Όλοι οι ιστορικοί σύλλογοι του κόσμου είναι φτιαγμένοι από θρυλικούς παίκτες (και προπονητές). Όσο μεγαλύτερη η ομάδα, όσο πιο μακροχρόνια η ιστορία, τόσο περισσότεροι ποδοσφαιριστές μπαίνουν στη λίστα των ινδαλμάτων, αποθεώνονται και γίνονται θρύλοι. Τόσο ακόμα δυσκολότερο γίνεται να επιλέξεις τον καλύτερο, να μοιράσεις την αγάπη σου. Και αν πάμε στη Ν. Αμερική, εκεί που το πάθος περισσεύει, τα συναισθήματα μεγεθύνονται, όλα είναι πολύ πιο έντονα. Η αγάπη, το πάθος, το μίσος, όλα σε υπερβολικό βαθμό. Οι συζητήσεις “ποιος ήταν ο καλύτερος επιθετικός μας” ή “ποιος ήταν ο καλύτερος παίκτης μας όλων των εποχών” είναι συνήθως ακίνδυνες και ιδανικές για συνοδεία φαγητού και ποτού, σπάνια χρειάζεται ο κόσμος να έρθει και να επιλέξει ανάμεσα σε δύο παίκτες γιατί… πρέπει. Κάτι τέτοιο όμως έζησαν στην Μπόκα πριν μερικά χρόνια, όταν δύο ινδάλματά τους ήρθαν σε κόντρα και ο λαός της ομάδας αποφάσισε να πάρει θέση.
Το 2008 ο Άλφιο Μπασίλε παραιτήθηκε από τη θέση του προπονητή της εθνικής Αργεντινής, ο Ντιέγκο Μαραντόνα ουσιαστικά αυτοπροτάθηκε και παρότι υπήρχαν αρκετά πιο… σοβαρά προπονητικά ονόματα όπως ο ανερχόμενος τότε Σιμεόνε ή ο Μιγκέλ Άνχελ Ρούσο, ο ισόβιος πρόεδρος της Π.Ο. Χούλιο Γκροντόνα αποφάσισε να πάρει το ρίσκο και να αναθέσει την ηγεσία της αλμπισελέστε στον μεγαλύτερο ποδοσφαιριστή που είχε βγάλει ποτέ η χώρα. Οι πιο λογικοί βλέπουν μια κακή απόφαση που θα προκαλέσει προβλήματα, ο Ντιέγκο έχει κοουτσάρει μόλις σε καμιά 30αρια ματς και σε αυτά το ποσοστό νικών του είναι περίπου στο 10%, οι πιο παθιασμένοι το βλέπουν σχεδόν θρησκευτικά. Οι προφητείες λένε ότι ο άνθρωπος που οδήγησε τη χώρα τελευταία φορά στην κατάκτηση του Μουντιάλ ως ποδοσφαιριστής, θα είναι και αυτός που θα το κάνει ως προπονητής.
Μια μικρή μαγεία από το 2013
Στην Μπόκα Τζούνιορς, ο Χουάν Ρομάν Ρικέλμε έχει επιστρέψει στην αγαπημένη του ομάδα και με ένα μοναδικό σόου κατακτά το Κόπα Λιμπερταδόρες το 2007. Ο σπάνιος αυτός γητευτής της μπάλας φτάνει στις τρεις κατακτήσεις του μεγαλύτερου τροπαίου της Νότιας Αμερικής και η Μπόκα στις έξι. Η τεράστια σημασία φαίνεται από το γεγονός ότι 15 χρόνια μετά, η Μπόκα μπαίνοντας στη φάση των νοκ-άουτ με αντίπαλο την Κορίνθιανς βρίσκεται ακόμα στον ίδιο αριθμό τροπαίων από τα χρόνια του Ρομάν. Στα μισά Λιμπερταδόρες του συλλόγου βρίσκεται μέσα αυτός ο αγέλαστος Ρικέλμε, έχοντας κατακτήσει επίσης τέσσερα πρωταθλήματα και ένα Διηπειρωτικό με την φανέλα της Μπόκα.
Μάρτιος 2009. Τα πρωταθλήματα παίζονται, οι προπονητές των εθνικών ομάδων αρχίζουν να σκέφτονται ποιους θα πάρουν μαζί τους στο Μουντιάλ του επόμενου καλοκαιριού. Ανάμεσά τους φυσικά κι ο Ντιεγκίτο που στις (πολλές) κακές συνήθειές του έχει και αυτή του να μη σκέφτεται πολύ πριν μιλήσει: «Θέλω τον Ρομάν για 10αρι, να τρέχει στα τελευταία 20 μέτρα του γηπέδου και να κάνει τη διαφορά με τη γρήγορη σκέψη του, φτιάχοντας γκολ για τους επιθετικούς. Τον είδα όμως με την Μπόκα πρόσφατα και δεν ξέρω. Έχει προβλήματα φυσικής κατάστασης; Αλλά έτσι, δεν μου κάνει. Δεν τον θέλω να μπλέκεται ανάμεσα στον Μαστσεράνο και τον Γκάγκο, ούτε να πηγαίνει να πάρει την μπάλα από τον Ντεμιτσέλις, είναι τρία χιλιόμετρα μακριά από την εστία!».
Ντιέγκο με φανέλα του Ρομάν
Ο χωρίς τακτ Ντιέγκο με τις δημόσιες δηλώσεις του ενοχλεί πολύ τον ιδιόρρυθμο Ρικέλμε. Ας μην ξεχνάμε ότι η σχέση του Ρομάν με την εθνική πέρασε από πολλά κύματα. Είχε δεχτεί πολύ μεγάλη κριτική από τον κόσμο και τους δημοσιογράφους στη χώρα μετά από μία ήττα με 3-0 από τη Βραζιλία το 2006. Λέγεται τότε ότι η μαμά Ρικέλμε μπήκε δυο φορές στο νοσοκομείο από τη στενοχώρια της και ο θλιμμένος καλλιτέχνης ανακοίνωσε την αποχώρησή του από την εθνική γι’ αυτόν τον λόγο. Επέστρεψε στη συνέχεια, έκανε σπουδαία πράγματα στο Κόπα Αμέρικα του 2007 (2ος σκόρερ), αλλά στον τελικό η Βραζιλία επικράτησε και πάλι. Το 2008 ήταν μέλος της εθνικής που κατέκτησε το χρυσό στο Πεκίνο, πανηγυρίζοντας με τον Ντιέγκο μάλιστα.
Ο Ρικέλμε εξαιτίας του μεγάλου του δεσμού με την Μπόκα, πάντα δεχόταν μεγαλύτερη κριτική από άλλους πιο… ουδέτερους ποδοσφαιριστές που έπαιξαν λιγότερο καιρό στην Αργεντινή και περισσότερο στην Ευρώπη. Περίμενε σίγουρα μια καλύτερη αντιμετώπιση από τον Μαραντόνα που ουσιαστικά αναμασούσε αυτά που έλεγαν οι… haters του Ρικέλμε. Όχι απλώς γιατί ο Ντιέγκο ήταν προπονητής και όχι ακροατής που παίρνει τηλέφωνο σε βραδινή εκπομπή, αλλά και γιατί τους έδενε μια σχέση εκτίμησης. Ο Μαραντόνα στο αντίο του το 2001, στο ματς προς τιμήν του, φορούσε τη φανέλα της Μπόκα που του είχε δώσει ο Ρικέλμε. Και στο πρώτο Λιμπερταδόρες του Ρικέλμε το 2000, ο σχολιαστής στην τηλεόραση τότε Μαραντόνα προσκλήθηκε από τον πιτσιρικά Ρικέλμε στα αποδυτήρια της Μπόκα στα πανηγύρια. Ο Ρικέλμε άλλωστε ήταν και καλεσμένος του Μαραντόνα στην εκπομπή του το 2005, όταν αγκαλιάστηκαν, φιλήθηκαν, χαμογέλασαν (σπάνιο για τον Ρικέλμε):
Ανάμεσα στις διάφορες γραφικότητες που έκανε ο Ντιέγκο, η εκπομπή “Λα Νότσε ντελ Ντίες” (η νύχτα του 10αριου ας πούμε) ήταν από τα καλύτερα πράγματα. Σπουδαίοι καλεσμένοι (από τον Μέσι ως τον Πελέ) και ένας Μαραντόνα που με το μπρίο και την τρέλα του τα κατάφερνε ανέλπιστα καλά ως παρουσιαστής.
Το 10αρι της Μπόκα δεν θα αργήσει να απαντήσει. Εμφανίζεται στο Canal 13 και δηλώνει: «Η εθνική τελείωσε για μένα. Με τον προπονητή που έχει η Αργεντινή δεν συμπίπτουμε σε πολλά. Δεν έχουμε τον ίδιο τρόπο σκέψης, δεν συμπεριφερόμαστε με τον ίδιο τρόπο, ούτε έχω τους ίδιους κώδικες αξιών που έχει αυτός. Οι δικοί μου κώδικες δεν είναι δικοί του και το αντίστροφο. Δεν μπορώ να συνεργαστώ μαζί του». Ο Ρικέλμε στα 33 του αποχωρεί εκ νέου από την εθνική ομάδα. Η σχέση του με τον Μαραντόνα δεν ήταν πια εκείνη με τις αγκαλιές και τα φιλιά στην τηλεόραση, είναι μια σχέση αντιπαλότητας.
Βρισκόμαστε όμως εν μέσω της ποδοσφαιρικής σεζόν. Κι αν είναι αρκετοί αυτοί που δεν γουστάρουν τον Ρικέλμε (ειδικά οπαδοί της Ρίβερ), υπάρχει και η Μπόκα. Η Μπόκα που βλέπει τον ηγέτη της να κάνει αυτές τις δηλώσεις, απέναντί του όμως να βρίσκεται ακόμα ένας αγαπημένος. Γιατί ο Μαραντόνα όσο και να ανήκει σε ολόκληρη την Αργεντινή, δηλώνει πιστά την αγάπη του στην Μπόκα και ο κόσμος της Μπόκα πάντα τον έχει ένα κλικ ακόμα πιο ψηλά από τους άλλους. Δεν είναι λίγο, ο καλύτερος παίκτης του κόσμου να είναι δικός σου, να ζει και να αναπνέει για σένα. Κι ας μην έχει καταφέρει τόσα πολλά με τη φανέλα της. Ο Ντιέγκο σε αντίθεση με τον Ρικέλμε δεν έχει κανένα Λιμπερταδόρες και έχει μόλις έναν τίτλο συνολικά με τους Μποστέρος, το πρωτάθλημα Μετροπολιτάνο του 1981 (σημαντικός τίτλος πάντως για διάφορους λόγους), δεν έχει προσφέρει τόσα όσα προσέφερε στην εθνική ή τη Νάπολι.
Η κόντρα των δύο ιερών τεράτων θεωρητικά διχάζει, πληγώνει την ομάδα. Όπως θα έλεγε κι ο Λευτέρης Πανατζής: «Από ‘δω η γυναίκα μου και από εδώ το αίσθημά μου». Αλλά όπως θα δούμε, για τους… Μποκέους ήταν πολύ πιο εύκολο να επιλέξουν, σε αντίθεση με τον παλιό πρόεδρο του Πανιωνίου. 15 Μαρτίου. Η Μπόκα αποδέχεται τους Αρχεντίνος Τζούνιορς (κατά διαβολική σύμπτωση, την πρώτη ομάδα του Ντιέγκο). Το Μπομπονέρα γεμίζει από νωρίς με ένα σωρό πανό. Όλα υπέρ του εν ενεργεία παίκτη της, του Ρικέλμε. Τα λόγια πολύ σκληρά. “Μαραντόνα για την Μπόκα πέθανες”, “Μαραντόνα κρίμα, έφυγες από την Μπόκα”, “Οι κώδικες δεν λερώνονται” (παίζοντας με τη διάσημη φράση του Μαραντόνα για την μπάλα), “Ο Ρομάν είναι της Μπόκα, της Μπόκα και τίποτα παραπάνω”. Οι παίκτες βγαίνουν στο χορτάρι, ο Ρικέλμε ακούει το όνομά του από τον κόσμο, που βρίζει παράλληλα την εθνική. Μόνο ένα σύνθημα ακούγεται υπέρ του Ντιέγκο: “Ντιέγκο αγαπημένε, η La 12 είναι μαζί σου”, οι σκληροπυρηνικοί barrabravas της Μπόκα. Το μπουθ που έχει ο Ντιέγκο στο Μπομπονέρα, και στο οποίο τον έχουμε δει άπειρες φορές να ξελαρυγγιάζεται, να πανηγυρίζει, να φωνάζει, παραμένει άδειο. Αλλά ο Μαραντόνα βλέπει τα πανό, έστω και από την τηλεόραση. Ένα απ’ όλα τον ενοχλεί παραπάνω:
«Ρικέλμε είδωλο της Μπόκα,
Μαραντόνα είδωλο της εθνικής και προδότης
Ρομάν σε αγαπάμε»
Ο Μαραντόνα ενοχλείται ιδιαίτερα: «Μου πονάει η ψυχή να με αποκαλούν προδότη, αλλά δεν μπορώ να κάνω κάτι. Ο παίκτης έχει πάντα δίκιο γιατί είναι αυτός που δίνει χαρά στον κόσμο. Κι ο κόσμος έχει το δικαίωμα να παίρνει θέση. Ξέρω τι έχω δώσει στην Μπόκα, πόσο την αγαπώ και το τελευταίο πράγμα που θα ήθελα στη ζωή μου είναι μια κόντρα με τον κόσμο της Μπόκα». Από την άλλη, ο Ρικέλμε λέει ότι αυτό που έζησε ήταν κάτι αξέχαστο. Δεν θέλει να μιλήσει παραπάνω για το θέμα, ήταν μια απόφαση δύσκολη, αλλά ήταν σίγουρος γι’ αυτή. Ο Ρικέλμε πράγματι δεν θα γυρίσει ξανά ποτέ στην εθνική. Δύο χρόνια μετά, ο Αλεχάντρο Σαμπέλα θα τον καλέσει, αλλά λόγω ενός τραυματισμού, ο Ρικέλμπε δεν θα παίξει. Αυτή θα είναι και η τελευταία του κλήση, ενώ η τελευταία του συμμετοχή θα είναι το 2008. Ο Μαραντόνα έχει μαλώσει και τα έχει ξαναβρεί με ένα σωρό ανθρώπους. Αλλά στην περίπτωση του Ρικέλμε, το γυαλί δεν θα ξανακολλήσει. Οι σχέσεις τους παραμένουν ψυχρές, ο Ντιέγκο θα τον κριτικάρει όταν ο Ρικέλμε αποφασίσει να ασχοληθεί με τα διοικητικά και μέχρι τον θάνατό του δεν θα βρουν ποτέ. Ο Ρομάν πάντως θα στείλει κι αυτός το μήνυμά του μετά τον θάνατο του Ντιέγκο. «Ήσουν ο καλύτερος που είδα ποτέ να παίζει και ο καλύτερος από όλους όσους θα δω». Η εφημερίδα Clarin θα γράψει ότι ο Ρικέλμε κατάφερε το 2009 να εκθρονίσει τον Ντιέγκο στις καρδιές των οπαδών. Ο κόσμος θα μπορούσε να μην πάρει θέση ή να υποστηρίξει τον άνθρωπο που έδωσε μια από τις μεγαλύτερες χαρές στο ποδόσφαιρο της χώρας. Ψήφισε όμως τον Ρικέλμε. Στη Ν. Αμερική όμως αυτά δεν παραμένουν για πάντα. Η αγάπη για τον Ντιέγκο επανήλθε με τα χρόνια και οι δυο τους συνεχίζουν να βρίσκονται στις υψηλότερες θέσεις της αγάπης του κόσμου. Έστω κι αν ένας επικράτησε κάποτε του άλλου.