Καλοκαίρι του 2009 και η Μάντσεστερ Σίτι, που έχει άπειρα χρήματα για ξόδεμα, έχει τερματίσει στη 10η θέση της Πρέμιερ Λιγκ, στο -40 από την συμπολίτισσα, και πρωταθλήτρια Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Είναι το καλοκαίρι της μεγάλης αλλαγής για τους «πολίτες» με τον Μαρκ Χιούζ να φέρνει στο Έτιχαντ μαζικά πολλούς πρωτοκλασάτους ποδοσφαιριστές, αλλάζοντας αμέσως επίπεδο την ομάδα. Κάπως έτσι, μαζί με τους Κάρλος Τέβες, Ρόκε Σάντα Κρουζ, Γκάρεθ Μπάρι, Κόλο Τουρέ, Λέσκοτ και Σιλβίνιο, ο Χιούζ θα φέρει και τον Εμάνουελ Αντεμπαγιόρ, της Άρσεναλ, έχοντας στο μυαλό του ένα αχτύπητο επιθετικό δίδυμο με τον Τέβες. Ένα δίδυμο που -ας μη γελιόμαστε- φάνταζε ικανό να διαλύσει οποιαδήποτε άμυνα, όχι στην Αγγλία αλλά σε ολόκληρη την Ευρώπη. Το πλάνο άλλωστε ήταν ακριβώς αυτό: η Σίτι να γίνει μεγάλη, εντός και εκτός νησιού, αγοράζοντας ποδοσφαιριστές μεγάλης κλάσης. «Ο Εμάνουελ είναι ένας από τους καλύτερους επιθετικούς στην Πρέμιερ Λιγκ από τη μέρα που άφησε το Μονακό για το δικό μας πρωτάθλημα και είμαστε πραγματικά χαρούμενοι που τον έχουμε μαζί μας. Η άφιξή του δείχνει με τον καλύτερο τρόπο πως σκοπός μας είναι να πλαισιώσουμε τους παλιούς παίκτες με ακόμα πιο ταλαντούχους. Μαζί του η επιθετική μας γραμμή γίνεται ακόμα πιο ισορροπημένη και δυνατή καθώς έχει όλα εκείνα τα στοιχεία που χρειάζεται ένας σύγχρονος επιθετικός. Είναι δυνατός, γρήγορος, ευέλικτος και φυσικά πανέξυπνος». Ο Χιούζ φυσικά και δεν είχε άδικο στις πρώτες του δηλώσεις ξεχνούσε όμως ακόμα κάτι που αρκετές φορές λειτουργεί αρνητικά για πολλούς ποδοσφαιριστές. Ο Εμάνουελ Αντεμπαγιόρ μπορούσε (ίσως και να το ήθελε) να γίνει και μισητός.
Ο Αντεμπαγιόρ γεννήθηκε το 1984 στο Λομέ, την πρωτεύουσα του Τόγκο και από μικρή ηλικία λάτρεψε το ποδόσφαιρο. Οι τρομερές αθλητικές του ικανότητες σε συνδυασμό με το ταλέντο και τα σωματικά του προσόντα τον οδήγησαν στα 15 του στη Γαλλία και τη Μετς με τον ίδιο, δύο χρόνια αργότερα, να κάνει το ντεμπούτο του με την πρώτη ομάδα στην Ligue-1. Αφού έζησε τον υποβιβασμό της ομάδας το 2002, αγωνίστηκε στην 2η κατηγορία τη σεζόν 2002-2003 σκοράροντας 13 τέρματα, βοηθώντας παράλληλα την ομάδα του να κερδίσει και πάλι την άνοδο. Ο «μικρός Κανού» όπως τον αποκαλούσαν λόγω του σωματότυπού του είχε στρέψει πάνω του όλα τα βλέμματα της ποδοσφαιρικής Γαλλίας με τη Μονακό να τον κάνει δικό της. Αν και με μικρή συμμετοχή ήταν μέλος εκείνης της τρομερής ομάδας που με προπονητή τον Ντεσάν έφτασε στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ γνωρίζοντας την ήττα από την Πόρτο του Μουρίνιο. Η παρουσία του στο Γαλλικό πρωτάθλημα ολοκληρώθηκε τον Ιανουάριο του 2006 όταν ο Αρσέν Βενγκέρ έβγαλε από τα ταμεία της Άρσεναλ 3.5 εκατομμύρια ευρώ φέρνοντάς τον στο Λονδίνο. Ήταν ο παίκτης που στο πρόσωπό του ο Αλσατός έβλεπε το μέλλον σε μια περίοδο που πολλοί σπουδαίοι παίκτες των «κανονιέρηδων» έμπαιναν στο λυκόφως της καριέρας τους. Ο Αντεμπαγιόρ λατρεύτηκε από το κοινό της Άρσεναλ από την πρώτη του επαφή με τη μπάλα στο ντεμπούτο του. Σε εκείνο το παιχνίδι απέναντι στη Μπέρμινγχαμ στις 4 Φεβρουαρίου, με την Άρσεναλ να φεύγει με 0-2 από το St Andrew’s με τον ίδιο να έχει αγωνιστεί βασικός, δίπλα στον θρυλικό Τιερί Ανρί, ανοίγοντας μάλιστα και το σκορ στο 21o λεπτό.
Από τον Φεβρουάριο του 2006 μέχρι και τον Ιούλιο του 2009 ο Αντεμπαγιόρ ήταν σημείο αναφοράς για την επίθεση της Άρσεναλ σκοράροντας, σε όλες τις διοργανώσεις, 62 τέρματα σε 142 παιχνίδια, φτάνοντας μαζί της σε δύο (χαμένους) τελικούς, το 2006 στο Τσάμπιονς Λιγκ και το 2007 στο Λιγκ Καπ, έχοντας ως «σεζόν για το κάδρο» εκείνη του 2007-2008. Με την Άρσεναλ να τερματίζει στην 3η θέση, στο -4 από την πρωταθλήτρια Γιουνάιτεντ, ο Αντεμπαγιόρ σκόραρε 24 τέρματα (σε 36 παιχνίδια), μπαίνοντας στην καλύτερη εντεκάδα της Πρέμιερ Λιγκ, κερδίζοντας παράλληλα το βραβείο του Γκολ της σεζόν και το Βραβείο του Αφρικανού παίκτης της σεζόν. Η νεανική Άρσεναλ μπορεί να να μην κέρδιζε τίτλους, μπορούσε όμως να ελπίζει σε καλύτερες μέρες βλέποντας τον νεαρό Τογκολέζο να έχει μπει, πολύ γρήγορα μάλιστα, στα άδεια παπούτσια που είχε αφήσει ο Ανρί φεύγοντας για την Μπαρσελόνα. Όπως απεδείχθη -δυστυχώς- για την ίδια, λογάριαζε χωρίς το ζεστό χρήμα που είχε ήδη μπει στα ταμεία της Σίτι από τα ΗΑΕ και που άλλαξε άρδην τις ισορροπίες στο Αγγλικό ποδόσφαιρο την επόμενη δεκαετία, μέχρι και σήμερα. Κάπως έτσι, τον Ιούλιο του ’09, η Άρσεναλ θα εισπράξει 30 εκατομμύρια ευρώ και ο Αντεμπαγιόρ θα υπογράψει πενταετές συμβόλαιο με τους «πολίτες» με τις πρώτες του δηλώσεις να είναι αρκετά αιχμηρές. «Γεννήθηκα για να παίξω ποδόσφαιρο και ήταν γραφτό να αγωνιστώ σε μια ομάδα με τόσο υπέροχους οπαδούς. Λατρεύω την Πρέμιερ Λιγκ και επιτέλους ανήκω σε μια ομάδα με μοναδικό σκοπό να γράψουμε ιστορία κερδίζοντας τίτλους». Για τους φίλους της Άρσεναλ τα πράγματα ήταν απλά: Ο παίκτης που φορώντας τη φανέλα της δικής τους ομάδας, έκανε σπουδαίο όνομα, εισπράττοντας απίστευτη αγάπη τους άφηνε -χωρίς ούτε ένα ευχαριστώ- για μια νεόπλουτη ομάδα που στα δικά τους μάτια φάνταζε (τότε) ως ένας ποδοσφαιρικός νάνος. Ο Εμάνουελ Αντεμπαγιόρ ήταν ήδη εχθρός. Για την ιστορία, τα χρόνια που ο Αντεμπαγιόρ αγωνίστηκε στην Άρσεναλ, σε 10 παιχνίδια απέναντι στη Μάντσεστερ Σίτι είχε 4 γκολ (και αμέτρητους τσαμπουκάδες).
Το ξεκίνημα της σεζόν 2009-2010 είχε βρει την ομάδα του Χιούζ γεμάτη με ταλέντο και ακόμα μεγαλύτερη έπαρση, έχοντας ήδη «εχθρούς» σε κάθε γωνιά της Αγγλίας, και της Ευρώπης, με τους περισσότερους να βρίσκονται στην κόκκινη μεριά του Μάντσεστερ (για τον «προδότη» Τέβες) και φυσικά στο Βόρειο Λονδίνο -κυρίως- για τον Αντεμπαγιόρ. Με τις Γιουνάιτεντ, Λίβερπουλ και Άρσεναλ αποδυναμωμένες υπήρχαν φίλοι των «πολιτών» που μιλούσαν ακόμα και για πρωτάθλημα, ιδίως όταν η ομάδα ξεκίνησε με τρεις νίκες στα πρώτα τρία της παιχνίδια (με Μπλάκμπερν, Γουλβς και Πόρτσμουθ) με τον Αντεμπαγιόρ να έχει σκοράρει και στα τρία και να δείχνει πανέτοιμος για να ηγηθεί. Η Σίτι έδειχνε ικανή να κερδίζει τους «μικρούς» που είναι πάντα το βασικό ζητούμενο για μια ομάδα που θέλει να κάνει πρωταθλητισμό με το δίδυμο Αντεμπαγιόρ-Τέβες να θεωρείται από πολλούς, αν και αρκετά νωρίς, ως το κορυφαίο στην κατηγορία. Μπορούσε όμως να ανταπεξέλθει και απέναντι στους μεγάλους; Το ερώτημα θα έβρισκε απάντηση μόλις την 4η αγωνιστική, με την ομάδα του Μαρκ Χιούζ να υποδέχεται αυτή του Βενγκέρ, με τον Εμάνουελ Αντεμπαγιόρ όμως να κλέβει τη παράσταση. Για τους σωστούς αλλά και για τους λάθος λόγους.
Ήταν 12 Σεπτεμβρίου στο Σίτι οφ Μάντσεστερ, το γνωστό πια Έτιχαντ, και η Σίτι υποδεχόταν την Άρσεναλ με μοναδικό σκοπό να κερδίσει και να φτάσει τους 12 βαθμούς. Απ’ την άλλη ο Αντεμπαγιόρ με μάτι που κυριολεκτικά γυάλιζε αγωνίστηκε λες και εκείνη η αναμέτρηση ήταν το ματς της ζωής του απέναντι σε κάποιους που έδειχνε -κυριολεκτικά- να μισεί. Η Σίτι άνοιξε το σκορ νωρίς στο 20′ με την κεφαλιά του Μίκα Ρίτσαρντς και η Άρσεναλ ισοφάρισε στο 60′ με γκολ από τον τεράστιο Ρόμπιν Φαν Πέρσι. Το παιχνίδι είχε μεγάλη ένταση και αρκετά βίαια μαρκαρίσματα όσο και συμπεριφορές και από τις δύο πλευρές. Το γκολ του Μπέλαμι έδωσε και πάλι προβάδισμα στους «πολίτες» στο 74΄για να φτάσουμε μερικές στιγμές αργότερα στη στιγμή που σημάδεψε εκείνη την αναμέτρηση. Στο 80′ ο Σον Ράιτ-Φίλιπς θα σεντράρει από δεξιά προς την περιοχή της Άρσεναλ, που βρίσκεται πίσω από το πέταλο των φανατικών της Σίτι, και ανάμεσα από τους Βερμάλεν και Κλισί, με τον Αντεμπαγιόρ να κινείται μοναδικά στο κενό που είχαν αφήσει οι δυο τους. Με ένα τρομερό άλμα και μια κυριολεκτικά άπιαστη κεφαλιά θα νικήσει τον Αλμούνια και θα γράψει το 3-1, τελειώνοντας ουσιαστικά και την υπόθεση-νίκη, με τον ίδιο όμως να μη το πανηγυρίζει μπροστά στους οπαδούς της ομάδας του. Στιγμές μετά το γκολ, με τον ίδιο να βρίσκεται σε έκσταση, με τις φλέβες στο λαιμό του να θυμίζουν εκείνες του Ντιέγκο στο Μουντιάλ του ’94, θα ξεκινήσει ένα σπριντ 100 μέτρων για να φτάσει στο απέναντι πέταλο και να πανηγυρίσει το γκολ ακριβώς μπροστά από τους οπαδούς της Άρσεναλ σε μια από τις πιο ασεβείς ποδοσφαιρικές στιγμές εκείνης της σεζόν. Το τελικό 4-2 μπορεί να οδήγησε την Σίτι στους 12 βαθμούς, είδε όμως τον Αντεμπαγιόρ να τιμωρείται με 3 αγωνιστικές για βίαιο χτύπημα εκτός φάσης στον Σονγκ, μετά από έρευνα της FA μέρες μετά το παιχνίδι.
Η κοιλιά της ομάδας στη μέση της σεζόν οδήγησε τον Χιούζ στην έξοδο με τον Ρομπέρτο Μανσίνι να τον αντικαθιστά, δείχνοντας όμως πως στο πρόσωπο του Αντεμπαγιόρ δεν βλέπει τον σούπερ επιθετικό που έβλεπε ο Ουαλός προκάτοχός του με τον χρόνο του ολοένα να μειώνεται και τα νεύρα του ολοένα και να αυξάνονται. Ο Αντεμπαγιόρ τελείωσε την πρώτη του χρόνια ως «σίτιζεν» με 14 τέρματα με την ομάδα να τερματίζει τελικά στην 5η θέση, παίρνοντας το εισιτήριο για το Γιουρόπα Λιγκ, απέχοντας πολύ ακόμα από αυτό που είχαν στο μυαλό τους οι διοικούντες στην έναρξη της σεζόν. Με τους Τζέκο και Μπαλοτέλι να φτάνουν στο Έτιχαντ την επόμενη χρονιά ο Τογκολέζος επιθετικός ουσιαστικά έγινε παγκίτης-πολυτελείας και κάπως έτσι έφυγε δανεικός για τη Μαδρίτη και τη Ρεάλ τον Ιανουάριο του 2011, κατακτώντας με τον Γαλαξία Αστέρων του Μουρίνιο και τον μοναδικό τίτλο της καριέρας του. Το κύπελλο Ισπανίας του 2011 απέναντι στη σπουδαία Μπαρσελόνα της εποχής, σε ένα παιχνίδι που είχε κλωτσήσει περισσότερες φορές τους παίκτες των Καταλανών παρά τη μπάλα. Ο Εμάνουελ Αντεμπαγιόρ συνέχισε άκρως επιτυχημένα στην Τότεναμ χαρίζοντάς μας μερικές μεγάλες εμφανίσεις και μερικές ακόμα μεγαλύτερες κόντρες με τις Άρσεναλ και Σίτι (που πλέον είχε μπει και αυτή στη λίστα με τους εχθρούς του), πριν αρχίσει ένα ταξίδι σε μικρότερες ομάδες κάνοντάς μας να τον βγάλουμε από την ποδοσφαιρική μας πραγματικότητα για χρόνια, πριν κρεμάσει οριστικά τα παπούτσια του τον Μάρτιο του 2023, στα 39 του, ως παίκτης της Σεμάσι, στη χώρα του.
Με την κόντρα για το πρωτάθλημα Αγγλίας να έχει ανάψει για τα καλά η Μάντσεστερ Σίτι υποδέχεται την Άρσεναλ για την 33η αγωνιστική έχοντας και οι δύο ως στόχο το «τρίποντο». Ένα «τρίποντο» που θα φέρει αυτόν που θα το πάρει ακόμα πιο κοντά στο τρόπαιο του πρωταθλητή και ίσως κάνει -επιτέλους- και τον Αντεμπαγιόρ να χαρεί μια αναμέτρηση ανάμεσα σε αυτές τις δύο εξαιρετικές ομάδες που είχε την τύχη να φορέσει και τις φανέλες τους.