Πώς φτιάχνεις μια καλή ομάδα από το τίποτα: Το φαινόμενο Βόλφσμπεργκερ

Αν πριν από δυο χρόνια ρωτούσες τους φίλους σου στα κοινωνικά δίκτυα “ξέρει κανείς πόσο ήρθε η Βόλφσμπεργκερ;” το πιθανότερο είναι ότι από τις 10 απαντήσεις που θα έπαιρνες, οι 5 θα σου έλεγαν “μάλλον εννοείς η Βόλφσμπουργκ”, οι 3 θα σου έλεγαν αμέσως το σκορ της Βόλφσμπουργκ, θεωρώντας δεδομένο πως έχεις κάνει ορθογραφικό λάθος, και μόνο ο κολλημένος με το στοίχημα φίλος θα σου έλεγε το σωστό σκορ, προσθέτοντας την αδιάφορη για σένα αλλά όχι γι’αυτόν λεπτομέρεια ότι “ευτυχώς πλήρωσε το over από το ημίχρονο”. Όσο για το 10ο και τελευταίο σχόλιο δεν μας ενδιαφέρει επί της παρούσης, αφού λογικά θα ήταν από τη θεία σου από το χωριό που χωρίς κανένα λόγο θα απαντούσε βάζοντας τυχαία emoticons, μια καρδούλα, ένα ουράνιο τόξο, ένα χαμόγελο και μια χελωνίτσα.

Η ανταπόκριση αυτή θα ήταν απολύτως λογική, αφού μέχρι και την αρχή της περσινής σεζόν το όνομα της Βόλφσμπεργκερ ήταν γνωστό μόνο εντός των αυστριακών συνόρων. Όχι βέβαια πως και εκεί διέθετε κάποια ιδιαίτερη φήμη. Προερχόμενη από την Καρινθία, μια περιοχή της νότιας Αυστρίας που φημίζεται περισσότερο για τα χειμερινά της σπορ παρά για το ποδόσφαιρο της, η ομάδα από την μικρή πόλη Βόλφσμπεργκ ζούσε στην αφάνεια για τα πρώτα 80 περίπου χρόνια της ιστορίας της. Στο διάστημα αυτό αγωνιζόταν στις χαμηλές κατηγορίες του αυστριακού πρωταθλήματος, παίζοντας τα περισσότερα παιχνίδια της μεταξύ συγγενών και φίλων. Κάτι λίγο-πολύ φυσιολογικό καθώς εκτός του χαμηλού επιπέδου των αγώνων, ο πληθυσμός του Βόλφσμπεργκ είναι 25.000 κάτοικοι, κοινώς μιλάμε για μια πόλη ελαφρώς μεγαλύτερη από την Άρτα και τη Θήβα.

Το 2007 όμως τα δεδομένα άλλαξαν χάρη σε μια αρκετά πρωτότυπη κίνηση. Μιας και η Καρινθία γενικά ως περιοχή δεν είχε να επιδείξει κάποια ποδοσφαιρική επιτυχία, οι άνθρωποι της Βόλφσμπεργκερ αποφάσισαν να συνεργαστούν με τη διοίκηση της γειτονικής Ζανκτ Άντρα, που εδρεύει σε μια πόλη 10 χιλιόμετρα μακριά από το Βόλφσμπεργκ, και να φτιάξουν μαζί μια πιο ανταγωνιστική ομάδα που θα είναι ικανή να διεκδικήσει την άνοδο στην 1η κατηγορία. Η ένωση των δυο συλλόγων αποδείχτηκε πολύ σημαντική. Εκτός από τα αναμενόμενα άμεσα οφέλη στο αγωνιστικό σκέλος, σημαντικά ήταν και τα κέρδη στις παράπλευρες λειτουργίες του συλλόγου. Τα ταλέντα όλης της περιοχής είχαν πλέον έναν μόνο προορισμό, κάτι που ενίσχυσε αισθητά τις ακαδημίες, ενώ και το τμήμα μάρκετινγκ μπορούσε να απευθυνθεί σε μεγαλύτερη μερίδα ανθρώπων, με ό,τι αυτό συνεπάγεται στο οικονομικό κομμάτι. Το σημαντικότερο απ’όλα όμως ήταν πως με αυτόν τον τρόπο μπήκε στο σύλλογο ο επιχειρηματίας Ντίτμαρ Ρίγκλερ, που ως τότε ασχολιόταν με την Ζανκτ Άντρα αλλά από εκεί και έπειτα ως πρόεδρος της Βόλφσμπεργκερ θα άλλαζε τελείως τη δυναμική της.

Ο Ντίτμαρ Ρίγκλερ (δεξιά) με τον προηγούμενο προπονητή, Γκέρχαρντ Στρούμπερ

 Το πείραμα της ένωσης έφερε τελικά αποτελέσματα στο τέλος της πενταετίας. Η Βόλφσμπεργκερ κέρδισε για πρώτη φορά την άνοδο της στην αυστριακή Μπουντεσλίγκα τη σεζόν 2011-12, κάνοντας περήφανο όλο το ομόσπονδο κρατίδιο της Καρινθίας. Οι προβλέψεις των ειδικών έλεγαν ότι η ομάδα δύσκολα θα αντέξει για πάνω από μια σεζόν σε αυτό το επίπεδο αλλά, ως γνωστόν, η ποδοσφαιρική Ιστορία είναι γεμάτη με αποτυχημένες τέτοιες εκτιμήσεις. Η WAC, όπως την αποκαλούν συχνά, όχι μόνο επιβίωσε εκείνη την πρώτη σεζόν τερματίζοντας μάλιστα 5η, αλλά έγινε και θαμώνας της κατηγορίας, κερδίζοντας ακόμα και την έξοδο της στην Ευρώπη το 2015. Τα όποια ευρωπαϊκά όνειρα σβήστηκαν γρήγορα με δυο ήττες από τη Ντόρτμουντ στα προκριματικά του Γιουρόπα Λιγκ αλλά αυτό δεν προβλημάτισε κανέναν αφού ο πρώτος μεγάλος στόχος είχε επιτευχθεί. Η Βόλφσμπεργκερ ήταν και επίσημα μια υπολογίσιμη δύναμη στο αυστριακό ποδόσφαιρο, μια ομάδα ικανή να διεκδικήσει ακόμα και τα ευρωπαϊκά εισιτήρια.

Την τριετία που ακολούθησε ο σύλλογος προσγειώθηκε προσωρινά στην πραγματικότητα, κάνοντας τρεις μέτριες σεζόν που όμως δεν στοίχισαν, και η επιστροφή στις καλές πορείες ξεκίνησε με μια 3η θέση το 2018-19 και επιβεβαιώθηκε μια ακόμα 3η θέση στην περσινή σεζόν. Η ομάδα που στην αρχή της δεκαετίας δεν είχε παίξει ποτέ στην 1η κατηγορία, έκλεινε τη δεκαετία με δυο συνεχόμενες εξόδους στο Γιουρόπα Λιγκ και μάλιστα από μια θέση που εξασφάλιζε άμεσα εισιτήριο για τη φάση των ομίλων.


Το γραφικό Lavanttal-Arena

Η περσινή παρθενική της συμμετοχή σε αυτούς πήγε ανέλπιστα καλά, αφού σε έναν αρκετά δύσκολο όμιλο με Ρόμα, Γκλάντμπαχ και Μπασάκσεχιρ και παίζοντας τα εντός έδρας παιχνίδια τους σε άλλο γήπεδο, αφού το 7.000 θέσεων γηπεδάκι τους δεν καλύπτει τις προδιαγραφές της ΟΥΕΦΑ, οι Αυστριακοί με προπονητή τότε τον Γκέρχαρντ Στρούμπερ ηττήθηκαν εύκολα μόνο από τους Τούρκους εντός έδρας, πήραν δυο ισοπαλίες με τη Ρόμα και έγραψαν ιστορία με ένα απίστευτο διπλό μέσα στη Γερμανία με 0-4!

Όταν στα τέλη του Νοέμβρη ο Στρούμπερ αποφάσισε να δοκιμάσει την τύχη του στην Μπάρνσλει και την Τσάμπιονσιπ, ο πρόεδρος Ντίτμαρ Ρίγκλερ έκανε την έκπληξη και έφερε στη θέση του τον 40χρονο ομοεθνή του, Φέρντιναντ Φελντχόφερ. Το περίεργο με τον Φελντχόφερ είναι ότι αν και είχε μεγάλη εμπειρία από την αυστριακή Μπουντεσλίγκα ως παίκτης, αφού αγωνίστηκε για χρόνια με τις φανέλες της Στουρμ Γκρατς και της Ραπίντ Βιέννης, ως προπονητής δεν είχε καμία επαφή με αυτήν αφού είχε προπονήσει μόνο ένα σύλλογο χαμηλότερων κατηγοριών, τη Λάφνιτς, που λειτουργούσε σχεδόν σε ημι-επαγγελματικά πρότυπα.

“Στη Λάφνιτς είχα να κάνω με ηλεκτρολόγους, υδραυλικούς, δασκάλους. Εκεί συνειδητοποίησα το πόσο προνομιούχος είναι κάποιος επαγγελματίας σε αυτό το χώρο που δεν χρειάζεται να κάνει ταυτόχρονα κι άλλη δουλειά. Κανένας από εμάς δεν έχει δικαίωμα να παραπονιέται.”

Παρά τη μεγάλη δόση ρίσκου που περιείχε, η πρόσληψη του αποδείχτηκε πετυχημένη δικαιώνοντας για άλλη μια φορά τον Ρίγκλερ, που είχε κάνει ήδη όνομα στην Αυστρία ως πρόεδρος που κόβει το μάτι του και αγωνιστικά και εξωαγωνιστικά. Ο 55χρονος επιχειρηματίας, που δραστηριοποιείται στον τομέα των πέλλετ, μαζί με τη γυναίκα του, την οποία γνώρισε σε ποδοσφαιρικό γήπεδο και από τότε κάνουν τα πάντα σχεδόν μαζί, έχουν φτιάξει μέσα σε λίγα χρόνια και με απλά βήματα μια ομάδα πρότυπο για κάθε μικρό σύλλογο που θέλει να ξεφύγει από την ανυποληψία.

Η “πρώτη κυρία” της Βόλφσμπεργκερ, Βαλτράουντ Ρίγκλερ, που τρέχει σχεδόν για τα πάντα στα γραφεία

Χωρίς να ρίξει λεφτά με τη σέσουλα στην ομάδα (η πιο ακριβή μεταγραφή μέχρι και σήμερα είναι ο Κροάτης Ντάριο Βίζινγκερ, που ήρθε το καλοκαίρι αντί 800.000 ευρώ), χωρίς να έχει τη στήριξη κάποιου μεγάλου οπαδικού κινήματος (ακόμα και τις καλύτερες χρονιές της η Βόλφσμπεργκερ προσελκύει περίπου 4.000 θεατές στο έτσι κι αλλιώς μικρό γήπεδο της), χωρίς να παρασύρεται από τις επιτυχίες (τα -αρκετά- έσοδα των δυο τελευταίων χρόνων από την ΟΥΕΦΑ πηγαίνουν κατά πρώτο λόγο στην βελτίωση των εγκαταστάσεων και στην ανάπτυξη των ακαδημιών), δουλεύοντας σε οικογενειακό κλίμα (εκτός από τα μέλη της διοίκησης, στα γραφεία της ομάδας δουλεύουν 5 άνθρωποι συνολικά), με ένα μικρό αλλά καλά οργανωμένο τμήμα σκάουτινγκ που ψάχνει φτηνά λαβράκια (το 2019 πήρε τον Ισραηλινό Σον Γουάισμαν τζάμπα, αυτός έβαλε 30 γκολ σε 31 ματς και το επόμενο καλοκαίρι τον έδωσε 4Μ στη Βαγιαδολίδ) και με προπονητές και παίκτες που ελάχιστοι γνωρίζουν (αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει ούτε ένας διεθνής στην ομάδα) ο Ρίγκλερ παραδίδει χρόνο με το χρόνο μαθήματα για το πως να φτιάξεις από το τίποτα μια ανταγωνιστική και ταυτόχρονα υγιής ομάδα.

Ο Mr Assist, Μίκαελ Λιντλ

Με τον Φελντχόφερ στον πάγκο, ένα κλασικό 4-4-2 με ρόμβο και ηγέτη στο κέντρο τον 35χρονο Μίκαελ Λιντλ που μοιράζει τις ασίστ λες και είναι ο Τζον Στόκτον (έχει φτάσει ήδη τις 33 από το ξεκίνημα της περσινής σεζόν!), η Βόλφσμπεργκερ επέστρεψε φέτος στην Ευρώπη ένα κλικ πιο έμπειρη από πέρσι και το απέδειξε, κάνοντας κατ’ευθείαν το βήμα παραπάνω. Νίκη εντός με τη Φέγενορντ, διπλό μέσα στη Μόσχα επί της ΤΣΣΚΑ, σπουδαίο διπλό με 1-4 μέσα στην Ολλανδία και ιστορική πρώτη πρόκριση στα νοκ αόυτ, εκεί που σπάνια συναντάς άγνωστες ομάδες από τόσο μικρές πόλεις.

Στους ’32’ της διοργάνωσης το έργο είναι απείρως πιο δύσκολο καθώς περιμένει η Τότεναμ του Ζοσέ Μουρίνιο, μια ομάδα της οποίας η αξία αυτή τη στιγμή είναι περίπου 40 φορές μεγαλύτερη από αυτή της Βόλφσμπεργκερ, αλλά αυτό δεν φαίνεται να πτοεί κανέναν στην Καρινθία, αφού και στο αυστριακό πρωτάθλημα το μπάτζετ της είναι αρκετές φορές μικρότερο από αυτό των ομάδων που πρωταγωνιστούν την τελευταία δεκαετία. Ακόμα κι αν το φετινό της ταξίδι στην Ευρώπη ολοκληρωθεί εδώ, όπως είναι το αναμενόμενο, ο στόχος είναι να βρεθεί ξανά σύντομα στο ίδιο σημείο, ώστε κάποια στιγμή στο άμεσο μέλλον όταν αναφέρεται το όνομα της να μην υπάρχει κανένας που να λέει “μήπως εννοείς την Βόλφσμπουργκ;”