Τιάγκο Αλκάνταρα: Έρωτας με την πρώτη ματιά

20 Σεπτεμβρίου του ’20 και για την 2η αγωνιστική της Πρέμιερ Λιγκ η Τσέλσι υποδέχτηκε τη Λίβερπουλ στο άδειο Στάμφορντ Μπριτζ. Τα βλέμματα των περισσότερων οπαδών των «μπλε» δικαίως είχαν στραφεί στα νέα αποκτήματα της ομάδας που -τα περισσότερα- βρέθηκαν και στη βασική σύνθεσή της. Απ’ την άλλη, τα περισσότερα βλέμματα των φίλων των πρωταθλητών δεν ήταν στο γήπεδο, μιας και πάνω-κάτω όλοι γνωρίζουν τι να περιμένουν από την ομάδα του Κλοπ, αλλά στην κερκίδα (που στα χρόνια της πανδημίας έχει εξελιχθεί σε πάγκος για τους «αναπληρωματικούς»). Εκεί δηλαδή που ένας απ’ τους νεοφερμένους, ο Τιάγκο Αλκάνταρα, παρακολουθούσε δίχως ίχνος άγχους και αμηχανίας, τους νέους του συμπαίκτες κι αντιπάλους. Άλλωστε αν έλειπε κάτι από την καλοκουρδισμένη «μηχανή» του Κλοπ, αυτό δεν ήταν άλλο από ένα νέο και εντελώς διαφορετικό «γρανάζι» για να της ανεβάσει κι άλλο το επίπεδο και να δώσει ακόμα περισσότερο το στοιχείο που, όσο κι αν το τέλειο σχεδιασμένο πλάνο τείνει να γίνει η επανάσταση στο σύγχρονο -τουλάχιστον- ποδόσφαιρο, αυτό θα βρίσκεται πάντα λίγο πιο μπροστά. Το απρόβλεπτο δηλαδή μέσα όμως από αυτό το πλάνο. Οι Σοβιετικοί κάποτε το είχαν ονομάσει Οργανωμένη Αταξία και προσωπικά θεωρώ πως αυτή η φράση ταιριάζει γάντι για τον νέο αστέρα της Λίβερπουλ και φυσικά για την εξέλιξη που θέλει ο Κλοπ (και οι φίλοι της Λίβερπουλ) να έχει η ομάδα. Άλλωστε οτιδήποτε στάσιμο, όσο καλά κι αν λειτουργεί, γίνεται πιο εύκολα αντιμετωπίσιμο.

Γεννημένος το 1991 στη Βόρεια Ιταλία, όπου και έπαιζε ποδόσφαιρο ο πατέρας του, ο γιος του σπουδαίου διεθνή ποδοσφαιριστή Μαζίνιο δεν μεγάλωσε με τα προβλήματα που είχαν άλλοι Βραζιλιάνοι ποδοσφαιριστές της γενιάς του κι αφού το οικονομικό ήταν κυριολεκτικά λυμένο μπορούσε αρκετά πιο εύκολα να ασχοληθεί με αυτό που έμαθε να αγαπά από τα τρία του μόλις χρόνια, όταν και είδε δηλαδή τον πατέρα του να σηκώνει το τρόπαιο του Παγκοσμίου Κυπέλλου των ΗΠΑ. Να γίνει ή έστω να προσπαθήσει να γίνει, αυτό που θέλουν τα περισσότερα παιδιά σε εκείνη την ηλικία, επαγγελματίας ποδοσφαιριστής. Αυτό που όμως τον ξεχώριζε αμέσως από όλα τα σούπερ ταλαντούχα παιδιά της γενιάς του, σε μια περίοδο που βγήκαν πολλά και που έχουμε την τύχη να τα απολαμβάνουμε ακόμα, και έδινε το δικαίωμα στο να εκπληρωθεί αυτό το όνειρο, ήταν η αντίληψη που έδειχνε, από «μωρό» σχεδόν, να έχει πάνω στο παιχνίδι. «Το πρώτο δώρο που πήρα ποτέ ήταν μια μπάλα ποδοσφαίρου, δεν ήθελα να κάνω τίποτα άλλο εκτός από το να παίζω μαζί της» έχει δηλώσει ο ίδιος, κάτι που φυσικά και έκανε από τα 5 του χρόνια, όταν ξεκίνησε -όχι να την κλωτσά αλλά- να τη χαϊδεύει, μέχρι και τα 14, όταν έγινε ακόμα ένα μέλος, με τόσα όνειρα, της Μασία, της φημισμένης δηλαδή ακαδημίας της Μπαρσελόνα. Εκεί που βρέθηκε με τον μέντορά του, τον Πεπ Γκουαρδιόλα, με τον δεύτερο να βλέπει αμέσως στο πρόσωπο του νεαρού πολλά από εκείνα τα στοιχεία που είχε ο ίδιος, όταν μάγευε ως κεντρικός μέσος, και που χρειάζονται για να λειτούργησε το δικό του -σχεδόν τέλειο- πλάνο.

Με τον Κρίστενσεν να έχει αποβληθεί, ορθώς, στο τέλος του 1ου ημιχρόνου για ένα εντελώς άτσαλο μαρκάρισμα στον Σαντιό Μανέ, ο Κλοπ θα κάνει την σωστή κίνηση βγάζοντας τον κουρασμένο Χέντερσον και βάζοντας στη θέση του τον Αλκάνταρα. Λίγα δευτερόλεπτα αργότερα ο Βραζιλιάνος, που έγινε Ισπανός εδώ και πολλά χρόνια, θα κάνει την πρώτη του επαφή με τη μπάλα χαρίζοντας σε όλους όσους θεωρούν το ποδόσφαιρο ως μία ακόμα μορφή Τέχνης, ακόμα ένα έργο σπάνιας ομορφιάς. Ο τρόπος που χαϊδεύει την μπάλα και ουσιαστικά την οδηγεί, τόσο εύκολα, εκεί που αυτός θέλει δεν μπορεί να περιγραφτεί εύκολα με λόγια.  Αν ο σπουδαίος συγγραφέας Ρομπέρτο Φονταναρόσα ζούσε, θα ήταν αρκετά δύσκολο, και για τον ίδιο ακόμα, να βρει τις κατάλληλες λέξεις για να χωρέσει, σε μια παράγραφο, την μαεστρία αυτού του κοντούλη μέσου. Αξίζει να αναφερθούν, οι 75 επιτυχημένες πάσες του Τιάγκο, σε μόλις 45 λεπτά, στο παιχνίδι με την Τσέλσι. Ένα νέο ρεκόρ για την Πρέμιερ Λιγκ, μιας και κανένας παίκτης (από το 2003-2004 που υπάρχουν αυτά τα στατιστικά) δεν έχει καταφέρει κάτι ανάλογο. Απ’ την άλλη, κανένας παίκτης της Τσέλσι δεν κατάφερε περισσότερες επιτυχημένες πάσες, ακόμα κι απ’ αυτούς που αγωνίστηκαν σε ολόκληρο το 90λεπτο. «Είναι ο μοναδικός παίκτης που θέλω. Θα πάρω αυτόν ή κανέναν» είχε δηλώσει ο Γκουαρδιόλα όταν ζήτησε -ως προπονητής της Μπάγερν- τον Αλκάνταρα από την Μπαρσελόνα. Σε μια Μπαρσελόνα που ο ίδιος τον είχε ανεβάσει στην πρώτη ομάδα, βλέποντας τον ως τον τέλειο μέσο για να εξελίξει το πλάνο του πάνω στις γερές βάσεις του μοντέλου της Μπάγερν, με τους περισσότερους φίλους του ποδοσφαίρου να μπορούν να καταλάβουν πόσο δύσκολο ήταν εκείνο το εγχείρημα που εξελίχθηκε σε ένα τέλειο πάντρεμα ακόμα κι όταν αποχώρησε ο Καταλανός προπονητής. Οι μνήμες άλλωστε του τρεμπλ της Μπάγερν είναι αρκετά νωπές. Σε όλους.

Το 90% ποσοστό σε επιτυχημένες πάσες, σε συνδυασμό με τις 10 επιτυχημένες μακρινές μπαλιές (σε 12 προσπάθειες) μπορούν πολύ εύκολα να φανερώσουν το πόσο μπορεί να βοηθήσει την Λίβερπουλ να γίνει ακόμα πιο ελκυστική και πιο δύσκολα αντιμετωπίσιμη. Είναι ολοφάνερο πως ο Τιάγκο Αλκάνταρα βρίσκεται ποιοτικά ένα επίπεδο πάνω από όλους τους άλλους κεντρικούς μέσους των «κόκκινων» και με το χάρισμα που διαθέτει να παίζει την μπάλα με τη μία (και με ακρίβεια) προς τους επιθετικούς, ακόμα κι από το κέντρο του γηπέδου, εκτός όλων των άλλων χαρισμάτων του, αναμένεται να προσφέρει πολλές σπαζοκεφαλιές στους αντιπάλους προπονητές και ίσως αυτός ο τρόπος παιχνιδιού να βοηθήσει και τον Φιρμίνο να πατήσει περισσότερο την αντίπαλη περιοχή, ανεβάζοντας ακόμα περισσότερο τον βαθμό επικινδυνότητας της ομάδας του Κλοπ. Αυτό φυσικά μένει να το δούμε πώς θα λειτουργήσει. Έχοντας κατακτήσει κυριολεκτικά τα πάντα, τόσο με την Μπαρσελόνα όσο και με την Μπάγερν Μονάχου, το να βρεθεί σε μια ομάδα όπως η Λίβερπουλ, στην καλύτερη φάση μάλιστα της σύγχρονης ιστορίας της, μόνο θετικά μπορεί να επιδράσει και για τους δύο, μιας και ο ίδιος γνωρίζει τις δυνάμεις του και δεν έχει να αποδείξει τίποτα και πουθενά, και απ’ την άλλη η Λίβερπουλ δεν είναι πλέον η ομάδα που ονειρεύεται αγχωμένη να κατακτήσει τις κορυφές της Αγγλίας, και της Ευρώπης, αλλά εκείνη η ομάδα που έχει κερδίσει κι αυτή τα πάντα και φυσικά τον σεβασμό από όλους, προκαλώντας μάλιστα σε ακόμα περισσότερους, τον τρόμο. Αυτό που και ο ίδιος ο Αλκάνταρα προκαλεί δηλαδή όταν η μπάλα έρχεται προς το πόδι του ή  φεύγει από αυτό προς την επίθεση της ομάδας του. Ας πάρουμε μια γεύση:

Η Λίβερπουλ υποδέχεται την νέα εκδοχή της Άρσεναλ με μοναδικό σκοπό να κάνει το 3 στα 3 κλείνοντας σε όλους τους διεκδικητές του τίτλου πονηρά το μάτι. Φυσικά το ίδιο θα θέλουν να κάνουν και οι «κανονιέρηδες» που δείχνουν να έχουν βρει τον τρόπο να κερδίζουν αλλά και να παρουσιάζουν και αυτοί ένα όμορφο στιλ ποδοσφαίρου. Το μόνο σίγουρο είναι πως σε ένα τέτοιο παιχνίδι, η μαεστρία παικτών όπως του Τιάγκο μπορεί να ξεχυθεί και να λάμψει, δημιουργώντας όμορφες εικόνες. Εικόνες όπως αυτές που δημιουργεί ο νέος αστέρας της Λίβερπουλ. Αν η μπάλα ήταν κοπέλα, η σχέση της με αυτόν το μικρό μάγο θα φάνταζε ως η τέλεια ιστορία αγάπης. Κι ο Αλκάνταρα την αγαπά υπερβολικά πολύ την μπάλα. «Είμαι τόσο χαρούμενος που κάναμε δικό μας τον υπέροχο Τιάγκο Αλκάνταρα» δήλωσε ο Γιούργκεν Κλοπ αμέσως μετά το σπουδαίο διπλό επί της Τσέλσι, έχοντας ένα τεράστιο χαμόγελο στο πρόσωπο, και ειλικρινά πιστεύω πως ακριβώς αυτό σκέφτηκαν οι φίλοι της Λίβερπουλ και όλοι όσοι αγαπούν το όμορφο ποδόσφαιρο. Γιατί δεν γίνεται να δηλώνεις αληθινός φίλος του αθλήματος και να μην λατρεύεις τυπάκια όπως ο Τιάγκο Αλκάνταρα. Αυτούς τους παίκτες δηλαδή που όταν τους χαζεύεις σε κάνουν να χαμογελάς, σαν χαζός, όπως όταν είσαι ερωτευμένος. Άλλωστε και η μπάλα, έρωτας είναι κι αυτή.