Αγαπώ τα σύγχρονα 10αρια, αγαπώ τον Ντούσαν Τάντιτς

Τα δευτερόλεπτα περνούν για να ολοκληρωθεί το πέμπτο λεπτό των καθυστερήσεων στο Άμστερνταμ, τον Μάιο του 2019. Συστήματα, λογική, όλα έχουν μπει στην άκρη. Η Τότεναμ κάνει ακόμα μια γιόμα. Ο Γιορέντε δίνει ακόμα μια μάχη, η μπάλα φτάνει στον Ντέλε Άλι, αυτός κάνει την κάθετη και ο Λούκας Μόουρα σκοράρει και πάλι και κλείνει μια απίστευτη ανατροπή που οι φίλοι της Τότεναμ και του Άγιαξ δεν θα ξεχάσουν ποτέ. Οι Ολλανδοί καταρρέουν στον αγωνιστικό χώρο. Έφτασαν ελάχιστα δευτερόλεπτα πριν την πρόκριση σε έναν μεγάλο τελικό Τσάμπιονς Λιγκ. Κάποιοι από αυτούς πιθανότατα θα έχουν κι άλλες τέτοιες ευκαιρίες στο μέλλον, καθώς είναι νέοι, Ολλανδοί και ταλαντούχοι. Ο σχεδόν 31 ετών Ντούσαν Τάντιτς φοβάται ότι δεν θα το ξαναζήσει. «Τις επόμενες μέρες κλείστηκα στο σπίτι μου, έκλαιγα και άκουγα μελαγχολικές σέρβικες μπαλάντες», θα πει αργότερα.

Ο Τάντιτς διαφέρει από το στερεότυπο του μέσου Σέρβου διάσημου ποδοσφαιριστή επειδή δεν έχει συνδυαστεί με κάποια από τις δύο ομάδες που μονοπωλούν το εγχώριο πρωτάθλημα. Δεν πέρασε ποτέ από Ερυθρό Αστέρα και Παρτιζάν. Ήταν όμως ένα πολύ μεγάλο ταλέντο. Γεννημένος στην Μπλάτσα Τοπόλα, μια μικρή πόλη που μαζί με τα γειτονικά μέρη φτάνει περίπου τους 30.000 κατοίκους στα βορειοδυτικά της Σερβίας (αρκετοί από αυτούς ουγγρικής καταγωγής), άρχισε να παίζει μπάλα στην τοπική ομάδα, την TSC. Η μάνα του τον μάζευε με το ζόρι στο σπίτι, καθώς ο Ντούσαν έπαιζε όλη μέρα. Στα 14 του, πήγε στη μεγάλη ομάδα της περιοχής, τη Βοϊβοντίνα και εκεί άρχισε να ξεχωρίζει. Έκανε ντεμπούτο στα 18 του, σε μια ομάδα που συνήθως τερμάτιζε 3η, ενώ κατάφερε να πάρει και μια 2η θέση το 2009. Πριν καλά καλά κλείσει τα 20, ο Τάντιτς ήταν μια σπουδαία μορφή του συλλόγου, με εμπειρία από ευρωπαϊκές διοργανώσεις. Αλλά κατά βάθος ήταν ένα παιδί. Όταν το 2008 ένα μέσο της Σερβίας πήρε συνέντευξη από αυτόν και τον Άλεξιτς, το άλλο μεγάλο ταλέντο του συλλόγου, ο Τάντιτς ήταν ένας 20χρονος που ρωτούσε τον δημοσιογράφο γιατί δεν τρώει το κουλουράκι και περίμενε έναν φίλο να του φέρει ένα χειριστήριο για το PlayStation.

Απολαυστικό διάλειμμα

Θα ήταν άδικο να πούμε ότι ο Τάντιτς χρωστάει σε έναν άνθρωπο την καριέρα του, καθώς το ταλέντο του ήταν πολύ μεγάλο και αργά ή γρήγορα κάποιος θα ενδιαφερόταν. Είχε φτάσει στις μικρές εθνικές της Σερβίας, στην Ολυμπιακή ομάδα και έφτιαχνε όνομα. Αλλά δεν γίνεται να μην αναφέρουμε τον άνθρωπο που έπαιξε σημαντικό ρόλο στο να γίνει το πρώτο βήμα και, όπως θα δούμε και αργότερα, ένα ακόμα μεγαλύτερο αργότερα. Μιλάμε για τον Χενκ Φελτμάτε, τον αρχισκάουτ επί χρόνια της Γκρόνινγκεν (για τους φίλους Χρόνινχεν). Τον άνθρωπο που μεταξύ άλλων έφερε στην Ευρώπη και τον Λουίς Σουάρες και ήταν αυτός που έφερε τον Σέρβο στην Ολλανδία. Η Γκρόνιγκεν έδωσε λίγο παραπάνω από 1 εκατομμύριο Ευρώ και τον έκανε δικό της. Ο Τάντιτς μετακόμισε σε ένα σαφώς ανώτερο πρωτάθλημα, αλλά ο 20χρονος που έπαιζε PlayStation δεν δυσκολεύτηκε. Δυο χρονιές αργότερα θα τον πουλούσε σχεδόν με 7πλασια χρήματα στην Τβέντε. Εκεί, ο Τάντιτς θα έκανε ακόμα πιο τρομερά πράγματα, φτάνοντας να σκοράρει 16 φορές το 2013-14, 4ος σκόρερ στη Λίγκα. Όλα αυτά χωρίς να παίζει σέντερ φορ. Πότε αριστερά, πότε πίσω από τον επιθετικό, πότε δεξιά.

Κάπου εκεί, μετά από μια τετραετία στην Ολλανδία, ήρθε και η Πρέμιερ Λιγκ. Η Τβέντε έβγαλε κι αυτή κέρδος, πουλώντας τον Τάντιτς στην Σαουθάμπτον του Ρόναλντ Κούμαν που είχε πάρει τις καλύτερες διαβεβαιώσεις από την πατρίδα του. Ο Τάντιτς ήρθε σε μια ομάδα με αξιόλογο υλικό, με παίκτες όπως ο Μανέ και ο Γκρατσιάνο Πελέ και οι Άγιοι πήραν μια 7η και μια 6η θέση, με τον Σέρβο να φιγουράρει πάντα ψηλά στη λίστα με τις περισσότερες ασίστ στην Πρέμιερ Λιγκ. Ο Τάντιτς έμεινε μια τετραετία στην Αγγλία, αλλά η τελευταία του σεζόν ήταν και η χειρότερη, με την ομάδα του να σώζεται οριακά καταλαμβάνοντας την 17η θέση. Ο Τάντιτς ένιωσε ότι ο κύκλος του στο Σεντ Μέριζ, αλλά και στην Αγγλία έκλεισε οριστικά. Ένιωσε κορεσμένος.

«Πέρασα τέσσερα χρόνια εκεί. Κατάφερα το καλύτερο δυνατό με την ομάδα. Κατακτήσαμε τις υψηλότερες θέσεις στην ιστορία της. Η Πρέμιερ Λιγκ «στύβει» τον ποδοσφαιριστή. Η ένταση, τα πολλά παιχνίδια, δεν υπάρχει διακοπή τον χειμώνα. Κάθε ματς είναι σαν πόλεμος. Δεν είσαι προστατευμένος. Στην Ολλανδία παίζω στο Τσάμπιονς Λιγκ, στην Eredivisie και με την εθνική και δεν θυμάμαι πότε έβαλα πάγο στο πόδι μου. Εκεί, έβαζα μετά από κάθε ματς και έκανα ενέσεις. Βαριέσαι με τον καιρό».
(η φωτογραφία από αγώνα στο Στόουκ, χωρίς βροχή και με φως της ημέρας)

Κάπως έτσι, εμφανίζεται εκ νέου ο κύριος Χενκ Φελτμάτε. Αυτή τη φορά, έχοντας εγκαταλείψει μετά από 18 χρόνια τον σύλλογό του, βρίσκεται υπεύθυνος σκάουτινγκ στον Άγιαξ. Πήρε μαζί του τον Μαρκ Όφερμαρς, πήγαν στο Σαουθάμπτον και μίλησαν με τον Τάντιτς. Τον προσέγγισαν με ιδανικό τρόπο, του εξήγησαν ακριβώς τι ήθελαν από αυτόν, τι ρόλο θα είχε στην ομάδα και ποιο είναι το πλάνο του συλλόγου για το μέλλον. Όπως είδαμε στην πορεία, δεν του είπαν ψέματα. Ο Τάντιτς αποφάσισε να πάει στον Άγιαξ. Εκεί και μόνο εκεί, παρά το ενδιαφέρον συλλόγων όπως η Μίλαν και η Ρόμα. Πίεσε πολύ την ομάδα του που δεν ήθελε να τον δώσει και τελικά λίγο μετά το Μουντιάλ του 2018 κατάφερε να επιστρέψει στην Ολλανδία. Ο Μαρκ Χιουζ χρεώθηκε το γεγονός ότι ο Τάντιτς έφυγε, ότι ο Άγιαξ τον πήρε με ένα σχετικά χαμηλό ποσό (η Σαουθάμπτον ήταν η μόνη ομάδα που δεν τον πούλησε με κέρδος), αλλά ήταν αυτή η μεγάλη επιθυμία του παίκτη που ανάγκασε τον αγγλικό σύλλογο να τον πουλήσει… κοψοχρονιά.

Σε αυτό το παιχνίδι, ο Ντούσαν Τάντιτς έγινε μόλις ο 9ος παίκτης που η γαλλική L’ Equipe βαθμολόγησε με 10

Η ιστορία από εκεί και πέρα είναι λίγο πολύ γνωστή. Ακόμα κι αυτοί που δεν γνώριζαν τον Τάντιτς, τον έμαθαν με τα κατορθώματά του στον Άγιαξ, ειδικά στο Τσάμπιονς Λιγκ. Ίσως το μεγαλύτερο σόου του να ήταν στο Μπερναμπέου. Εκείνη η μαγική χρονιά, με τους Ντε Γιονγκ, ντε Λιχτ και τα άλλα παιδιά χάλασε από τον Μόουρα και οδήγησε, όπως είδαμε στην αρχή, σε πολλή μελαγχολική σέρβικη μουσική. Αλλά ο Τάντιτς έφτιαξε ένα ισχυρότατο brand name. Σκεπτόμενος ακόμα εκείνο το μοιραίο ματς επιμένει ότι ο Άγιαξ δεν ήταν αφελής, δεν επικεντρώθηκε στην επίθεση, αντί να παίξει άμυνα. Σε συνέντευξή του στον Guardian λέει ότι με τον Γιορέντε μέσα και τις μακρινές μπαλιές της Τότεναμ, οι Ολλανδοί είχαν πρόβλημα. Αν γύριζαν πιο πίσω, θα είχαν ακόμα περισσότερα προβλήματα. Αλλά για κάθε τέτοια πίκρα, υπάρχουν και οι μεγάλες χαρές. Όπως όταν πάνω από 100.000 οπαδοί φώναζαν το όνομά του πανηγυρίζοντας το νταμπλ του Άγιαξ. Ο Σέρβος είναι αρχηγός πλέον και ίνδαλμα.

Δεν έκρυψε ότι του αρέσουν οι ευθύνες. Του αρέσει να είναι ηγέτης, να παίρνει πάνω του την ομάδα, να εκτελεί τα κρίσιμα πέναλτι, λατρεύει την πίεση. Να φοράει το νούμερο 10, ένα ιερό νούμερο στο ποδόσφαιρο. Μεγάλωσε με είδωλο τον Ζινεντίν Ζιντάν. Όπως έχει πει, του αρέσει να κοουτσάρει τους υπόλοιπους παίκτες. Διαφέρει ολοκληρωτικά από το στερεότυπο που οι Σέρβοι έχουν για τον κόσμο από τη Βοϊβοντίνα. Σχεδόν υποτιμητικά, οι ντόπιοι αναφέρονται ως “απλοί” άνθρωποι, λίγο αφελείς, ήρεμοι και καλοκάγαθοι τύποι που είναι όλη μέρα στα χωράφια τους. Ο ηγέτης Τάντιτς καταρρίπτει το στερεότυπο. Ο ίδιος λέει ότι πήγε στην Αγγλία και όχι στην Ιταλία, την Ισπανία ή τη Γερμανία επειδή ακριβώς όλοι έλεγαν ότι δεν θα μπορούσε να παίξει εκεί, θυμίζοντας το γνωστό ερώτημα με “τα κρύα βράδια στο Στόουκ”. Πήγε εκεί για να δείξει σε όλους τι μπορεί να κάνει, πήγε στο πρωτάθλημα που πρέπει να είσαι πιο πλήρης, όπως υποστηρίζει. Και συνεχίζει να δείχνει τι μπορεί να κάνει ακόμα και τώρα. Είπε όχι στα πολλά χρήματα της Κίνας γιατί θέλει να είναι χαρούμενος, να είναι ικανοποιημένος και κάποιες φορές αυτό δεν αγοράζεται με χρήματα. Δεν αποκλείει ότι κάποια στιγμή μπορεί να δοκιμάσει κάτι τέτοιο, αλλά ακόμα δεν έχει φτάσει η ώρα. Ακόμα παίζει με τον Άγιαξ για τίτλους και επιτυχίες.

Από τους σημαντικότερους παίκτης της Σερβίας εδώ και καιρό

Ο Τάντιτς είναι ό,τι πιο κοντινό σε σύγχρονο “10αρι”.  Όσο κι αν μας στενοχωρεί, τα αγαπημένα μας ινδάλματα με το νούμερο 10 στη φανέλα δεν υπάρχουν πια ή αν υπάρχουν, δεινοπαθούν στο σύγχρονο ποδόσφαιρο. Ο Τάντιτς έχει παίξει από ψευτο-εννιάρι ως κεντρικό επιθετικό χαφ και από αριστερό ως δεξί εξτρέμ. Συνήθως αναλαμβάνει την αριστερή πλευρά, αλλά η ελευθερία των κινήσεων που έχει μπορεί να τον φέρει οπουδήποτε. Το μυαλό και συχνά η ψυχή της ομάδας. Ο παίκτης που θα μοιράσει και θα σκοράρει, θα κουβαλήσει. Ένας από τους καλύτερους παίκτες αυτού του στιλ στην Ευρώπη. Μην αρχίσουμε τα “μα τα κάνει στην Ολλανδία” γιατί όπως είδαμε τα έκανε και στην Αγγλία και σε μικρότερη ομάδα. Κι αν δεν πείθεστε από τα λόγια μας ή από τις εικόνες στα compilations, μπορούμε να μιλήσουμε με νούμερα. 3ος σε ασίστ στην Ευρώπη το 2011 πίσω από Οζίλ και Μέσι, φορώντας τη φανέλα τη Γκρόνιγκεν. Ένας από τους λίγους ποδοσφαιριστές που έχουν πάνω από 100 γκολ και 100 ασίστ στο ίδιο πρωτάθλημα. Ο πρώτος που ξεπέρασε τις 100 ασίστ στην Ολλανδία στον αιώνα που ζούμε. Ο πρώτος παίκτης του Άγιαξ που σκόραρε 6 γκολ στο Τσάμπιονς Λιγκ μετά τον Γιάρι Λιτμάνεν. Πέντε φορές πρώτος σε ασίστ στο ολλανδικό πρωτάθλημα (με τρεις διαφορετικές ομάδες). Πρώτος σκόρερ το 2019 στην Ολλανδία. Δυο φορές ποδοσφαιριστής της χρονιάς στη Σερβία και από μία φορά στην καλύτερη εντεκάδα του Τσάμπιονς Λιγκ και του Γιουρόπα Λιγκ. Και κυρίως, ένας παίκτης που απολαμβάνεις να βλέπεις, ειδικά όταν έχει τα κέφια του.