Σλούκας, Λεσόρ, Βιλντόζα, Χουάντσο. Ο Παναθηναϊκός σαρώνει στη φετινή Offseason θυμίζοντας τις παλιές «ημέρες δόξας» όπου αποτελούσε φόβο και τρόμο για την υπόλοιπη μπασκετική Ευρώπη. Με αφορμή το σύνολο που χτίζεται αυτό το καλοκαίρι στο ΟΑΚΑ, σας παραθέτουμε τις τρεις κορυφαίες super teams του πράσινου παρελθόντος.
1996
Το τελευταίο ματς της σεζόν 1994-95 και η απώλεια του ελληνικού πρωταθλήματος στον πέμπτο τελικό στο ΣΕΦ (σκορ 45-44) μετά το καθοριστικό, άστοχο σουτ του Νίκου Οικονόμου, είχαν πεισμώσει για τα καλά τους ιθύνοντες των πρασίνων που έναν χρόνο πριν είχαν δημιουργήσει ένα μείγμα με σπάνιο star quality, τοποθετώντας τον Ζάρκο Πάσπαλι δίπλα στους Γκάλη, Γιαννάκη και Βράνκοβιτς.
Ήταν η στιγμή της μεγάλης υπέρβασης. Ο Παναθηναϊκός που πάλευε τα τελευταία χρόνια για τίτλους, έπρεπε να σπάσει τα όρια του και να ανέβει στην κορυφή της Ευρώπης. Στις 12 Αυγούστου του 1995 οι πράσινοι σοκάρουν το ευρωπαϊκό στερέωμα ανακοινώνοντας τη συμφωνία με τον μεγάλο σταρ του ΝΒΑ, Ντόμινικ Ουίλκινς. Ήταν μια ιστορική στιγμή.
Στο “τριφύλλι” δημιουργούν ένα από τα καλύτερα ρόστερ της εποχής, έχοντας στις τάξεις τους τρεις πόιντ γκαρντ με προσωπικότητα και στόφα νικητή (Γιαννάκης, Παταβούκας, Κόρφας), τους Βράνκοβιτς-Ουίλκινς και μια εξαιρετική ελληνική γραμμή φόργουορντ με τους Αλβέρτη, Οικονόμου, Μυριούνη, Σταυρακόπουλο συν τους Πετσάρσκι-Βουρτζούμη (εντός συνόρων χρησιμοποιούσαν και το δίδυμο Σοκ-Κούσμα).
Ο Μπόζινταρ Μάλκοβιτς (του οποίου ο ρόλος σε εκείνη την ομάδα έχει μάλλον υποτιμηθεί) καταφέρνει να ανέβει ξανά στην κορυφή της Ευρώπης με ένα διαφορετικό στυλ μπάσκετ αυτήν τη φορά. Παίζει τρεις φόργουορντ στις ενδιάμεσες θέσεις με τον Αλβέρτη μάλιστα στο «2» και στα κρίσιμα παίρνει το καλύτερο από τον Ουίλκινς (σειρά με Μπένετον Τρεβίζο+F4). Με την υποστήριξη 10.000 οπαδών τους, οι πράσινοι πατούν στο ψηλότερο σημείο του βάθρου, στο Παλέ Ντε Μπερσί του Παρισιού. Ήταν ένα τεράστιο κατόρθωμα που συνέβαινε για πρώτη φορά στην ιστορία του ελληνικού μπάσκετ.
Η σεζόν είχε άδοξο τέλος με τον Ουίλκινς να αδειάζει τους υπόλοιπους στον πέμπτο τελικό του ελληνικού πρωταθλήματος και τον Παναθηναϊκό να ηττάται πανηγυρικά (73-38) από τον Ολυμπιακό στο Φάληρο, χάνοντας την ευκαιρία για το νταμπλ. Όμως εκείνη η ομάδα των πρασίνων, ακόμα και εάν ποτέ δεν έπιασε ουσιαστικά το μάξιμουμ των δυνατοτήτων της, αποτέλεσε μια μοναδική ατραξιόν στα ευρωπαϊκά γήπεδα κουβαλώντας μια πρωτόγνωρη λάμψη.
2007
Με το F4 της Ευρωλίγκας να διεξάγεται στην Αθήνα και στο ΟΑΚΑ, οι πράσινοι ήξεραν από νωρίς ότι όφειλαν να κουβαλήσουν ένα τεράστιο βάρος στις πλάτες τους. Αυτό του φαβορί. Ως γνωστόν, η ιστορία της συγκεκριμένης διοργάνωσης δεν είχε φερθεί πολύ καλά στις ομάδες που έφταναν με αυτήν την ταμπέλα στα ματς της μιας ανάσας. Όμως εκείνος ο Παναθηναϊκός ήταν μια μηχανή χωρίς συναισθήματα.
Οι πράσινοι είχαν φέρει στην Αθήνα από το Τρεβίζο, τον βασιλιά των fundamentals και καλύτερο σμολ-φόργουρντ της διοργάνωσης εκείνη την εποχή, Ραμούνας Σισκάουσκας (11.0 πόντοι με 47.1% στα τρίποντα), τον οποίον τοποθέτησαν δίπλα σε ένα πολύ υψηλού επιπέδου backcourt, με στόχο να καλύψουν τις απώλειες των Λάκοβιτς-Σπανούλη. Ο Δημήτρης Διαμαντίδης ήταν ο ακρογωνιαίος λίθος, ο Χατζηβρέτας η επιτομή του 3&D wing, o Μίλος Bούγιανιτς έφερνε instant scoring και τη μεγάλη κλάση του από τον πάγκο και ο νυν τεχνικός διευθυντής της ομάδας, Σάνι Μπετσίροβιτς «γάζωνε» με χέρι-αλφάδι (10.1 πόντοι με 39.7% στα τρίποντα). Σκεφτείτε ότι πέμπτος γκαρντ σε εκείνο το ρόστερ ήταν ο πολύ αξιόπιστος σκόρερ του ΝΒΑ, Τόνι Ντελκ. Ο Παναθηναϊκός έχτιζε σε γερή βάση μιας από τις καλύτερες PnR ομάδες που είδαμε ποτέ.
Στη γραμμή των ψηλών δε, ο Ζέλικο Ομπράντοβιτς (που είχε ήδη εισάγει το small ball και τις πεντάδες με Shooting PFs και undersized πεντάρια λίγα χρόνια νωρίτερα, αλλάζοντας την τάση στο παγκόσμιο στερέωμα σχετικά με την αξία και τις δυνατότητες του ευρωπαϊκού ball screen παιχνιδιού) είχε το δίδυμο Μπατίστ-Τομάσεβιτς, τους Ντικούδη-Τσαρτσαρή και φυσικά τον αρχηγό Φραγκίσκο Αλβέρτη. Συμπληρωματικό ρόλο σε εκείνο το σύνολο είχε ο Ρομπέρτας Γιαβτόκας (ως το απαραίτητο μεγάλο κορμί για τις ειδικές αποστολές) και οι Παπανικολάου-Σάκοτα.
Το «τριφύλλι» γνώρισε μια μικρή κάμψη τον Γενάρη όμως από τις 15 Φλεβάρη και μετά φούλαρε τις μηχανές του, τερματίζοντας με το γκάζι στο πάτωμα (έκανε μια μόλις ήττα σε αυτό το διάστημα, στη Βαρκελώνη από τη Μπαρτσελόνα). Επιβίωσε με όπλο την άμυνα του σε έναν πολύ σκληρό ημιτελικό απέναντι στην Τάου (67-53, κράτησε τους υπερηχητικούς Βάσκους στους 21 πόντους στο πρώτο ημίχρονο) με τον Ζοτς να απαντά με το γνωστό σαρδόνιο χαμόγελο του σε ερώτηση για τον ρυθμό, μετά το ματς:
«Ποιος ξέρει; Ίσως στον τελικό τα πράγματα να εξελιχθούν διαφορετικά. Το ίδιο το παιχνίδι σου δείχνει τον δρόμο».
Έτσι και έγινε φυσικά. Σε έναν από τους καλύτερους τελικούς ιστορικά, οι πράσινοι διατηρούν την αυτοκυριαρχία τους στην τελική ευθεία και πιστοποιούν την ανωτερότητα τους νικώντας την ΤΣΣΚΑ με (το οριακό) 93-91. Ο τίτλος εντός των συνόρων ήρθε απέναντι στον Ολυμπιακό ως φυσική συνέχεια για μια από τις καλύτερες versions των πρασίνων.
Στο 8.00 η κατάκτηση της Ευρωλίγκας από τον Παναθηναϊκό στη Stoiximan
2009
Πιθανόν η καλύτερη και πιο πλήρης ομάδα που είδε το ευρωπαϊκό μπάσκετ ιστορικά σε συλλογικό επίπεδο (μαζί με τη μεγάλη Γιουγκοπλάστικα του Μπόζα). Η πιο τρομακτική μορφή θηρίου που εμφανίστηκε στα ευρωπαϊκά παρκέ σε μια χρονιά όπου τα «εξοπλιστικά προγράμματα» σε κάθε στρατόπεδα είχαν δημιουργήσει ουκ ολίγα σύνολα πολύ υψηλών δυνατοτήτων.
Μια ματιά σε εκείνο το ρόστερ των πρασίνων τώρα, σχεδόν μια 15ετία μετά, κόβει την ανάσα και μας δίνει μια πολύ καθαρή εικόνα για το μέγεθος της ομάδας που έφτασε στον τίτλο του πρωταθλητή στο Βερολίνο το 2009. Αλήθεια, υπάρχει περίπτωση να συγκεντρωθούν σε ένα backcourt τρεις θρύλοι όπως οι Διαμαντίδης, Σπανούλης και Γιασικεβίτσιους δίπλα σε έναν σουτέρ όπως ο Ντριού Νίκολας; Έχουμε δει άλλον παραγωγικό συνδυασμό PnR και Post up-δράσεων από τη θέση «5» όπως αυτός των Μπατίστ-Πέκοβιτς; Μάλλον όχι. Το εθελούσιο «κενό» (σε όρους star quality πάντα) στη θέση «3» με τους Κέτσμαν-Περπέρογλου έδινε τον απαιτούμενο χώρο στο ρόστερ για να «αναπνεύσει», δημιουργώντας γόνιμο έδαφος για την ανάπτυξη των 3-guard lineups. Το δίδυμο των Φώτση-Τσαρτσαρή στο «4» πρόσδιδε έναν απίστευτα πληθωρικό χαρακτήρα σε εκείνον τον Παναθηναϊκό που ήταν ικανός να κερδίσει διαφορετικής φύσεως μάχη κάθε βραδιά.
Ο Ομπράντοβιτς πήγε αρκετά βαθιά πνευματικά ώστε να μοιράσει σωστά την τράπουλα και να πάρει το μάξιμουμ από τα αστέρια και φυσικά το σύνολο του. Όταν είδε ότι η ανταπόκριση των αθλητών του στην πρώτη φάση δεν ήταν η αναμενόμενη, έκανε ένα επικό ξέσπασμα στη συνέντευξη τύπου μετά το ματς με την Πρόκομ στο ΟΑΚΑ, το οποίο στόχευε να θέσει τους πάντες προ των ευθυνών τους. Ήταν πολύ λεπτή η γραμμή μεταξύ του απόλυτου θριάμβου και της ολικής κατάρρευσης για ένα οικοδόμημα με τόσα αστέρια και ο Ζοτς φρόντισε να διασφαλίσει τη συνοχή του.
Ο Σέρβος mastermind ανέβασε τον Νίκολας στο βασικό σχήμα δίπλα στον Διαμαντίδη, κηρύσσοντας του τη σημασία του λεπτομερειακού shot selection αλλά και του πόσο μεγάλη υπόθεση είναι για εκείνον να κερδίζει τα λεπτά του ξεκινώντας από την άμυνα. Στο TOP-16 είδε την ομάδα του να κάνει το 5-1 και να φτάνει στα playoffs για μια ιστορική μάχη απέναντι στη Σιένα. Εκείνη η σειρά δοκίμασε τις πνευματικές και φυσικές αντοχές των πρασίνων, ετοιμάζοντας τους για το μεγάλο finish στη σεζόν. Ο τραυματισμός του Διαμαντίδη, το break της συμμορίας του Πιανιτζιάνι στο δεύτερο ματς και η εκπληκτική συγκέντρωση των πάντων στην ελληνική πλευρά που οδήγησε σε μια εκκωφαντική επικράτηση στα δύο παιχνίδια της Τοσκάνης.
Ο Παναθηναϊκός έφτασε στο Βερολίνο με τεράστια αυτοπεποίθηση. Ήταν η ομάδα που χαμογελούσε μπροστά στην καρμανιόλα. Αυτή που στην κόλαση, έπαιζε εντός έδρας (γιατί στο τιμόνι της είχε τον «οικοδεσπότη»). Οι πράσινοι κέρδισαν δύο ματς που κρίθηκαν στο σουτ απέναντι σε Ολυμπιακό και ΤΣΣΚΑ Μόσχας κατακτώντας την κούπα ενώ έγραψαν τον ιδανικό επίλογο εντός συνόρων, φτάνοντας στον τίτλο με 3-1 απέναντι στους ερυθρόλευκους.
Εκείνος ο Παναθηναϊκός, ήταν η επιτομή της super team.
Οι αποδόσεις ενδέχεται να υπόκεινται σε αλλαγές.