Πόσο εύκολο είναι να περιγράψεις έναν παίκτη με λίγες λέξεις; Να δώσεις σε κάποιον εικόνα για έναν ποδοσφαιριστή, αν δεν τον έχει δει από κοντά; Στην περίπτωση του Νταβίντ Λουίζ αρκετά. Αν κάποιος παρακολούθησε το αγχώδες παιχνίδι ρεβάνς της Τσέλσι απέναντι στην Άιντραχτ, θα χρειάστηκε μόλις δύο φάσεις για να απολαύσει πλήρως το μεγαλείο του Βραζιλιάνου παίκτη. Στο 49′ αφήνει τον Γιόβιτς να βγει μπροστά του και να του πάρει την κεφαλιά, σπάζοντάς την προς τα πίσω. Ο Νταβίντ Λουίζ σχεδόν ξεχνάει τον Βόσνιο, δεν τον ακολουθεί στην κίνησή του, τον αφήνει να φύγει στην πλάτη του, κάνει να βγει προς τα μπρος, κοντοστέκεται κι ο Γιόβιτς φυσικά έχει απελευθερωθεί πλέον, δέχεται την πάσα και ισοφαρίζει σε 1-1.
Πενήντα λεπτά αργότερα, στο 99′, ο Κέπα έχει νικηθεί και το Στάμφορντ Μπριτζ βλέπει απλά την μπάλα να οδεύει στα δίχτυα της εστίας της Τσέλσι. Ένα γκολ που κατά πάσα πιθανότητα θα έκρινε και την πρόκριση στον τελικό του Γιουρόπα Λιγκ. Ξαφνικά, από το πουθενά εμφανίζεται μια μαλλούρα μέσα στο πλάνο για να κάνει ένα μαγικό εναέριο τάκλιν πάνω στη γραμμή. Ο Νταβίντ Λουίζ σώζει την Τσέλσι και της δίνει (μέσω των πέναλτι) το εισιτήριο για τον μεγάλο τελικό του Γιουρόπα Λιγκ απέναντι στην Άρσεναλ. Αυτές οι δύο φάσεις συμπυκνώνουν την καριέρα του Βραζιλιάνου αμυντικού. Τα άσχημα και τα καλά. Τον περιγράφουν άψογα.
Κάποτε είχα ακούσει, δεν θυμάμαι από ποιον, την ατάκα ότι αν είσαι Βραζιλιάνος και σε φωνάζουν με ένα όνομα, τότε σε βάζουν επίθεση (Ζίκο, Πελέ, Ρονάλντο, Αντριάνο). Είναι σαν να μην γνωρίζει κανείς αν έχεις μικρό ή επίθετο. Αντίθετα, αν σε ξέρουν με τα δύο ονόματα, τότε η θέση σου είναι στην άμυνα (Ζούλιο Σέζαρ, Ντάνι Άλβες, Τιάγκο Σίλβα). Και μπορεί να υπάρχουν πολλές εξαιρέσεις κι ο κανόνας να μην είναι κανόνας, αλλά τουλάχιστον στην περίπτωση του Νταβίντ Λουίζ Μορέιρα Μαρίνιο ισχύει. Αφού δεν τα κατάφερε στη Σάο Πάουλο (τον έκοψαν στα 14 του επειδή ήταν πολύ κοντός και αδύνατος), μετακόμισε αρκετές εκατοντάδες χιλιόμετρα πιο βόρεια, στην πόλη Σαλβαδόρ και την τοπική ομάδα Βιτόρια. Εκεί, μακριά από την οικογένειά του, πολλές φορές τα άλλα παιδιά τον έβλεπαν να είναι κάτω από ένα λάστιχο και να βρέχεται. Όχι επειδή ζεσταινόταν, αλλά επειδή δεν ήθελε να βλέπουν τα δάκρυά του.
Ο Νταβίντ Λουίζ έπαιζε ως κεντρικό χαφ, αλλά οι προπονητές του δεν τον εμπιστεύονταν ούτε στη Βιτόρια. Τα χαρτιά για την αποδέσμευσή του ήταν έτοιμα. Χρειαζόταν μια υπογραφή μόνο από τον βοηθό προπονητή των μικρών, Ζοάο Πάουλο Σαμπάιο. Μια που υπήρχε ένα τουρνουά σε μερικές μέρες, ο Σαμπάιο αποφάσισε να το κάνει μετά από αυτό. Η ομάδα ταξίδεψε για 78 ώρες μέχρι να φτάσει στην πόλη Σαντιάγο. Πολλά παιδιά ήταν κουρασμένα και ο κόουτς έπρεπε να ανακατέψει την τράπουλα. “Παίζεις αμυντικός;“, ρώτησε τον πιτσιρικά. “Παίζω σε οποιαδήποτε θέση“, απάντησε ο Νταβίντ Λουίζ. Εκείνο το παιχνίδι τον κράτησε στην ομάδα και του έσωσε την ποδοσφαιρική καριέρα. Πήρε θέση βασικού και γρήγορα ο προπονητής της επαγγελματικής ομάδας Αρτουρζίνιο τον ανέβασε κατηγορία, καθώς ο Νταβίντ Λουίζ δούλευε καθημερινά στο γυμναστήριο για να πάρει επιτέλους λίγο μυικό όγκο. “Πάντα μάλωνα μαζί του γιατί άφηνε την άμυνα και έφευγε στην επίθεση. Ήταν η αυτοπεποίθηση που είχε και η μεγάλη του θέληση για νίκη“, θυμάται ο κόουτς.
Παρ’ ότι έπαιζε σε μια μικρή ομάδα (η Βιτόρια εκείνη την περίοδο έπαιζε στη Γ’ κατηγορία και με τον Λουίζ ανέβηκε στη Β’) μαζί με τον φιλαράκο του Χουλκ, οι κεραίες της Μπενφίκα τον έπιασαν κι ο Νταβίντ Λουίζ πήγε δανεικός στην Πορτογαλία. Ο Φερνάντο Σάντος δεν εντυπωσιάστηκε αρχικά [Ο Λουίζ θυμάται τον Σάντος να του λέει μετά από κάποια τρέλα του: “Τι κάνεις; Εσύ δεν είσαι παίκτης, είσαι για την Κόπακαμπάνα“], αλλά οι συνθήκες τον ανάγκασαν να τον δοκιμάσει. Ο Λουιζάο ήταν αμφίβολος κι ο Κατσουράνης που είχε μετατοπιστεί στην άμυνα ήταν άρρωστος. Κάπως έτσι ο Νταβίντ Λουίζ ταξίδεψε με την αποστολή για το ματς του ΟΥΕΦΑ απέναντι στην Παρί Σεν Ζερμέν και αυτή τη φορά δεν κόπηκε. Πήρε γεμάτος χαρά τηλέφωνο πίσω στη Βραζιλία: “Μάλλον θα είμαι στον πάγκο, βάλτε την τηλεόραση να με δείτε“, είπε στους γονείς του. Μετά το πρώτο ημίωρο, ο Λουιζάο ένιωσε ενοχλήσεις και αποχώρησε. Ο Σάντος έβαλε μέσα το νεαρό. Η ΠΣΖ γύρισε το ματς σε 2-1 σε ελάχιστα λεπτά κι ο Νταβίντ Λουίζ είχε αρκετή ευθύνη. “Φοβήθηκα ότι θα με έστελναν πίσω στη Βραζιλία”, διηγείται. Στο ημίχρονο ο Σάντος τον ρώτησε αν ένιωθε καλά και αν ήθελε να συνεχίσει. Ο Λουίζ απάντησε καταφατικά, βγήκε ξανά στο γήπεδο, η Μπενφίκα δεν δέχτηκε άλλο γκολ κι αυτός ήταν από τους κορυφαίους. Ο Σάντος του έδωσε κι άλλες ευκαιρίες, ο παίκτης τις άρπαξε και το καλοκαίρι ανάγκασε την Μπενφίκα να τον αγοράσει το καλοκαίρι του 2007. Το ίδιο καλοκαίρι παίζοντας με την Κ20 της Βραζιλίας έκανε εξαιρετικές εμφανίσεις.
Ο Σάντος έφυγε από την Μπενφίκα, αλλά ο Νταβίντ Λουίζ έμεινε και τελικά κατάφερε να κατακτήσει το πρωτάθλημα του 2010 (βγαίνοντας και καλύτερος παίκτης του πρωταθλήματος). Έπαιξε τελικά 4 χρόνια και αγαπήθηκε πολύ από τον κόσμο. Όπως κι αυτός αγάπησε την Μπενφίκα. Φεύγοντας για το Λονδίνο και την Τσέλσι είπε: “Η Μπενφίκα μένει στην καρδιά σου και δεν φεύγει ποτέ. Γι’ αυτό θα την έχω πάντα μαζί μου. Δεν ήμουν, αλλά έγινα Μπενφικίστα για πάντα. Σας ευχαριστώ όλους από τα βάθη της καρδιάς μου”.
Η καριέρα του στην Τσέλσι ήταν γεμάτη από συναισθήματα. Μεγάλες εμφανίσεις, αρχοντικές, σπουδαία γκολ, νίκες και τίτλους, αλλά και απίστευτα λάθη, κακές αντιδράσεις, περιόδους ντεφορμαρίσματος και αποτυχίες. Ήταν εκεί στο Τσάμπιονς Λιγκ του 2012, κάνοντας σπουδαία εμφάνιση στη ρεβάνς-ανατροπή απέναντι στη Νάπολι. Είδε την Τσέλσι να αποκλείει την αγαπημένη του Μπενφίκα και έζησε τον ημιτελικό στο Καμπ Νου φορώντας σακάκι και γραβάτα ως τραυματίας και δεχόμενος μπύρες από τους οπαδούς της Μπαρσελόνα στην ίδια εξέδρα, όταν πανηγύριζε το χαμένο πέναλτι του Μέσι.
Ήταν όμως εκεί στον τελικό, σκοράροντας στα πέναλτι απέναντι στην Μπάγερν. Όπως ήταν εκεί και την επόμενη χρονιά, στην κατάκτηση του Γιουρόπα Λιγκ. Σκοράροντας ένα εκπληκτικό γκολ στα ημιτελικά απέναντι στη Βασιλειά και αντιμετωπίζοντας και πληγώνοντας ξανά την παλιά του ομάδα την Μπενφίκα. Ο ίδιος λέει ότι δεν πανηγύρισε στα πρώτα λεπτά τον τίτλο. “Είχε ραγίσει η καρδιά μου γιατί οι φίλοι μου ήταν στενοχωρημένοι. Πήγα πρώτα να τους χαιρετίσω και να τους αγκαλιάσω όλους. Ειδικά τον Ζόρζε Ζέσους, τον άνθρωπο που άλλαξε τη ζωή μου“, περιέγραψε σε συνέντευξή του στην επίσημη ιστοσελίδα της Τσέλσι.
Ήταν όμως εκεί στον τελικό, σκοράροντας στα πέναλτι απέναντι στην Μπάγερν. Όπως ήταν εκεί και την επόμενη χρονιά, στην κατάκτηση του Γιουρόπα Λιγκ. Σκοράροντας ένα εκπληκτικό γκολ στα ημιτελικά απέναντι στη Βασιλειά και αντιμετωπίζοντας και πληγώνοντας ξανά την παλιά του ομάδα την Μπενφίκα. Ο ίδιος λέει ότι δεν πανηγύρισε στα πρώτα λεπτά τον τίτλο. “Είχε ραγίσει η καρδιά μου γιατί οι φίλοι μου ήταν στενοχωρημένοι. Πήγα πρώτα να τους χαιρετίσω και να τους αγκαλιάσω όλους. Ειδικά τον Ζόρζε Ζέσους, τον άνθρωπο που άλλαξε τη ζωή μου“, περιέγραψε σε συνέντευξή του στην επίσημη ιστοσελίδα της Τσέλσι.
Κάνει εξαιρετικές εμφανίσεις με την Τσέλσι και έρχεται η μεταγραφή στην Παρί Σεν Ζερμέν. Η μοίρα τον φέρνει ξανά απέναντι σε παλιά του ομάδα. Αντιμετωπίζει την Τσέλσι και σκοράρει απέναντί της ένα κρισιμότατο γκολ στο 85′ στο Στάμφορντ Μπριτζ (για το οποίο πανηγύρισε και ζήτησε συγγνώμη αργότερα). Στη Γαλλία κερδίζει χρήματα, δύο πρωταθλήματα και άλλους τοπικούς τίτλους, αλλά όχι κάποιο ευρωπαϊκό τρόπαιο. Κάνει μια καλή πορεία όμως.
Έχει προηγηθεί η πιο δύσκολη ίσως στιγμή στην ποδοσφαιρική του καριέρα. Η μέρα που φόρεσε το περιβραχιόνιο της Σελεσάο με τη Γερμανία. Έχοντας κάνει αισθητή την παρουσία του σε όλο το Μουντιάλ της Βραζιλίας με καλές και κακές στιγμές (κυρίως τις πρώτες), γίνεται αρχηγός της εθνικής του σε έναν ημιτελικό Μουντιάλ μέσα στην πατρίδα του. Ένα απίστευτο όνειρο για κάθε Βραζιλιάνο, μια τεράστια επιτυχία για ένα παιδάκι που παραλίγο να είχε κοπεί η καριέρα του όταν η Σάο Πάουλο το έδιωξε. Έναν πιτσιρικά που ίσως να μην τον είχαμε μάθει ποτέ, αν ο Φερνάντο Σάντος δεν αναγκαζόταν να τον περάσει αλλαγή στο Παρίσι.
Τελικά όμως, το όνειρο μετατρέπεται σε εφιάλτης. Είτε συμπαθείς τη Βραζιλία, είτε όχι, εκείνο το κυνικό 7-1 ήταν συγκλονιστικό. Κι ακόμα πιο συγκλονιστικό το κλάμα του Νταβίντ Λουίζ, του αρχηγού να πλαντάζει. O Νταβίντ Λουίζ σχεδόν σταυρώθηκε από τους συμπατριώτες του. Κι όχι μόνο. Σε μια ανάλυση του Bleacher Report με το χώρο δράσης του Νταβίντ Λουίζ σε εκείνο το ματς, φαίνεται ότι ο Βραζιλιάνος πίστευε ότι μπορούσε να παίζει σαν χαφ που ξεκινάει το παιχνίδι από πίσω. Ξεχνώντας ότι ήταν κεντρικός αμυντικός και αφήνοντας την ομάδα γυμνή πίσω. Η ευθύνη του για το τελικό σκορ τεράστια. Η συνέντευξη μετά το τέλος του ματς που ζητάει συγγνώμη από τους Βραζιλιάνους μέσα σε λυγμούς αφήνει εποχή.
Τα χρόνια στη Γαλλία τελειώνουν κι ο Νταβίντ Λουίζ επιστρέφει στην Τσέλσι. Όχι απλά επιστρέφει, αλλά το κάνει με εμφατικό τρόπο. Διαλύει κάθε σύννεφο για το “αν μπορεί” και “αν κάνει”. Και αυτό οφείλεται σε τεράστιο βαθμό στον Αντόνιο Κόντε. Ο Ιταλός προσπαθεί να εκμεταλλευτεί τα προσόντα του και να καμουφλάρει τα μειονεκτήματά του [Σημείωση: Ο Γκάρι Νέβιλ έχει πει ότι ο Νταβίντ Λουίζ είναι σαν ένας παίκτης που τον χειρίζεται ένα 10χρονο στο Playstation]. Δεν είναι ο πρώτος που το κάνει φυσικά, αλλά τη χρονιά 2016-17 όλα δένουν ιδανικά. Το 3-4-3 του Κόντε λειτουργεί στην εντέλεια, ο Νταβίντ Λουίζ έχει το χώρο να κάνει τα δικά του και την άνεση να τον καλύπτουν. Η Τσέλσι κερδίζει ένα σπουδαίο τρόπαιο, που ίσως κι οι ίδιοι οι οπαδοί της να μην είχαν καταλάβει πόσο σημαντικό ήταν. Ο Κόντε δηλώνει ότι ήταν μια πολύ μεγάλη πρόκληση να μετατρέψει τον Νταβίντ Λουίζ σε έναν από τους καλύτερους αμυντικούς του κόσμου, παρά τα όσα έλεγαν διάφοροι για την επιστροφή του στο Λονδίνο.
Στη δεύτερη χρονιά του Κόντε όμως τα πράγματα δεν πήγαν καλά. Τα αποτελέσματα δεν έρχονταν, οι Βραζιλιάνοι δεν τα πήγαιναν καλά με τον Ιταλό (που έχει ήδη μαλώσει με τον Ντιέγκο Κόστα) και φυσικά ανάμεσά τους κι ο Νταβίντ Λουίζ που μετά τη φυγή του Κόντε δήλωσε ότι πιθανότατα αν είχε μείνει ο Ιταλός, θα ζητούσε να αποχωρήσει. Η έλευση του Σάρρι το περασμένο καλοκαίρι ικανοποίησε τον Νταβίντ Λουίζ, αλλά η πορεία της Τσέλσι δεν ήταν και πάλι η καλύτερη. Ο Βραζιλιάνος πάντως πολλές φορές υπερασπίστηκε τον πρώην προπονητή της Νάπολι.
Αλλά είπαμε, μιλάμε για τον Νταβίντ Λουίζ. Έναν άνθρωπο που άμα παίζει στην ομάδα σου τη μια στιγμή θες να πας να τον αγκαλιάσεις και να τον φιλήσεις και την άλλη να ορμήξεις στο χορτάρι και να τον πνίξεις. Έτσι και φέτος, που μέσα στο γενικότερο χάλι της Τσέλσι κάποιοι φίλαθλοί της τον περασμένο Νοέμβριο έκατσαν και έφτιαξαν ένα βιντεάκι με τα γκολ που δέχτηκε η ομάδα τους. Σύμφωνα με τα λεγόμενά τους, ο Λουίζ έφερε ευθύνη στο 64% των γκολ που είχε δεχτεί η Τσέλσι μέχρι τότε. Και μπορεί να ήταν εξαιρετικά υπερβολικοί και να του χρέωναν πολλά γκολ άδικα, αλλά η αλήθεια είναι ότι πολλές φορές βλέποντας τις φάσεις σκεφτόσουν “τι διάολο κάνεις άνθρωπέ μου”, όταν ο Βραζιλιάνος κοιτούσε αλλού, προσπαθούσε να αποφύγει την μπάλα ή μάρκαρε με τα μάτια. Ο Βραζιλιάνος αναγκάστηκε να απαντήσει στα social media (!) σε μια από αυτές τις σελίδες που κυκλοφόρησε το θέμα, δείγμα του πόσο ενοχλήθηκε. Πάντως είτε έτσι, είτε αλλιώς έφτασε σε ακόμα έναν ευρωπαϊκό τελικό και δυστυχώς ή ευτυχώς για τον Τσέλσι είναι αρκετά πιθανό ότι θα πρέπει να ζήσει ή να πεθάνει μαζί του. Γιατί με τον Νταβίντ Λουίζ δεν υπάρχουν μεσαίες λύσεις, αλλά συνήθως μόνο τα άκρα.