Michael Jordan Stories #2: Γούρια, ιεροτελεστίες, οι αντίπαλοι του και η Μαντόνα

Το Last Dance συνεχίζεται και μαζί του η «βουτιά» μας στο παρελθόν του μεγαλύτερου και πιο επιδραστικού αθλητή στην ιστορία του μπάσκετ. Γνωρίστε τον καλύτερα μέσα από μικρές ιστορίες και γεγονότα που φωτίζουν γνωστές και άγνωστες πτυχές της προσωπικότητας του.

Η Μαντόνα ψήφιζε Πίπεν

Ως γνωστόν, η ανταγωνιστική φύση του Τζόρνταν για οτιδήποτε μπορεί να φανταστεί κανείς ήταν μέρος της καθημερινότητας των Μπουλς οι οποίοι είχαν μάθει να ζουν με αυτό. Ο Μάικλ την εξέφραζε πολύ έντονα σε διάφορες δραστηριότητες εκτός παρκέ όπως μια απλή παρτίδα χαρτιών ή ένα παιχνίδι γκολφ. Ως Νο2 στην ιεραρχία της ομάδας, ο Σκότι Πίπεν αποτελούσε συχνά «στόχο» του «κυρίου 23» που ήθελε συνεχώς να πιστοποιεί την ανωτερότητα του σε κάθε τι πιθανό.

Υπήρχε όμως ένας τομέας όπου ο Σκότι υπερείχε και αυτό, κατά τον ασσίσταντ των «Ταύρων» Johnny Bach είχε κοστίσει αρκετά στον Τζόρνταν. Ο «Ινδιάνος» φημιζόταν για τον τρόπο με τον οποίον η φύση τον είχε «προικίσει σωματικά» και αυτό είχε εκτοξεύσει τη δημοτικότητα του μεταξύ του γυναικείου φύλλου.

«Έπρεπε απλά να δείτε τις κοπέλες που τον περίμεναν μετά από τα παιχνίδια μας» λέει γλαφυρά ο Bach. Μια από αυτές, έτυχε να είναι και η διασημότερη ίσως γενικά της εποχής, η Μαντόνα.

Σχεδόν σε κάθε επίσκεψη των Μπουλς στο Λος Άντζελες, η φημισμένη σταρ της ποπ περνούσε από το ξενοδοχείο της ομάδας με μια λιμουζίνα που περιλάμβανε μεταξύ άλλων και υδρομασάζ, για να πάρει τον Πίπεν. Αυτό δεν έκατσε πολύ καλά στον Μάικλ ο οποίος προσπάθησε επανειλημμένως να πείσει την Μαντόνα ότι μαζί του θα περάσει καλύτερα. Η απάντηση της όμως ήταν μάλλον αποστομωτική…

«Ούτε μια στο εκατομμύριο»…

(Μάικλ, εδώ ηττηθήκαμε.)

Η Μαντόνα όπως είναι γνωστό άλλωστε, λίγα χρόνια αργότερα (περίπου στα μέσα των 90s) είχε συνάψει δεσμό με τον μετέπειτα συμπαίχτη του Τζόρνταν στους Μπουλς, Ντένις Ρόντμαν.

Flash-back: Καλοκαίρι 1995. Ο (μεγάλος αντίπαλος όταν αγωνιζόταν με τη φανέλα των Πίστονς) Ντένις Ρόντμαν βρίσκεται στα γραφεία των Μπουλς για να υπογράψει το συμβόλαιο του με τη θρυλική ομάδα των ανέμων. Τον ρωτούν πως νιώθει που θα παίξει δίπλα στον καλύτερο παίχτη της ιστορίας. Η απάντηση του παγώνει την ατμόσφαιρα.

«Υπέγραψε στους Μπουλς ο Μάτζικ Τζόνσον;»

 

Τα πουλιά που τρώνε πολύ, γίνονται «τροφή»

Ο Μάικλ Τζόρνταν ήταν επίσης γνωστός για την θρησκευτική ευλάβεια με την οποία τηρούσε τη ρουτίνα του πριν από κάθε παιχνίδι των Μπουλς. Αυτό αποτελούσε σημαντικό κομμάτι της αναζήτησης του για απόλυτη συγκέντρωση και της γενικότερης προσπάθειας του για πνευματική προετοιμασία.

Είχε τις δικές του συνήθειας και τα προσωπικά του γούρια. Για παράδειγμα, ήταν ο τελευταίος που ντυνόταν στα αποδυτήρια και ο τελευταίος που έδενε τους αστραγάλους του. Κανείς δεν τολμούσε να ξεχαστεί παραβαίνοντας τη σειρά. Επίσης, το πρώτο πράγμα που έκανε όταν έβγαινε στο παρκέ ήταν να βρει την (πρώην πλέον) γυναίκα του Χουανίτα και τα παιδιά στις κερκίδες.

«Έπρεπε να ξέρω που κάθονται και ότι έφτασαν στο γήπεδο με ασφάλεια. Σε διαφορετική περίπτωση δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ. Και αυτό σήμαινε ότι δεν μπορούσα να είμαι αγωνιστικά αυτός που ήθελα».

Ο Τζόρνταν φορούσε διαφορετικό ζευγάρι παπούτσια σε κάθε παιχνίδι γιατί: «Οποιοσδήποτε αγοράζει κάτι καινούργιο, ένα κοστούμι ή ένα ζευγάρι παπούτσια, βγαίνει έξω και νιώθει καλά με αυτό. Ήθελα να νιώθω έτσι κάθε βράδυ! Νιώθεις πιο φρέσκος, νιώθεις καλύτερα με τον εαυτό σου. Για αυτό το έκανα».

Ο «Αιρ» μάλιστα δεν έμπαινε σε αυτή τη διαδικασία από την πρώτη του σεζόν αλλά αργότερα, όταν κατάλαβε ότι η αλλαγή αυτή τον βοηθούσε συναισθηματικά.

Φυσικά οι δύο πιο φημισμένες του συνήθειες (και αυτές που τηρούσε με τον μεγαλύτερο φανατισμό) πριν τα παιχνίδια, αφορούσαν το φαγητό του και τα θρυλικά shorts του κολεγίου της Βόρειας Καρολίνας. Κάποτε είχε πει χαρακτηριστικά:

«Φοράω τα UNC shorts μου κάθε ημέρα, πριν από κάθε ματς. Από τότε που άφησα το κολέγιο είμαι σίγουρος ότι δεν έχει περάσει ημέρα που δεν τα έχω φορέσει. Απλά νιώθω άνετα με αυτά. Από εκείνο το μέρος ξεκίνησαν τα πάντα για εμένα. Αυτή η ανάμνηση με βοηθάει να συνεχίζω».

Το γεύμα του ήταν σταθερά το ίδιο πριν από κάθε παιχνίδι. Μπριζόλα με πατάτες. Αυτό δεν άλλαζε ποτέ και για κανένα λόγο. Ο Τζόρνταν έλεγε χαρακτηριστικά ότι δεν παίζει με αυτό το θέμα. Ήξερε ότι εάν φάει αυτό το γεύμα, η απαιτούμενη ποσότητα πρωτεΐνης θα είναι «εκεί» για αυτόν όποτε τη χρειαστεί, ειδικά στο τρίτο ή στο τέταρτο δωδεκάλεπτο. Ήθελε να είναι απόλυτα συντονισμένος σε κάθε στιγμή με το σώμα του.

«Λένε ότι τρώω σαν πουλάκι και είναι αλήθεια. Τα (μικρά) πουλιά τρώνε τόσο όσο χρειάζεται για να πετάξουν. Τα πουλιά που τρώνε πολύ καταλήγουν να γίνονται (τα ίδια) τροφή. Οι γαλοπούλες ή τα κοτόπουλα… Δεν μπορούν να πετάξουν. Τα υπόλοιπα τρώνε μόνο όσο χρειάζεται για να πετάξουν. Έτσι είμαι εγώ».

 

Οι αντίπαλοι του

Ο Τζόρνταν κατείχε το ολοκληρωμένο πακέτο. Υπήρξε ο καλύτερος που είδαν ποτά τα παρκέ του αθλήματος όχι μόνο γιατί αποτέλεσε μια ασταμάτητη δύναμη στο επιθετικό κομμάτι αλλά γιατί ήταν ένας από τους αποτελεσματικότερους αμυντικούς της ιστορίας.

Οι περισσότεροι από εσάς άλλωστε θα έχετε ακούσει την ατάκα «το μόνο πράγμα που είναι χειρότερο από το να μαρκάρεις τον Μάικλ Τζόρνταν είναι το να σε μαρκάρει ο ίδιος»

Όπως είχε δηλώσει, πριν τις αναμετρήσεις απέναντι σε προικισμένους σκόρερ, ο Τζόρνταν δούλευε συνεχώς στο μυαλό του τις συνήθειες και τις τάσεις που τους χαρακτηρίζουν. Η προσέγγιση ήταν κάθε φορά διαφορετική. Σε κάποιες περιπτώσεις έπρεπε να επιτίθεται ο ίδιος από το πρώτο λεπτό για να τους κουράσει, σε άλλες όχι. Οι διηγήσεις του μετά το πρώτο three-peat των Μπουλς μας βάζουν νοητά στο παρκέ σε θέση άμυνας.

«Ο Κλάιντ Ντρέξλερ… Έχω παίξει τόσες φορές απέναντι του που μπορώ να σας πω με σιγουριά ότι είναι πιο επικίνδυνος όταν μπαίνει στο παιχνίδι άστοχος. Αντίθετα, δεν είναι τόσο επικίνδυνος όταν ξεκινάει αμέσως να σουτάρει εύστοχα. Τρελό έτσι; Εάν ευστοχήσει στα πέντε πρώτα σουτ, δεν αποτελεί ιδιαίτερο πρόβλημα για εμένα.

Αντίθετα, εάν ο Τζο Ντούμαρς ευστοχήσει στα πέντε πρώτα σουτ, την έχω βάψει. Ο τύπος ξέρει να διαχειρίζεται την αυτοπεποίθηση που σου δίνει η καλή αρχή και να τη διοχετεύει στο παιχνίδι του ενώ ο Ντρέξλερ αρχίζει να πιστεύει ότι μπορεί να βάλει τα πάντα, παίρνοντας ότι απίθανο, δύσκολο σουτ μπορείς να φανταστείς. O Nτούμαρς όμως άφηνε το παιχνίδι να έρθει σε αυτόν. Έβρισκε ρυθμό και σε έκανε να δουλέψεις πολύ. Έτσι ήταν και ο Ρέτζι Μίλερ γιατί ήξερε να τρέφεται από αυτή την ενέργεια. Εάν ευστοχούσε στα πέντε πρώτα σουτ, άρχιζε το trash-talking και έμπαινε για τα καλά στο ματς. Έπαιζε με μεγαλύτερη ένταση, πιο συγκεντρωμένος. Αυτοί είναι τρεις διαφορετικοί άνθρωποι αι τρεις διαφορετικοί τύποι προσέγγισης…»

Ο Τζόρνταν βρέθηκε εννιά φορές στην καλύτερη αμυντική πεντάδα του πεντάδα και αναδείχθηκε «αμυντικός της χρονιάς» το 1988.

 

Διαβάστε ακόμα:
Michael Jordan Stories #1: Εθισμός με τη νίκη