Όταν άρχισε δειλά δειλά το ποδόσφαιρο να ξεκινά και πάλι μετά από την καραντίνα, όλοι οι φίλαθλοι στον κόσμο, εθισμένοι στη μαγεία της μπάλας, περίμεναν πώς και πώς να δουν ξανά αγώνες. Αρκετοί από αυτούς έπεσαν… πολύ χαμηλά κατά τη διάρκεια της διακοπής, βλέποντας διάφορα φολκλορικά πρωταθλήματα σε μαγευτικές χώρες που έπρεπε να ανοίξεις χάρτη για να βρεις. Μιλάμε για τέτοια ανάγκη για μπαλίτσα. Από την άλλη όμως, η εικόνα δεν ήταν η ίδια γιατί έγινε αισθητή η διαφορά που κάνει η παρουσία του κόσμου στο ποδόσφαιρο. Πόσο συνυφασμένο είναι το άθλημα με τους θεατές του και την ατμόσφαιρα που δημιουργούν. Ειδικά για συλλόγους που έχουν συνδυάσει την εικόνα τους με τα ιστορικά τους γήπεδα, με τον κόσμο τους, όπως η Μπόκα Τζούνιορς. Η ομάδα του Μπουένος Άιρες θα ταξιδέψει ξανά εκτός Αργεντινής αυτή την εβδομάδα, αφού μετά τη νίκη στην Παραγουάη, αντιμετωπίζει εκτός έδρας την Ιντεπεντιέντε Μεντεγίν για τη φάση των ομίλων του Κόπα Λιμπερταδόρες, αλλά όταν επιστρέψει για τα εντός της παιχνίδια, το Μπομπονέρα θα είναι βουβό, χωρίς κόσμο.
Το γήπεδο που για τους φίλους της Μπόκα είναι μια ζωντανή οντότητα, το γήπεδο στο οποίο όσοι βρίσκονται μέσα παίζουν κι αυτοί μπάλα, όπως τουλάχιστον όπως πιστεύουν οι ίδιοι. Αυτό λένε ειδικά για το ιστορικό γκολ που αποτελεί έμπνευση του σημερινού μας κειμένου. Ταξιδεύουμε στο μακρινό 1981. Η Μπόκα Τζούνιορς δεν διάγει και την καλύτερη περίοδό της. Το τελευταίο της πρωτάθλημα χρονολογείται στο 1976, έχοντας κατακτήσει τότε το Μετροπολιτάνο [εκείνα τα χρόνια η σεζόν είχε δύο πρωταθλήματα που ονομάζονταν Μετροπολιτάνο και Νασιονάλ, αλλά δεν είναι η ώρα να εξηγήσουμε τις διαφορές τους] και από εκεί και πέρα τα οικονομικά προβλήματα και οι όχι ιδιαίτερα καλές διοικήσεις οδηγούν σε μέτριες χρονιές, με την ομάδα να αποκλείεται από τη φάση των ομίλων του πρωταθλήματος.
Η Μπόκα εκείνης της εποχής
To 1981 μπήκε με τη φρέσκια διοίκηση του νεοεκλεγέντα προέδρου Μαρτίν Μπενίτο Νοέλ να γνωρίζει ότι πρέπει να κάνει κάτι για να αλλάξει τα πράγματα στο Μπομπονέρα. Ποια είναι η καλύτερη απάντηση για κάθε ποδοσφαιρική νόσο; Οι μεταγραφές. Τα χρόνια εκείνα, το όνομα ενός παιδιού με παρατσούκλι που μεταφράζεται σε κάτι σαν “ο μαλλούρας” είναι στο στόμα κάθε φιλάθλου και δημοσιογράφου. Ο Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα κάνει πράματα και θάματα στους Αρχεντίνος Τζούνιορς. Ήταν μόλις 21 ετών και ήδη είχε σκοράρει 116 γκολ σε 167 αγώνες, έχοντας σαρώσει ήδη τους τους τίτλους του πρώτου σκόρερ σε πέντε πρωταθλήματα. Η Ρίβερ Πλέιτ που βρισκόταν σε πολύ καλύτερη κατάσταση από την Μπόκα έκανε πρόταση για να τον αγοράσει, του προσέφερε όσα χρήματα έδινε και στον πιο ακριβοπληρωμένο της παίκτη, τον θρυλικό τερματοφύλακα “Πάτο” Φιλιόλ.
Η διοίκηση Νοέλ όμως κατάφερε και έπεισε τον Ντιέγκο να ακούσει την καρδιά του, να πάει στην ομάδα που που υποστήριζε, έστω και με λιγότερα χρήματα. Ο Μαραντόνα επέλεξε Μπόκα κι η διοίκησή της έδωσε εκτός των άλλων και μισή ντουζίνα παίκτες ως ανταλλάγματα στους Αρχεντίνος Τζούνιορς. Έτσι, τον Φεβρουάριο του 1981, ο Μαραντόνα φόρεσε τη φανέλα των “Μποστέρος”. Η Μπόκα έκανε και άλλες καλές μεταγραφές, αλλά κυρίως έφερε τον Σίλβιο Μαρτσολίνι ως κόουτς, ένα παλιό ιστορικό της ποδοσφαιριστή. Στις 20 Φεβρουαρίου του 1981, ο Μιγκέλ Άνχελ Μπρίντισι (ο άλλος σταρ της ομάδας) σκόραρε δυο φορές κι ο Μαραντόνα άλλες δύο στην πρεμιέρα του πρωταθλήματος απέναντι στην Ταγιέρες.
Εξώφυλλο του ιστορικού περιοδικού El Grafico, με Μπριντίσι, Μαραντόνα και τον θεόμουρλο Ούγκο Γκάτι
Η Μπόκα παρέμεινε αήττητη ως την 11η αγωνιστική, όταν και έχασε από τη Βέλεζ, αλλά τα πράγματα δεν ήταν πάντα ρόδινα. Ο Ντιεγκίτο ήταν από νεαρός η μεγάλη ντίβα που θα γνώριζε ο κόσμος στη συνέχεια. Σε ένα ματς με τους Νιούελ’ς, απογοητευμένος στο ημίχρονο “γιατί δεν του έδιναν την μπάλα”, μπήκε στα αποδυτήρια έξαλλος, πέταξε τη φανέλα, αρνήθηκε να συνεχίσει και δήλωσε ότι θέλει να φύγει από την ομάδα. Την κατάσταση πήραν στα χέρια τους οι αμυντικοί Περνία και Σουάρες που δεν σήκωναν πολλά πολλά. “Τη φανέλα της Μπόκα δεν θα την πετάς στο πάτωμα, είναι ασέβεια. Δεν θα τη φορέσεις τώρα και δεν θα μπεις μέσα γιατί την πέταξες. Την επόμενη φορά θα σε δείρουμε“. Ο 21χρονος Ντιέγκο πήρε το μήνυμα και τελικά μετά από διαβουλεύσεις επέστρεψε στο χορτάρι. Η Μπόκα έκανε καλή πορεία, κέρδισε ένα ιστορικό ντέρμπι απέναντι στη Ρίβερ και 8 αγωνιστικές πριν το τέλος φαινόταν ότι δεν μπορούσε να χάσει τον τίτλο. Τα πράγματα όμως εξελίχθηκαν διαφορετικά. Τέσσερις σερί ισοπαλίες έφεραν τη Φέρο Κάριλ Οέστε σε απόσταση αναπνοής, με την Μπόκα να μαστίζεται από εσωτερικά προβλήματα, τον Ντιέγκο να γκρινιάζει, να απαιτεί ιδιαίτερη μεταχείριση, ειδική προπόνηση και όλα όσα είχε μάθει ως αστέρι στους Αρχεντίνους. Αλλά η Μπόκα είναι η Μπόκα και ο Ντιέγκο (τουλάχιστον τότε) δεν μπορούσε να είναι μεγαλύτερος από αυτή.
Η μαγική πάσα του Ντιέγκο, ο Περότι που έμεινε όρθιος, η βασανιστική πορεία της μπάλας στα δίχτυα και φυσικά η τρομακτική ανθρώπινη χιονοστιβάδα
Οι οργανωμένοι του συλλόγου δεν είδαν με καλό μάτι την πτώση της απόδοσης της ομάδας, άρχισαν τις απειλές και έκαναν μια… επίσκεψη στα αποδυτήρια της ομάδας με καθόλου φιλήσυχες διαθέσεις, δείχνοντας μάλιστα και τα όπλα που κουβαλούσαν για να αποδείξουν πόσο σοβαρά είναι τα πράγματα. Μέσα σε αυτό το κλίμα φτάσαμε στην 32η από τις 34 αγωνιστικές. Η Μπόκα ήταν δυο βαθμούς μπροστά από τη Φέρο και υποδεχόταν στο Μπομπονέρα την αντίπαλό της. Ήταν ουσιαστικά ένας τελικός. Το γήπεδο ήταν κατάμεστο, δεν έπεφτε καρφίτσα. Ο αγωνιστικός χώρος ήταν σε ημιτραγική κατάσταση και αυτό ευνοούσε τους σκληροτράχηλους αμυντικούς της Φέρο. Το παιχνίδι κυλούσε βασανιστικά προς ένα 0-0 που ναι μεν βαθμολογικά συνέφερε μάλλον την Μπόκα, αλλά με την κατάσταση που βρισκόταν η ομάδα κανείς δεν ήταν σίγουρος αν θα αρκούσε στις δυο επόμενες αγωνιστικές. Και κανείς δεν ήξερε πώς θα το εξέλαβαν οι οργανωμένοι οπαδοί.
Στο 80′ ο Μαραντόνα παίρνει την μπάλα κάτω από το κέντρο, ξεπερνά ένα μαρκάρισμα και με το εξωτερικό του ποδιού χαϊδεύει την μπάλα, βγάζοντας εξαιρετική πάσα προς τον Ούγκο Περότι. Ο επιθετικός της Μπόκα παρότι δέχεται ένα τάκλιν που πάει να τον γκρεμίσει, παραμένει όρθιος, πατάει περιοχή και κάνει ένα συρτό τελείωμα. Η μπάλα καταλήγει με κάποιον τρόπο στα δίχτυα. Ένα από τα πιο ιστορικά γκολ της Μπόκα μόλις έχει μπει. Η κάμερα πιάνει την εξέδρα πίσω από την εστία, εκεί που ένα μοναδικό λατινοαμερικάνικο σκηνικό λαμβάνει χώρα. Η περίφημη “χιονοστιβάδα” (avalancha) γίνεται πραγματικότητα στο Μπομπονέρα. Αυτό το τρομακτικό, εντελώς επικίνδυνο θέαμα, με τους οπαδούς από τα πιο πάνω διαζώματα να κατεβαίνουν τρέχοντας προς τα κάγκελα, δίνοντας την εικόνα μιας ανθρώπινης χιονοστιβάδας. Τα ερωτήματα σε αυτή την περίπτωση είναι “πώς δεν αδειάζει η εξέδρα ψηλά, μα πόσο κόσμο έχει” και “τι απέγιναν αυτοί που βρίσκονταν ήδη κάτω”.
Η φωτογραφία του ιστορικού γκολ. Χαρτούρες στο γκαζόν, κάμερα χαμηλά, γεμάτες εξέδρες.
Οι άνθρωποι που ήταν στο γήπεδο εκείνη τη μέρα λένε, γεμάτοι με τη μεταφυσική πίστη του ποδοσφαίρου της Λατινικής Αμερικής, ότι η μπάλα πήγαινε στο δοκάρι και ήταν ο κόσμος που έκανε τον αέρα να τη σπρώξει στα δίχτυα της Φέρο. Το πιο μεταφυσικό πάντως είναι ότι δεν ζήσαμε κάποια τραγωδία, ότι όλοι οι οπαδοί της Μπόκα, αρτιμελείς, μπόρεσαν και πανηγύρισαν τη νίκη που ήρθε τελικά με αυτό το 1-0. Η “χιονοστιβάδα του Περότι” έμεινε για πάντα στην ιστορία του συλλόγου, οι οπαδοί της Μπόκα τη θεωρούν τη μεγαλύτερη που έγινε ποτέ στην Αργεντινή (ή και στον κόσμο, όπως λέει ο τίτλος του παραπάνω βίντεο), ανεξάρτητα όμως από τις οπαδικές διαφωνίες είναι διάσημη κυρίως γιατί συνόδευσε το γκολ ενός τίτλου μετά από χρόνια. Η συνέχεια δεν ήταν καλή για την Μπόκα. Ο Μαραντόνα γρήγορα πέρασε τον Ατλαντικό, τα οικονομικά προβλήματα ήταν πολλά κι η Μπόκα όχι απλά δεν κατέκτησε άλλο πρωτάθλημα, αλλά επί της ουσίας δεν ήταν καν διεκδικήτρια τις περισσότερες χρονιές. Έπρεπε να περάσουν 8 χρόνια για να κατακτήσει οποιονδήποτε τίτλο (το Σουπερκόπα Σουνταμερικάνα), ενώ φτάσαμε στο 1992 για να κερδίσει και πάλι το πρωτάθλημα της Αργεντινής μετά από 11 ολόκληρα χρόνια. Σε εκείνα τα “πέτρινα χρόνια” από το 1976 μέχρι το 1992, το γκολ του Περότι κι η χιονοστιβάδα του Μπομπονέρα απέκτησαν τη δική τους σημασία και μνημονεύονται μέχρι τώρα.