μια αγωνιστική κρίση, στην πρώτη διακοπή του πρωταθλήματος έκανε ένα ταξίδι στη Γερμανία και επισκέφτηκε το στρατόπεδο συγκέντρωσης Νταχάου. Σύμφωνα με τους παίκτες η εμπειρία ήταν από τις πιο έντονες που έχουν ζήσει και, όπως αποδείχτηκε, έφερε και αποτέλεσμα. Τις εβδομάδες που ακολούθησαν η Βίρτους έκανε ένα σερί 7 νικών και ξεκόλλησε από τις τελευταίες θέσεις.
Ο σύλλογος όμως δεν αρκείται σε αυτά. Στο πλούσιο κοινωνικοπολιτικό ιστορικό του έχει ένα μεγάλο ταξίδι στην Κούβα, όπου και πραγματοποίησε δωρεά πολλών φαρμάκων τα οποία είχαν συγκεντρώσει και κουβαλήσει οι παίκτες από την Ιταλία, επισκέψεις και δράσεις σε διάφορες φυλακές αλλά και κάποιες εκδρομές στο Κόσοβο και το Σεράγεβο. Εκεί, σε συνεργασία με τον παλιό παίκτη της Ρόμα και νυν δήμαρχο της Βερόνα, Νταμιάνο Τομάσι, οι άνθρωποι της Βίρτους συμμετείχαν σε χορηγούμενα αθλητικά έργα που είχαν ως στόχο να δημιουργήσουν νέα γήπεδα και εγκαταστάσεις ώστε να δώσουν στα παιδιά μια διέξοδο προς τον αθλητισμό μετά τον καταστροφικό πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας.
Ο προπονητής-πρόεδρος Φρέσκο μαζί με τον πρώην ποδοσφαιριστή-νυν δήμαρχο Τομάσι
Σε αυτήν τη διαφορετική ομάδα, ο Σείκ Σίμπι βρήκε μια νέα οικογένεια, που τον βοήθησε να φτάσει μέσα στα επόμενα χρόνια μέχρι και την εθνική ομάδα της Γκάμπια. Κι όταν λέμε οικογένεια, δεν υπερβάλλουμε όσο πιθανόν νομίζετε. Σε κάθε ευκαιρία, ο Αφρικανός τερματοφύλακας δηλώνει ότι θεωρεί ως δεύτερο πατέρα του τον Λουίτζι Φρέσκο, την ψυχή αυτής της προσπάθειας και τον δεύτερο μεγάλο λόγο που κάνει τη Βίρτους να ξεχωρίζει από όλες τις άλλες ομάδες. Κυριολεκτικά από όλες τις άλλες.
Ο Λουίτζι Φρέσκο, γνωστός στους φίλους του και ως “Τζίτζι”, είναι ο προπονητής με τα περισσότερα χρόνια στον πάγκο μιας ομάδας. Στον κόσμο. (Τουλάχιστον στον γνωστό ποδοσφαιρικό κόσμο.) Ο ίδιος το πηγαίνει ένα βήμα παραπέρα και μας ενημερώνει ότι στην ιστορία του ποδοσφαίρου κανένας άλλος προπονητής δεν έχει μείνει για τόσο μεγάλο διάστημα συνεχόμενα σε μια ομάδα! “Πρόσφατα ξεπέρασα τον Γκι Ρου, που για μια περίοδο είχε φύγει από την Οσέρ” λέει με καμάρι και προσθέτει: “Υπάρχει βέβαια και ο Γουίλι Μάλει που ήταν στη Σέλτικ από το 1897 έως το 1940 αλλά κι αυτός δεν ήταν συνεχόμενα, γιατί είχε σταματήσει λόγω του πολέμου”.
Ο 62χρονος πλέον προπονητής ανέλαβε την ομάδα την άνοιξη του 1982, όταν ήταν 21 ετών. Με τον σύλλογο τότε σε άσχημη κατάσταση και πολύ κοντά στον υποβιβασμό από την 9η κατηγορία, μια παρέα νέων ανθρώπων της περιοχής οργανώθηκε και ανέλαβε τα ηνία. Ανάμεσα τους βρισκόταν και ο πιτσιρικάς Φρέσκο που τότε ήταν προπονητής στο εφηβικό τμήμα. Η αυταπάρνηση και η διάθεση του να προσφέρει αφιλοκερδώς έπεισαν τους υπολοίπους και εκτός από αυτόν του προπονητή, ο ορεξάτος Τζίτζι ανέλαβε και το ρόλο του προέδρου. Με απλά λόγια, τα τελευταία 41 χρόνια η Βίρτους Βερόνα έχει τον ίδιο προπονητή-πρόεδρο. Και τα παράδοξα δεν σταματούν εδώ.
Εκτός από ακούραστος και ενθουσιώδης, ο Φρέσκο αποδείχτηκε και ικανός προπονητής αλλά και αποδοτικός πρόεδρος. Με αυτόν ως πρώτο βιολί η Βίρτους όχι μόνο αναπτύχθηκε εξωαγωνιστικά με τους τρόπους που είδαμε προηγουμένως αλλά σημείωσε και πρωτόγνωρες για τα δεδομένα της αγωνιστικές επιτυχίες. Από την 9η κατηγορία και τους αγώνες γειτονιάς, σκαρφάλωσε σταδιακά στις εθνικές κατηγορίες, καθιερώθηκε εκεί και έφτασε το 2013 να γίνει φουλ επαγγελματική ομάδα που μπορεί να πληρώνει τους παίκτες της.
Όλα αυτά τα κατάφερε με έναν προπονητή που απέκτησε τα απαραίτητα διπλώματα προπονητικής πρόσφατα ενώ όλα αυτά τα χρόνια συνδύαζε το τρέξιμο για τον σύλλογο με την πρωινή, κανονική του δουλειά (διευθυντής σε σχολείο). Όταν τον ρωτάνε γιατί δεν δέχθηκε ποτέ καμία από τις προτάσεις που του έγιναν από άλλες ομάδες, απαντάει ότι δεν μπορεί να φανταστεί τον εαυτό του πουθενά αλλού και με μια γερή δόση αυτογνωσίας συμπληρώνει ότι το πιθανότερο είναι πως δεν θα τα κατάφερνε κάπου αλλού. Όσον αφορά τον φαινομενικά αταίριαστο συνδυασμό ρόλων «πρόεδρος-προπονητής», ο Φρέσκο ξεκαθαρίζει ότι δεν παίρνει καμία απόφαση μόνος του. Αν η ομάδα αντιμετωπίσει κάποια μεγάλη αγωνιστική κρίση, το διοικητικό συμβούλιο μπορεί ανά πάσα στιγμή να φέρει νέο προπονητή. Για την ώρα, όσες φορές έφτασαν λίγο πριν το σημείο μηδέν, κοινώς στο σημείο που ακούγεται η φράση “αν δεν βελτιωθεί η κατάσταση σύντομα θα πρέπει να απευθυνθούμε σε κάποιον άλλον”, η ομάδα βρήκε τρόπους να πάρει τα πάνω της.
Ένα χρόνο μετά τη μετάβαση από τον ερασιτεχνισμό στον επαγγελματισμό, κέρδισε μια ακόμα άνοδο, που την έφερε στη Serie D ενώ το τελευταίο μεγάλο κατόρθωμα της εντοπίζεται το 2018 όταν πανηγύρισε έναν ακόμα ιστορικό προβιβασμό, αυτή τη φορά στην 3η κατηγορία. Όπως όλες τις προηγούμενες φορές, ο Φρέσκο ξεκίνησε τη νέα περιπέτεια της Serie C με βασικό στόχο την παραμονή και αργότερα τη σταθεροποίηση και όπως τόσες άλλες φορές, κατάφερε και τα δυο σχετικά εύκολα. Μετά από μερικές συνεχόμενες σεζόν που τερμάτισε κοντά στη μέση της βαθμολογίας, πέρσι η Βίρτους έφτασε μέχρι και τα πλέι οφ ανόδου για τη Serie C. Σε αυτό το χαοτικό, παράλογο, γραφικό και βγαλμένο μάλλον από λατινοαμερικάνικο μυαλό δημιούργημα, που αποκαλείται πλέι οφ της Serie C, η μικρή στο μάτι αλλά μεγάλη στην ψυχή ομάδα της Βερόνα ξεπέρασε το εμπόδιο της Νοβάρα, κέρδισε και την Πάντοβα αλλά τα βρήκε δύσκολα απέναντι στην πολύ πιο έμπειρη Πεσκάρα και κάπου εκεί οι ελπίδες έσβησαν.
Το μεγάλο όνειρο όμως παραμένει ζωντανό. Η δεύτερη πλέον ομάδα της Βερόνα (αφού η Κιέβο διαλύθηκε πρόπερσι) ξεκίνησε και φέτος δυναμικά στο πρωτάθλημα και βρίσκεται για την ώρα ξανά στις θέσεις που οδηγούν στα πλέι οφ. Ο ακατάβλητος “Τζίτζι” παραμένει αισιόδοξος ότι η Βίρτους θα καταφέρει κάποια στιγμή να φτάσει και πιο ψηλά. Μπορεί να μην γνωρίζει αν θα είναι αυτός που θα δίνει τότε τις οδηγίες (εδώ και μερικά χρόνια έχει αποσυρθεί από τη θέση του προέδρου ενώ έχει ήδη σταματήσει και από το σχολείο καθώς έχει καταθέσει τα χαρτιά του για σύνταξη), αλλά πιστεύει ακράδαντα ότι η ανοδική πορεία μπορεί να συνεχιστεί. “Αργά ή γρήγορα, με μένα ή χωρίς, θα φτάσουμε και στη Serie B. Και ποιος ξέρει, ίσως και στη Serie A!”
Όταν το λέει αυτό κάποιος που με μια ερασιτεχνική ομάδα κατάφερε να βοηθήσει αρκετούς μη προνομιούχους ανθρώπους και ταυτόχρονα να φτάσει από τους αγώνες γειτονιάς να διεκδικεί μια άνοδο σε μια κατηγορία που παίζουν η Πάρμα, η Σαμπντόρια, η Μπάρι και το Παλέρμο, σίγουρα δεν μπορείς να μην τον πάρεις στα σοβαρά.