Ο Τζον Ουόλ είναι σήμερα ένας από τους μεγαλύτερους σταρ του παγκοσμίου μπάσκετ. Ο δρόμος του μέχρι εδώ ήταν γεμάτος αγκάθια και δαίμονες που έπρεπε να πολεμήσει. Μια ματιά στα παιδικά του χρόνια είναι αρκετή…
Ο μικρός Τζον συνήθιζε να βλέπει τον πατέρα του μόνο τα Σαββατοκύριακα. Δεν τον είχε ζήσει διαφορετικά, έξω από τον χώρο της φυλακής. Τον γνώριζε μόνο εκεί. Λίγες ημέρες μετά τη συμπλήρωση του πρώτου έτους, ο πατέρας του, Frances Pulley, καταδικαζόταν για ένοπλη ληστεία σε παντοπωλείο η οποία σε συνδυασμό με παλαιότερα προβλήματα που είχε με τον νόμο τον υποχρέωνε να περάσει τα κάγκελα του σωφρονιστικού ιδρύματος έξω από το Raleigh της Βόρειας Καρολίνας (γενέτειρα του σημερινού σταρ των «Μάγων» αλλά και πολλών σπουδαίων παιχτών μπάσκετ) για τα επόμενα επτά χρόνια.
Κάθε Σαββατοκύριακο, ο μικρός Τζον με τη μητέρα και τις αδερφές του ταξίδευαν δύο ώρες με το αυτοκίνητο για να επισκεφτούν τον έγκλειστο Frances. Η φυλακή ήταν απλά «το μέρος που ζούσε ο μπαμπάς». Στα παιδιά επέτρεπαν να έχουν κανονική επαφή με τον πατέρα τους. Να τον αγκαλιάζουν, να κάθονται επάνω του. Σε κάθε τους επίσκεψη, ο Frances ερχόταν με μερικές ζωγραφιές υπερ-ηρώων που είχε ετοιμάσει μέσα στην εβδομάδα που μεσολαβούσε για αυτά. Σαν αυτών που μοιάζει σήμερα ο υπερηχητικός σταρ της Ουάσινγκτον όντας ένας από τους πιο γρήγορους και δυναμικούς γκαρντ που έχει δει το άθλημα στη σύγχρονη εποχή του.
Όταν ο Τζον ήταν ήδη οχτώ ετών, ο πατέρας του ξαφνικά και χωρίς καμία ενημέρωση αποφυλακίστηκε. Ήταν μια τεράστια, πολύ ευχάριστη έκπληξη για τον μικρό. Αυτομάτως η οικογένεια ετοιμάζει τα πράγματα της και φεύγει για διακοπές στο White Lake της Βόρειας Καρολίνας, λίγο έξω από το μέρος που ζούσαν. Ήταν η πρώτη φορά που ο Τζον είχε την ευκαιρία να περάσει χρόνο με τον πατέρα του χωρίς τους κανόνες, τους περιορισμούς και το ωράριο της φυλακής. «Ήταν οι καλύτερες ημέρες της ζωής μου» θυμάται σήμερα. Ο πατέρας του ήταν συνεχώς κοντά του. Του έλεγε πόσο σημαντικό ήταν να προστατεύει σαν πραγματικός άντρας την οικογένεια του και τον έβαλε να του υποσχεθεί ότι θα κάνει τα πάντα για να σπουδάσει.
Ξαφνικά, την τελευταία ημέρα των διακοπών, ο πατέρας του Τζον άρχιζε να αιμορραγεί από το στόμα, στο μπάνιο του μοτέλ όπου διέμενε η οικογένεια. Διακομίστηκε στο νοσοκομείο άμεσα όπου και κατέληξε μια ημέρα μετά. Ο Frances είχε καρκίνο στο συκώτι. Βρισκόταν σε τερματικό στάδιο. Αυτός ήταν και ο λόγος που αποφυλακίστηκε νωρίτερα (οι γιατροί είχαν αποφανθεί που δεν υπήρχε περίπτωση να βγάλει τους μήνες που απέμεναν για την συμπλήρωση της ποινής) ώστε να περάσει όσο χρόνο είχε με την οικογένεια του.
Η απώλεια αυτή και ο τρόπος με τον οποίον ήρθε στοίχισε πολύ στον νεαρό Τζον. Την ημέρα της κηδείας μάλιστα ο μεγάλος του αδερφός υπόσχεται στην οικογένεια ότι αυτός θα είναι που θα τους προσέχει από εδώ και πέρα. Όμως έναν χρόνο μετά καταδικάζεται σε είκοσι χρόνια κάθειρξη . Ακολούθησαν μερικά πολύ σκοτεινά χρόνια για τον Ουόλ. Ήταν γεμάτος θυμό και αντιδραστικότητα σε ολόκληρη τη διάρκεια της εφηβείας του. Έμπλεκε συνεχώς σε καβγάδες και κουβαλούσε τη φήμη του κακού παιδιού. Οι κλοπές αυτοκινήτων και τα σπασίματα τζαμιών σε σπίτια βρίσκονταν στο ημερήσιο ρεπερτόριο του. Παρότι στο λύκειο έδειχνε ότι έχει τα προσόντα να εξελιχθεί σε αθλητή-φαινόμενο, η συμπεριφορά του ήταν καταδικαστική για το μέλλον του. Ούρλιαζε συνεχώς σε συμπαίχτες που δεν του πάσαραν τη μπάλα, αντιδρούσε πολύ άσχημα στις παρατηρήσεις των προπονητών του και τις στιγμές που γινόταν αλλαγή. Πολλές φορές καθόταν στην άκρη του πάγκου και έτρωγε σνακ την ώρα του παιχνιδιού εξοργίζοντας του πάντες εντός της ομάδας.
Την ίδια εποχή, η μητέρα του δούλευε σε δύο δουλειές για να μπορέσει να προσφέρει τα άκρως απαραίτητα στην οικογένεια της και οι αδερφές του επίσης εργάζονταν για να συνδράμουν όσο μπορούσαν. Ο Τζον φαινόταν να έχει τραβήξει τον δικό του δρόμο, αδυνατώντας να καταλάβει ότι με αυτή τη συμπεριφορά που τον διακρίνει, ποτέ το Ντιούκ ή το Νορθ Καρολάινα (τα δύο μεγάλα μπασκετικά προγράμματα της περιοχής αλλά και της χώρας) δεν θα ενδιαφερθούν για αυτόν, όσα προσόντα και εάν έχει.
Μια απόφαση της μητέρας του όμως γύρισε τον διακόπτη του μυαλού του. Η κυρία Wall δίνει τα τελευταία διακόσια δολάρια που είχε αποταμιεύσει ώστε ο μικρός της γιος να μπορέσει να συμμετάσχει σε ένα από τα τουρνουά της AAU (Athletic Amateur Union). Το αντίτιμο ισοδυναμούσε με δύο ημέρες χωρίς ρεύμα στο σπίτι (τα χρήματα είχαν μπει στην άκρη για να πληρωθεί ο λογαριασμός). Ήταν μια απόφαση που μίλησε στην καρδιά του μικρού Τζον.
«Εάν η μητέρα μου κάνει αυτό για εμένα, εγώ θα κάνω ότι περνάει από το χέρι μου για να της δώσω μια καλύτερη ζωή». Και το έκανε. Η αλλαγή μέσα του ήταν κάτι σπάνιο. Ο Ουόλ αρχίζει να ακούει. Συγκεντρώνεται στο μπάσκετ και προπονείται σκληρά φτάνοντας γρήγορα το status του Νο1 prospect της χώρας. Η οπτική των μεγάλων προγραμμάτων απέναντι στη περίπτωση του είχε αλλάξει πλήρως και η πόρτα του Κεντάκι άνοιξε για αυτόν. Το 2010 ο Ουόλ επιλέγεται στο Νο1 του ντραφτ του ΝΒΑ. Λίγο αργότερα αγοράζει ένα σπίτι με επτά υπνοδωμάτια για τη μητέρα του, ξεπληρώνοντας έτσι ένα πολύ μικρό μέρος των θυσιών που αυτή έκανε για να τον μεγαλώσει. Η ανοιχτή επιστολή που στέλνει στον πατέρα του μέσω του ESPN φωτίζει ολόκληρη τη διαδρομή του, από τα δύσκολα χρόνια μέχρι την καταξίωση του σήμερα.
«Πατέρα, ξέρω ότι είσαι υπερήφανος για το είδος του άντρα που έχω γίνει. Δεν είχαμε ποτέ την ευκαιρία να έρθουμε κοντά όπως συνηθίζεται για έναν πατέρα και έναν γιο όμως θέλω να ξέρεις ότι προσέχω τη μητέρα και την οικογένεια μου ακριβώς όπως μου είχες πει τότε». Ο Ουόλ έκανε γνωστό τη περίοδο εκείνη ότι όταν γίνει πατέρας θα μοιραστεί με το παιδί του την ιστορία του δικού του πατέρα για να του δείξει ότι κάθε νεότερη γενιά μπορεί να γίνει κάτι καλύτερο από την προηγούμενη.
Στις 6 Δεκέμβρη του 2018, ο Ace Wall ήρθε στον κόσμο…