Η δύσκολη διαδρομή του Βένταντ Ιμπίσεβιτς

Στις αρχές του Σεπτεμβρίου η Σάλκε ανακοίνωσε την απόκτηση του 36χρονου Βένταντ Ιμπίσεβιτς, που είχε μείνει ελεύθερος από τη Χέρτα. Η ανακοίνωση συνοδευόταν από τα καθιερωμένα στατιστικά (127 γκολ και 52 ασίστ σε 340 αγώνες στη Μπουντεσλίγκα), μια τυπική δήλωση του παίκτη και μια δήλωση του αθλητικού διευθυντή της ομάδας που έλεγε πως πρόκειται για έναν “έμπειρο σκόρερ, που είναι ακόμα πεινασμένος για να παίξει σε κάθε παιχνίδι της φετινής Μπουντεσλίγκα, κάτι που φάνηκε και από τη διάθεση που έδειξε κατά τη διάρκεια των συζητήσεων μας”.

Αυτή η μεταγραφή υπό φυσιολογικές συνθήκες θα περνούσε στα ψιλά, ανάμεσα στις δεκάδες άλλες που συμβαίνουν αυτή την περίοδο στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο. Μια συμπληρωματική όμως είδηση που είδε το φως το δημοσιότητας λίγες μέρες μετά την έκανε τελικά να ξεχωρίζει. Ο Ιμπίσεβιτς θα παίξει φέτος στη Σάλκε χωρίς να έχει κανονικό μισθό! Ο 36χρονος επιθετικός, που βρίσκεται πλέον πολύ κοντά στο φινάλε της καριέρας του, ζήτησε από τη διοίκηση να προσφέρει τον μηνιαίο μισθό του σε φιλανθρωπικά ιδρύματα της περιοχής. Τα μοναδικά του έσοδα από τη φετινή σεζόν θα προέλθουν από τα ομαδικά πριμ, σε περίπτωση φυσικά που η Σάλκε πετύχει τους στόχους που έχει θέσει.  Η επιβεβαίωση του ρεπορτάζ ήρθε από τον ίδιο λίγες μέρες μετά: “Δεν ήρθα εδώ για να κερδίσω λεφτά αλλά για να συνεχίσω να παίζω στη Μπουνεσλίγκα. Γι’αυτό συμφωνήσαμε με την ομάδα να μην έχω βασικό μισθό και απλά να μου καλύπτουν το ελάχιστο ποσό της ασφάλειας.”

Αυτή δεν ήταν η πρώτη φορά που ο Βόσνιος έγινε θέμα για καλό λόγο. Το καλοκαίρι του 2016, όταν και το προσφυγικό ζήτημα σχεδόν μονοπωλούσε την επικαιρότητα στη Γερμανία, είχε προσφέρει 50.000 ευρώ σε μια οργάνωση που βοηθούσε τους πρόσφυγες να εγκατασταθούν και να προσαρμοστούν στη νέα τους χώρα. Όταν ένας δημοσιογράφος τον ρώτησε γιατί το κάνει αυτό, ο Ιμπίσεβιτς απάντησε: “Μόνο όσοι έχουν ζήσει τι σημαίνει να είσαι πρόσφυγας μπορούν να καταλάβουν τι περνάνε αυτοί οι άνθρωποι. Όταν φτάνουν στη Γερμανία όλα είναι άγνωστα γι’αυτούς, βιώνουν ένα πολιτισμικό σοκ. Οπότε θέλω να βοηθήσω αυτή την υπέροχη προσπάθεια που γίνεται, που έχει σκοπό να στηρίξει τη γρήγορη ενσωμάτωση τους στην τοπική κοινωνία”.

Οι συγκεκριμένες δηλώσεις του φυσικά δεν ήταν λόγια του αέρα. Σχεδόν τρεις δεκαετίες πριν, ο Ιμπίσεβιτς βρισκόταν σε μια παρόμοια θέση με αυτούς τους ανθρώπους. Όταν ξέσπασε ο πόλεμος της Βοσνίας, ο 8χρονος Βένταντ είδε τη ζωή του να αλλάζει από τη μια στιγμή στην άλλη. Τα όσα διαδραματίστηκαν εκείνους τους πρώτους μήνες του πολέμου έμεναν για χρόνια σφραγισμένα στη μνήμη του, σαν εφιάλτης που δεν τολμάς να ανακαλέσεις ούτε για να τον διηγηθείς απλά σε κάποιον άλλον. Όσες φορές η συζήτηση πήγαινε στα γεγονότα εκείνης της περιόδου η απάντηση του ήταν κάτι σε στυλ “όλα καλά τώρα”. Ακόμα και η γυναίκα του μέχρι πριν λίγα χρόνια ήξερε ελάχιστα από όσα έζησε ο άντρας της πριν εγκαταλείψει με την οικογένεια του άρον-άρον τη Βοσνία. “Ειλικρινά πιστεύω ότι ξέρω μόνο το 20%. Τα κρατάει όλα μέσα του” ήταν η απάντηση της σε μια παλιότερη συνέντευξη του ζευγαριού.

Τελικά σε ένα μεγάλο αφιέρωμα του Espn το 2014 ο Βόσνιος δέχτηκε να μοιραστεί κάποιες από τις αναμνήσεις του από εκείνες τις τραγικές μέρες που έχασε το σπίτι του, τον παππού του και τον θείο του. Εκεί μίλησε για το πως ο πατέρας του αναγκάστηκε να κρυφτεί για καιρό στο δάσος, για το πως η μητέρα του έμεινε πίσω με τα δυο της παιδιά και αναγκαζόταν να δουλεύει καθημερινά για να καλύψει την κενή θέση του άντρα της, για το πως 11 άνθρωποι, όλοι γνωστοί και φίλοι, έχασαν τη ζωή τους μέσα σε ένα πρωινό του Μαΐου του 1992 στο χωριό του παππού του, λίγα χιλιόμετρα μακριά από το δικό τους σπίτι, για το πως το χωριό του πατέρα του, στο οποίο είχε περάσει τα καλύτερα παιδικά του καλοκαίρια, κάηκε ολοσχερώς και για εκείνη τη μέρα που οι στρατιώτες ήρθαν να ψάξουν το σπίτι τους την ώρα που η μητέρα του ήταν στη δουλειά και αυτός και η αδερφή του κρύφτηκαν σε μια τρύπα στην αυλή που είχε σκάψει γι’αυτόν ακριβώς το σκοπό η μητέρα του.

Εκεί μέσα, κάτω από λερωμένες κουβέρτες, χόρτα, πεσμένα φύλλα και λοιπά σκουπίδια που λειτουργούσαν ως καμουφλάζ, ο 8χρονος Βένταντ προσπαθούσε με κάθε τρόπο να κρατήσει ήσυχη την 3χρονη αδερφή του. Ένα κλάμα της θα ήταν αρκετό για να τραβήξει την προσοχή των στρατιωτών και να στείλει τα δυο αδέρφια σε κάποιο στρατόπεδο συγκέντρωσης. Αυτή ήταν και μια από τις τελευταίες αναμνήσεις του από το σπίτι που μεγάλωσε.

Μέσα στις επόμενες μέρες η οικογένεια Ιμπίσεβιτς ξεκίνησε ένα μακρύ ταξίδι που κράτησε μερικά χρόνια, με πρώτη στάση την Τούζλα, που αποτελούσε προσωρινό καταφύγιο για τους Βόσνιους μουσουλμάνους, δεύτερη, για πολύ λίγο, την Ελβετία και τελικό προορισμό το Σεντ Λούις, όπου είχαν μετακομίσει ήδη αρκετοί γνωστοί τους. Στο διάστημα αυτό χρειάστηκε να κοιμηθεί αμέτρητες φορές στο δάσος, σε λεωφορεία, σε προσφυγικούς καταυλισμούς και σε ξένα σπίτια. Όπως έλεγε και ο ίδιος όμως, “όλα καλά τώρα”.

Η οικογένεια Ιμπίσεβιτς ξεκίνησε μια νέα ζωή στις ΗΠΑ και μαζί της ξεκίνησε και η καριέρα του Βένταντ. Η ύπαρξη του Βόσνιου Βαχίντ Χαλίλχοτζιτς στον πάγκο της Παρί σεν Ζερμέν του άνοιξε την πόρτα της επιστροφής στην Ευρώπη στα 20 του και δυο χρόνια μετά βρισκόταν στη Γερμανία, εκεί που παρά τα αρχικά προβλήματα τραυματισμού (“είναι πολύ άσχημο να παθαίνεις ρήξη χιαστών αλλά πίστεψε με δεν είναι τίποτα μπροστά στο να κρύβεσαι πίσω από δέντρα προσπαθώντας να σώσεις τη ζωή σου”) θα έφτιαχνε τελικά ένα καλό όνομα ως ένας πολύ τίμιος σκόρερ, με τις φανέλες της Χόφενχαιμ, της Χέρτα και της Στουτγκάρδης, με την οποία έκανε και την καλύτερη σεζόν του το 2013-14 όταν πέτυχε 24 γκολ.

Εκείνη ήταν και η καλύτερη περίοδος της καριέρας του αφού τον Οκτώβριο του 2013 ένα δικό του γκολ μέσα στη Λιθουανία έδωσε στη Βοσνία την πρόκριση για πρώτη φορά σε ένα Παγκόσμιο Κύπελλο. Στο Μουντιάλ της Βραζιλίας αυτός ήταν ξανά ο σκόρερ του πρώτου τέρματος της ομάδας στην ιστορία της διοργάνωσης, στην πρεμιέρα με την Αργεντινή. Αυτά ήταν 2 από τα 28 γκολ που έβαλε με την εθνική του ομάδα, της οποίας είναι μέχρι και σήμερα ο 2ος καλύτερος σκόρερ. Η τεράστια τότε επιτυχία της Βοσνίας, που έβγαλε όλη τη χώρα στους δρόμους, ήταν κατά τον ίδιο και η καλύτερη απόδειξη ότι μπορούν όλοι, Κροάτες, Σέρβοι και μουσουλμάνοι, να συνυπάρξουν αρμονικά. “Έχουμε κάθε είδους άνθρωπο στην ομάδα κι όμως τα πάμε μια χαρά μεταξύ μας. Δεν έχει κανένας πρόβλημα με κανέναν κι αυτό είναι μια απόδειξη πως μπορεί να δουλέψει αυτό το πράγμα”.

Το ποδόσφαιρο όμως δεν αρκεί σε αυτές τις περιπτώσεις. Η λύση βρίσκεται αλλού και το ξέρουν όλοι. Σχεδόν τρεις δεκαετίες μετά από τη μέρα που κρυβόταν σε μια τρύπα στην αυλή του σπιτιού του για να σωθεί και έχοντας φτιάξει πλέον μια πολύ καλύτερη ζωή, ο Βένταντ Ιμπίσεβιτς το συνοψίζει ιδανικά: “Όταν άρχισε ο πόλεμος ο κόσμος τρελάθηκε και άρχισε να πιστεύει κάθε μπούρδα που ακουγόταν. Στο τέλος αποδείχτηκε ότι τίποτα απ’όλα εκείνα δεν ίσχυε. Τι κατάλαβε; Στο τέλος έμεινε με το τίποτα, με κατεστραμμένα όνειρα και διαλυμένες ζωές. Και φυσικά μιλάω για όλες τις πλευρές. Αυτό κάνει η πολιτική και αν το καλοσκεφτείς είναι απλά απίστευτο. Κανένας δεν έχει το δικαίωμα, και συγχωρέστε με για την έκφραση, να πηδήξει τις ζωές τόσων ανθρώπων”.