Σαββάτο, 8 Αυγούστου. Η Μπόρνμουθ προηγείται της Σέφιλντ Γιουνάιτεντ με 1-0 στην πρεμιέρα της Πρέμιερ Λιγκ. Οι φιλοξενούμενοι πιέζουν για την ισοφάριση και ο προπονητής τους περνάει στον αγώνα όλα τα επιθετικά του όπλα. Στο 88ο λεπτό η Γιουνάιτεντ κερδίζει φάουλ κοντά στην περιοχή, αυτό εκτελείται γρήγορα με κοντινή πάσα προς τα πλάγια, ακολουθεί μια συρτή σέντρα στο κέντρο της μικρής περιοχής, μια αναμπουμπούλα, αρκετές κόντρες και τελικά η μπάλα καταλήγει στα δίχτυα από τα πόδια ενός επιθετικού.
Ο σκόρερ σε έξαλλη κατάσταση τρέχει προς την κερκίδα που φιλοξενεί τους εκδρομείς της ομάδας του, φιλώντας ταυτόχρονα το σήμα στη φανέλα του. Αγνοώντας τους καθωσπρεπισμούς της Πρέμιερ Λιγκ, προσπερνάει δίχως σκέψη τους σεκιουριτάδες και βουτάει στην αγκαλιά των οπαδών της πρώτης σειράς. Για μερικά δευτερόλεπτα παίκτες και οπαδοί γίνονται ένα εκστασιασμένο κουβάρι. Αυτό δεν ήταν απλά ένα γκολ που χάρισε ένα βαθμό στη Σέφιλντ Γιουνάιτεντ. Ήταν και το πρώτο της γκολ στην Πρέμιερ Λιγκ μετά από 12 χρόνια απουσίας.
Όταν η κατάσταση ηρεμεί λίγο, ένα σχόλιο κυριαρχεί παντού. Στην κερκίδα, στα φόρουμ των οπαδών, στα σόσιαλ μίντια, στα σχόλια άσχετων φιλάθλων, ακόμα και στον πάγκο της ομάδας. “Δεν γινόταν αυτό το πρώτο γκολ να μη το βάλει αυτός”. Κι ας είναι 33 χρονών. Κι ας έπαιζε μόλις το 3ο ματς στην καριέρα του στην Πρέμιερ Λιγκ. Κι ας βρισκόταν στον αγωνιστικό χώρο μόνο για έξι λεπτά (είχε μπει αλλαγή στο 82′)! Ήταν δίκαιο και έγινε πράξη: Το πρώτο γκολ της Σέφιλντ Γιουνάιτεντ στην επιστροφή της στη μεγάλη κατηγορία έπρεπε να το βάλει ο Μπίλι Σαρπ.
Ο Σαρπ γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Σέφιλντ, υποστήριζε από μικρό παιδί την τοπική Γιουνάιτεντ, ανδρώθηκε στις ακαδημίες της και το 2004 έκανε το ντεμπούτο του φορώντας τη φανέλα της στην Τσάμπιονσιπ. Στα 15 χρόνια που ακολούθησαν, έφυγε από τη Γιουνάιτεντ, έκανε όνομα σκοράροντας σε όλες τις μικρές κατηγορίες (από τη 2η έως και την 4η), γύρισε σ’αυτήν για δυο σεζόν, έφυγε ξανά, συνέχισε να σκοράρει με πολύ καλούς ρυθμούς (τον Γενάρη έφτασε τα 220 γκολ, αριθμός που τον φέρει στην 1η θέση των Άγγλων σκόρερ για τον 21ο αιώνα στις επαγγελματικές κατηγορίες!) και τελικά επέστρεψε για άλλη μια φορά στη βάση του το 2015, όταν η ομάδα του Σέφιλντ αγωνιζόταν στην 3η κατηγορία.
Με ηγέτη τον μπαρουτοκαπνισμένο στις μικρές κατηγορίες Σαρπ, που στις 3 από τις 4 τελευταίες σεζόν αναδείχτηκε πρώτος σκόρερ της ομάδας, η Γιουνάιτεντ ανέβηκε δυο κατηγορίες μέσα σε μια τετραετία και σήμερα απολαμβάνει τη χαρά της συμμετοχής στην Πρέμιερ Λιγκ (το μεσημέρι του Σαββάτου υποδέχεται τη Λέστερ). Μια συμμετοχή που αποτελούσε διακαή πόθο και για τον ίδιο τον Σαρπ, που μεγάλωσε με το όνειρο πως μια μέρα θα οδηγήσει την αγαπημένη του ομάδα στην μεγάλη κατηγορία.
Στα 33 του πλέον, ο Σαρπ συνεχίζει να δίνει απαντήσεις σε όσους τον αμφισβητούν. Κι αυτοί δεν είναι λίγοι. Πριν λίγες εβδομάδες, ένας Άγγλος αναλυτής είχε γράψει: “Όσο κι αν αγαπώ τον Μπίλι Σαρπ, είναι παίκτης επιπέδου League One, δεν είναι αρκετά καλός για την Πρέμιερ Λιγκ”. Ο αρχηγός της Σέφιλντ χρειάστηκε μόλις έξι λεπτά και μια επαφή με τη μπάλα μέσα στην περιοχή για να αποδείξει ότι ακόμα και στα 33 του, ακόμα και σε ένα φουλ απαιτητικό περιβάλλον, πολύ διαφορετικό απ’αυτό στο οποίο είχε συνηθίσει τόσα χρόνια, μπορεί να βοηθήσει την ομάδα του. Καθόλου τυχαία μετά το τέλος του αγώνα ο προπονητής του, Κρις Γουάιλντερ, τον αποκάλεσε “ο κύριος Σέφιλντ Γιουνάιτεντ”.
Ανάλογες απαντήσεις εντός γηπέδου έχει δώσει και στο παρελθόν. Για μερικούς σχολιαστές δεν ήταν αρκετά καλός ούτε για την Τσάμπιονσιπ πέρσι. Ο Σαρπ τελικά οδήγησε τη Γιουνάιτεντ στην άνοδο, ολοκληρώνοντας τη σεζόν με 23 γκολ. Μόνο τρεις παίκτες σ’όλη την κατηγορία σκόραραν περισσότερο απ’τον 33χρονο, που στο τέλος βρέθηκε και στην καλύτερη 11αδα της χρονιάς.
Το μη ελκυστικό στυλ και σουλούπι του αποτελούσε αρκετές φορές πόλο έλξης κριτικής και κατηγοριών. Δεν ήταν ποτέ ιδιαίτερα γρήγορος, ούτε φημιζόταν για το φαντεζί παιχνίδι του αλλά κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει το ταλέντο του να βρίσκεται στη σωστή θέση, τη σωστή στιγμή. Ο Άντι Κρόσμπι, που έχει συνεργαστεί μαζί του αρκετές φορές, δήλωσε κάποτε: “Δεν ήταν ποτέ γρήγορος αλλά έχει τρομερό μυαλό, ξέρει ακριβώς που θα καταλήξει η μπάλα. Μπορώ άνετα να τον δω να παίζει μέχρι τα 55 του, πανηγυρίζοντας τα γκολ του έξαλλα, όπως κάνει τώρα”.
Μια από τις πιο διάσημες κριτικές που έχει δεχτεί, του χάρισαν και έναν από τους δυο πιο διάσημους πανηγυρισμούς του. Το 2010 όταν αγωνιζόταν στην Ντονκάστερ είχε πανηγυρίσει ένα γκολ με ένα μπλουζάκι που έλεγε “Χοντρός τύπος από το Σέφιλντ”. Όπως αποδείχτηκε αργότερα, η έκφραση δεν προερχόταν από κάποιον εχθρό του αλλά από τον ίδιο τον προπονητή του τότε, τον Σον Ο’Ντρίσκολ, που σε μια ανάλυση του παιχνιδιού του, του είχε πει: “Όταν παίζεις όπως ξέρεις, είσαι δυνατός, σκληροτράχηλος και προκαλείς πρόβλημα στους αμυντικούς. Όταν δεν παίζεις όμως όπως ξέρεις, είσαι απλά ένας χοντρός τύπος από το Σέφιλντ”. H ατάκα τελικά έμεινε και εκτός από μπλουζάκι, έγινε αργότερα και σήμα κατατεθέν του Άγγλου επιθετικού, που τη χρησιμοποιεί ως περιγραφή του και στα social media.
Ο δεύτερος διάσημος πανηγυρισμός του δυστυχώς δεν αφορούσε κι αυτός κάποιο εσωτερικό αστείο. Στα μέσα του 2011 ο Σαρπ ζούσε μια από τις καλύτερες περιόδους της ζωής του. Ήταν 25 χρονών, σε αρκετά καλή κατάσταση, τα προηγούμενα δυο χρόνια μετρούσε περισσότερα από 30 γκολ στην Τσάμπιονσιπ με τη φανέλα της Ντονκάστερ και με τη γυναίκα του περίμεναν το πρώτο τους το παιδί. Τα πρώτα ανησυχητικά σημάδια εμφανίστηκαν μετά τον 3ο μήνα της εγκυμοσύνης. Η λέξη που ανέφερε ο γιατρός ήταν “γαστρόσχιση”, μια κατάσταση στην οποία τα έντερα ενός βρέφους είναι έξω από το σώμα λόγω μιας οπής στον κοιλιακό τοίχο.
Ο γιος του, Λουι Σαρπ, γεννήθηκε τελικά στα τέλη του Οκτώβρη. Ο Μπίλι και η Τζέιντ όμως ήξεραν πως θα πρέπει να δώσει μεγάλη μάχη για να επιβιώσει. “Γεννήθηκε πρόωρα και όταν βγήκε οι γιατροί κατάλαβαν αμέσως ότι δεν θα μπορούσαν να τον σώσουν. Δεν μας το είπαν όμως” αποκάλυψε αρκετό καιρό μετά ο Σαρπ. Αμέσως μετά τη γέννα, ακολούθησε χειρουργική επέμβαση για να διορθωθεί το πρόβλημα, μια επέμβαση που κράτησε τρεις ατέλειωτες, σύμφωνα με τον Σαρπ, ώρες. Μόνο την πρώτη μέρα, η αναπνοή του γιου του σταμάτησε 10 φορές! Και τις 10 όμως, με κάποιο μαγικό τρόπο επανήλθε. “Έκανε ένα περίεργο θόρυβο η αναπνοή του. Ακόμα τον ακούω πολλές φορές. Δεν νομίζω ότι θα φύγει ποτέ αυτός ο ήχος”.
Ο μικρός πάλεψε για δυο ολόκληρες μέρες αλλά τελικά δεν τα κατάφερε. “Λίγο πριν σταματήσει να αναπνέει έκανε μια καλή παύση, σαν να μάζευε αέρα για μια τελευταία αναπνοή. Και μετά έφυγε.” Το σοκ, όπως είναι φυσικό, ήταν τεράστιο και για τους δυο γονείς. Η Τζέιντ έκανε αρκετά χρόνια για να σταθεί ξανά στα πόδια της. Σε μια συνέντευξη της πέρσι αποκάλυψε ότι πολλούς μήνες μετά, και αφού είχε βυθιστεί στην κατάθλιψη, μια μέρα μπήκε στο αμάξι της αποφασισμένη να το ρίξει πάνω σε κάποιον τοίχο. Ευτυχώς την τελευταία στιγμή άλλαξε γνώμη.
Ο Μπίλι όμως το είδε διαφορετικά. Η προσπάθεια του γιου του έπρεπε να τιμηθεί, έπρεπε να βρει το κουράγιο και την ψυχική δύναμη να κάνει κάτι γι’αυτόν και μ’αυτόν τον τρόπο να αντιμετωπίσει τον πόνο του. Μια μέρα μετά το θάνατο του Λούι, ο Σαρπ ζήτησε από τον προπονητή του να τον συμπεριλάβει κανονικά στην αποστολή για τον αγώνα με τη Μίντλεσμπρο. “Έπαιξα εκείνο το ματς γιατί όσο περισσότερο θα το άφηνα, τόσο χειρότερο θα γινόταν. Ένιωθα πολύ χάλια και έπρεπε κάπως να το διορθώσω και το μόνο που μπορούσε να με βοηθήσει σ’αυτό ήταν το ποδόσφαιρο, γιατί ήταν, είναι και θα είναι πάντα ένα πολύ ξεχωριστό παιχνίδι”.
Κατά τη διάρκεια του ενός λεπτού σιγής πριν από το παιχνίδι, ο Σαρπ δεν μπόρεσε να κρατηθεί. Τα δάκρυα άρχισαν να κυλάνε από τα μάγουλα του. Όταν όμως ο διαιτητής σφύριξε για πρώτη φορά, αφοσιώθηκε στον αγώνα. Είχε αποφασίσει άλλωστε να παίξει για ένα και μόνο λόγο. Για να ψάξει μια ευκαιρία να τιμήσει τον γιο του, αφιερώνοντας του ένα γκολ. Και το γκολ αυτό ήρθε. Μόλις στο 12ο λεπτό η μπάλα στρώθηκε στο αριστερό του πόδι, στα αριστερά της μεγάλης περιοχής, και με ένα υπέροχο σουτ την έστειλε στα δίχτυα των φιλοξενούμενων. Οι στιγμές που ακολούθησαν θα έκαναν ακόμα και τα δοκάρια να δακρύσουν.
Πριν προλάβουν να πλησιάσουν οι συμπαίκτες του, ο Σαρπ κατευθύνθηκε προς την κερκίδα, σήκωσε τη φανέλα και αποκάλυψε ένα κόκκινο μπλουζάκι στο οποίο είχε γράψει: “Αυτό είναι για σένα γιε μου”. Η αφιέρωση είχε γίνει, ο στόχος είχε επιτευχθεί. Παραβλέποντας τους κανονισμούς, ο διαιτητής αρνήθηκε να του δείξει κίτρινη κάρτα για το σήκωμα της φανέλας. Μετά το τέλος του αγώνα ο Σαρπ δήλωσε: “Αυτό ήταν το σημαντικότερο γκολ της καριέρας μου και ήταν αφιερωμένο στον γενναίο γιο μου”.
Ο προπονητής του, Ντιν Σάουντερς, πρόσθεσε στη συνέντευξη τύπου: “Με πήρε τηλέφωνο εχθές το βράδυ και με ρώτησε αν μπορεί να παίξει. Ήθελε να πετύχει ένα γκολ για τον γιο του και την οικογένεια του και ήταν αποφασισμένος να τα δώσει όλα. Μετά απ’αυτό, δεν γινόταν να του το αρνηθώ”. Ακόμα και ο προπονητής των αντιπάλων, Τόνι Μόουμπρι, δεν μπορούσε να αφήσει ασχολίαστο αυτό που έζησε: “Για να πω την αλήθεια, χαίρομαι που το παλικάρι πέτυχε ένα τόσο φανταστικό γκολ σε μια τέτοια στιγμή γι’αυτόν. Δεν μπορώ να βρω καν τις λέξεις για να περιγράψω το πως μπορεί να νιώθει μετά απ’αυτό που πέρασε. Ήταν ένα γκολ από τον παράδεισο.”
Ο Σαρπ βρήκε στο ποδόσφαιρο τη στήριξη που έψαχνε για να μην καταρρεύσει και τη βρήκε ακόμα και στα πιο απροσδόκητα μέρη. Λίγες μόλις μέρες μετά το ματς με τη Μίντλεσμπρο, ο Άγγλος σκόραρε ξανά απέναντι στην Ίπσουιτς εκτός έδρας. Οι οπαδοί των γηπεδούχων όχι μόνο δεν αντέδρασαν άσχημα στο γκολ που δέχτηκαν αλλά χειροκρότησαν όρθιοι τον σκόρερ ενώ από διάφορα σημεία των κερκίδων ακούστηκε και το όνομα του αδικοχαμένου γιου του. Την ίδια ώρα σε κάποιο άλλο γήπεδο, μια κατηγορία πιο χαμηλά, οι εκδρομείς οπαδοί της αγαπημένης του Σέφιλντ Γιουνάιτεντ κρατούσαν μόνοι τους ένα λεπτό σιγής για τον γιο του στο 24ο λεπτό (ο Σαρπ φορούσε το 24 όταν έπαιζε τότε στην Γιουνάιτεντ).
Τα επόμενα χρόνια ο Μπίλι και η Τζέιντ απέκτησαν δυο παιδιά και δημιούργησαν ένα ίδρυμα που ασχολείται με την έρευνα πάνω στη γαστρόσχιση και με τη στήριξη των οικογενειών που έχουν χάσει κάποιο παιδί από αυτή. Όπως λένε και οι δυο, ο πόνος δεν πρόκειται να φύγει ποτέ ολοκληρωτικά. “Υπάρχουν ακόμα μέρες που ξυπνάω και το μόνο που σκέφτομαι είναι ‘γιατί δεν είναι εδώ;’. Ύστερα σκέφτομαι πως δεν θέλω να πάω στην προπόνηση σήμερα αλλά μετά ηρεμώ και αντιλαμβάνομαι πόσο τυχερός είμαι που είμαι επαγγελματίας ποδοσφαιριστής. Πιστεύω πως αν ήταν εδώ, θα ήθελε από μένα να δίνω τα πάντα κάθε φορά που βγαίνω στο γήπεδο. Γι’αυτό ό,τι κάνω πλέον, το κάνω γι’αυτόν.”