Ο Νάτσο δεν μένει πια εδώ!

“Πάντα πίστευα ότι η ζωή είναι στιγμές και γι’ αυτό ακριβώς διαλέγω αυτή τη στιγμή για να ανακοινώσω ότι κρεμάω τα παπούτσια μου, τη σημαδιακή ημερομηνία της 12/12 που έχει σημαδέψει την ποδοσφαιρική μου καριέρα και πάνω από όλα με το παρθενικό μου πρωτάθλημα με την φανέλα της Νιούελς.”

Οι παλιές αγάπες πάνε στον παράδεισο, όλοι το ξέρουν αυτό. Και γι’ αυτό κάποια στιγμή, θαρρείς και είναι γραφτό, σαν να σε διακυβεύει ένας αδιόρατος νόστος, επιστρέφεις στο σπίτι, εκεί που ο καθένας αισθάνεται σπίτι. Και για τον Νάτσο Σκόκο, το σπίτι του είναι το Ροζάριο κι ας γεννήθηκε στη Σάντα Φε.

O Ιγνάσιο Μάρτιν Σκόκο έκανε το ντεμπούτο του στις 4 Απριλίου του 2004 με την φανέλα της Νιούελς Ολντ Μπόις, υπό τις οδηγίες του θρυλικού τεχνικού Αμέρικα Γκαγιέγκο και σκόραρε το πιο κρίσιμο γκολ της σεζόν, στο 82ο λεπτό εναντίον της Μπόκα Τζούνιορς και στο τέλος του έτους πανηγύρισε τον πρώτο του τίτλο. Στις αρχές του 2006 με 9 γκολ σε 18 αγώνες και εξαιρετική παρουσία με τη Νιούελς στο Κόπα Λιμπερταδόρες, ήταν πλέον ένα από τα δυο, τρία πιο καυτά ονόματα του Αργεντίνικου φουτμπόλ.

Πάντα πίστευα πως η ζωή είναι στιγμές και θυμάμαι σαν τώρα, μια παγωμένη νύχτα του Φλεβάρη τη Νατάσα Θεοδωρίδου να τραγουδά περίλαμπρη «Για ποια αγάπη μου μιλάς/ που θυσιάστηκα/ και αχαριστία έχω πάρει από την καρδιά σου» και μένα να λέω ως εδώ και να φεύγω τρέχοντας (από την εταιρική γιορτή της τότε δουλειάς μου) και στο σπίτι να πέφτω πάνω σε ένα τρομερό ματς Νιούελς-Ρίβερ 🔥 ότι πρέπει για μεταμεσονύχτιο στοίχημα – και να μένω άναυδος από δύο γκολάρες ενός άγνωστου παίκτη με το νούμερο 32 στην πλάτη που τότε νόμιζα ότι τον έλεγαν Κόκο.

Το καλοκαίρι του 2006 η Νατάσα συνέχισε την μετεωρική της άνοδο με μεγάλο χιτ «το τελευταίο μου τραγούδι» (κάτι που βέβαια αποδείχθηκε φρούδα ελπίδα) εγώ άλλαξα δουλειά και ο Νάτσο Σκόκο πήρε τελικά μεταγραφή για 3,5 εκατομμύρια δολάρια στη Μεξικάνικη Πούμας – ήταν η εποχή των παχιών αγελάδων του μεξικάνικου ποδοσφαίρου, με τις ομάδες του να προσελκύουν (με το αζημίωτο) τα μεγαλύτερα ταλέντα της Λατινικής Αμερικής, με απώτερο στόχο την κατάκτηση του Κόπα Λιμπερταδόρες στο οποίο μόλις είχαν αρχίσει να συμμετέχουν.

Το πως τελικά μετά το Μεξικό, ένας παίκτης αυτής της κλάσης βρέθηκε στην Ελλάδα μόλις στα 23 του χρόνια (κάτι που έχει συμβεί μόνο με τον εντελώς άγνωστο τότε Γιάγια Τουρέ) είναι ένα τεράστιο μυστήριο ή μάλλον είναι η μεγαλύτερη μεταγραφική παρακαταθήκη του management του Ντέμη Νικολαϊδη για τον κόσμο της Ένωσης και τους Έλληνες φιλάθλους γενικότερα.

Ο ίδιος ο Ντέμης κάποτε είχε πει ότι είχε ανακαλύψει τον Σκόκο τυχαία σε βίντεο στο διαδίκτυο και είχε ζητήσει από τον Ίλια Ίβιτς να ψάξει την περίπτωσή του αλλά ήταν τότε που έπαιρνε τη μεταγραφή στη Πούμας. Η καψούρα όμως όσων είχαν την τύχη να τον δουν τότε (μετά από Νατάσα ή Δέσποινα, δεν έχει καμία σημασία) παρέμενε άσβεστη κι έτσι μόλις δύο χρόνια αργότερα ο Δημήτρης Μάρκος του τμήματος σκάουτινγκ του είπε πως ο Νάτσο θα έμενε ελεύθερος, έγιναν σε χρόνο μηδέν οι απαραίτητες ενέργειες και αποκτήθηκε από τους «κιτρινόμαυρους».

Ο Νάτσο Σκόκο, την τριετία 2008-2011 φόρεσε 120 φορές τη φανέλα της ΑΕΚ, προσφέροντας 33 γκολ και 30 ασίστ στην τελευταία αναλαμπή του Δικέφαλου πριν από τα πέτρινα χρόνια του υποβιβασμού. Και έχοντας περάσει μια δεκαετία από τότε, δεν έχει περάσει άλλος παίκτης με την ποιότητα και τα τεχνικά χαρακτηριστικά του «υδραυλικού»: μαραντονική ντρίμπλα, δαιμονιώδης επιτάχυνση, τίναγμα κολυμβητή, εκτέλεση ακριβείας με κάθε μέσο, οβίδες από τα 40 μέτρα, περίτεχνες λόμπες, κεφαλιές,  φάουλ “μπανάνα”, φάουλ «Νικοπολίδη»…

Από τότε πέρασαν πολλά καλοκαίρια και χειμώνες, ο Νάτσο Σκόκο επέστρεψε στην πατρίδα του και μεσουράνησε ξανά με την φανέλα της Νιούελς, αλλά και με την Ρίβερ Πλέιτ, με τη φανέλα της οποίας πέτυχε μερικά από τα πιο απίστευτα γκολ του, θαρρείς και ο χρόνος αντί να τον καταπονεί, του έδινε όλο και περισσότερες μαγικές δυνάμεις. Ο κόσμος στην Αργεντινή παραληρούσε και ο Νάτσο Σκόκο φρόντιζε να τον αποζημιώνει με απόλυτο θέαμα. Ακόμη και τον καιρό της πρώτης, απόλυτης καραντίνας ελέω covid, ακόμη και από την αυλή του σπιτιού του, με το πιο “άρρωστο” γκολ που μπορείς  να δεις…

Και φυσικά δεν υπήρξε καλοκαίρι που να μην ακουστεί, συζητηθεί ή γραφτεί με πηχυαίους τίτλους, σαν απόλυτο συμπλήρωμα του καπουτσίνο φρέντο στην παραλία τον Αύγουστο, ότι ο Νάτσο Σκόκο επιστρέφει στην ΑΕΚ, «η Ένωση έκανε πρόταση στη Ρίβερ» (ή στη Νιούελς) κοκ. Μέχρι τον περασμένο Ιούλιο που για μια ακόμη φορά, επέστρεψε στην αγκαλιά της πρώτης του αγάπης και όλοι πλέον κατάλαβαν ότι είχε φτάσει το πλήρωμα του χρόνου για να κλείσει την καριέρα του. Ακόμη και οι ρεπόρτερ της Ένωσης…

Έχοντας πια περάσει σχεδόν 40 χρόνια στο τσιμέντο, από τα ασφυκτικά γεμάτα γήπεδα της δεκαετίας του ’80 μέχρι την απόλυτη παρακμή και απαξίωση του που βιώνουμε σήμερα, δεν μπορώ να σκεφτώ πάνω από 10-12 παίκτες, εξαιτίας των οποίων να έχω μείνει πετρωμένος και άναρθρος στην εξέδρα, ανίκανος να βάλω σε σειρά και σε λέξεις το συναίσθημα. Γιατί η μαγεία δεν περιγράφεται, ξέρεις μόνο ότι υπήρξες τυχερός που ήσουν εκεί!

Gracias Nacho!

Maestro