Αν το σημερινό κείμενο ήταν τραγούδι, σίγουρα θα ήταν το “Minas de Cobre” από τους Calexico. Όχι μόνο μουσικά, μια που το κομμάτι σε βάζει με τη μία στο mood της περιοχής, αλλά γιατί στην κυριολεξία σημαίνει ορυχεία χαλκού. Η ιστορία μας ξεκινά το μακρινό 1956-57. Η εταιρεία Andes Copper Mining Company (με λίγα λόγια, η εταιρεία εξορύξεων χαλκού “οι Άνδεις”) διαπιστώνει ότι το κοίτασμα χαλκού της έχει αρχίσει να εξαντλείται στην περιοχή Ποτρερίγιος και αρχίζει νέες αναζητήσεις σε κοντινές περιοχές στα βόρεια της Χιλής. Βρισκόμαστε στην επαρχία Ατακάμα, μία από τις 16 της χώρας, την 4η μεγαλύτερη σε έκταση, αλλά ταυτόχρονα και την 4η μικρότερη σε πληθυσμό. Οι κάτοικοι της Ατακάμα ξέρουν να βγάζουν τον χαλκό από τη γη εδώ και περίπου 1.000 χρόνια. Αλλά τα πράγματα γίνονται πολύ πιο σοβαρά στα μέσα του περασμένου αιώνα, όταν εταιρείες από τις ΗΠΑ αρχίζουν να το κάνουν πιο οργανωμένα.
Το νέο κοίτασμα βρίσκεται περίπου 70 χιλιόμετρα μακριά από το προηγούμενο. Έτσι, ιδρύεται από την εταιρεία αντίστοιχα ένας οικισμός που μετατρέπεται σιγά σιγά σε ένα χωριό για να μένουν οι υπάλληλοι της εταιρείας και οι εργαζόμενοι στις υπόλοιπες δουλειές που δημιουργούνται αναγκαστικά σε μια νέα πόλη. Ο οικισμός με όνομα “Ελ Σαλβαδόρ” είναι κάτι ξεχωριστό, καθώς σχεδιάζεται από τον Αμερικανό αρχιτέκτονα Ρέιμοντ Όλσον που έχει όλη την ευχέρεια να κάνει ό,τι θέλει, σαν να παίζει κάποιο ηλεκτρονικό παιχνίδι δημιουργίας πόλεων, όπως τα Sim City ή Cities Skylines. Το αμφιθεατρικό της σχήμα, οι δρόμοι, οι ξεκάθαρες ζώνες, η ομοιογένεια είναι βάση πλάνου. Όλα σχεδιασμένα για να γίνεται πιο εύκολη η ζωή των εργατών και των υπαλλήλων και έτσι πιο εύκολη η εξόρυξη του χαλκού.
Το πολύ πολύ ιδιαίτερο Ελ Σαλβαδόρ
Το αρχικό σχέδιο ήταν 1.200 σπίτια για περίπου 6.000 κατοίκους, ένα τεράστιο πρότζεκτ όπως καταλαβαίνει κανείς. Ο οικισμός χτίστηκε δίπλα σε κάποιους λόφους για να προστατεύεται από την τριγύρω έρημο και το σχήμα ήταν σε “κράνος μεταλλωρύχου”, μια ημικυκλική σχεδίαση, φιλική προς τους πεζούς, με όλες τις υπηρεσίες να βρίσκονται κοντά και τα σχολεία να είναι μακριά από τους δρόμους με τη μεγαλύτερη κίνηση. Ο Όλσον σχεδίασε το εστιατόριο, την εκκλησία, το εμπορικό κέντρο, το κέντρο υγείας γύρω από την κεντρική πλατεία και διάλεξε και διαφορετικά χρώματα, σε παστέλ αποχρώσεις, για να μην έχουμε μια γκρίζα, μονότονη εικόνα. Για τους εργάτες σχεδίασε διώροφα σπίτια με 3-4 υπνοδωμάτια, ενώ οι υπάλληλοι από τις ΗΠΑ έμεναν σε μεγαλύτερα οικήματα. Ο οικισμός τελικά μεγάλωνε όλο και περισσότερο, φτάνοντας τη δεκαετία του 1980 μέχρι και τους 15.000 κατοίκους. Ήδη, από το 1971, ο πρόεδρος Σαλβαδόρ Αλιέντε προχωρά στην ίδρυση της Codelco και την κρατικοποίηση όλων των ορυχείων της χώρας που περνούν σε κρατικά χέρια. Έτσι, η διαχείριση του Σαλβαδόρ αλλάζει.
Όπως είπαμε, το αρχικό πλάνο προσπαθούσε να δημιουργήσει καλύτερες συνθήκες ζωής για τους εργάτες της ομάδας. Αλλά οι Γιάνκηδες δεν ξέρουν από μπαλίτσα. Και όταν το Ελ Σαλβαδόρ μεγαλώνει αρκετά δημιουργείται μια από τις βασικές ανάγκες του ανθρώπινου είδους. Το ποδόσφαιρο. Ειδικά σε ένα μέρος που η λέξη “διασκέδαση” είναι παντελώς άγνωστη, δεν είναι ότι μπορείς να πας για bar hopping. Τον Απρίλιο του 1979 δημιουργείται μια επιτροπή που έχει στόχο να παρουσιάσει στην Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία της Χιλής το πλάνο για τη δημιουργία ενός συλλόγου. Λίγες ημέρες αργότερα, ιδρύεται η Κλουμπ ντε Ντεπόρτες Κομπρεσάλ και τον Ιούνιο δίνει το πρώτο της ανεπίσημο παιχνίδι. Όπως κανείς καταλαβαίνει, το παρατσούκλι της είναι οι “μεταλλωρύχοι” και το όχι-ιδιαίτερα-εμπνευσμένο σήμα του συλλόγου είναι μια ποδοσφαιρική μπάλα που από πάνω έχει ένα κράνος μεταλλωρύχου.
Εντάξει, πόσους γραφίστες να έχει το Ελ Σαλβαδόρ;
Η επίσημη εγγραφή του συλλόγου στην Π.Ο. της χώρας δεν ήταν εύκολη. Χρειαζόταν ένα γήπεδο με γκαζόν, κάτι εξαιρετικά δύσκολο για ένα χωριό στη μέση ερήμου. Στην κατασκευή του γηπέδου συνεισέφερε τόσο η εταιρεία Codelco, όσο και ο κόσμος. Το γήπεδο χτίστηκε σε μια περιοχή που ήταν κάτι σαν αλάνα/χωματερή, ένα οικόπεδο στην άκρη του οικισμού. Και ακόμα και σήμερα δίνεται μάχη για να διατηρείται, υπό συνθήκες που δεν είναι βολικές για το χορτάρι. Το γήπεδο έχει το όχι τόσο ευφάνταστο όνομα “Ελ Κόμπρε” (ο χαλκός) και χωράει περίπου 8.000 θεατές.
Η Κομπρεσάλ ξεκίνησε να παίζει στη Β’ εθνική της χώρας και τρία χρόνια αργότερα κέρδισε την άνοδο. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι η εποχή της ακμής του Ελ Σαλβαδόρ συνδυάζεται με την ακμή της ομάδας που διεκδικεί πρωταθλήματα και κατακτά το κύπελλο της Χιλής το 1987. Είναι μια περίοδος στην οποία η πόλη μπαίνει και στον ποδοσφαιρικό χάρτη της Χίλης, δίνοντας μάχες με τους μεγάλους της χώρας, όπως την Κόλο Κόλο. Για τη συμμετοχή της Κομπρεσάλ στο Λιμπερταδόρες, ο σύλλογος μεγαλώνει το γήπεδο στις 20.000 περίπου χιλιάδες θέσεις, παρότι ολόκληρος ο πληθυσμός του Σαλβαδόρ μπορεί να γεμίσει το μισό περίπου στάδιο. Οι προβολείς θα μπουν πολύ αργότερα, το 1999. Μέχρι τότε έχουν λάμψει αρκετοί ποδοσφαιριστές. Το 1986, ο Μανουέλ Πελεγκρίνι (ναι, ο σημερινός προπονητής) αποφασίζει να κρεμάσει τα παπούτσια του, όταν τον κάνει χαζό ένας παντελώς άγνωστος ποδοσφαιριστής της Κομπρεσάλ. Το όνομά του; Ιβάν Ζαμοράνο και είναι από τους πρωταγωνιστές του κυπέλλου της Κομπρεσάλ, με 13 γκολ.
Μερικά χρόνια πριν, ο μπαμπάς Ζαμοράνο είχε αποφασίσει ότι η ζωή στην πρωτεύουσα του Σαντιάγο δεν μπορούσε να προσφέρει πολλά και έτσι μετακόμισε οικογενειακώς στο Ελ Σαλβαδόρ για ένα νέο ξεκίνημα. Ο Ζαμοράνο παρότι δεν είναι γέννημα θρέμμα της “πόλης”, είναι ποδοσφαιρικό πρότζεκτ της. Προέρχεται από τις ακαδημίες του συλλόγου. Ο Ιβάν δεν θα παίξει για πολύ εκεί, θα αγωνιστεί σε 62 παιχνίδια, θα σκοράρει 37 γκολ και θα δώσει και 17 ασίστ. Πολύ γρήγορα θα μετακομίσει στην Ευρώπη, έχοντας κερδίσει ένα κύπελλο. Είναι προφανώς, το μεγαλύτερο όνομα που φόρεσε ποτέ τη φανέλα του συλλόγου.
Ο άγνωστος Ζαμοράνο
Η δεκαετία του 1990 χαρακτηρίζεται από αστάθεια και αρκετές αποτυχίες για την Κομπρεσάλ που περνάει αρκετές σεζόν στη Β’ εθνική. Το 2002 ανεβαίνει ξανά και θα καταφέρει να διατηρηθεί στην Α’ εθνική για 15 χρόνια σερί. Και παρότι η ομάδα ουσιαστικά δημιουργήθηκε για να δίνει μια διέξοδο στον κόσμο, συχνά παίζει μπροστά σε ελάχιστους θεατές. Όπως χαρακτηριστικά λένε, η Κομπρεσάλ παίζει στο μεγαλύτερο γήπεδο του κόσμου. Γιατί; Γιατί δεν μπορεί να γεμίσει ποτέ. Τα προβλήματα στα ορυχεία φέρνουν μείωση του πληθυσμού. Ακόμα και όταν η χωρητικότητα μειώθηκε για λόγους ασφαλείας σε 12.000 ήταν και πάλι ένα γήπεδο με χωρητικότητα μεγαλύτερη από τον πληθυσμό της πόλης που το 2002 είχε πέσει στις περίπου 9.000. Οι μέσοι όροι εισιτηρίων είναι συχνά οι χαμηλότεροι στη λίγκα, με τον κόσμο να είναι οριακά πάνω από τους 1.000 θεατές.
Όπως καταλαβαίνει κανείς, η ζωή του ποδοσφαιριστή στο Ελ Σαλβαδόρ δεν είναι η συνηθισμένη. Δεν υπάρχουν περισπασμοί στη ζωή, αλλά και η βαρεμάρα χτυπάει κόκκινο. Ο παίκτης της Κομπρεσάλ έχει τα βασικά, το σούπερ μάρκετ, το φαρμακείο κ.ο.κ. και μέχρι εκεί. Η μόνη ας πούμε ιδιαίτερη διασκέδαση είναι όταν οι παίκτες μαζεύονται και κάνουν μπάρμπεκιου. Αυτό μπορεί να είναι καλό, γιατί αφοσιώνονται στο ποδόσφαιρο, από την άλλη σίγουρα δεν είναι και η πιο ενδιαφέρουσα ζωή. Βρισκόμαστε σε υψόμετρο 2.200 μέτρων σε μια έρημο, στη μέση του πουθενά. Οι ποδοσφαιριστές δεν έχουν απολύτως τίποτα να κάνουν. Ακόμα και να βγουν να περπατήσουν στην πλατεία, μπορεί να μη δουν ψυχή. Το Σαλβαδόρ έχει ένα εστιατόριο και ένα σινεμά που παίζει την ίδια ταινία όλη την εβδομάδα. Ας μην ξεχνάμε, ότι οι ίδιοι αποτελούν διασκέδαση για τους λίγους κατοίκους της πόλης. Και οι ποδοσφαιριστές δεν χάνονται στην ανωνυμία του πλήθους. Βλέπουν κάθε μέρα τους κατοίκους της πόλης, της οπαδούς της ομάδας, είτε όταν θα πάνε να ψωνίσουν, είτε στην τράπεζα, είτε στην εκκλησία. Αυτό φυσικά ισχύει σε κάθε μικρό μέρος του κόσμου, αλλά ακόμα περισσότερο σε έναν “τεχνητό” οικισμό στον οποίο το μεγαλύτερο ποσοστό δουλεύει για την ίδια εταιρεία και οι επισκέπτες είναι λίγοι.
Οι προσπάθειες του συλλόγου θα δικαιωθούν το 2015. Με κόουτς τον Αργεντινό γυρολόγο της Ν. Αμερικής Ντάλσιο Τζοβανιόλι οι “μεταλλωρύχοι” κατέκτησαν την Κλαουσούρα. Σε ένα πρωτάθλημα στο οποίο έγραψαν ιστορία με νίκες όπως το 2-4 επί της Ουνιβερσιδάδ Κατόλικα. Και το πρωτάθλημα θα ερχόταν με τον πιο “σαλβαδοριανό” τρόπο, με πολύ μεγάλη προσπάθεια απέναντι στις αντιξοότητες. Στα ορυχεία, στην έρημο, αλλά τελικά και στο χορτάρι, το Σαλβαδόρ μοχθεί. Εκείνη τη χρονιά, σε ένα από τα πιο ξηρά μέρη του πλανήτη, στα βόρεια της Χιλής, οι ουρανοί ξαφνικά ανοίγουν. Οι ποδοσφαιριστές στην αρχή χαίρονται, βλέπουν λίγη βροχή βρε αδερφέ. Μόνο που η βροχή δεν λέει να σταματήσει. Και η βροχή γίνεται πλημμύρες και οι πλημμύρες φέρνουν κατολισθήσεις και αρκετά θύματα. Σε 8 ώρες πέφτει στην ευρύτερη περιοχή όσο νερό πέφτει σε 3-4 χρόνια.Και οι βροχές συνεχίζονται για δύο μέρες. Οι καταστροφές είναι τεράστιες, τα θύματα και οι αγνοούμενοι πολλοί. Το Ελ Σαλβαδόρ είναι πιο τυχερό από άλλα μέρη, ίσως λόγω τοποθεσίας, ίσως λόγω κατασκευής, αλλά κι εκεί τα θέματα είναι πολλά, καθώς η υδροδότηση διακόπτεται.
Η ιστορική επιτυχία
Η ομάδα μετακομίζει ολόκληρη σε ένα ξενοδοχείο στο Σαντιάγο. 40 άτομα. Θα μείνουν εκεί μαζί για περίπου έναν μήνα. Σαν τουρίστες. Οι ξεσπιτωμένοι παίκτες αρχικά θα το εκμεταλλευτούν θετικά. Θα έρθουν ακόμα πιο κοντά, θα μπορούν επιτέλους να έχουν λίγη κοινωνική ζωή, πηγαίνουν σινεμά, μπορούν να πάνε να φάνε κάπου έξω. Γρήγορα όμως η όλη ρουτίνα του ξενοδοχείου γίνεται βάρος. Το καθημερινό πρόγραμμα όπου όλοι τα κάνουν όλα μαζί συγκεκριμένες ώρες γίνεται βαρετό. Αγωνιστικά, η Κομπρεσάλ πρέπει να διατηρήσει την πρωτιά απέναντι στην Κόλο Κόλο, εκτός έδρας, μπροστά σε 25.000 θεατές των αντιπάλων που διψούν για τον τίτλο. Οι μεταλλωρύχοι θα βρεθούν πίσω στο σκορ, θα χάσουν πέναλτι και όμως η Κομπρεσάλ θα βρει τα ψυχικά αποθέματα όχι μόνο να ισοφαρίσει, αλλά να γυρίσει και το ματς με μια γκολάρα. Παραμένει 1η και δείχνει να πλησιάζει την κούπα.
Τρεις αγωνιστικές πριν το τέλος όμως, χάνει εκτός έδρας από την Ο’ Χίγκινς. Και έτσι, την προτελευταία αγωνιστική χρειαζόταν οπωσδήποτε νίκη απέναντι στην Μπαρνέτσεα. Ο κόσμος κι οι παίκτες θέλουν το τελευταίο εντός να παιχτεί στη φυσική έδρα της ομάδας. Υπάρχουν σοβαρά προβλήματα όμως. Η πόλη είναι για 24 μέρες χωρίς νερό, το χορτάρι είναι απότιστο και ξερό και το Ελ Κόμπρε δεν είναι σε κατάσταση να φιλοξενήσει ματς. Οι άνθρωποι της Κομπρεσάλ κάνουν τα πάντα για να πάρουν το ΟΚ. Φέρνουν καθημερινά τρία βυτία με νερό (κρυφά από τον υπόλοιπο πληθυσμό), ιδιοκτησίας ενός οπαδού της ομάδας, τα οποία ταξιδεύουν 200 χιλιόμετρα για να φτάσουν στη μέση της ερήμου, να αδειάσουν το νερό και το γήπεδο να αρχίσει να ποτίζεται ξανά. Τελικά το κρίσιμο ματς θα γίνει στο Ελ Σαλβαδόρ.
Το ιστορικό πρωτάθλημα
Το γήπεδο δεν γεμίζει, αλλά έχει περίπου 5.000 θεατές, σχεδόν όλο το χωριό, όσοι μπορούν να πάνε, βρίσκονται εκεί, στο σημαντικότερο παιχνίδι της ιστορίας του συλλόγου απέναντι σε μια ομάδα που είχε υποβιβαστεί. Κι όμως η Κομπρεσάλ βρίσκεται πίσω στο σκορ με 0-1 και 1-2 από μια ομάδα που είχε πέσει, χαρίζοντας ουσιαστικά το πρωτάθλημα στην Ουνιβερσιδάδ Κατόλικα που την ίδια στιγμή κέρδιζε με 3-0. Καμιά φορά όμως το ποδόσφαιρο θέλει να σε ταλαιπωρήσει, να σου βγάλει την ψυχή, μέχρι να γράψει μια ωραία ιστορία. Και κάπως έτσι, η Κατόλικα αρχίζει έναν τρομερό κατήφορο, δέχεται τρία γκολ στο 2ο ημίχρονο, το παιχνίδι της γίνεται 3-3 και στο Ελ Σαλβαδόρ ο κόσμος στηρίζει όλο και περισσότερο την Κομπρεσάλ που ισοφαρίζει. Σχεδόν στο ίδιο χρονικό σημείο, Κομπρεσάλ και Κατόλικα κερδίζουν πέναλτι. Η Κατόλικα το χάνει, η Κομπρεσάλ σκοράρει. 3-3 και 2-1. Το πρωτάθλημα είναι σχεδόν δικό της. Λείπει όμως λίγο ακόμα δράμα. Οι φιλοξενούμενοι βγαίνουν στην επίθεση, σουτάρουν, η μπάλα χτυπά στο δοκάρι, χτυπά στην πλάτη του τερματοφύλακα της Κομπρεσάλ και ξανά στο δοκάρι. Οι γηπεδούχοι σώζονται. Το παιχνίδι λήγει 3-2. Για πρώτη φορά στην ιστορία της, η Κομπρεσάλ είναι πρωταθλήτρια στη Χιλή και τα πανηγύρια είναι έξαλλα.
Είναι δύσκολο να κρατήσει ο σύλλογος την πρωταθληματική ομάδα. Σιγά σιγά προπονητής και παίκτες φεύγουν και δύο χρόνια αργότερα η Κομπρεσάλ θα υποβιβαστεί, μετά από 15 χρόνια, στη Β’ εθνική. Μαθημένη στα δύσκολα θα επιστρέψει και πέρσι θα φτάσει μια ανάσα από ένα νέο πρωτάθλημα. Την προτελευταία αγωνιστική θα κάνει μια σπουδαία ανατροπή επί της Ουνιβερσιδάδ ντε Τσίλε με 4-3 στις καθυστερήσεις, τη στιγμή που η Κόλο Κόλο θα γκελάρει. Θέλει νίκη την τελευταία αγωνιστική για να σηκώσει την κούπα, αλλά θα χάσει τελικά από την Ουνιόν Εσπανιόλα και πρωταθλήτρια θα βγει η Χουατσιπάτο. Η στενοχώρια είναι μεγάλη, αλλά η Κομπρεσάλ επιστρέφει στα σαλόνια του Κόπα Λιμπερταδόρες για τη φετινή διοργάνωση. Το όνομά της γίνεται ξανά γνωστό στη Ν. Αμερική. Ακόμα κι αν χρειάζεται να ξεσπιτωθεί, να παίξει αρκετές εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά, σε ένα άλλο γήπεδο, ξανά στην έρημο, αυτή τη φορά στην πόλη Καλάμα και στο γήπεδο με όνομα “Οι Αλεπούδες της Ερήμου”. Έτσι κι αλλιώς, από έρημο ξέρουν καλά στο Ελ Σαλβαδόρ.
Μια βόλτα με drone
Οι κάτοικοι του Σαλβαδόρ και οπαδοί της Κομπρεσάλ γνωρίζουν από δυσκολίες. Άλλωστε, κανείς δεν ξέρει για πόσο θα υπάρχουν. Οι εργάτες στα ορυχεία μειώθηκαν σε περίπου 2.000 το έτος 2004, η εταιρεία έχει μεγάλες απώλειες και μια έρευνα είχε δείξει ότι τα αποθέματα είναι λίγα. Το 2005 η Codelco ανακοίνωσε ότι σταδιακά θα κλείσει τα ορυχεία και πράγματι από τα 2008 έκλεισαν αρκετές από τις εξορύξεις. Δεν είναι σπάνιες οι απεργίες και οι διαμαρτυρίες των εργατών. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, η Κομπρεσάλ κατάφερε να κατακτήσει ένα πρωτάθλημα και να διεκδικήσει ακόμα ένα. Πολλά ακούγονται για το μέλλον του συλλόγου. Για μεταφορά σε άλλο μέρος, για συγχώνευση με κάποια άλλη ομάδα της περιοχής, να πάει εκεί που πήγαν και οι εργάτες που έφυγαν από τα ορυχεία που έκλεισαν, να ακολουθήσει τους οπαδούς της σε άλλο μέρος δηλαδή, σε κάποιον άλλον οικισμό.
Πριν περίπου έναν χρόνο, το μεγάλο υπόγειο ορυχείο του Σαλβαδόρ έκλεισε οριστικά μετά από ιστορία 63 ετών. Η εταιρεία πάντως υποσχέθηκε ότι το νέο “ανοιχτό” ορυχείο μπορεί να διατηρήσει την πόλη, μια πόλη που χάνει συνεχώς κόσμο, για άλλα 47 χρόνια. Επειδή μιλάμε για Ν. Αμερική, εκεί που η πραγματικότητα, οι πολιτικοί και οι μύθοι μπλέκονται μεταξύ τους, κανείς δεν ξέρει τι θα συμβεί. Προς το παρόν, το Σαλβαδόρ συνεχίζει να υπάρχει, έστω και με πολύ λιγότερο κόσμο από τα παλιά χρόνια, και μαζί του η Κομπρεσάλ.