Γιουνάιτεντ-Τσέλσι στη “σκακιέρα” του Oλντ Τράφορντ

2 Ιουλίου 2004. Στάμφορντ Μπριτζ. Η Τσέλσι παρουσιάζει τον νέο της προπονητή, που δεν είναι άλλος, απ’ τον Ζοσέ Μουρίνιο. Ο “γάμος” είχε γίνει γνωστός λίγο καιρό πριν, όταν η Πόρτο του 41χρονου προπονητή επικρατούσε της -εξαιρετικής- Μονακό, ενός πρώην παίκτη της Τσέλσι, του Ντινιέ Ντεσάμπ στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ με 3-0 και κατακτούσε το τρόπαιο με τα μεγάλα αυτιά, ένα χρόνο μάλιστα μετά το κύπελλο ΟΥΕΦΑ στη Σεβίλλη, απέναντι στη Σέλτικ. “Διαθέτουμε μερικούς κορυφαίους ποδοσφαιριστές αλλά είμαι σίγουρος πως διαθέτουμε τον κορυφαίο προπονητή” ήταν μερικά απ’ τα πρώτα λόγια του Μουρίνιο μπροστά στις κάμερες των Βρετανών δημοσιογράφων, δηλώσεις που -εννοείται- δεν πέρασαν στα ψιλά στην ποδοσφαιρική πραγματικότητα της Αγγλίας, σε μια περίοδο μάλιστα που μεσουρανούσαν τόσο η Γιουνάιτεντ του τεράστιου Σερ Άλεξ Φέργκιουσον όσο και η -καλύτερη ομάδα στον κόσμο κατά πολλούς εκείνη την περίοδο- Άρσεναλ του Αρσέν Βενγκέρ, και τα αγγλικά μίντια διψούσαν για φρέσκο αίμα. Αυτό εννοείται το βρήκαν στο πρόσωπο του Πορτογάλου και δεν ήταν λίγοι αυτοί που είχαν αρχίσει ήδη της συγκρίσεις με τον κορυφαίο ατακαδόρο (και εγωιστή) μάνατζερ. Τον Μπράιαν Κλαφ. Ο χαρακτηρισμός που του κόλλησαν οι δημοσιογράφοι, με την πρώτη μάλιστα, δεν ήταν άλλος από αυτόν του αλαζόνα αν και ο Μουρίνιο γνώριζε καλύτερα απ’ τον καθένα πως μόνο έτσι -ή κάπως έτσι- μπορούσε να επιβιώσει στην δύσκολη πραγματικότητα της Πρέμιερ Λιγκ απέναντι σε μεγαλύτερα κλαμπ όπως αυτά της Γιουνάιτεντ, της Άρσεναλ και φυσικά της Λίβερπουλ που είχε αρχίσει να επιστρέφει σιγά-σιγά (και συνεχίζει να επιστρέφει από τότε). Και τα κατάφερε με τον δικό του τρόπο, κατακτώντας τα πάντα εντός Αγγλίας με τους “μπλε” (η Τσέλσι τα τελευταία 12 χρόνια είναι άλλωστε η κορυφαία Αγγλική ομάδα). Το σημαντικότερο όμως για τον ίδιο και τον εγωκεντρικό του χαρακτήρα ήταν κάτι άλλο. Πλέον στις συνειδήσεις των περισσότερων φίλων του ποδοσφαίρου ήταν αυτός ο κορυφαίος. Ο Special One.

12 χρόνια μετά ο Μουρίνιο συνεχίζει στους πάγκους αλλά δεν είναι ο κορυφαίος προπονητής στον κόσμο. Το ποδόσφαιρο εξελίσσεται συνεχώς, ο Πορτογάλος δείχνει να έχει μείνει κάπου στάσιμος και δεν βρίσκεται πλέον στον πάγκο των “μπλε”, έχοντας απολυθεί από τον Αμπράμοβιτς δις, αλλά στον πάγκο της μεγάλης του αντιπάλου τα πρώτα χρόνια του στο Νησί, της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, θέλοντας -εννοείται- να δημιουργήσει μια νέα δυναστεία και να γίνει ο κορυφαίος προπονητής στην σύγχρονη εποχή της ομάδας μετά δηλαδή από αυτόν που δεν πρόκειται να ξεπεραστεί ποτέ. Τον Σερ Άλεξ. Ως ώρας δεν το έχει καταφέρει και όλο αυτό το εγχείρημα φαντάζει υπερβολικά δύσκολο. Αλλά ας μην προτρέχουμε. Το ποδόσφαιρο άλλωστε είναι κάτι που ακροβατεί συνεχώς στο να μας εκθέτει και να μας δικαιώνει. Αντίθετα, στο τιμόνι της Τσέλσι βρίσκεται εδώ και σχεδόν ένα χρόνο ο Αντόνιο Κόντε. Ένας προπονητής που παρουσιάζει ένα ποδόσφαιρο αρκετά αναπαλαιωμένο μέσα από το δικό του 3-4-3 και φαντάζει αρκετά πιο σύγχρονος και αποτελεσματικός μιας και η Τσέλσι είναι πρώτη έχοντας τη Γιουνάιτεντ -σχεδόν- στο -20 στο βαθμολογικό πίνακα. Πόσοι περίμεναν κάτι τέτοιο τον περασμένο Αύγουστο όταν ξεκινούσε η Πρέμιερ Λιγκ (με την Τσέλσι να παρουσιάζει ένα άκρως προβληματικό πρόσωπο τις πρώτες αγωνιστικές); Πολύ σωστά, κανείς. Το παιχνίδι που θα λάβει χώρα την Κυριακή του Πάσχα στο Όλντ Τράφορντ αν και δεν έχει σπουδαία βαθμολογική σημασία (όσο και αν οι red devils παλεύουν για την 4η θέση που οδηγεί στο Τσάμπιονς Λιγκ) αναμένεται “καυτό” για όλους τους φίλους του Αγγλικού -και όχι μόνο- ποδοσφαίρου μα φυσικά και για τους δύο προπονητές που ως μετρ της τακτικής θα θέλουν να παρουσιάσουν κάτι μοναδικό στην “σκακιέρα” του Ολντ Τράφορντ.

Αν έπρεπε να βρω κάτι εκτός ποδοσφαίρου για να χαρακτηρίσω την εν λόγω αναμέτρηση αυτό το κάτι δεν θα ήταν άλλο από το αριστούργημα του Στέφαν Σβάιγκ “Σκακιστική Νουβέλα”. Μια νουβέλα που εκδόθηκε το 1943 λίγους μήνες μετά το θάνατο του συγγραφέα στη Βραζιλία. Το βιβλίο καταπιάνεται με την απίστευτη σκακιστική “μάχη” τακτικής ανάμεσα στον παγκόσμιο πρωταθλητή και αλαζόνα Μίρκο Τσέντοβιτς και τον πανέξυπνο δρ Μπ. Όπου αλαζόνας βάλτε τον Μουρίνιο που θέλει να πάρει και την μεγάλη εκδίκησή του για τον διασυρμό με 4-0 στον α’ γύρο στο Λονδίνο, και όπου πανέξυπνος (και πανούργος) βάλτε τον Ιταλό Αντόνιο Κόντε που απλά θέλει να διαχειριστεί μια αναμέτρηση πλησιάζοντας ακόμα περισσότερο στον δικό του θρίαμβο. Να κατακτήσει δηλαδή την Πρέμιερ Λιγκ, στην πρώτη του σεζόν έχοντας μάλιστα ως αντιπάλους μερικούς από τους σπουδαιότερους προπονητές των τελευταίων 20 ετών, και όχι μόνο. Μπορεί ο Μουρίνιο να βρει απαντήσεις απέναντι σε αυτό το εκνευριστικά καλό 3-4-3 με το δικό του 4-2-3-1 ή θα πρέπει να αλλάξει τακτική και πρόσωπα; Ετοιμάζει ο Κόντε κάτι διαφορετικό που ίσως εκπλήξει τον Πορτογάλο ή θα συνεχίσει να μας προκαλεί αναπάντητα ερωτηματικά στον τρόπο λειτουργίας του συστήματός του και της αντιμετώπισης αυτού; Ας κάνουμε λιγάκι υπομονή και θα το μάθουμε τις επόμενες ώρες.

Portrait of Chess Players του Marcel Duchamp

Ο πολύς Πεπ Γκουαρδιόλα ηττήθηκε δύο φορές από το 3-4-3 του Ιταλού μη μπορώντας να βρει απαντήσεις, και αν συμβεί το ίδιο και με τον Μουρίνιο θα είναι η καλύτερη απάντηση του Ιταλού για το ανίκητό του σύστημα. Εκείνο το σύστημα που εφάρμοσε στο ημίχρονο στο Εμιρέιτς, γνωρίζοντας τη συντριβή, και αλλάζοντας ουσιαστικά τις ισορροπίες στο φετινό πρωτάθλημα της Πρέμιερ Λιγκ, βάζοντας σε όλους μας μεγάλες σπαζοκεφαλιές για τον τρόπο αντιμετώπισης αυτής της τακτικής, με αυτούς τους παίκτες εντός γηπέδου. Και αυτή είναι και η μεγάλη διαφορά ενός καλού προπονητή από ένα κακό ή λιγότερο καλό προπονητή και η μισή “μαγκιά” και μαεστρία του Ιταλού στη φετινή πορεία και οικονομία του πρωταθλήματος. Να μπορείς να εφαρμόσεις δηλαδή το πιο αποδοτικό σύστημα στην ομάδα σου ανάλογα με τους παίκτες και τα χαρακτηριστικά που αυτοί έχουν και όχι να προσπαθείς να επιβάλλεις πάνω τους ένα παιχνίδι που δεν μπορούν να υποστηρίξουν και να λειτουργήσουν μέσω αυτού. Αυτή είναι και η μεγαλύτερη νίκη του Κόντε στο φετινό πρωτάθλημα κόντρα σε σπουδαίους προπονητές που δείχνουν όμως εγκλωβισμένοι στον τρόπο λειτουργίας της ομάδας και των χαρακτηριστικών των παικτών που διαθέτουν, βάζοντας το “εγώ” τους πάνω από το “εμείς” και την ομάδα. Ο Γκουαρδιόλα κάνει αυτό το λάθος όπως και ο Κλοπ. Το ίδιο κάνει και ο Βενγκέρ, κάτι που εννοείται κάνει και ο Μουρίνιο με τραγικά αποτελέσματα για την ομάδα του τη φετινή σεζόν.

Απ’ την άλλη αν έπρεπε να βρω ένα και μόνο σημείο για το συγκεκριμένο παιχνίδι αυτό δε θα ήταν άλλο από τη νίκη της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Όχι επειδή διαθέτει καλύτερη ομάδα από τους “μπλε” -κάτι που εννοείται πως δεν ισχύει- αλλά επειδή θεωρώ αρκετά δύσκολο να μην κάνει ο Μουρίνιο μια μεγάλη νίκη σε μια ολόκληρη σεζόν, σε ένα παιχνίδι που δεν είναι “must win” για καμία εκ των δύο ομάδων, όσο και αν η Γιουνάιτεντ το θέλει περισσότερο μιας και κυνηγά -τουλάχιστον- την 4η θέση. Ο πληγωμένος εγωισμός του Μουρίνιο συνήθως αντιδρά θετικά σε δύσκολες συνθήκες όπως αυτή που βρίσκεται τον τελευταίο καιρό (ή απ΄την αρχή της σεζόν για πολλούς) η ομάδα του και απ’ την άλλη μένει να δούμε τι μπορεί να καταφέρει ο Κόντε (όντας ήρεμος και χαλαρός στη σιγουριά της πρωτιάς) στην πρώτη του επίσκεψη στο Όλντ Τράφορντ. O Πορτογάλος πάντως στην πρώτη του επίσκεψη ως προπονητής των “μπλε” τη σεζόν 2004-2005 είχε φύγει με ένα εκκωφαντικό διπλό από το Θέατρο των Ονείρων επικρατώντας με 1-3 χάρις στα τέρματα των Τιάγκο, Γκουντγιόνσεν και Τζόε Κόουλ (το σκορ είχε ανοίξει ο Ρουντ Φαν Νίστελρόι στο 7ο λεπτό) κάνοντας -τότε- νέο ρεκόρ συγκομιδής βαθμών για την Πρέμιερ Λιγκ με 94. Μένει να δούμε αν θα καταφέρει το ίδιο ο Κόντε έχοντας αντίπαλο -όχι τον Σερ Άλεξ- αλλά ακόμα ένα θρύλο των πάγκων. Τον Ζοσέ Μουρίνιο. Έστω και αν δεν βρίσκεται στα καλύτερά του, ούτε αυτός αλλά ούτε και η τεράστια και ιστορική ομάδα που διαχειρίζεται.