Καλοκαίρι του 1972 και ένας ψηλός, όμορφος, μακρυμάλλης νεαρός, θα περάσει το κατώφλι των γραφείων της Λίβερπουλ για να υπογράψει συμβόλαιο με τους «κόκκινους» του Μπιλ Σάνκλι. Οι εξαιρετικές εμφανίσεις που είχε πραγματοποιήσει, στην κορυφή της επίθεσης της Χάντερσφιλντ, είχαν «σπρώξει» τον σπουδαίο προπονητή να ερωτευθεί το ταλέντο του, βλέποντας, στο πρόσωπό του, εκείνο τον τεχνίτη γκολτζή που θα ανέβαζε, ακόμα ένα, επίπεδο την ομάδα του. Το όνομα του Άγγλου επιθετικού ήταν Φρανκ Γουόρθινγκτον. Ετών 22. Με μια πολλά υποσχόμενη καριέρα να βρίσκεται μπροστά του. Ο νεαρός θα μπορούσε να εξελιχθεί, όπως εξελίχθηκαν δύο εκ των σπουδαιότερων παικτών που φόρεσαν την, ίδια περίοδο πάνω-κάτω, τη φανέλα της ομάδας. Ο πρώτος είναι ο Κέβιν Κίγκαν, που είχε γίνει παίκτης της Λίβερπουλ το ’71, και ο δεύτερος ο Κένι Νταλγκλίς, που ακολούθησε μετά τη φυγή του πρώτου για το Αμβούργο και εξελίχθηκε στον σπουδαιότερο παίκτη στην ιστορία της ομάδας. Ο «έρωτας», ανάμεσα στα δύο πρόσωπα, δεν έμελε τελικά να εξελιχθεί σε «γάμο» μιας και ο Γουόρθινγκτον δεν κατάφερε να περάσει τα ιατρικά τεστ, όχι μία, αλλά δύο φορές, σε διάστημα μάλιστα δύο εβδομάδων, χωρίς να έχει -κι αυτό είναι το αστείο και περίεργο της υπόθεσης- κανένα σοβαρό πρόβλημα.
Από τα μέσα των 60s είχε ξεκινήσει μια, νέα, ιδιαίτερη, περίοδος για τους Βρετανούς ποδοσφαιριστές. Ήταν τότε που πολλοί, σπουδαίοι, παίκτες είχαν αρχίσει να λειτουργούν ως σούπερ σταρ και εκτός ποδοσφαίρου. Πολλά πάρτι. Αμέτρητες γυναίκες. Άφθονα ξενύχτια και ατελείωτα ποτά, φαντεζί ρούχα, μακριά μαλλιά και προσεγμένα μουστάκια και φυσικά πολλές απίστευτες ιστορίες να συντηρούν τον μύθο όλων των παραπάνω. Αν υπάρχει κάποιος που τα έζησε όλα αυτά, σε υπέρμετρο βαθμό, από την «φωτεινή» τους όμως πλευρά, δίχως να φτάσει σε «σκοτεινά» επίπεδα παικτών όπως ο Ρόμπιν Φράιντεϊ και ο, σπουδαιότερος όλων, Τζορτζ Μπεστ, αυτός δεν είναι άλλος απ’ τον Γουόρθινγκτον. Ίσως ο μεγαλύτερος γυναικάς και ένας απ’ τους πιο κούλ χαρακτήρες που γνώρισε ποτέ το Αγγλικό ποδόσφαιρο. Ο τύπος που θα ήθελαν πολλοί, εκείνα τα χρόνια, -αλλά και σήμερα- για παρέα.
Με το μελάνι σχεδόν να ακουμπά το χαρτί για να συμπληρώσει τις υπογραφές, και την Χάντερσφλιντ έτοιμη να γίνει κατά 150.000 λίρες πλουσιότερη, κάτι που θα αποτελούσε και ρεκόρ, οι γιατροί βρήκαν την πίεση του παίκτη επικίνδυνα υψηλή, με τα «καμπανάκια» να χτυπούν για όλους τους εμπλεκόμενους. Ο νεαρός επιθετικός, προς τιμήν του, παραδέχτηκε πως είχε περάσει τις προηγούμενες μέρες, ξενυχτώντας και πίνοντας μεγάλες ποσότητες αλκοόλ, με τον Σάνκλι να αποφασίζει να τον στείλει για δύο εβδομάδες ξεκούρασης στην εξωτική Μαγιόρκα. Για να χαλαρώσει. Όταν με το καλό θα επέστρεφε, θα έκανε εκ νέου εξετάσεις, αυτές θα ήταν σε επίπεδα ερειπίου καθαρές και κάπως έτσι, θα φορούσε τη φανέλα της Λίβερπουλ. Ο Σάνκλι λογάριαζε φυσικά χωρίς την συντροφιά που πήρε μαζί στην Ισπανία του ο 22χρόνος.
Ο Γουόρθινγκτον, αυτές τις δύο εβδομάδες «χαλάρωσης» τις πέρασε παρέα με τη Μις Βρετανία κι ένα ακόμα μοντέλο απ’ το Βέλγιο, καταναλώνοντας τεράστιες ποσότητες αλκοόλ. Η επιστροφή στο Λίβερπουλ βρήκε τις εξετάσεις σε ακόμα χειρότερα επίπεδα κόπωσης και υψηλής πίεσης, με τον Σάνκλι να δηλώνει απογοητευμένος που η μεταγραφή δεν θα ολοκληρωθεί, στερώντας έτσι από το Βρετανικό κοινό την συνύπαρξη δύο εκ των κορυφαίων επιθετικών της εποχής. O Τζίμι Μπλούμφιλντ, μάνατζερ της Λέστερ εκείνη την περίοδο, δεν θα χάσει την ευκαιρία. Θα ξεπεράσει τις κακές εξετάσεις του παίκτη με συνοπτικές διαδικασίες λέγοντας πως «είναι ένα νέο παιδί που το ρίχνει και λίγο έξω» και θα τον φέρει στο Φίλμπερτ Στριτ, συνθέτοντας με τον μέσο Κιθ Γουέλερ ένα άκρως ποιοτικό δίδυμο. Η πρώτη χρονιά του νεαρού επιθετικού με τη φανέλα της Λέστερ δεν ήταν και τόσο σπουδαία. Κατάφερε όμως να βγει πρώτος σκόρερ της ομάδας, με 13 τέρματα, και να πανηγυρίσει μια ιστορική νίκη επί της πρωταθλήτριας Λίβερπουλ, με 3-2, σε μια σεζόν που είχε βρει τις «αλεπούδες», εννοείται χωρίς τίτλο, στην 16η θέση του βαθμολογικού πίνακα.
Απ’ την άλλη, οι εμφανίσεις του νεαρού σούπερ σταρ στα κλαμπ της περιοχής, και όχι μόνο, ήταν τόσο λαμπερές όσο και οι περίτεχνες ενέργειες που έκανε, κάθε αγωνιστική, στα γήπεδα της μεγάλης κατηγορίας της Αγγλίας με το μαγικό, αριστερό του πόδι να χαζεύει συμπαίκτες, αντιπάλους και θεατές. «Παίζαμε εξαιρετικό ποδόσφαιρο εκείνη την περίοδο. Πολύ θεαματικό αλλά δεν είχαμε καθόλου καλή άμυνα για να κάνουμε την υπέρβαση. Σκοράραμε 2 γκολ και δεχόμασταν 4. Αν και τα καλύτερά μου γκολ τα κρατούσα πολλές φορές για εκτός του γηπέδου» θα δηλώσει σε συνέντευξη στη Βρετανική τηλεόραση, πριν λίγα χρόνια, κλείνοντας πονηρά το μάτι στον παρουσιαστή και δείχνοντας με τον απλούστερο τρόπο το πως περνούσε, για τον ίδιο, εκείνη η περίοδος. Να συμπληρώσω -για να ρίξω ακόμα μεγαλύτερο φταίξιμο στους στόπερ της ομάδας- πως τερματοφύλακας της Λέστερ εκείνη την εποχή δεν ήταν κάποιος τυχαίος αλλά ένας ανάμεσα στους σπουδαιότερους που γνώρισε ποτέ το άθλημα. Φυσικά και μιλάω για τον Πίτερ Σίλτον.
Σε μια αναμέτρηση με την Τσέλσι, στο Στάμφορντ Μπριτζ, και μετά από ένα γκολ σπάνιας ομορφιάς που είχε σκοράρει, ο Γουόρθινγκτον δεν πίστευε, με τίποτα, αυτό που συνέβη. Συνηθισμένος να κυκλοφορεί με τα ωραιότερα μοντέλα της εποχής και λάτρης του γυναικείου φύλου, δεν περίμενε όμως, όπως έχει ο ίδιος παραδεχτεί, αυτό που ακολούθησε με τη λήξη εκείνης της αναμέτρησης. Μιας αναμέτρησης που όπως έχει επίσης παραδεχτεί, δεν θυμάται το τελικό της σκορ. Τα γήπεδα ποδοσφαίρου, στο Λονδίνο, είχαν γίνει εκείνη την περίοδο τόπος προσέλευσης για πολλούς σούπερ σταρ, κυρίως από το χώρο του κινηματογράφου, που έκαναν τις βόλτες τους, χωρίς να νοιάζονται και τόσο για το άθλημα, απλά και μόνο για να προωθήσουν τη δουλειά της. Όπως συμβαίνει δηλαδή και στις μέρες μας.
Κάπως έτσι η Ρακέλ Γουέλς, που είχε βρεθεί στο Λονδίνο για την πρεμιέρα της τελευταίας της ταινίας, μαγεύτηκε από την ομορφιά και τον αλήτικο, ποδοσφαιρικό αέρα του παίκτη και ζήτησε απ’ τους αρμόδιους της Λέστερ, να τον συναντήσει, μετά το παιχνίδι, προσκαλώντας τον για φαγητό. «Θυμάμαι μια πανέμορφη γυναίκα να με πλησιάζει. Φορούσε ένα υπέροχο δερμάτινο φόρεμα και μου συστήθηκε ως ηθοποιός. Της είπα πως γνώριζα το όνομά της. Είχα μακριά, ξανθά μαλλιά και φορούσα ένα εντελώς εκκεντρικό κοστούμι στο στυλ του Έλτον Τζον. Βγήκαμε για φαγητό, γνωριστήκαμε, και μετά την πήγα στο καλύτερο κλαμπ του Λονδίνου. Στο κέντρο της πίστας, με το κέφι να έχει ανάψει, με αγκάλιασε και με φίλησε χωρίς να μου πει τίποτα. Τα υπόλοιπα θα τα κρατήσω για μένα».
O Γουόρθινγκτον αγωνίστηκε με τα χρώματα της Λέστερ μέχρι και το 1977, πριν αρχίσει μια πορεία που τον βρήκε σε ένα σωρό ομάδες στην Αγγλία αλλά και εκτός αυτής, και σκόραρε ένα σωρό πανέμορφα τέρματα. Αυτό που ο ίδιος όμως ξεχωρίζει μέχρι σήμερα, είναι εκείνο απέναντι στην Ίπσουιτς, το 1979, σαν παίκτης της Μπόλτον. H Ίπσουιτς την προηγούμενη σεζόν είχε κατακτήσει το Κύπελλο Αγγλίας, έχοντας μια πραγματικά καλή ομάδα που δούλευε «ρολόι» υπό τις οδηγίες του σπουδαίου Μπόμπι Ρόμπσον. Ο Γουόρθινγκτον είχε πλάτη στην αντίπαλη εστία και τους σεσημασμένους κακοποιούς διεθνείς αμυντικούς Τέρι Μπούτσερ και Ράσελ Όσμαν πανέτοιμους να του δώσουν τα πόδια σε σακούλα.
Θα μπορούσε να αφήσει την μπάλα, να αρχίσει να σφυρίζει αδιάφορα, συνεχίζοντας τον αγώνα δίχως άγχος, μακριά από κάθε πιθανό πόνο, αλλά δεν το έκανε. Αφού κοντρόλαρε την μπάλα με το κεφάλι, την έστειλε στο αριστερό του πόδι, έκανε δύο «ποδαράκια», δίχως αυτή να σκάσει στο χόρτο, την πέρασε μαεστρικά πάνω κι απ’ τους δύο, σε ένα σομπρέρο σπάνιας ομορφιάς που θα το ζήλευε και ο Ρικέλμε, και αφού γύρισε προς την εστία, ζύγισε την μπάλα με χειρουργική ακρίβεια και σκότωσε τον δύσμοιρο Πολ Κούπερ με αριστερό χαμηλό σουτ στην γωνία. Το γκολ, για καλή μας τύχη, υπάρχει σε βίντεο. Την ίδια περίοδο ο πρώην διεθνής εξτρέμ, Μάικ Σάμερμπι είχε δηλώσει πως ο Φρανκ Γουόρθινγκτον είναι ο καλύτερος παίκτης στην θέση του σε ολόκληρη την Βρετανία. Άλλωστε, την περίοδο που αγωνίστηκε στη Μπόλτον, ξεχώριζε σαν κύκνος που κάνει την βόλτα του σε λασπωμένη λίμνη.
Τα χρόνια που αγωνίστηκε στο Λέστερ -και που ήταν σίγουρα τα καλύτερα της καριέρας του- κατάφερε να κληθεί και στην εθνική Αγγλίας, χωρίς όμως να βρεθεί σε κάποιο μεγάλο τουρνουά. Μέτρησε μόνο 8 εμφανίσεις και σκόραρε ένα τέρμα σε επίπεδο ανδρών, αυτό απέναντι στην Αργεντινή, στο Γουέμπλεϊ, σε φιλική αναμέτρηση που είχε λήξει με 2-2, το 1974. Έχει σκοράρει ακόμα ένα ως νέος στη νίκη με 0-3 επί της Πολωνίας στη Βαρσοβία, δύο χρόνια νωρίτερα. To 1974 η έλευση στον πάγκο της Αγγλίας του σκληρού και συντηρητικού (εντός και εκτός ποδοσφαίρου) Ντον Ρέβι θα κλείσει οριστικά την πόρτα στον ταλαντούχο παίκτη μιας και ο πρώην προπονητής της Λιντς δεν ήθελε ποδοσφαιριστές που έβγαιναν εκτός συστήματος κάνοντας, πολλές φορές, περίτεχνες ντρίμπλες ξεχνώντας να μαρκάρουν. Τα πάντα καυστικά Αγγλικά μίντια, απ’ τη άλλη, θεωρούσαν πως ο Ρέβι δεν ήθελε στην εθνική τον Γουόρθινγκτον -και ένα σωρό ακόμα τεχνίτες της εποχής- λόγω της εξωαγωνιστικής του συμπεριφοράς.
Σε λίγες ώρες η Λίβερπουλ υποδέχεται τη Λέστερ στο Άνφιλντ, έχοντας τον τίτλο του φαβορί, σε μια αναμέτρηση που κρύβει αρκετές παγίδες για την ομάδα του Γιούργκεν Κλοπ και δεν πρέπει να θεωρηθεί εύκολη σε καμία των περιπτώσεων. Η Λέστερ, απ’ την άλλη, δεν διαθέτει πλέον παίκτες με αυτό το μαγικό άγγιγμα στη μπάλα που είχε «ο ερωτύλος του Χάλιφαξ», εντός γηπέδων, ούτε φυσικά παίκτες με το «σταριλίκι» που ο ίδιος είχε εκτός των αγωνιστικών χώρων. Αυτούς τους μποέμ τύπους ποδοσφαιριστών τους αποβάλλει από μόνο του το άθλημα στη δική μας εποχή. Ευτυχώς όμως, δεν ήταν πάντα έτσι και υπήρχαν και αυτές οι τόσο διαφορετικές και ρομαντικές εποχές. Παίκτες όπως ο Φρανκ Γουόρθινγκτον -και η εν γένει στάση του- θα μας τις θυμίζουν.