“Σκ#τά, είμαστε στις πρώτες θέσεις της Μπουντεσλίγκα!”

Ένα πρωί του Οκτωβρίου του 1906 ο Βίλχελμ Βόιγκτ σηκώθηκε από το κρεβάτι, φόρεσε τη στολή του λοχαγού, βγήκε στο δρόμο, περπάτησε ως ένα κοντινό στρατόπεδο και περίμενε από έξω. Όταν εμφανίστηκαν πέντε στρατιώτες τους πλησίασε και τους διέταξε να τον ακολουθήσουν. Πηγαίνοντας προς το σταθμό του τρένου στη μικρή κομπανία προστέθηκαν έξι ακόμα περαστικοί στρατιώτες. Προορισμός τους ήταν το Κέπενικ, μια περιοχή στα νοτιοανατολικά του Βερολίνου, περίπου 30′ απόσταση από το κέντρο της πόλης.

Όταν έφτασαν εκεί ο λοχαγός μπήκε στο δημαρχείο και συνέλαβε τον δήμαρχο και τον ταμία ισχυριζόμενος ότι έχει γίνει καταγγελία πως έχουν πειράξει τα λογιστικά βιβλία. Στο πλαίσιο της έρευνας που διεξήγαγε έπρεπε να κατασχέσει τα λεφτά του ταμείου, που εκείνη τη στιγμή φιλοξενούσε κάτι παραπάνω από 4.000 μάρκα, και να τα παραδώσει στους ανωτέρους του. Λίγο αργότερα έβαλε τους δυο συλληφθέντες σε μια τυχαία, διερχόμενη άμαξα, ζήτησε από τον οδηγό να τους μεταφέρει στα κεντρικά για ανάκριση και διέταξε τους στρατιώτες να φυλάνε το δημαρχείο όσο αυτός θα ετοίμαζε την αναφορά του. Χωρίς να τον πάρει χαμπάρι κανένας πήρε τα λεφτά και εξαφανίστηκε.

Ο 56χρονος Βόιγκτ δεν είχε καμία απολύτως σχέση με το στρατό. Ήταν ένας άνεργος τσαγκάρης με χόμπι τις κλοπές, τις πλαστογραφίες και τις διαρρήξεις. Για να γίνει λοχαγός έστω και για λίγες ώρες το μόνο που χρειάστηκε ήταν μια στολή που έραψε μόνος από διάφορα κομμάτια μεταχειρισμένων ρούχων, φαντασία και θράσος.

Η είδηση έκανε το γύρο της Γερμανίας και έφτασε μέχρι και τα αυτιά του Κάιζερ. Ο Βόιγκτ συνελήφθη μερικές μέρες αργότερα αλλά είχε ήδη προλάβει να γίνει διάσημος για το τόσο ευρηματικό και παράτολμο κόλπο του. Οι κάτοικοι του Κέπενικ όχι μόνο δεν του κράτησαν κακία, αλλά τον μετέτρεψαν σε τοπικό, λαϊκό ήρωα και αργότερα τοποθέτησαν ένα μικρό άγαλμα του στην είσοδο του δημαρχείου!

Για αρκετές δεκαετίες ο “Λοχαγός του Κέπενικ” ήταν κάτι σαν το καμάρι αυτής της τόσο ιδιαίτερης περιοχής του Βερολίνου. Αργότερα τη θέση του πήρε μια ποδοσφαιρική ομάδα που, όπως πιθανόν μαντεύετε, δεν είναι από τις συνηθισμένες.

H Ουνιόν Βερολίνου ήταν για πολλά χρόνια η ομάδα της λαϊκής τάξης της ανατολικής πλευράς της διαιρεμένης πρωτεύουσας. Η απάντηση του απλού κόσμου στις ομάδες της αστυνομίας και του στρατού. H μοναδική σοβαρή εναλλακτική επιλογή των μεταλλεργατών της περιοχής, των φοιτητών, των καλλιτεχνών, της ροκ και πανκ κοινότητας (αργότερα ο ύμνος της τραγουδήθηκε από τη Νίνα Χάγκεν, τη “Νονά του πανκ της Γερμανίας”, ενώ τα τελευταία χρόνια αρχηγός της είναι ο Κρίστοφερ Τρίμελ, ένας τιμιότατος δεξιός μπακ τον οποίο οι ντόπιοι πετυχαίνουν συχνά σε πανκ ροκ και μέταλ συναυλίες και σε βόλτες με την αγαπημένη του Harley-Davidson). Ένας τόπος συνάντησης για άτομα με μακριά μαλλιά, καουμπόικες μπότες, τζιν και λίγο διαφορετικές απόψεις για το καθεστώς και τη δράση της Στάζι. Όπως έλεγε και μια φράση της εποχής: «Δεν είναι όλοι οι οπαδοί της Ουνιόν αντικαθεστωτικοί, αλλά όλοι οι αντικαθεστωτικοί είναι Ουνιόν». Σύμφωνα με τον θρύλο στα φάουλ η κερκίδα φώναζε «Το τείχος πρέπει να φύγει», μια φράση που αν ακουγόταν οπουδήποτε εκτός γηπέδου οι επιπτώσεις δεν θα ήταν καθόλου ευχάριστες.

Όταν το Τείχος έφυγε, η Ουνιόν ενσωματώθηκε στην 3η κατηγορία της Γερμανίας όπου και έμεινε κολλημένη για μια δεκαετία. Η αδυναμία της να εξελιχθεί δεν πτόησε πολλούς στο Κέπενικ. Η ιδιαιτερότητα της περιοχής δεν θα μπορούσε να μην περάσει και στο DNA του καμαριού της. Ο μεγαλύτερος φόβος των οπαδών της δεν ήταν ποτέ το να μην ηττηθούν με βαρύ σκορ ή να μην υποβιβαστούν. Το έχουν αποδείξει άλλωστε αρκετές φορές.

Πριν λίγους μήνες έστησαν κανονικό γλέντι στην κερκίδα και τραγουδούσαν το “Always Look on the Bright Side of Life” των Monty Python την ώρα που η ομάδα τους έχανε με 4-0 από τη Λεβερκούζεν, που ως τότε είχε 2 νίκες σε 13 ματς. Τη χρονιά που κέρδισε για πρώτη φορά την άνοδο στη Μπουντεσλίγκα ένα περίεργο, αυτοσαρκαστικό σύνθημα, που έγινε αργότερα και πανό, κυριαρχούσε: “Σκατά, ανεβαίνουμε κατηγορία!”.

Σε αντίθεση με πολλά άλλα γνωστά μας μέρη, σε εκείνη τη γωνιά του Βερολίνου το αποτέλεσμα δεν καθορίζει το αν θα στηρίξει ο κόσμος. Σε κάποιες χρονιές της προηγούμενης δεκαετίας το γήπεδο είχε πληρότητα 90% στα περισσότερα παιχνίδια με τον μ.ο. να φτάνει τους 20.000 θεατές/αγώνα!

Το 2016 περίπου 11.000 οπαδοί της έκαναν μεσοβδόμαδα 1.000 χιλιόμετρα πήγαινε-έλα ως το Ντόρτμουντ για έναν απλό αγώνα 2ης φάσης του κυπέλλου! Δεν την είχαν δει ποτέ να σηκώνει ένα τίτλο, δεν την είχαν δει ποτέ να παίζει στη Μπουντεσλίγκα, δεν είχαν χαρεί ποτέ για κάποια πολυδιαφημισμένη μεταγραφή, ήταν κολλημένοι για χρόνια στη 2η κατηγορία και δεν είχαν και πολλές ελπίδες να φύγουν με ένα θετικό αποτέλεσμα από εκεί. Παρ’όλα αυτά πήγαν μαζικά, τραγούδησαν, ήπιαν τις μπύρες τους, αποκλείστηκαν και γύρισαν σπίτι τους με ψηλά το κεφάλι ξέροντας ότι έκαναν το καθήκον τους.

Στο συγκεκριμένο γήπεδο ποτέ δεν θα ακούσεις αποδοκιμασίες ή γιουχάισμα για κάποιον παίκτη που είναι σε τραγική μέρα. Η θέληση και προσπάθεια αρκούν και ας μην αποδεικνύονται τις περισσότερες φορές αρκετές. Από ήττες και πίκρες άλλο τίποτα. Σύμφωνα με έναν τοπικό μύθο όταν ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο ρώτησε τις πέτρες αν θέλουν να γίνουν οπαδοί της Ουνιόν. Οι πέτρες του απάντησαν: “Δεν νομίζουμε πως είμαστε τόσο σκληρές για να το αντέξουμε”.

Αυτό που προβληματίζει και ανησυχεί περισσότερο τον κόσμο της Ουνιόν είναι να μην αλλοιωθεί ο χαρακτήρας του συλλόγου. Να μην αλλάξει ο περίφημος κανόνας του 50+1 που ισχύει στη Γερμανία και επιτρέπει στους οπαδούς να κρατάνε στα χέρια τους τις τύχες της ομάδας τους. Να μην πειραχτεί αυτό το οικογενειακό και παρεΐστικο κλίμα που διατηρεί ακόμα και σήμερα, όντας μια ομάδα γειτονιάς σε ένα παγκοσμιοποιημένο ποδόσφαιρο. Να μην χαλάσει η αγαπημένη τους ρουτίνα του να πηγαίνουν στο γήπεδο, να βλέπουν τους γνωστούς τους, να κατεβάζουν τις μπύρες και τα λουκάνικα τους και να τραγουδάν για την καψούρα τους ανεξαρτήτως του σκορ ή της κατηγορίας. Το σενάριο με τον ξένο επενδυτή που σκάει από το πουθενά, αγοράζει μετοχές, ξοδεύει λεφτά σε πανάκριβους σταρ, φτιάχνει ένα γήπεδο που είναι και εμπορικό κέντρο με ένα όνομα μεγάλου χορηγού στη μαρκίζα σε μια πιο εμπορική περιοχή και προσπαθεί δημιουργήσει ένα πιασάρικο, παγκόσμιο brand name και να μεγαλώσει την πελατεία του προσελκύοντας τουρίστες από όλο τον κόσμο μπορεί να ακούγεται ιδεατό σε αρκετούς φιλάθλους ανά την υφήλιο αλλά εκεί αποτελεί τον ορισμό του εφιάλτη.

Η Ουνιόν ήταν, είναι και πρέπει να παραμείνει δική τους, με τα καλά της και τα κακά της, με την ξεχωριστή αύρα της, ακόμα και με τους όποιους περιορισμούς προκύπτουν από αυτή την ιδιαιτερότητα της. Αυτό δεν το θέλουν απλά, το απαιτούν και έχουν κερδίσει το δικαίωμα να το κάνουν αυτό. Με τα λεφτά τους, τον ιδρώτα τους, ακόμα και με το αίμα τους.

Όσες φορές η Ουνιόν έφτασε μια ανάσα από την καταστροφή οι οπαδοί της έβαλαν πλάτη και κατάφεραν να την κρατήσουν ζωντανή. Μόνοι τους. Με εράνους στους δρόμους, με χορηγίες από τοπικά καταστήματα, με διεξαγωγή ροκ συναυλιών ή φιλικών αγώνων με τη Ζανκτ Πάουλι, με λεφτά που εισέπραξαν δίνοντας το αίμα τους, σε μια διάσημη πλέον καμπάνια που προέτρεπε τον κόσμο να δώσει αίμα αντί αμοιβής και να χαρίσει το αντίτιμο στο ταμείο σωτηρίας. Χάρη σε όλα τα παραπάνω το 2004 συγκεντρώθηκε μέσα σε μερικές εβδομάδες 1,5Μ ευρώ και έτσι δεν χάθηκε η πολύτιμη άδεια συμμετοχής στις επαγγελματικές κατηγορίες της Γερμανίας.

Λίγα χρόνια αργότερα, το 2008, όταν το πανάρχαιο γήπεδο της, που χτίστηκε το 1920, κρίθηκε ακατάλληλο για να φιλοξενήσει αγώνες της 2ης κατηγορίας οι οπαδοί έδωσαν πάλι τη λύση. Μπορεί να μην υπήρχαν λεφτά για την ανακατασκευή, υπήρχαν όμως πολλά πρόθυμα μυαλά, χέρια και πλάτες.

Την πρώτη μέρα του γενικού καλέσματος, 200 άνθρωποι, πολλοί εκ των οποίων χωρίς καμία απολύτως εμπειρία στον κατασκευαστικό τομέα, στήθηκαν στις 7 το πρωί έξω από τα γραφεία περιμένοντας οδηγίες. Μέσα στους επόμενους μήνες 2.333 εθελοντές δούλεψαν για πάνω από 140.000 συνολικά ώρες για να μη χρειαστεί η ομάδα να μετακομίσει σε άλλο γήπεδο μακριά από την περιοχή της. Κάποιοι από αυτούς πήραν άδεια από τις κανονικές τους δουλειές για να μπορούν να αφοσιωθούν στην ανακατασκευή.

Αυτό ήταν το δεύτερο σπίτι τους, εκεί που περνούσαν τα σαββατοκύριακα τους, εκεί που συναντούσαν τους φίλους τους, εκεί που παρακολούθησαν το Μουντιάλ του 2014 γεμίζοντας τον αγωνιστικό χώρο με καναπέδες που κουβάλησαν από τα σπίτια τους, εκεί που γιορτάζουν κάθε χρόνο τα Χριστούγεννα. Είναι το γήπεδο τους ακόμα και κυριολεκτικά. Το 2011 οι φίλαθλοι αγόρασαν το 58% των μετοχών του ώστε να μην μπορεί ποτέ κανένας πρόεδρος να το πειράξει και, για παράδειγμα, να προσθέσει στο όνομα του το όνομα μιας εταιρείας. Τέτοιου είδους χορηγίες σε αυτή την περιοχή του Βερολίνου δεν συζητιούνται καν, όποιο κι αν είναι το αντίτιμο, όποιος κι αν είναι ο πρόεδρος. Είπαμε, η Ουνιόν είναι οι οπαδοί της και αυτό είναι αδιαπραγμάτευτο, αφού έτσι κι αλλιώς αυτοί κατέχουν το 100% των μετοχών του συλλόγου, κάτι που συναντάς πολύ σπάνια ακόμα και στη Γερμανία του 50+1. Η επιρροή τους δεν περιορίζεται μόνο στην εκλογή του προέδρου κάθε τέσσερα χρόνια.

Δεκέμβριος 2003. 89 οπαδοί κανονίζουν μέσω ίντερνετ, αγοράζουν μπόλικο κρασί, σκαρφαλώνουν το φράχτη και μπαίνουν κρυφά στο γήπεδο. Εκεί οργανώνουν ένα Χριστουγεννιάτικο πάρτι με συνθήματα, τραγούδια, αλκοόλ και κάλαντα. Με τα χρόνια η γιορτή αυτή καθιερώνεται, ο κόσμος αυξάνεται συνεχώς και σήμερα στη μάζωξη αυτή συναντάς σχεδόν 30.000 ανθρώπους!

Ο ίδιος ο πρόεδρος προέρχεται από την κερκίδα και είναι κάτοικος της περιοχής, όπως και σχεδόν όλοι οι εργαζόμενοι στο σύλλογο. Ο Ντιρκ Ζίγκλερ ανανεώνει συνεχώς τη θητεία του από το 2004 και μετά καθώς ο κόσμος τον θεωρεί έναν από τους βασικούς λόγους που η περιοχή ζει τη χρυσή ποδοσφαιρική εποχή της. Χάρη στη δική του διοίκηση η Ουνιόν έχει γίνει πρότυπο για όλες τις μικρές ομάδες καθώς λειτουργεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο αγωνιστικά και εξωαγωνιστικά (με βάση πάντα τις περιορισμένες οικονομικές δυνατότητες της) ενώ και ο αριθμός των μελών αυξάνεται διαρκώς. Από τα 4.000 μέλη που είχε όταν ανέλαβε ο Ζίγκλερ, έφτασε σήμερα στα 49.000, ένα νούμερο τόσο μεγάλο που κάνει επιτακτική την ανάγκη επέκτασης του γηπέδου, που σήμερα μπορεί να φιλοξενήσει μόνο 22.000 θεατές. Αυτή η επέκταση βέβαια δεν αποκλείεται να αργήσει, αφού στην Ουνιόν κάθε πιθανή, μεγάλη αλλαγή αντιμετωπίζεται με μια δόση σκεπτικισμού και αρκετές συζητήσεις. Όπως λέει και ο υπεύθυνος επικοινωνίας: “Γνωρίζουμε καλά πως το σωματείο δεν θα σταματήσει ποτέ να αλλάζει. Προσπαθούμε ωστόσο αυτό να γίνεται αργά και ελεγχόμενα για να μην χάσει σε καμία στιγμή τον προσανατολισμό και την ταυτότητα του.”

Ένα μεγάλο μερίδιο της πρόσφατης αγωνιστικής επιτυχίας ανήκει και σε δυο άλλους ανθρώπους που εμφανίστηκαν τα τελευταία χρόνια και, παραδόξως, δεν προέρχονται από το Κέπενικ. O Όλιβερ Ρούνερτ πέρασε από διάφορα πόστα σε άλλους συλλόγους πριν τελικά καταλήξει στο ρόλο του τεχνικού διευθυντή. Ο Ζίγκλερ τον προσέλαβε το 2018 και μια από τις πρώτες επιλογές του Ρούνερτ ήταν να φέρει για προπονητή τον Ουρς Φίσερ, που είχε κατακτήσει δυο σερί πρωταθλήματα με τη Βασιλεία. Ο Ελβετός τεχνικός, που δούλευε για πρώτη φορά εκτός συνόρων, ανέλαβε την Ουνιόν το 2018 όταν αυτή είχε πλέον βαλτώσει παίζοντας για εννιά σερί σεζόν στη 2η κατηγορία και την πρώτη κιόλας χρονιά κατάφερε να την οδηγήσει σε μια ιστορική άνοδο.

Η καλτ ομάδα από το ανατολικό Βερολίνο θα αντιμετώπιζε για πρώτη φορά τους μεγάλους της Γερμανίας. Το μικρό, γραφικό και χωμένο ανάμεσα στα δέντρα γήπεδο με το υπέροχο όνομα “Στάδιο του γέρο-δασοφύλακα” θα φιλοξενούσε τα αστέρια της Μπουντεσλίγκα.

Ο πίνακας του σκορ στο γήπεδο της Ουνιόν. Πιο καλτ δεν γίνεται.

Η πραγματική υπέρβαση τότε ξεκινούσε. Στην πρώτη της παρουσία στη 1η κατηγορία, και παρ’ότι ήταν ένα από τα μεγάλα φαβορί για υποβιβασμό, τερμάτισε στην 11η θέση. Στη δεύτερη σεζόν έκανε ένα ακόμα βήμα προς τα πάνω, έφτασε στην 7η θέση και πανηγύρισε την έξοδο στο Κόνφερενς Λιγκ. Πέρσι το δίδυμο Φίσερ-Ρούνερτ την έβγαλε στο Γιουρόπα Λιγκ καθώς τερμάτισε στην 5η θέση. Φέτος η υπέρβαση έχει ξεπεράσει κάθε λογικό όριο και έχει φτάσει πλέον στα επίπεδα της οπαδικής φαντασίωσης. Λίγο μετά τη μέση της σεζόν η Ουνιόν είναι στη 2η θέση στη Μπουντεσλίγκα, ένα μόνο βαθμό πίσω από την πρωτοπόρο Μπάγερν, έχει προκριθεί στα προημιτελικά του κυπέλλου ενώ θα αγωνιστεί και στα νοκ άουτ του Γιουρόπα Λιγκ, όπου την περιμένει ο Άγιαξ!

Μια ομάδα γειτονιάς (που οργανώνει μπάρμπεκιου στα οποία τρώνε και συζητάνε μαζί παίκτες και οπαδοί και που όταν κερδίζει όλα τα μπαρ της περιοχής κερνάνε ένα γύρο όλους τους πελάτες) με το μικρότερο γήπεδο στη Μπουντεσλίγκα και με ένα από τα χαμηλότερα μπάτζετ βρίσκεται στις θέσεις που οδηγούν στο Τσάμπιονς Λιγκ, πάνω από πολλούς ιστορικούς συλλόγους και ομάδες με πολύ μεγαλύτερη οικονομική δύναμη. Όλα αυτά με ένα ρόστερ που δεν έχει κανένα σούπερ σταρ αλλά περιλαμβάνει παίκτες πρόθυμους να θυσιαστούν για το σύνολο και να εφαρμόσουν κατά γράμμα τις αρκετά απαιτητικές εντολές του Φίσερ.

Η τριάδα της απρόσμενης επιτυχίας: Αριστερά ο προπονητής, στο κέντρο ο πρόεδρος, δεξιά ο τεχνικός διευθυντής

Το σύστημα της επιτυχίας δουλεύει στο περίπου ως εξής: Ο Ρούνερτ εντοπίζει και αγοράζει φτηνά έναν άγνωστο παίκτη που πιστεύει ότι ταιριάζει στο στυλ του Φίσερ και στη γενικότερη νοοτροπία της Ουνιόν. Ο Φίσερ τον εντάσσει αρμονικά στο σύνολο και χάρη στην σωστή ομαδική λειτουργία καταλήγει να παίρνει από αυτόν το μάξιμουμ των δυνατοτήτων του. Μια μεγαλύτερη ομάδα τον λιγουρεύεται και πληρώνει γι’αυτόν ένα ποσό μεγαλύτερο από αυτό που δαπανήθηκε από την Ουνιόν για χάρη του. Σχεδόν αμέσως ο Ρούνερτ τον αντικαθιστά με έναν νέο, φτηνό άγνωστο παίκτη που με κάποιο θαυμαστό τρόπο αποδεικνύεται εξίσου καλός και χρήσιμος. Ακούγεται σχεδόν ουτοπικό, είναι σχεδόν ουτοπικό αλλά λειτουργεί στην πραγματικότητα και έχει μετατρέψει ένα σύλλογο που ήταν κολλημένος μέχρι πριν από 3,5 χρόνια στις μικρές κατηγορίες σε υπολογίσιμο αντίπαλο για όλους και τον έχει κάνει πιθανό διεκδικητή του πρωταθλήματος!

Το Κέπενικ είναι και πάλι στο επίκεντρο της προσοχής στη χώρα κι αυτή τη φορά όχι εξαιτίας ενός ευφάνταστου απατεώνα με ψεύτικη στολή λοχαγού αλλά εξαιτίας μιας ιδιαίτερης ομάδας που ελπίζει πάνω από όλα να μη χάσει την ψυχή της και το δέσιμο με τους ανθρώπους της. Κι αν καταφέρει να συνεχίσει τις υπερβάσεις και από γοητευτικό αουτσάιντερ γίνει μια από τις προβεβλημένες πρωταγωνίστριες; Ο υπεύθυνος επικοινωνίας της απαντάει σε αυτό: “Είναι μια από τις πιο συνηθισμένες ερωτήσεις που μου κάνουν. Πώς μπορεί ένας σύλλογος σαν την Ουνιόν να παραμείνει πιστός στις ρίζες και τις παραδόσεις του και ταυτόχρονα να διευρύνει τη βάση των φιλάθλων του και να γίνει σημαντικό μέγεθος στη Μπουντεσλίγκα και την Ευρώπη; Πώς μπορείς να το κάνεις αυτό χωρίς να χάσεις αυτό που σε έκανε ξεχωριστό εξ αρχής; Ειλικρινά δεν ξέρω. Ξέρω όμως ότι όσοι την ανακάλυψαν πρόσφατα, δείχνουν να αντιλαμβάνονται το ποια είναι η φιλοσοφία της κάτι που σημαίνει πως για την ώρα κάνουμε σωστά τη δουλειά μας.”