Βραδιές «Γκάνγκστερ»

Υπήρξε ο παίχτης που σκορπούσε τον μεγαλύτερο τρόμο στην Ευρώπη. Κάτι σαν μυθικό πρόσωπο, έναν τιμωρό που η φήμη του περνούσε από στόμα σε στόμα και από γενιά σε γενιά, στιγματίζοντας το άθλημα. Εκείνα τα χρόνια ο Νίκος Γκάλης δεν ματσαριζόταν από τίποτα και από κανέναν. Αυτές είναι τέσσερις βραδιές που η μπασκετική Ευρώπη υποκλίθηκε στις «υπερφυσικές» του δυνάμεις.

 

1988, Βαρκελώνη

Ο Άρης ταξιδεύει στο θρυλικό Παλάου Μπλαουγκράνα για να αντιμετωπίσει την πανίσχυρη Μπαρτσελόνα στα πλαίσια του Κυπέλλου Πρωταθλητριών Ευρώπης. Το hype γύρω από τον «γκάνγκστερ» και τον Γιαννάκη είναι τεράστιο, μετά τον άθλο του προηγούμενου καλοκαιριού στο Ευρωμπάσκετ του 1987 και το γήπεδο «βράζει» με την προσμονή να δει το καμάρι της Καταλονίας να περνάει επάνω από την ελληνική ομάδα. Όμως ο Γκάλης είχε άλλα σχέδια.

Από την αρχή φάνηκε ότι ήταν η βραδιά του. Ο Aito Reneses άλλαζε παίχτες και τακτικές απέναντι  του όμως τίποτα ουσιαστικά δεν δούλεψε πραγματικά. Ο Σολοθάμπαλ δεν μπορούσε να ματσάρει τη δύναμη του Έλληνα γκαρντ, οι Νόρις-Μακντάουελ γνώριζαν τη μία ήττα μετά την άλλη κάθε φορά που τον συναντούσαν στην καρδιά του ζωγραφιστού. Ο περίφημος ισπανικός αιφνιδιασμός παρακολουθούσε την αντίστοιχη ελληνική version με τον Γιαννάκη να βρίσκει τον Νικ με γρήγορη πρώτη πάσα και τον Γκάλη να τελειώνει συνεχώς γιατί απλά ήταν μια τρανζίσιον επίθεση μόνος του, απέναντι σε δύο, τρείς ή τέσσερις αντιπάλους. Ο «γκάνγκστερ» έγραψε 45 πόντους εκείνο το βράδυ και ο Άρης πέρασε με διπλό από τη Βαρκελώνη προκαλώντας θόρυβο σε όλη την Ευρώπη.

1989, Θεσσαλονίκη

Ο Άρης υποδέχεται την Πρωταθλήτρια Ευρώπης Τρέισερ Μιλάνο στο Παλέ και όλη η χώρα (ΟΛΗ όμως) ζει για το ματς αυτό. Το Αλεξάνδρειο κοχλάζει και ο Νικ είναι πιο ορμητικός από ποτέ. Έχει ετοιμαστεί για να πετάξει κάθε «σφαίρα», παρουσιάζοντας οτιδήποτε διαθέτει το οπλοστάσιο του.

Αυτό το ματς απαντάει ξεκάθαρα σε κάθε ερώτηση αναφορικά με το γιατί ο Γκάλης υπήρξε ένα μοναδικό μπασκετικό φαινόμενο. Τον λόγο που αποτελούσε φόβο και τρόμο για τους αντιπάλους του στην Ευρώπη. Απέναντι σε μια  σκληροτράχηλη (Μενεγκίν, Ντ’Αντόνι, Μάκαντου, Πίτις) και ποιοτική ομάδα όπως η Τρέισερ, ο «γκάνγκστερ» ξετυλίγει όλες του (ή σχεδόν όλες) τις κινήσεις σε ανοιχτό και μισό γήπεδο, κάνοντας επίδειξη του μεγάλου του πλεονεκτήματος το οποίο τον διαχώριζε από τους υπόλοιπους προικισμένους σκόρερ που εμφανίστηκαν στο προσκήνιο μέχρι σήμερα. Του shot selection (επιλογή των σουτ). Είναι ένα πράγμα να είσαι σκόρερ και άλλο σκόρερ με ποσοστά. Όταν ο Γκάλης σηκωνόταν και εκτελούσε, η πιθανότητα να αστοχήσει ήταν αντικειμενικά μικρή.

Ο Νικ σκοράρει 50 πόντους με 21/28 σουτ εντός πεδιάς, ο Άρης διαλύει τους Λομβαρδούς με 120-95 και η Gazzetta Dello Sport  του αποδίδει μετά τον αγώνα το βραβείο του καλύτερο ευρωπαίου παίχτη για το 1987.

1987, Φάληρο

Ο σούπερ-σταρ ακουμπάει τη θέωση. Η βραδιά που αποτελεί τη «μάνα» όλων όσων ερωτευθήκαμε το άθλημα και το ακολουθούμε πιστά μέχρι σήμερα. Και ο Νίκος Γκάλης είναι το σύμβολο της. Είναι η μεγάλη, αδιανόητη για την εποχή, επιτυχία που τον ανεβάζει στον Όλυμπο και του δίνει το στάτους του Νο1 αθλητή στην ιστορία των σπορ της χώρας μέχρι σήμερα.

Το μάτι του Γκάλη γυαλίζει. Ξέρει ότι απέναντι του έχει έναν Γολιάθ και μια ιδιοφυΐα των πάγκων όπως ο Γκομέλσκι. Ο τρόπος με τον οποίον περιγράφει τα όσα έκανε ο Νικ εκείνο το βράδυ αυτή η «αλεπού» των πάγκων, δείχνει το μεγαλείο του «γκάνγκστερ».

“Ένα καταπληκτικό καλάθι του Γκάλη, είναι απίστευτο, είναι απίστευτο! Έκανε δυο-τρία σπασίματα στον αέρα, περπάτησε στον αέρα για να αποφύγει τους Σοβιετικούς γίγαντες και τελικά έστειλε την μπάλα στο αντίπαλο καλάθι. Ίσως το πιο δύσκολο καλάθι του Πανευρωπαϊκού πρωταθλήματος”.

Είναι το καλάθι του «πιστεύω». Το “Freedom” του Ουίλιαμ Ουάλας στον λαό της Σκωτίας. Εκεί πιστεύεις. Πιστεύεις στα πάντα. Στο αδύνατο που μοιάζει δυνατό, στην ανατροπή των προγνωστικών, στο θαύμα. Το τριπλό σπάσιμο του Νικ απέναντι στα θηρία  αφήνει τους πάντες (και τον περπατημένο Φίλλιπο Συρίγο) «παγωτό» και αναγκάζει τον Γκομέλσκι να πάρει τάιμ-άουτ για να ανακόψει τον ρυθμό της Ελλάδας.

Ο Γκάλης σκοράρει 40 και οι βολές του Αργύρη Καμπούρη φέρνουν την εθνική μας ομάδα στην κορυφή της Ευρώπης.

1989, Ζάγκρεμπ

Η βραδιά του «ξεκαθαρίσματος» των λογαριασμών. Η πρωταθλήτρια Ευρώπης Ελλάδα έρχεται στη Γιουγκοσλαβία για να υπερασπιστεί το στέμμα της και στα ημιτελικά βρίσκει μπροστά της ένα εμπόδιο που μοιάζει ανυπέρβλητο. Οι χρυσοί Ολυμπιανίκες του 1988 στο Λος Άντζελες, Σοβιετικοί, έρχονται πάνοπλοι και μανιασμένοι για εκδίκηση κρατώντας στη μνήμη τους τη μεγάλη ήττα στον τελικό του 1987. Ο Γκαράστας έχει στη διάθεση του και τον Άρβιντας Σαμπόνις αυτήν τη φορά.

Οι οριακές καταστάσεις όμως απαιτούν οριακά μέτρα. Και ο Γκάλης βγάζει τον καλύτερο εαυτό του εκεί έξω. Έμοιαζε να τροφοδοτείται με ενέργεια, θυμό και δύναμη από τη μανία των Σοβιετικών να πάρουν το αίμα τους πίσω. Ήταν η βραδιά που οι γίγαντες του Σοβιετικού μπάσκετ έμοιαζαν με αδύναμα, μικρά παιδιά απέναντι στο απόλυτο αφεντικό.

Ο Γκάλης είναι ασταμάτητος στο ένας εναντίον ενός κάνοντας outmuscle σε δυναμικούς γκαρντ όπως ο Μαρτσουλιόνις και ο Σοκ. Πήγαινε στα σημεία που ήθελε, πατούσε και εκτελούσε. Η τακτική της ελληνικής ομάδας διαμόρφωσε το πλαίσιο της αναμέτρησης καθώς ήταν ξεκάθαρο ότι θέλαμε να τρέξουμε για να βγάλουμε από την εξίσωση  το μέγεθος του αντιπάλου στο πέντε εναντίον πέντε.

Οι Σοβιετικοί ενεργοποιούν τακτική «τοίχου» (the wall, η ιστορία επαναλαμβάνεται στο ΝΒΑ του σήμερα για την αντιμετώπιση του Γιάννη) στο αμυντικό τρανζίσιον δημιουργώντας μια μεμβράνη από κορμιά για να σταματήσουν τον Νικ, όμως τίποτα δεν μπορεί να φέρει αποτέλεσμα. Ο Γκάλης σκορπάει «θύματα» στο ζωγραφιστό, ο Σαμπόνις και ο Βολκοφ βλέπουν τη «μύγα» και δεν μπορούν να την πιάσουν και οι Ιταλοί παρομοιάζουν τον «γκάνγκστερ» με τον Σπάιντερμαν. Ο Γκάλης «γράφει» 45 στο κορυφαίο ίσως ματς της ζωής του και σηκώνει τα χέρια του ψηλά για να πανηγυρίσει αφού πασάρει στον Φάνη για το νικητήριο τρίποντο, ενώ η μπάλα βρισκόταν ακόμα στον αέρα.

Those were the days.