Στο ποδόσφαιρο γίνεται πολύ συχνά η κουβέντα για το ποια “σχολή σκέψης” είναι η καλύτερη. Κι όταν λέμε σχολή σκέψης, εννοούμε συνήθως το επιθετικό, θεαματικό ποδόσφαιρο ή την πιο αμυντικογενή τακτική που κοιτάζει την κατάκτηση του αποτελέσματος με οποιονδήποτε τρόπο. Στην Αργεντινή, η μάχη μεταξύ των δυο… φιλοσόφων προπονητών που μισιούνταν με πάθος, του Μπιλάρδο και του Μενότι, εξακολουθεί να υφίσταται μέχρι και σήμερα με τους μαθητές τους. Στη Γερμανία δεν υπάρχει πλέον κάτι αντίστοιχο, αλλά για αρκετά χρόνια η κόντρα της Μπορούσια Μένχενγκλάντμπαχ και της Μπάγερν Μονάχου μονοπωλούσε το ενδιαφέρον του ποδοσφαιρικού κόσμου, συμβολίζοντας δύο διαφορετικούς κόσμους. Και στο επίκεντρο αυτής της κόντρας, ο Γκίντερ Νέτσερ. Γέννημα θρέμμα της περιοχής του Γκλάντμπαχ, ο Νέτσερ μεγάλωσε σε μια οικογένεια της μεσαίας τάξης και μάλιστα, όταν ο πατέρας του που πουλούσε σπόρους στους αγρότες της περιοχής είδε πόσο του άρεσε η μπάλα, ο Νέτσερ είχε ένα δικό του κομμάτι γης για να παίζει μπάλα με τους φίλους του.
Ο Νέτσερ ξεκίνησε από τα 8 του να παίζει ποδόσφαιρο στην τοπική F.C. Μένγεχνγκλάντμπαχ και στα 19 του άλλαξε ομάδα παίζοντας στην (πιο) γνωστή Μπορούσια. Όπως λέει ο ίδιος, δεν είχε ποτέ πλάνα για τη ζωή του. Τόσο πριν, όσο και μετά το ποδόσφαιρο, όπως θα δούμε. Αλλά αυτό δεν τον πτόησε ποτέ, καθώς γνώριζε την επιτυχία σε οτιδήποτε έκανε. Στην Μπορούσια υπογράφει με 160 μάρκα τον μήνα. Βάζει στοίχημα με τον πατέρα του 5 μάρκα για κάθε γκολ που σημειώνει. Γρήγορα ο κύριος Κρίστιαν Νέτσερ ζητάει να σταματήσει αυτό το αστείο γιατί ο γιος του θα τον καταστρέψει οικονομικά. Η Γκλάντμπαχ δεν είναι κάτι το ιδιαίτερο τότε, δεν καταφέρνει να συμπεριληφθεί στη… νεόδμητη Μπουντεσλίγκα και δεν παίζει στην 1η κατηγορία.
Ο σύλλογος δεν έχει ισχυρά οικονομικά (το γερμανικό ποδόσφαιρο είναι ακόμα σε μια μυστήρια κατάσταση, ημι-επαγγελματικό ίσως θα ήταν ένας καλός όρος) και δίνει τα κλειδιά στον κόουτς Χένες Βάισβαϊλερ. Κανείς δεν μπορεί να φανταστεί πόσο σημαντική είναι αυτή η κίνηση. Ο Βάισβαϊλερ θα γίνει ο άνθρωπος πίσω από την τεράστια μεταμόρφωση της Γκλάντμπαχ. Θα βασιστεί σε νέα ταλέντα, ανάμεσά τους κι ο Νέτσερ και θα δημιουργήσει μια επιθετική, γοητευτική στο μάτι ομάδα. Είναι η εποχή που η Γκλάντμπαχ θα κερδίσει το παρατσούκλι “πουλάρια”, εξαιτίας των νέων παικτών της που “κάλπαζαν” στον αγωνιστικό χώρο, παίζοντας ένα εντυπωσιακό για την εποχή ποδόσφαιρο. Το 1964, η Γκλάντμπαχ έχει τον χαμηλότερο μέσο όρο ηλικίας ανάμεσα στις 100 ομάδες του γερμανικού ποδοσφαίρου, μόλις 21,5 έτη.
Την ίδια εποχή, μια ακόμα ομάδα έβγαινε από τη σχετική αφάνεια. Η Μπάγερν Μονάχου μπορεί να είναι τώρα η απόλυτη κυρίαρχος στο γερμανικό ποδόσφαιρο, αλλά αυτό δεν ήταν πάντα ο κανόνας. Η μεγάλη πορεία της ξεκίνησε σχεδόν παράλληλα με την άνοδο και της Γκλάντμπαχ. Μόνο που υπήρχε μια σημαντική διαφορά. Τη στιγμή που η Γκλάντμπαχ ήταν πιο αρεστή στον ουδέτερο φίλαθλο, η Μπάγερν έγινε γρήγορα η ομάδα που όλοι λάτρευαν να αντιπαθούν. Στο πολύ ενδιαφέρον βιβλίο “Tor! The Story of German Football“, γίνεται μια προσπάθεια να εξηγηθεί ο λόγος. Μπάγερν και Γκλάντμπαχ δεν διέφεραν τόσο αρχικά. Στον έναν πάγκο ο Ζλάτκο Τσαϊκόφσκι, γνωστός στο ελληνικό κοινό από το εντυπωσιακό του πέρασμα από την ΑΕΚ στα τέλη της δεκαετίας του 1970, και στον άλλον ο Βάισβαϊλερ. Δυο ομάδες που δεν είχαν πολλά χρήματα, που βασίζονταν σε νέα παιδιά, που έπαιζαν επιθετικό ποδόσφαιρο.
Ο Φραντς κι ο Γκίντερ
Από τη φυγή του “Τσικ” όμως και μετά, η Μπάγερν φαίνεται να μεταμορφώνεται. Ο Μπράνκο Ζέμπετς, νέος προπονητής της Μπάγερν, αρχίζει να βάζει περισσότερη πειθαρχία στο παιχνίδι της ομάδας, περισσότερη σημασία στο αποτέλεσμα. Ο Μπεκενμπάουερ οπισθοχωρεί στον αγωνιστικό χώρο. Έτσι κι αλλιώς δεν συγκρίνεται το στιλ του με αυτό του Νέτσερ. Τη στιγμή που η Μπάγερν παίζει πιο υπομονετικά, ψάχνοντας κάποιον τρόπο να φτάσει η μπάλα στον Γκερντ Μίλερ που μετά θα σκοράρει με κάποιον απίθανο τρόπο, με οποιοδήποτε μέρος του σώματος, η Γκλάντμπαχ έχει τον εντυπωσιακό μακρυμάλλη Νέτσερ να βγάζει απίστευτες μακρινές μπαλιές ακριβείας, έχει πολύ τρέξιμο, έχει πολλούς παίκτες να σκοράρουν (σε αντίθεση με την Μπάγερν που βασίζεται στο φορ της). Σε μια εποχή έντονων κοινωνικών ζυμώσεων, οι δυο σύλλογοι γίνονται, χωρίς να το επιδιώκουν, σύμβολα της περιόδου. Οι ριζοσπάστες της Γκλάντμπαχ με τους πιο συντηρητικούς Βαυαρούς. Το ρίσκο της φουλ επίθεσης με τον πραγματισμό της νίκης. Η αλήθεια είναι ότι σε αδρές γραμμές κάποια πράγματα ισχύουν, αλλά ο έντονος συμβολισμός είναι κάπως υπερβολικός, απόρροια του γενικού κλίματος που επικρατεί στην γερμανική κοινωνία. Η Γκλάντμπαχ του “όμορφου ποδοσφαίρου” συχνά σκοράρει λιγότερο από την Μπάγερν, αλλά αν σου κολλήσει η ταμπέλα, δύσκολα φεύγει. Η Μπάγερν γιουχάρεται συχνά, οι παίκτες της δεν γίνονται δεκτοί με επευφημίες στα εκτός έδρας, ενώ αντίθετα η Γκλάντμπαχ φαίνεται σαν μια πιο ρομαντική ομάδα, πιο εύπεπτη για τον ουδέτερο.
Στιγμές χαλάρωσης για τον σταρ
Στο επίκεντρο όλων αυτών, ο ξανθομάλλης Γκίντερ Νέτσερ. Η εικόνα του να καλπάζει στο χορτάρι, θέλγει. Ένας παίκτης υπερ-όπλο για την Γκλάντμπαχ. Οι εκπληκτικές του πάσες άλλαζαν όλο το επιθετικό παιχνίδι της ομάδας, ενώ τα εξαιρετικά του στημένα έφερνα πολύ συχνά γκολ. Ο Νέτσερ ήταν ο μετρονόμος της Γκλάντμπαχ, αλλάζοντας τον ρυθμό μέσα σε δευτερόλεπτα. Το απόλυτο αφεντικό στα χαφ. Δεν ήταν όμως μόνο το εντός γηπέδου παιχνίδι του που έφτιαξε τον θρύλο του, αλλά και το εκτός γηπέδου. Ο Νέτσερ δεν συνέβαλε στον μύθο της Γκλάντμπαχ μόνο αγωνιστικά. Έγινε ο πρώτος σταρ της Μπουντεσλίγκα. Ο άνθρωπος που λάτρευε τα γρήγορα αυτοκίνητα σε έντονο χρώμα, με αδυναμία στις Φεράρι, ο άνθρωπος που του άρεσε να διασκεδάζει, να απασχολεί με τις κατακτήσεις του. Αλλά και ο άνθρωπος που ψαχνόταν πάντα τρόπους να βγάλει χρήματα για να συντηρεί την ακριβή του ζωή. Μαθαίνοντας ότι πληρώνεται τέσσερις φορές λιγότερο από τον Μίλερ, τον Μπεκενμπάουερ και τον Μάγιερ της Μπάγερν πήγε στον προπονητή του. Του ζήτησε να τον αφήσει να ασχοληθεί και με άλλες επαγγελματικές ασχολίες.
Ο Νέτσερ κι η Φέραρι του Dino 246 GT (μια από τις καλύτερες όλων των εποχών)
Ο Νέτσερ γίνεται εκδότης του περιοδικού της ομάδας “H Ηχώ των Πουλαριών” που πωλείται στο στάδιό της. Ανοίγει ασφαλιστική εταιρεία και αργότερα τη δική του ντίσκο με όνομα “Το δρομάκι των εραστών”. “Όταν το είπα στον προπονητή, παραλίγο να λιποθυμήσει. Είναι απίστευτο, αλλά η καλύτερη απόδοσή μου ήταν την εποχή που είχα την ντίσκο”, λέει ο Νέτσερ. Κυκλοφορεί τότε με μια κίτρινη Φεράρι (εκτός από Φεράρι, από τα χέρια του περνούν Πόρσε και Τζάγκουαρ), η πόλη είναι σαν να του ανήκει. Ο δήμαρχος του Γκλάντμπαχ λέει ότι αν ρωτήσεις 100 κατοίκους, οι 80 θα ξέρουν τον Νέτσερ και μόλις 20 τον δήμαρχό τους. Ο Γκίντερ κάνει παρέα με τον καλλιτεχνικό κόσμο της εποχής κι ο Μπέρτι Φογκτς τον αποκαλεί πιο δημοφιλή από τον Ροντ Στιούαρτ. Διηγείται ότι όταν η ομάδα ταξίδευε με το τρένο για κάποια εκτός έδρας ματς, ο Νέτσερ έδινε 5 μάρκα σε κάποιον αναπληρωματικό για να του κουβαλάει τη βαλίτσα. Ήταν η ντίβα της ομάδας, το απόλυτο αφεντικό. Ο Νέτσερ αγωνίζεται για μια δεκαετία στην Γκλάντμπαχ, παίζει σε 297 παιχνίδια και σκοράρει 108 φορές. Κερδίζει δυο πρωταθλήματα και ένα κύπελλο. Φτάνει και στον τελικό του ΟΥΕΦΑ του 1973 απέναντι στη Λίβερπουλ. Έχει προηγηθεί το περιβόητο 7-1 επί της Ίντερ το 1971, ένα παιχνίδι στο οποίο οργιάζει, αλλά που τελικά δεν μέτρησε ποτέ γιατί ένα μπουκάλι που πέτυχε παίκτη της Ίντερ, οδήγησε την ΟΥΕΦΑ να ακυρώσει το παιχνίδι, χαρίζοντας την πρόκριση στους Ιταλούς. Η εκπληκτική τότε Γκλάντμπαχ έχασε την ευκαιρία να διεκδικήσει τον τίτλο από τον σπουδαίο Άγιαξ και το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο πιθανόν να έχασε έναν τελικό μεταξύ Κρόιφ και Νέτσερ. Ίσως ο Γερμανός να έγραφε μια τεράστια σελίδα στην ιστορία του γερμανικού ποδοσφαίρου, να άλλαζε και το δικό του στάτους στην ιστορία του αθλήματος ή ακόμα και να άλλαζε την ιστορία της Γκλάντμπαχ.
Το τέλος του Νέτσερ στην Γκλάντμπαχ είναι αντίστοιχο του μύθου του. Τελικός κυπέλλου με την Κολωνία το 1973. Ο Νέτσερ δεν ξεκινάει, κάτι απίστευτο για το αστέρι της ομάδας. Ίσως επειδή έχει αποφασίσει να συνεχίσει στη Ρεάλ, ίσως επειδή έχει χάσει τη μητέρα του. Η απόφαση του κόουτς πάντως προκαλεί πάταγο. Ο κόσμος φωνάζει το όνομά του. Το παιχνίδι είναι πάνω-κάτω, με πολλές φάσεις και το ημίχρονο λήγει με 1-1. Ο Βάισβαϊλερ τον ρωτάει αν θέλει να μπει. Ο ίδιος, μουτρωμένος σύμφωνα με την ιστορία, λέει “τα παιδιά πάνε καλά”. Προς τη λήξη του αγώνα, ο αντικαταστάτης του Νέτσερ νιώθει κράμπες. Ο Νέτσερ τον ρωτάει αν μπορεί να συνεχίσει, ο Κρίστιαν Κούλικ απαντάει αρνητικά και το μεγάλο 10αρι επιστρέφει στον πάγκο, βγάζει τη φόρμα του και λέει στον κόουτς “τώρα θα παίξω”. Μόλις τρία λεπτά μετά την έναρξη της παράτασης, ο Νέτσερ παίρνει την μπάλα στο κέντρο, στριφογυρίζει, κάνει πάσα και ξαφνικά επιταχύνει παίζοντας ένα όμορφο ένα-δύο, σουτάρει και σκοράρει. Ο απόλυτος σταρ χαρίζει το κύπελλο στην Γκλάντμπαχ και λέει αντίο με μια ακόμα κατάθεση ποιότητας:
Στα 29 του πηγαίνει στη Ρεάλ Μαδρίτης και μαζί της κατακτά δύο πρωταθλήματα και δύο κύπελλα Ισπανίας. Κερδίζει και το Euro του 1972 με τον κόσμο να τον αποθεώνει για τις μαγικές του ενέργειες, αλλά και το Μουντιάλ του 1974 (στο οποίο όμως παίζει ελάχιστα και όπως δηλώνει κι ο ίδιος δεν νιώθει ποτέ παγκόσμιος πρωταθλητής) με την εθνική Γερμανίας στην οποία κάνει συνολικά 37 συμμετοχές. Η ποδοσφαιρική του καριέρα τελειώνει στην Ελβετία και εκεί ξεκινούν και οι επόμενες του κινήσεις. Το 1978 πηγαίνει στο Αμβούργο και προτείνει να αναλάβει την έκδοση του περιοδικού της ομάδας, όπως ακριβώς έκανε και στην Γκλάντμπαχ. Ο πρόεδρος της ομάδας του είπε ότι θα το δεχόταν, μόνο αν ταυτόχρονα γινόταν κι ο γενικός διευθυντής του συλλόγου. Και πράγματι, ο Νέτσερ αναλαμβάνει αυτόν τον ρόλο, φέρνει προπονητές και παίκτες και καταφέρνει να οδηγήσει το Αμβούργο σε μια χρυσή εποχή. Τρία πρωταθλήματα και ένα Κύπελλο Πρωταθλητριών, με τον Νέτσερ να είναι ο άνθρωπος που βρίσκεται πίσω από τις επιτυχίες. Το άγχος και η πίεση της δουλειάς όμως τον κουράζουν. “Ξαφνικά οι παίκτες ζητούσαν χρήματα που δεν μπορούσαμε να δώσουμε. Μερικές φορές δεν μπορούσα να κοιμηθώ από το άγχος”, θυμάται. Αφήνει πίσω το Αμβούργο. Φτιάχνει τη δική του διαφημιστική εταιρεία, εμπλέκεται και σε άλλες εταιρείες, κυρίως με τηλεοπτικά δικαιώματα. Ό,τι κάνει πάει καλά. Γίνεται αρθρογράφος και σχολιαστής στη γερμανική τηλεόραση, τόσο επιτυχημένος που βραβεύεται γι’ αυτό, όπως και για την εξαιρετική χρήση της γλώσσας. Το αποκορύφωμα είναι όταν μια μέρα (ακόμα στο Αμβούργο) βρίσκει έναν φάκελο από έναν οπαδό. “Αυτό είναι το δώρο μου σε σας, για τα γενέθλιά σας την Κυριακή”, γράφει το μήνυμα. Είναι ένα δελτίο Λότο. Ο Νέτσερ δεν δίνει σημασία (λέγεται μάλιστα ότι αρχικά το έσκισε), αλλά όταν βλέπει τους αριθμούς που κερδίζουν, καταλαβαίνει. Είναι η ημερομηνία γέννησής του, τα ματς και τα γκολ του με την εθνική και το νούμερο παπούτσι (ήταν γνωστό στη Γερμανία γιατί ως άλλος Bigfoot φορούσε 47). Τα κέρδη; 300.000 γερμανικά μάρκα. Ο Νέτσερ για να ευχαριστήσει τον φίλαθλο (που για χρόνια παίζει τα ίδια νούμερα) δεν κάνει 50-50 μοιρασιά και δίνει τα 225.000 στον φίλαθλο. Το μαγικό άγγιγμα του Μίδα φτάνει και στον τζόγο.