stoiximanblog-eye-of-the-tiger

Eye of the tiger

«Ο Ρόκι Μαρτσιάνο είναι ερασιτέχνης – δεν θα έπρεπε να αγωνίζεται ούτε σε συνοικιακά τουρνουά. Αν δεν τον στείλω με νοκ-άουτ, να σβήσετε το όνομα μου από τον χάρτη και θα κρεμάσω τα γάντια μου. Το μόνο που με στενοχωρεί, είναι που οι εργάτες στο Μπρόκτον έχουν ποντάρει ότι έχουν και δεν έχουν στη νίκη του συγχωριανού τους και αύριο δεν θα έχουν για το γάλα των παιδιών τους».

Στην πραγματικότητα, με το τέλος του μεγαλύτερου αγώνα στην ιστορία της πυγμαχίας που (εν έτει 1952) μεταδόθηκε σε κλειστό κύκλωμα σε 49 γήπεδα σε 31 πόλεις, ο Τζο Γουόλκοτ αναγκάστηκε όντως να κρεμάσει τα γάντια του.  Ο Ρόκι Μαρτσιάνο, γνωστός ως «ο Βράχος», του κατάφερε το τελειωτικό χτύπημα με το πλήθος να παραληρεί. Ο Ρόκι Μαρτσιάνο, ο «ορίτζιναλ» Ρόκυ (πριν ξαμοληθεί μέσα από την μεγάλη οθόνη το κακέκτυπο του Σταλόνε) ήταν παγκόσμιος πρωταθλητής βαρέων βαρών και το γάλα των παιδιών της φτωχολογιάς της Μασαχουσέτης εξασφαλισμένο.

ΤΑ ΛΕΦΤΑ ΜΙΛΑΝΕ

Οι αρχικές αποδόσεις για τον μεγαλύτερο αγώνα όλων των εποχών (μέχρι τον επόμενο) ήθελαν τον 29χρονο Ρόκυ Μαρτσιάνο καθαρό αουτσάιντερ στο 4.00, παρότι ο αντίπαλος του, ο 38χρονος πια Τζο Γουόλτον φαινόταν να πλέει τα λοίσθια και για πολλούς οι μέρες του ήταν δανεικές και μετρημένες. Στον αντίποδα, ο ερασιτέχνης Ρόκι, που είχε ξεκινήσει την πυγμαχία μόλις στα 24, ήταν για τους ειδικούς «άγαρμπος και αδέξιος μποξέρ των σπηλαίων» και τα ΜΜΕ εκτιμούσαν ότι αν τυχόν κέρδιζε ο Ρόκι, αυτό θα γινόταν κατά λάθος.

stoiximanblog-eye-of-the-tiger-1

Η πυγμαχία ήταν ανέκαθεν άθλημα με χαρακτηριστικές διακυμάνσεις στις αποδόσεις, δεδομένου ότι δεν υπάρχει πλούτος συμβατών στατιστικών δεδομένων που να μπορούν να αξιοποιηθούν αλγοριθμικά παράγοντας αξιόπιστες αποδόσεις (συν το ότι ήταν ανέκαθεν ευάλωτη σε χειραγώγηση όπως ακριβώς το βλέπουμε στις ταινίες), οι μπουκμέικερ βασίζονταν στη «σοφία του πλήθους» για να διαμορφώσουν τις αποδόσεις τους, καταγράφονται μεγάλες διακυμάνσεις, ανάλογα με το βάρος των πονταρισμάτων. Και ο αστικός μύθος λέει ότι όλοι οι γείτονες και φίλοι του Ρόκι, ολόκληρη η πόλη,  είχαν ποντάρει τις οικονομίες μιας ζωής στη νίκη του πουλέν τους, με συνέπεια η απόδοση την ημέρα του αγώνα να έχει πέσει στο 2.60 – Τα λεφτά μιλάνε…

Όταν στον 13ο γύρο της αναμέτρησης, ο καταφανώς μέχρι τότε χαμένος Ρόκι, κατάφερε στον αντίπαλο του τη “Suzie Q”, μια από τις τελειότερες γροθιές στην ιστορία της Πυγμαχίας που τον σώριασε στο καναβάτσου, ακούστηκε ένα «Γιέέές» που ξεκίναγε από τα έγκατα της γης και έκανε τις οροφές των εργοστασίων να χοροπηδούν στον αέρα. Εκείνη την ημέρα στο Μπρόκτον, είχαν βρει την λαλιά τους μέχρι και οι μουγγοί…

Η ΑΠΟΒΑΣΗ ΣΤΗ ΝΟΡΜΑΝΔΙΑ

Ο Ιταλός πατέρας του είχε πολεμήσει στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο πριν φτάσει μετανάστης στις ΗΠΑ το 1916 και καταλήξει παπουτσής στο Μπρόκτον της Μασαχουσέτης, με πολλά νευρολογικά προβλήματα από τα δηλητηριώδη αέρια στα χαρακώματα του πολέμου. Ο πρωτότοκος (από τα έξι αδέρφια) Ρόκο, κόντεψε να πεθάνει δύο χρονών από πνευμονία και ίσως γι’ αυτό από παιδί έβγαζε μια τεράστια δύναμη για ζωή από παιδί, κακός μαθητής και επιρρεπής στους καβγάδες του δρόμου. Στην εφηβεία του ήταν ήδη γνωστός για το πολύ δυνατό δεξί του χέρι, το οποίο συνήθως έριχνε με πολύ δύναμη και με μεγάλη κίνηση σαν Overhand, έχοντας μάλιστα βαφτίσει την κίνηση του σαν “Suzie Q” από έναν χορό σουίνγκ (με έντονες κινήσεις των χεριών) της δεκαετίας του ’30 (“They do the Susie Q!”) και το ομώνυμο μπλουζ τραγούδι, πάνω στο οποίο θα πατούσε (μουσικά) μια από τις μεγαλύτερες ροκ επιτυχίες όλων των εποχών, μερικές δεκαετίες αργότερα.

Κάπως έτσι ο νεαρός Ρόκο Μαρκετζιάνο, σχεδόν μην έχοντας άλλη επιλογή, κατετάγη στον στρατό και στα 1943 βρέθηκε στην Ευρώπη, όχι στην πρώτη γραμμή, αλλά σαν οδηγός φορτηγού στη γραμμή ανεφοδιασμού για την επιχείρηση της απόβασης της Νορμανδίας. Στον στρατό βέβαια δεν γλύτωσε τους καβγάδες και κατέληξε να καθαρίζει πατάτες, μέχρι κάποιος οξυδερκής «γαλονάς» να τον βγάλει απ’ τα μαγειρεία και να τον βάλει να αγωνιστεί στο ερασιτεχνικό πρωτάθλημα μποξ των ενόπλων δυνάμεων, το οποίο κατέκτησε το 1946. Και ήταν τότε που ο Ρόκο Μαρκετζιάνο, είδε για πρώτη φορά στη ζωή του σοβαρά την πυγμαχία και ξαναβαφτίστηκε σε Ρόκι Μαρτσιάνο, καθώς οι εκφωνητές δυσκολεύονταν υπέρμετρα να προφέρουν το όνομα στην προαναγγελία των αγώνων του…

Ο ΜΟΧΑΜΕΝΤ ΑΛΙ & Η ΑΠΑΡΧΗ ΤΩΝ VIRTUAL SPORTS

Το Φθινόπωρο του 1966 είχε βουήξει ο τόπος ότι ο 43χρονος πια Μαρτσιάνο θα επέστρεφε στην ενεργό δράση για να αντιμετωπίσει τον Μοχάμεντ Άλι που βρισκόταν στο απόγειο της καριέρας του. Ένας ζάμπλουτος Μεξικανός του είχε προσφέρει το μυθικό για την  εποχή ποσό των τεσσάρων εκατομμυρίων δολαρίων, αλλά ο Ρόκυ, έχοντας σώας τας φρένας, τελικά αρνήθηκε.  

Εντέλει, ο Ρόκυ Μαρτσιάνο όντως αντιμετώπισε τον Άλι ή τουλάχιστον στο περίπου. To 1969 ένα μεγαλοστέλεχος διαφημιστικής εταιρίας στο Μαϊάμι, είχε την φαεινή ιδέα να δημιουργήσει μια προσομοιωμένη, “computer-generated”, αναμέτρηση μεταξύ του Ρόκυ και του Άλι, η οποία θα προβαλλόταν (με το αζημίωτο) μέσω καλωδιακής τηλεόρασης. Πλήρωσε λοιπόν τους δύο μονομάχους να παίξουν διάφορα σενάρια μπροστά στις κάμερες  κάμερες και στη συνέχεια τροφοδότησε με δεδομένα των δύο μονομάχων τον υπολογιστή και το κομπιούτερ «έτρεξε» το πώς θα εξελισσόταν μια μυθική αναμέτρηση μεταξύ των δύο και έτσι δημιουργήθηκε η πρώτη ταινία εικονικής αναμέτρησης με σεναριογράφο το κομπιούτερ. Η ταινία λανσαρίστηκε με τον εύγλωττο τίτλο “Superfight” και το αποτέλεσμα της αναμέτρησης κρατήθηκε σαν επτασφράγιστο μυστικό – περισσότερο και από τον νικητή του “Survivor”…

stoiximanblog-eye-of-the-tiger-2

THE SUPER FIGHT, from left: Rocky Marciano, Muhammad Ali, 1970. Courtesy Everett Collection ACHTUNG AUFNAHMEDATUM GESCHÄTZT PUBLICATIONxINxGERxSUIxAUTxONLY Copyright: xCourtesyxEverettxCollectionx MCDSUFI EC001

Κάπως έτσι το καλοκαίρι του 1969 και αφού ο Μαρτσιάνο μετά από εξαντλητική δίαιτα είχε χάσει 50 περιττά κιλά για να ξαναβρεί το αθλητικό του δέμας, κλείστηκαν μαζί με τον Άλι για μια εβδομάδα σε ένα στούντιο στο Μαϊάμι και κινηματογράφησαν περισσότερους από 75 εικονικούς πυγμαχικούς γύρους με τις κάμερες να τους ακολουθούν σε πρώτο πλάνο και την τεχνολογία να κάνει σε δεύτερο χρόνο θαύματα, κάνοντας τις σχετικά αργές κινήσεις τους να φαίνονται αστραπιαίες στην  τελική version θα έφτανε στους τηλεθεατές μετά την προσομοίωση του υπολογιστή και το αντίστοιχο μοντάζ. Και κάπως έτσι γεννήθηκαν τα Virtuals, 50 χρόνια πριν την εκρηκτική άνθηση τους ελέω της πανδημίας.  

Τελικά στις 20 Ιανουαρίου 1970 η ταινία με τον εύγλωττο τίτλο “Superfight” προβλήθηκε σε μία και μοναδική ταυτόχρονη προβολή σε 1500 κινηματογράφους στις ΗΠΑ και τον Καναδά. 

Το αποτέλεσμα μπορεί να είχε φυλαχθεί σαν επτασφράγιστο μυστικό, αλλά σε μια ταραχώδη εποχή, με τις φυλετικές διακρίσεις και εντάσεις στο απόγειο τους, δεν ήταν δύσκολο να μαντέψεις το αποτέλεσμα. Άλλωστε τα κομπιούτερ δεν κάνουν λάθη και κανείς δεν θα ήθελε να δει την λευκή Αμερική να υποτάσσεται σε έναν «έγχρωμο» μαχητή, πόσο μάλλον έναν λευκό βετεράνο του Β’ παγκοσμίου πολέμου σε έναν μουσουλμάνο. Από τη μία ο αποκλεισμένος εκείνη την εποχή ακτιβιστής Μοχάμεντ Άλι και από την άλλη ο αήττητος ήρωας, ενσαρκωτής του αμερικανικού ονείρου – κανείς “made in USA” κομπιούτερ που σέβεται τον εαυτό του, δεν θα μπορούσε να μην ξέρει πώς να διαχειριστεί το μοντάζ: κατά τη διάρκεια της μάχης ο Άλι φαινόταν να κυριαρχεί, μέχρι που στον 13ο γύρο του αγώνα, ο αιμόφυρτος Ρόκι, κατάφερε να ρίξει τον Μοχάμεντ Άλι στο καναβάτσο με νοκ άουτ. Σαν παλιό σινεμά…

ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΑΡΤΣΙΑΝΟ ΣΤΟΝ ΡΟΚΥ ΜΠΑΛΜΠΟΑ

Το 1976 ο Σιλβέστερ Σταλόνε είχε πει ότι εμπνεύστηκε τον χαρακτήρα του Ρόκι Μπαλμπόα από τον Ρόκι Μαρτσιάνο. Παρότι όπως αποκαλύφτηκε αργότερα, το σενάριο της ταινίας παραπέμπει περισσότερο στην μονομαχία ενός μεταγενέστερου πυγμάχου, του Τσαπ Γουέπνερ με τον Μοχάμεντ Άλι, η εικονογράφηση του χαρακτήρα, το όλο παρουσιαστικό του μαζί με το αγωνιστικό του στιλ, αποτελούν φόρο τιμής στον πραγματικό Ρόκι, τον Ρόκι Μαρτσιάνο. 

Ο Ρόκι Μαρτσιάνο πρόσεχε πολύ την δημόσια εικόνα του, είχε κόψει το ποτό και το κάπνισμα και ήταν το καθαρό πρότυπο ενός βρώμικου σπορ, ο αταλάντευτος μαχητής σε μια θάλασσα παρακμής και διαφθοράς και σε αυτό ακριβώς πάτησε ο Σταλόνε για να χτίσει τον ήρωα του. Ο Ρόκι του σελιλόιντ μάχεται σαν τον Μαρτσιάνο κόντρα σε Θεούς και δαίμονες και συνεχίζει να δουλεύει σκληρά κα να προπονείται με την ίδια ένταση και πάθος, όσο αντίξοες και αν είναι οι συνθήκες γύρω του. 

stoiximanblog-eye-of-the-tiger-3

Ο ίδιος ο Σταλόνε, γιος κι αυτός Ιταλών μεταναστών που λίγο έλειψε να χάσει τη ζωή του, κατά τη διάρκεια της γέννας, κακός μαθητής και καβγατζής, έφτασε μέχρις να ληστέψει τη σύζυγο του για να πουλήσει τα κοσμήματα της και τελικά να μείνει άστεγος, λίγους μόλις μήνες πριν καταφέρει να γυρίσει τον Ρόκι. Είχε όμως πάντα κρατημένο στο παγκάκι του, εκείνη τη μισοσκισμένη αφίσα από το εφηβικό του δωμάτιο, εκείνο το πόστερ του Ρόκι Μαρτσιάνο, με τις γροθιές ανοιχτές  και τη ματιά προσηλωμένη στον στόχο, την ματιά του Τίγρη…  

It’s the eye of the tiger, it’s the thrill of the fight

Risin’ up to the challenge of our rival

And the last known survivor stalks his prey in the night

And he’s watchin’ us all with the eye of the tiger

Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΠΤΗΣΗ

Ο Ρόκι Μαρτσιάνο έμεινε στην ιστορία σαν ο μοναδικός πρωταθλητής που δεν ηττήθηκε ποτέ σε επαγγελματικό αγώνα, κλείνοντας την καριέρα του με το ασύλληπτο ρεκόρ 49-0 (43 νοκ άουτ) – για παράδειγμα ο Μοχάμεντ Άλι αποσύρθηκε με ρεκόρ 56-5 (37 νοκ άουτ) και ο Μάικ Τάισον με ρεκόρ 50-6 (62 χρόνια μετά, λένε ότι τον ξεπέρασε ο Φλόιντ Μεϊγουέδερ με ρεκόρ 50-0). 

Ένα μήνα μετά το γύρισμα με τον Άλι για την Virtual αναμέτρηση τους, ο Ρόκι Μαρτσιάνο βρήκε ακαριαίο θάνατο, όταν το τριθέσιο αεροπλάνο του, συνετρίβει μετά από πρόσκρουση σε μια βελανιδιά στην προσπάθεια του πιλότου να κάνει αναγκαστική προσγείωση σε ένα χωράφι. Έτσι ο Ρόκι δεν πρόλαβε καν να καμαρώσει τον εαυτό του να βγάζει νοκ άουτ τον  Μοχάμεντ Άλι σε αυτή που θα έμελλε να είναι η 50η νίκη της καριέρας του. Γιατί κάποια ρεκόρ, δεν πρέπει να σβήσουν ποτέ…