Ο Γιαζίντ από τη Λα Καστελάν: Τα πρώτα χρόνια του Ζινεντίν Ζιντάν

Παγκόσμιος πρωταθλητής, πρωταθλητής Ευρώπης, Ισπανίας και Ιταλίας. Νικητής στο Τσάμπιονς Λιγκ, στο Σούπερ Καπ Ιταλίας και Ισπανίας, κάτοχος Διηπειρωτικού και δύο Ιντερτότο. Χρυσή μπάλα, παίκτης της χρονιάς σε διάφορα πρωταθλήματα, μέλος σε διάφορες καλύτερες εντεκάδες και ένα σωρό προσωπικοί τίτλοι. Κι όλα αυτά ως παίκτης, ας μην πάμε στις επιτυχίες ως προπονητής. Κι όμως, η πορεία του Ζινεντίν Ζιντάν προς την κορυφή δεν ήταν στρωμένη με ροδοπέταλα. Τόσο στην προσωπική του ζωή, όσο και στο ποδοσφαιρικό της κομμάτι.

Ο πατέρας του Σμαΐλ ζούσε σε ένα χωριό της Μπετζάια στην Αλγερία, Βέρβερος στην καταγωγή. Έμενε σε ένα μικρό σπιτάκι σε μια περιοχή με σκληρή, ξερή και γεμάτη πέτρες γη, δύσκολη να καλλιεργηθεί. Η σχέση του με τον αθλητισμό μικρή. Στο χωριό δεν υπήρχε ούτε μία μπάλα. Κάποιες φορές, μαζί με τους βοσκούς φίλους του, έφτιαχναν μπάλα από κουρέλια για να την κλωτσήσουν. Ο Σμαΐλ μετανάστευσε το 1953 στη Γαλλία, λίγο πριν στην Αλγερία ξεκινήσει ο πόλεμος που θα έφερνε την ανεξαρτησία της χώρας. Έγινε οικοδόμος στο Παρίσι και από νωρίς το πρωί δούλευε στην περιοχή του Σεντ Ντενί, εκεί που ο γιος του θα έγραφε ιστορία το 1998, κατακτώντας στο Σταντ ντε Φρανς το Μουντιάλ. Τον πρώτο καιρό, για να μην έχει παραπάνω έξοδα, έμενα στα μπετά μιας πολυκατοικίας όπου δούλευε, με γεύμα λίγο ψωμί, μια μπανάνα και δυο κομματάκια “λα βας κι ρι”. Δυστυχώς γι’ αυτόν, έπεσε στον πιο κρύο χειμώνα του αιώνα το 1954 και πέρασε πολύ δύσκολα.

Οι πολυκατοικίες της Λα Καστελάν

Μετά το τέλος του πολέμου, ο Σμαΐλ αποφάσισε να αφήσει τη Γαλλία και να επιστρέψει στην πατρίδα του, αλλά πριν φύγει από τη Μασσαλία γνώρισε τη Μαλίκα (Αλγερινή κι αυτή), παντρεύτηκαν και έμειναν στο μεγάλο λιμάνι. Εκεί γεννήθηκε κι ο μικρός Ζινεντίν το 1972 και μεγάλωσε μαζί με τα τέσσερα αδέρφια του σε ένα μικρό σπίτι, όπου δεν χωρούσαν να φάνε όλοι μαζί, στη Λα Καστελάν της Μασσαλίας. Μια από τις πιο διαβόητες περιοχής της πόλης, η Λα Καστελάν βρίσκεται στα βορειοδυτικά της και εκεί τη δεκαετία του 1960 χτίστηκαν τεράστιες πολυκατοικίες 1250 διαμερισμάτων για να στεγάσουν τους Γάλλους πρόσφυγες της Αλγερίας. Η περιοχή έγινε ο προορισμός Αλγερινών, Μαροκινών και άλλων προσφύγων διαφόρων εθνικοτήτων, καταδικασμένων να ζουν σε μια υποβαθμισμένη, σχεδόν γκετοποιημένη περιοχή, γεμάτη εγκληματικότητα, φτώχεια και εμπόριο ναρκωτικών.

Ο Ζιζού κατάφερε να έχει μια σχετικά φυσιολογική, για τα δεδομένα της περιοχής, παιδική ζωή. Ο πατέρας του δούλευε σκληρά για να τα βγάζει πέρα και να φροντίζει τα υπόλοιπα έξι μέλη της οικογένειας, καθώς η κυρία Μαλίκα δεν δούλευε. Αυτή η φιλοσοφία της σκληρής, αλλά και έντιμης δουλειάς του Σμαΐλ, προερχόταν από τους γονείς του που ήταν ταπεινοί, αλλά και γενναιόδωροι άνθρωποι που δεν εγκατέλειψαν ποτέ τα βουνά της Αλγερίας.

Σε αντίθεση με τον πατέρα του, ο Ζινεντίν έμαθε από μικρός το τόπι. Κατ’ αρχήν, βλέποντας τον μεγαλύτερο αδερφό του Νουρεντίν. Ο Νουρεντίν Ζιντάν ήταν ιδιαίτερα ταλαντούχος, με αποτέλεσμα η Σεντ Ετιέν να του προτείνει να πάει στις ακαδημίες της. Ο Σμαΐλ όμως αρνήθηκε, πιστεύοντας ότι ο γιος του στα 14 του δεν ήταν έτοιμος να εγκαταλείψει το σπίτι. Ο Ζινεντίν ξεκίνησε την μπάλα στα 5 του, σε μια περιοχή με 40% ανεργία, με τη μεγαλύτερη αγορά κάνναβης και κοκαΐνης στη νότια Γαλλία (παλιότερα ήταν και το σημείο εισόδου της ηρωίνης στην Ευρώπη), εκεί που ένα ισχυρό καρτέλ ναρκωτικών στρατολογεί μέχρι και σήμερα από πιτσιρικάδες που φοράνε hoodies, μέχρι “ναρκο-γιαγιάδες”, καθημερινές κυρίες της γειτονιάς που κρύβουν όπλα και ναρκωτικά στα σπίτια τους, σε μια κατάσταση που θυμίζει αρκετά τις υποβαθμισμένες περιοχές στη Νάπολη.

Η Πλας Ταρτάν, εκεί που ο Ζιζού έκανε τα πρώτα βήματά του. Το μπλοκ G, όπου έμενε, γκρεμίστηκε το 2016.

Το πρώτο γήπεδο του “Γιαζίντ”, όπως όλοι φώναζαν τον Ζινεντίν τότε, ήταν η πλατεία της γειτονιάς και όπως βλέπετε δεν μιλάμε για τίποτα συντριβάνια και δέντρα. Εκεί πρωτοέπαιξε ο Ζιντάν, εκεί βρέθηκαν οι πρώτοι που τον είδαν να κάνει τη διάσημη “ρουλέτα” του. Ο Ζινεντίν δεν ενδιαφέρεται για τα μαθήματα, παίζει ποδόσφαιρο και κάνει τζούντο (άθλημα που έκαναν και τα αδέρφια του). Πηγαίνει σε ομάδες της περιοχής, τη Φορεστά22, τη Σεν Ανρί και άλλες. Ποτέ όμως δεν φοράει τη φανέλα της αγαπημένης του Μαρσέιγ και του ειδώλου του Έντσο Φραντσεσκόλι και του Ζαν Πιερ Παπέν. Το 1984 επισκέπτεται το Βελοντρόμ και το ζει από κοντά. Γίνεται ball boy στον ημιτελικό του Euro στο εντυπωσιακό Γαλλία-Πορτογαλία 3-2. Βλέπει από κοντά τον Πλατινί, τον Τιγκανά, τον Ζιρές και τους υπόλοιπους. Αυτή είναι όμως η μόνη του επαφή με το γήπεδο της Μαρσέιγ.

Οι Κάννες τον εντοπίζουν και τον δοκιμάζουν. Ο Γιαζίντ παίζει λίμπερο, κάνει ένα λάθος που οδηγεί σε γκολ εις βάρος της ομάδας του, αλλά το ταλέντο του είναι εμφανές κι οι άνθρωποι της ομάδας τον θέλουν στις ακαδημίες. Ο μπαμπάς Σμαΐλ βρίσκεται στην ίδια θέση που είχε βρεθεί πριν μερικά χρόνια. Τελικά, μετά από αρκετές εβδομάδες σκέψης, δεν αντέχει να κλείσει την πόρτα του ποδοσφαίρου και σε δεύτερο παιδί του. Συμφωνεί να πάει ο Ζινεντίν στις Κάννες, με τον όρο να βρεθεί μια καλή οικογένεια να τον φιλοξενεί.

Σύμφωνα με τον Σάιμον Κούπερ στο βιβλίο του “The Football Men”, την πρώτη φορά που οι άνθρωποι των Καννών πέταξαν στον Ζιντάν μια μπάλα για να κάνει κεφαλιά, αυτός έσκυψε για να την αποφύγει. Ο Γιαζίντ ήταν ένα ντροπαλό αγόρι, με χαμηλή αυτοπεποίθηση και σύμφωνα με το τεστ προσωπικότητας με 240 ερωτήσεις που του έκαναν, έβαζε πάντα το καλό των άλλων πάνω από το δικό του. Μένει αρχικά με την οικογένεια του Ζαν Κλωντ Ελινό, σε ένα χωριουδάκι έξω από τις Κάννες. Ο Ζιντάν παραμένει ένα ήσυχο και ταπεινό παιδί, αλλά έχει συχνές εκρήξεις όταν ακούει ρατσιστικά σχόλια για την προέλευσή του. Τις πρώτες μέρες του στις Κάννες δίνει μπουνιά σε έναν αντίπαλο που τον κοροϊδεύει και η ομάδα τον τιμωρεί με το να καθαρίζει τα αποδυτήρια. Η οικογένεια Ελινό τον βοηθά πολύ στον πρώτο του χρόνο μακριά από το σπίτι και τη Λα Καστελάν. Στη συνέχεια πηγαίνει στις Εστίες των Νέων Εργαζομένων, όπου 15 ποδοσφαιριστές των Καννών μένουν ανάμεσα στους περίπου 200 νέους διαφόρων επαγγελμάτων. Εκεί γνωρίζει και τον Νταβίντ Μπετονί, που μένει στο διπλανό δωμάτιο και του παραχωρεί τον… μπιντέ του για να μπορεί ο Ζινεντίν να περιποιείται τα γεμάτα φουσκάλες πόδια του. Αυτός ο μπιντές θα φέρει μια μεγάλη φιλία και μια σχέση που θα κρατήσει χρόνια. Ο Μπετονί τρεις δεκαετίες περίπου αργότερα θα είναι ο βοηθός προπονητή του Ζιντάν στη Ρεάλ Μαδρίτης:

Όταν δυο πιτσιρικάδες από τη Λυών και τη Μασσαλία ήταν γείτονες στις εστίες των Καννών, δεν φαντάζονταν ότι κάποτε (χωρίς μαλλιά) θα κατακτούσαν τίτλους στη Μαδρίτη.

Ο Ζινεντίν κάνει ντεμπούτο με την πρώτη ομάδα στα 17 του και λίγο αργότερα γνωρίζει στις εστίες τη Βερονίκ, παίζοντας… χιονοπόλεμο δίπλα στη χιονισμένη παραλία. Μια 100% ρομαντική γαλλική ιστορία που θα οδηγήσει σε γάμο πέντε χρόνια αργότερα. Την επόμενη σεζόν παίζει κανονικά στην ομάδα, δίπλα στον ιστορικό Λουίς Φερναντέζ τον οποίο είχε δει να παίζει όταν αυτός ήταν ball boy στον ημιτελικό του 1984, και οι Κάννες κατακτούν μια ιστορική 4η θέση βγαίνοντας στο κύπελλο ΟΥΕΦΑ. Σκοράρει το πρώτο του γκολ απέναντι στη Ναντ κι ο πρόεδρος Πεντρετί του χαρίζει ένα κατακόκκινο Renault Clio, όπως του είχε υποσχεθεί. Με κάθε ειλικρίνεια δηλώνει πριν από ένα παιχνίδι με τη Μαρσέιγ: “Είναι η ομάδα που υποστηρίζω και κάθε παίκτης θέλει να παίξει σε αυτή, αλλά δεν πιστεύω ότι το όνειρό μου θα γίνει πραγματικότητα“. Παίζει και δεύτερη ολόκληρη σεζόν με τις Κάννες, σκοράρει 5 φορές στο πρωτάθλημα, συμμετέχει και στην Ευρώπη (όπου οι Κάννες αποκλείονται στον δεύτερο γύρο από τη Διναμό Μόσχας), αλλά η ομάδα δεν μπορεί να συνδυάσει Ευρώπη και πρωτάθλημα και τελικά υποβιβάζεται.

Δυστυχώς για τον κόσμο της Μασσαλίας, η προφητεία του θα βγει αληθινή. Η Μαρσέιγ ενδιαφέρεται το 1992, αλλά ο Βέλγος προπονητής της Γκέταλς τον βρίσκει αργό και τον απορρίπτει. Ο Ζιντάν χάνει την ευκαιρία να παίξει στην ομάδα που υποστηρίζει και να κατακτήσει μαζί της το Πρωταθλητριών. Από την άλλη βέβαια, δεν συνδυάζει το όνομά του με τον Ταπί και εκείνη τη σκοτεινή εποχή. Και ίσως στην πορεία αυτό να ήταν καλύτερο. Πηγαίνει στο πιο ήσυχο Μπορντώ και πέφτει πάνω στον κόουτς Ρολάν Κουρμπίς, έναν ακόμα Μαρσεγέζο, που τον παίρνει κοντά του. Κατ’ αρχήν, του αλλάζει το παρατσούκλι. “Κάθε συλλαβή από το Γιαζίντ μου προκαλούσε πόνο στα αυτιά. Στις πρώτες προπονήσεις τον έλεγα Ζιζ και μετά αυτό έγινε Ζιζού“, θυμάται ο Κουρμπίς. Ο πρώην Γιαζίντ και νυν Ζιζού μεταμορφώνεται τόσο παικτικά, αλλά και ως προσωπικότητα, καταφέρνοντας να δαμάζει ευκολότερα τα νεύρα του. Όχι πάντα βέβαια. Το Σεπτέμβριο του 1993 σε ένα Μαρσέιγ-Μπορντώ, ο Ντεσαγί του χώνει μια αγκωνιά. Λίγα λεπτά αργότερα, η κάμερα ζουμάρει στον Μαρσέλ που πιάνει το ματοβαμμένο του κεφάλι. Ο Ζιζού έχει απαντήσει με μια γροθιά:

Η Μπορντώ κέρδιζε, αλλά μετά την αποβολή του Ζιζού έχασε το ματς.

Ο Κουρμπίς παλεύει πολύ για να βελτιώσει τον Ζιντάν. Είναι πολλές οι φορές που τον βγάζει αλλαγή (για να περάσει ο Ντουγκαρί), μάλιστα σε ένα παιχνίδι τον βγάζει στο ημίχρονο. Δεν είναι σπάνιο φαινόμενο, ο μετέπειτα παγκόσμιος πρωταθλητής Ζιζού, να σφυρίζεται από το κοινό του Παρκ Λεσκίρ αποχωρώντας από το γήπεδο ως αλλαγή ή όταν δεν απέδιδε. “Μπορούσες να δεις ότι ήταν εξαιρετικός παίκτης, αλλά χρειαζόταν προσοχή για να μην τον κάψεις”, λέει ο Κουρμπίς. Ακόμα ένας λόγος, ότι ο Ζιζού αντιμετώπιζε προβλήματα στους προσαγωγούς που δεν τον άφηναν να δείχνει όσα μπορούσε. Οι άνθρωποι των Γιρονδίνων το έλυσαν τελικά χρησιμοποιώντας νέους πάτους στα παπούτσια του.

Ο Ζιντάν παίρνει μπρος, ξεπερνά την αμφισβήτηση και κλείνει πρώτη του σεζόν σκοράροντας 10 φορές. Η Μπορντώ των Λιζαραζού, Ντουγκαρί και Ζιντάν κατακτά την 4η θέση στο πρωτάθλημα. Βέβαια, οικονομικά τα πράγματα δεν πάνε τόσο καλά. Το συμβόλαιό του είναι στα 50.000 γαλλικά φράγκα (κάτι παραπάνω από 7.000€), αλλά έχει υπογράψει να δίνει το 10% των χρημάτων του στον ατζέντη του. Ο ίδιος ντρέπεται να το πει, αλλά οι άνθρωποι της Μπορντώ κι ο Κουρμπίς το μαθαίνουν και καταφέρνουν να τον απελευθερώσουν από τον πονηρό ατζέντη.

Το μαγικό μπομπόνι του Ζιζού μέσα στη Σεβίλλη

Η δεύτερη χρονιά είναι εξίσου καλή. Ο Ζιντάν πλέον γίνεται ο αγαπημένος του κοινού και οδηγεί και πάλι την Μπορντώ στην 4η θέση. Στην Ευρώπη η Μπορντώ αποκλείεται από την Καρλσρούη στον 3ο γύρο του ΟΥΕΦΑ. Ο Ζιζού κατακτά τον τίτλο του πιο ελπιδοφόρου παίκτη στο γαλλικό πρωτάθλημα. Είναι πλέον 22 ετών και σύντομα έρχεται και η πρώτη κλήση στην εθνική Γαλλίας. Η επόμενη σεζόν τον βρίσκει σταθερά στους καλύτερους της ομάδας και η Μπορντώ βγαίνει 7η το 1995 κερδίζοντας την έξοδο στο Ιντερτότο που γίνεται με 12 ομίλους.

Η Μπορντώ το κατακτά παίρνοντας εκδίκηση από την Καρσλρούη, με τον Ζιντάν να σκοράρει ακατάπαυστα και τον Λιζαραζού να χορεύει από τα αριστερά. Η ευρωπαϊκή πορεία όμως δεν σταματά εκεί. Κερδίζει έτσι το εισιτήριο για το ΟΥΕΦΑ και αποκλείει ομάδες όπως η Μπέτις (με μια γκολάρα του Ζιζού) και η Μίλαν. Οι Γάλλοι έχουν χάσει 2-0 στο Μιλάνο, αλλά στη ρεβάνς κάνουν επική ανατροπή και με 3-0 προκρίνονται. Η Μπορντώ φτάνει μέχρι τον τελικό του ΟΥΕΦΑ, αλλά χωρίς τους τιμωρημένους Ζιζού-Ντουγκαρί χάνει στο Μόναχο και στη συνέχεια χάνει και στη Γαλλία από την Μπάγερν Μονάχου. Είναι ο πρώτος χαμένος ευρωπαϊκός τελικός του Ζιντάν. Τα επόμενα δύο χρόνια θα ακολουθήσουν ακόμα δύο, αυτή τη φορά με τη φανέλα της Γιουβέντους. Η ρετσινιά του γκαντέμη θα φύγει πολύ σύντομα με τις επιτυχίες του τόσο στη Ρεάλ, όσο και στη Γαλλία.

Η ιστορική ανατροπή με τη Μίλαν

Η σεζόν 1995-96 όπως είπαμε είναι η τελευταία του στην Μπορντώ. Οι Γιρονδίνοι κουρασμένοι από την ευρωπαϊκή μάχη που ξεκίνησε από το Ιντερτότο και έφτασε στα τελικά του ΟΥΕΦΑ παραπαίουν στο πρωτάθλημα. Αυτή τη φορά, η ομάδα του Ζιντάν δεν υποβιβάζεται, όπως έγινε στις Κάννες, αλλά τερματίζει 16η. Παρ’ όλα αυτά, ο Ζιζού αναδεικνύεται καλύτερος παίκτης στο πρωτάθλημα. Οι εμφανίσεις του στο ΟΥΕΦΑ τον έχουν κάνει γνωστό και η Γιουβέντους τον αποκτά. Η υπόλοιπη ιστορία του είναι λίγο πολύ γνωστή. Από τα 24 του και μετά κατακτά ένα σωρό τίτλους και γίνεται ο αγαπημένος πολλών. Συνεχίζει να έχει νεύρα κάποιες φορές (όπως το 1998 όταν αποβάλλεται με τη Σαουδική Αραβία για χτύπημα ή το 2000 δίνει κουτουλιά στον Γερμανό Κιντζ προκαλώντας του και τραυματισμό στο κεφάλι και φυσικά στο αντίο του), αλλά τίποτα δεν θυμίζει τα παιδικά χρόνια στη Λα Καστελάν, την απόρριψη από την ομάδα της πόλης του, τις εστίες στις Κάννες και την αρχική αμφισβήτηση στην Μπορντώ.