Φτάσε όπου δεν μπορείς!

Όπως λέγαμε και προχθές, είτε το περιμέναμε, είτε πρέπει να τσιμπηθούμε για να πιστέψουμε ότι είναι αλήθεια, το φετινό Ρολάν Γκαρός έχει ήδη αποδειχθεί ιστορικό για το ελληνικό τένις και πλέον μοιάζει εξαιρετικά πιθανό να γίνει το δικό μας Euro, θέτοντας στο περιθώριο της φίλαθλης κοινής γνώμης την επικείμενη έναρξη του Ευρωπαϊκού πρωταθλήματος και αντικαθιστώντας κάθε συζήτηση της παρέας για τις τακτικές του Φερνάντο Σάντος και το αν ο Ιμόμπιλε θα σκοράρει το πρώτο γκολ της διοργάνωσης, με περισπούδαστες αναλύσεις για «ντροπ σοτς», μπακχαντ στην ευθεία και το ισοζύγιο μεταξύ «winners» και αβίαστα λάθη.

Κάποτε ο Ματς Βιλάντερ είχε πει ότι «λούζερ» είναι εκείνος που πιστεύει ότι μια νίκη μπορεί να του αλλάξει ολόκληρη τη ζωή. Έβλεπα λοιπόν τις τελευταίες μέρες το αφοπλιστικό χαμόγελο της Μαρίας Σάκκαρη και την άκουγα να εξηγεί πως έχει επαναπροσδιορίσει τη σχέση της με το παιχνίδι και πόσο απολαμβάνει τις αναμετρήσεις της στα παρισινά κορτ και αναλογιζόμουν τη συμπυκνωμένη σοφία που περικλείεται στη φράση του Σουηδού – ο οποίος βέβαια γνωρίζει από πρώτο χέρι τον ρόλο, έχοντας κερδίσει 7 γκραν σλαμ στην μεγάλη καριέρα του.

Αυτό πάντως που είναι στο τσακ να πετύχει η Σάκκαρη (γιατί εδώ που φτάσαμε o δρόμος για την κατάκτηση του τροπαίου είναι αναπάντεχα ανοικτός) είναι ακόμη πιο σημαντικό από τις δάφνες του υπερταλαντούχου Στέφανου Τσιτσιπά και δεν έχει καμία σημασία αν θα τα καταφέρει μέχρι τέλους – θα παραμείνει απτό υπόδειγμα για το πως η συνέπεια και η άοκνη προσπάθεια σε ένα μακρόπνοο πλαίσιο συστηματικής δουλειάς, μεγιστοποιούν το potential και εντέλει ξεδιπλώνουν δυνατότητες που δεν ούτε καν φανταζόμασταν ότι είχαμε.

Δεν γίνεται κάθε μέρα όλα να πηγαίνουν κατ’ ευχή, ούτε οι μεγάλες αλλαγές και οι στόχοι κατακτούνται επειδή μας πήρε από το χέρι κάποιος Κοέλιο και ξαφνικά όλο το σύμπαν συνωμότησε να ευοδωθεί το όνειρο μας επειδή το θέλαμε πάρα πολύ. Η Ρώμη δεν χτίστηκε σε μια ημέρα – χρειάζονται άπειρα βηματάκια μέρα με τη μέρα, σε μονοπάτια γλιστερά, σε δρόμους ανώμαλους και σε ανηφόρες που δεν πιάνει το χειρόφρενο, για να έχεις πιθανότητες, σιγά, σιγά, να κατακτηθεί η κορυφή (και όχι, δεν έχει σημασία το ύψος της).

Τον τελευταίο ενάμιση χρόνο η Μαρία έχει βελτιώσει θεαματικά το σερβίς της και παράλληλα είναι πρόδηλο ότι έχει δουλέψει πάρα πολύ την φυσική της κατάσταση και την τακτική προσαρμοστικότητα της στο παιχνίδι της εκάστοτε αντιπάλου. Και αυτό ακριβώς το «έξτρα μίλι» στην αποτελεσματικότητα του σερβίς της, είναι που πλέον της δίνει τη δυνατότητα να κεφαλαιοποιήσει στο μέγιστο τα τρεξίματα της και την εκρηκτικότητα του σώματος και του μυαλού της.

Δεν έχει περάσει ούτε ένα τέρμινο από εκείνο το ιδιαίτερο βράδυ στο Ντουμπάι που η Σάκκαρη ηττήθηκε στον πρώτο γύρο του τουρνουά από την σημερινή της αντίπαλο, την Μπάρμπορα Κρεϊτσίκοβα, την άλλη μεγάλη έκπληξη του γυναικείου ταμπλό του Ρολάν Γκαρός. Από τότε όμως πολλά έχουν αλλάξει – σε εκείνο το ματς η Μαρία είχε κάνει την χειρότερη φετινή της εμφάνιση, ενώ το χώμα ευνοεί πολύ περισσότερο το παιχνίδι της και φαντάζει απολύτως δικαιολογημένα το αδιαφιλονίκητο φαβορί σήμερα.

Ο Τσιτσιπάς αύριο θα έχει σαφώς δυσκολότερο έργο κόντρα στον εξαιρετικό Ζβέρεφ, αλλά αν ένα διατηρήσει την αυτοσυγκέντρωση του και την προσήλωση στο πλάνο του παιχνιδιού του στα αιθέρια επίπεδα που την κράτησε στο παιχνίδι με τον Μεντβέντεφ, όπου δεν άφησε ούτε μισό πόντο να πέσει κάτω – τι μισό πόντο, ούτε μισή μπαλιά ή δεύτερο σερβίς – δίνοντας και την τελευταία ικμάδα των δυνάμεων του ακόμη και όταν ο πόντος ή το game έμοιαζαν χαμένα, δεν έχει να φοβηθεί τίποτα.

Αυτό που συνήθως μας κάνει όλους εμάς τους κοινούς θνητούς να εγκαταλείψουμε την προσπάθεια, είναι η απογοήτευση που βιώνουμε στα αρχικά στάδια, όταν ο δρόμος είναι κακοτράχαλος και δεν φαίνεται υποψία φωτός στο βάθος του τούνελ. Τότε είναι που τα ηνία τα παίρνει το θυμικό που κουρδίζει τη φυγόπονη φωνή μέσα μας που μας φωνάζει ότι είναι μάταιος κόπος, δεν το βλέπεις ότι δεν θα πετύχει και ότι έτσι δεν πάμε πουθενά. Ενώ η διαφορά είναι πως στα αυτιά του κάθε Στέφανου και της κάθε Μαρίας, αντηχεί παντοτινά η προσταγή του παππού, από την «Αναφορά στον Γκρέκο» του Καζαντζάκη:

-Παππού αγαπημένε, είπα, δώσ’μου μια προσταγή.

Χαμογέλασε, απίθωσε το χέρι απάνω στο κεφάλι μου, δεν ήταν χέρι, ήταν πολύχρωμη φωτιά, ως τις ρίζες του μυαλού μου περεχύθηκε η φλόγα.

-Φτάσε όπου μπορείς, παιδί μου…

Η φωνή του βαθιά, σκοτεινή, σαν να’βγαινε από το βαθύ λαρύγγι της γης. Έφτασε ως τις ρίζες του μυαλού μου η φωνή του, μα η καρδιά μου δεν τινάχτηκε.

-Παππού, φώναξα τώρα πιο δυνατά, δώσ’μου μια πιο δύσκολη, πιο κρητικιά προσταγή.

 Κι ολομεμιάς, ως να το πω, μια φλόγα σούριξε ξεσκίζοντας τον αέρα, αφανίστηκε από τα μάτια μου ο αδάμαστος πρόγονος με τις περιπλεμένες θυμαρόριζες στα μαλλιά του κι απόμεινε στην κορφή του Σινά μια φωνή όρθια, γεμάτη προσταγή, κι ο αέρας έτρεμε:

-Φτάσε όπου δεν μπορείς!

Maestro