Μπορεί η ομάδα που δίκαια έχει κερδίσει τα φώτα της δημοσιότητας φέτος στην Πρέμιερ Λιγκ να είναι η Λέστερ, μπορεί όλοι να μιλάμε για τον Ρανιέρι και τον Βάρντι, αλλά αν κοιτάξει κάποιος λίγο πιο κάτω στη βαθμολογία θα δει μια άλλη έκπληξη, την Γουότφορντ. Η ομάδα φαβορί να υποβιβαστεί το καλοκαίρι βρίσκεται αναπαυτικά στην 7η θέση. Τόσο αναπαυτικά που με τους 28 βαθμούς της βρίσκεται μόλις έναν μακριά από την 4η θέση του Τσάμπιονς Λιγκ, ενώ είναι πιο πάνω από ομάδες όπως Λίβερπουλ, Έβερτον και Τσέλσι.
Τι οδήγησε όμως μια ομάδα που φαινομενικά ήταν φαβορί για φούντο σε μια τόσο καλή πορεία; Μετά από μία σεζόν στη Τσάμπιονσιπ που άλλαξε τέσσερις προπονητές, οι Ιταλοί ιδιοκτήτες έκαναν ό,τι έκανε κι η Λέστερ. Αποφάσισαν να προσλάβουν έναν ακριβό, γνωστό, αλλά σε πτώση προπονητή. Ο Κίκε Σάντσεθ Φλόρες μπορεί να μην είχε χάσει από τα Φερόε, αλλά περιπλανήθηκε στα Εμιράτα για να βγάλει το παντεσπάνι του και μετά είχε ένα αδιάφορο πέρασμα από τη Χετάφε. Η Πρέμιερ ήταν χρυσή ευκαιρία γι’ αυτόν και ο ίδιος μια καλή επιλογή για την ομάδα.
Από εκεί και πέρα όμως, η μεταγραφική πολιτική της Γουότφορντ θύμισε ελληνική ομάδα (ο συγχωρεμένος ο Κανελλάκης του Ιωνικού θα ήταν περήφανος). Έκανε δεκατρείς μεταγραφές, ενώ λεπτά συμμετοχής έχουν πάρει μόνο δύο Άγγλοι, κυρίως όμως έγινε ίσως η πιο πολυπολιτισμική ομάδα στην Ευρώπη. Η Γουότφορντ έχει ένα σύνολο από 22 διαφορετικές χώρες του κόσμου, μεταξύ των οποίων Αλγερία, Καμερούν, Κολομβία, Ουρουγουάη, Αυστρία, Τσεχία, Λιθουανία και φυσικά Ελλάδα (με τον Χολέμπας πάντως να έχει χάσει από νωρίς την εμπιστοσύνη του προπονητή). Πώς να γίνει ομάδα με τόσους καινούριους παίκτες και μάλιστα χωρίς κοινό τόπο συνεννόησης;
Κατ’ αρχήν με δικαιοσύνη. Ο Ισπανός προπονητής μπορεί να έφερε καραβιές παικτών, αλλά όσοι ήταν πέρσι στην άνοδο και άξιζαν, δεν έχασαν τη θέση τους και τελικά τον δικαίωσαν. Στη συνέχεια με άμυνα. Με μόλις 16 γκολ παθητικό, η Γουότφορντ ξέρει ότι το μηδέν πίσω δίνει συχνά τους βαθμούς που σου λείπουν για να σωθείς. Ο Φλόρες έχει καταφέρει να κάνει μια από τις καλύτερες άμυνες, κυρίως με τις χαμηλότερες ομάδες γιατί έχει δεχτεί τουλάχιστον δύο γκολ από Άρσεναλ, Λέστερ, Σίτι, Γιουνάιτεντ. Η Γουότφορντ όμως δεν είναι βαρετή ομάδα, προσπαθεί και αρκετά συχνά καταφέρνει να σκοράρει. Ο δράστης έχει όνομα και παρά την ατυχία να χάνει δόξα από τον Τζέιμι Βάρντι, ο Όντιον Ιγκάλο είναι ο τέταρτος σκόρερ στην Αγγλία αυτή την στιγμή. Καλός στα τελειώματα τόσο με πόδι, όσο και με κεφάλι, γρήγορος και με καλές τοποθετήσεις, ο Νιγηριανός ήδη ακούγεται για μεγαλύτερους συλλόγους και η Γουότφορντ θα δώσει μάχη για να τον κρατήσει.
Όλα αυτά για έναν άνθρωπο που ξεκίνησε να παίζει ποδόσφαιρο στις παράγκες του Λάγος της Νιγηρίας με τενεκεδάκια, πορτοκάλια και πλαστικές σακούλες γιατί δεν υπήρχε μπάλα. Το σπίτι του Ιγκάλο βρισκόταν δίπλα στο εξωτερικό δίκτυο αποχέτευσης, σε μια περιοχή με υψηλό δείκτη ελονοσίας που ακόμα και το ηλεκτρικό ρεύμα ήταν πολυτέλεια. Ένα κανάλι χώριζε τη γειτονιά του από μια από τις πιο πλούσιες περιοχές του Λάγος. “Καθόμασταν δίπλα στο κανάλι και κοιτούσαμε απέναντι. Ονειρευόμαστε ότι κάποτε θα είχαμε κι εμείς μια τέτοια ζωή. Δεν το περίμενα ότι θα γινόμουν επαγγελματίας ποδοσφαιριστής. Έπαιζα απλά μπάλα στο δρόμο”. Σε μια περιοχή που η κλοπή ήταν τρόπος ζωής, οι γονείς του Ιγκάλο προσπαθούσαν να τον σώσουν από τον άσχημο δρόμο. Όταν ο Ιγκάλο ήταν 12, ο πατέρας του αποφάσισε να του κόψει το ποδόσφαιρο για να μην μπλέξει με τις συμμορίες. Ήταν κάτι προσωρινό, το ταλέντο του Ιγκάλο ξεχώριζε από μακριά.
Ο Ιγκάλο πήγε σε μια μικρή ομάδα, άρχισε να προπονείται και να βελτιώνεται. Σε αυτό όπως δήλωσε ο ίδιος ίσως φταίει ότι συχνά έτρεχε να αποφύγει τις σφαίρες. Γύρω από το στάδιο σύχναζαν συμμορίες και έμποροι ναρκωτικών και η αστυνομία έκανε συχνά εφόδους πυροβολώντας αδιάκριτα. Οι παίκτες έτρεχαν να κρυφτούν. Παράλληλα, ο Ιγκάλο δεν άφηνε τις σπουδές του για να μη στενοχωρήσει τον πατέρα του. Αν δεν έκανε καριέρα στην μπάλα, τώρα θα ήταν δικηγόρος για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Τουλάχιστον έτσι ονειρευόταν. Κάποιος όμως τον ανακάλυψε, ο Ιγκάλο πήγε σε ομάδα Α’ Εθνικής και αργότερα πήρε μεταγραφή στη Νορβηγία που ακόμα τη θυμάται για το βαρύ χειμώνα της και τη δυσκολία να προσαρμοστεί. Εκεί πήγε καλά και μετά ήρθε η Ουντινέζε, στην οποία δεν έπιασε. Το όνομά του ακούστηκε στη Γρανάδα (με συνεχείς δανεισμούς από την Ουντινέζε) και πέρσι δανεικός στη Γουότφορντ με 20 γκολ, τα οποία ανάγκασαν την αγγλική ομάδα να τον αγοράσει (αν και αυτό είναι κάπως σχετικό, με τις Γρανάδα-Γουότφορντ-Ουντινέζε να έχουν ίδιους ιδιοκτήτες).
Ο ίδιος, βαθιά θρησκευόμενος, προσπαθεί να είναι προσγειωμένος, να βοηθάει τους δικούς του ανθρώπους πίσω στη Νιγηρία. “Ξέρω πώς είναι να ζεις χωρίς τίποτα. Δεν είμαι από τους μεγαλύτερους παίκτες του κόσμου, δεν ζω έξω από τα όριά μου και προσπαθώ όσο μπορώ να βοηθάω τους συνανθρώπους μου. Τα λεφτά και η επιτυχία μπορεί να σε κάνουν να ξεχνάς από πού ξεκίνησες, αλλά ο Θεός με πήρε από το γκέτο για έναν σκοπό. Θέλω να χρησιμοποιήσω την επίδρασή μου, ώστε η γειτονιά μου να γίνει ένα πιο ασφαλές μέρος”. Κανείς δεν ξέρει αν η Γουότφορντ θα καταφέρει να κρατηθεί ψηλά ή αν ο Ιγκάλο θα συνεχίσει έτσι στην καριέρα του. Το γεγονός όμως ότι έφτασε να αγωνίζεται σε τόσο υψηλό επίπεδο και να πηγαίνει καλά, είναι από μόνο του μεγάλο επίτευγμα. Κι αν χαθεί στο μέλλον, θα έχει πάντα στιγμές να θυμάται. Όπως η ντρίμπλα σήμα κατατεθέν του (Iggy Chop την λένε στη Γουότφορντ), ντρίμπλα που έφαγε και ο Σακό στο πρόσφατο Γουότφορντ-Λίβερπουλ 3-0.