Η κατάρα του Ναδάλ

Τελικά, η κατάρα του Ναδάλ έριξε βαριά της σκιά της πάνω από τον Στέφανο Τσιτσιπά και δεν μπόρεσε καν να διεκδικήσει το μερτικό του στην αγωνία της έκβασης του δεύτερου ημιτελικού του Αυστραλιανού Όπεν, χάνοντας με συνοπτικές διαδικασίες από έναν εξαιρετικά προετοιμασμένο (σωματικά και πνευματικά) Μεντβέντεφ. Και πρόκειται, κυριολεκτικά, για «κατάρα» γιατί υπάρχει το εκπληκτικό στατιστικό, κανένας από τους 26 παίκτες που έχουν κερδίσει τον Ναδάλ σε τουρνουά «Γκραν Σλαμ» πριν τον ημιτελικό, να μην έχει τελικά καταφέρει να φτάσει μέχρι το τέλος και να σηκώσει το τρόπαιο. Θαρρείς και η μάχη να αποκλείσεις τον Ισπανό απαιτεί και την τελευταία ικμάδα των δυνάμεων σου και σε απομυζά πνευματικά σε τέτοιο βαθμό, που οι επόμενοι αντίπαλοι σου, δεν ξέρουν ποιόν Θεό να μακαρίσουν…

Κάπως έτσι μπορεί να μην δούμε τελικά τον τελικό που όλοι ελπίζαμε, αλλά και πάλι αναμένεται να γίνουμε μάρτυρες μιας επικής μονομαχίας με εντελώς αβέβαιη έκβαση, αν και για πολλούς ο μεγάλος μεταξύ του αειθαλή Τζόκοβιτς και του ατσαλωμένου Μεντβέντεφ, δεν θα είναι μια απλή αναμέτρηση, αλλά θα αποδειχθεί ένα παιχνίδι ορόσημο για την επικείμενη αλλαγή σκυτάλης στην κορυφή του αθλήματος. Γιατί ακόμη κι αν Ναδάλ, Τζόκοβιτς και Φέντερερ έδειχναν «απέθαντοι», ο κλοιός όλο και στενεύει και οι ιδιότυπες συνθήκες που κουβάλησε στο καλεντάρι ο Covid-19, μάλλον θα επιταχύνουν τις εξελίξεις. Γιατί μπορεί ο Ντομινικ Τιμ να κατέκτησε τον Σεπτέμβριο το Αμερικανικό Όπεν, αλλά αυτό συνέβη σε ακόμη πιο περίεργες συνθήκες και χωρίς να χρειαστεί να αντιμετωπίσει κανέναν από τα τρία «ιερά τέρατα».

ΟΔΟΣ ΤΖΟΚΟΒΙΤΣ

Στην περιοχή Mokra Gora της Νότιας Σερβίας (που σημαίνει υγρό βουνό) βρίσκεται το Κούστεντορφ, ένα πανέμορφο χωριό από ξύλο και πέτρα σε απόλυτη αρμονία με το φυσικό περιβάλλον, ένα χωριό που έκτισε ο διάσημος σκηνοθέτης Εμίρ Κοστουρίτσα σαν πολιτιστικό κέντρο για να οργανώνει σεμινάρια για ανθρώπους που θέλουν να μάθουν πώς να κάνουν κινηματογράφο, συναυλίες, κεραμικά, ζωγραφική κοκ.

Στο Κούστερντορφ λοιπόν που οι το τοπογραφικό του σχέδιο απαρτίζεται από διάσημα ονόματα των γραμμάτων και των τεχνών, ανάμεσα στις οδούς Φελίνι και Τέσλα, την πλατεία Μαραντόνα και το θέατρο Κιούμπρικ, δεσπόζει η οδός Τζόκοβιτς, ενδεικτική της αγάπης του σκηνοθέτη, όχι για το Τένις, αλλά για τις προσωπικότητες που υπερβαίνουν τα όρια του αθλήματος ή της τέχνης τους, ως πολιτικά όντα.

«Αν αύριο έφτιαχνα μια ταινία για τον Ζιντάν, θα ξεκίναγα από την κουτουλιά στον Ματεράτσι, γιατί είναι μια εικόνα που σοκάρει, γιατί η βία της μαρκάρει ακριβώς το σημείο υπερχείλισης που ο αθλητής λειτουργεί σαν πολιτικός άνδρας. Ακριβώς γι’ αυτό λάτρεψα τον Μαραντόνα και έκανα την ταινία για αυτό το μοναδικό φαινόμενο, ακριβώς για αυτό δεν θα κινηματογραφούσα ποτέ τον Μπέκαμ – τι να τα κάνω τα κοστούμια και την κορεκτίλα του. Στην εποχή μας, οι μεγάλοι αθλητές λειτουργούν σαν ρομπότ, μετράνε τις λέξεις, μη τυχόν πουν κάτι ανάρμοστο, ει δυνατόν να μη σκέφτονται καν. Ο Τζόκοβιτς δε λειτουργεί έτσι».

Ο Τζόκοβιτς η αλήθεια είναι ότι ουδέποτε λειτούργησε έτσι. Από τον πόλεμο και τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, μέχρι την κοσμοθεωρία του και απόψεων επί παντός επιστητού (από αθλητικά ζητήματα, μέχρι θέματα τρόπου ζωής, διατροφής, αλλά και πολιτικής) δεν μάσησε ποτέ τα λόγια του. Εξάλλου ο Τζόκοβιτς είναι παιδί του πολέμου και των βομβαρδισμών του Βελιγραδίου από το ΝΑΤΟ – η γειτονιά του βομβαρδιζόταν για δυόμιση μήνες, αλλά ο ίδιος δεν σταμάτησε ούτε μια μέρα να προπονείται σε ένα μικρό γηπεδάκι κοντά στο σπίτι του – έτσι σμιλεύτηκε ο ατσάλινος χαρακτήρας του και η ικανότητα του να μην επηρεάζεται από τις εξωτερικές συνθήκες και την κρισιμότητα του οιονδήποτε πόντου.

Μεταξύ του Ναδάλ και του Φέντερερ, ο Νόβακ βρίσκεται σαφώς πιο κοντά στον Φέντερερ, όσον αφορά την τεχνική και την εφευρετικότητα, αλλά ταυτόχρονα είναι εντελώς “ναδαλισμένος” στη νοοτροπία και τη φυσική κατάσταση. Οι Σέρβοι είχαν πάντα περίσσευμα ταλέντου και τεχνικής, αλλά υστερούσαν στο κοντρολάρισμα των συναισθημάτων τους. Γιατί σε ένα άθλημα που δεν έχει σημασία ο τέλειος πόντος, αλλά η ικανότητα να πιάσεις σε κάθε πόντο σταθερή απόδοση, συναισθηματικά ανεπηρέαστος, ο Νόβακ ήταν ο πρώτος Σέρβος που συνδύασε το ταλέντο με αυτή τη μενταλιτέ.

Για να επιβιώσουν αθλητικά στην αδυσώπητη σκιά της ΕΣΣΔ, οι χώρες του ανατολικού μπλοκ επένδυσαν σε διαφορετικό τομέα η κάθε μία: η Ρουμανία στην ενόργανη γυμναστική, η Βουλγαρία στην άρση βαρών, η Ανατολική Γερμανία σε κολύμβηση και στίβο και η Γιουγκοσλαβία στα ομαδικά σπορ, κάτι που μόνο τυχαίο δεν ήταν για ένα μωσαϊκό λαών και επιρροών στην καρδιά της Ευρώπης, που ειδικά στη δεκαετία του ’80 μας χάρισε μερικές από τις πιο απολαυστικές ομάδες όλων των εποχών, ξέχειλες σε τεχνική και φαντασία, αλλά και καλουπαρισμένες από πιτσιρίκια στη μεγάλη των “πλάβι” σχολή. Και μόνο τυχαίο δεν είναι που η κατακερματισμένη πια Σερβία, εδώ και δεκαετίες έχει φωτογραφίες για κάδρο, μονάχα τις ατομικές διακρίσεις του Τζόκοβιτς…

ΑΠΟ ΑΛΜΥΡΑ ΚΑΙ ΑΤΣΑΛΙ

Ο Ντανίλ Σεργκέβγενιτς Μεντβέντεφ, θα μπορούσε και να είναι ήρωας μυθιστορήματος του Ντοστογέσκι – δεν είναι μόνο το σχεδόν απόκοσμο βλέμμα που θαρρείς τρυπώνει στο μυαλό του αντιπάλου για να ξέρει το που θα στείλει την μπάλα, είναι η συνολική αύρα που αποπνέει αυτή η ξερακιανή, σχεδόν ασκητική φιγούρα με τη σφιγμένη όψη και τα ανορθόδοξα χτυπήματα, που στο τέλος κάθε πόντου παραμένει παγερά ανέκφραστος, ακόμη κι αν γύρω του χαλάει ο κόσμος, ακόμη και αν στα σωθικά του αλωνίζουν χίλια άλογα που ζητούν έξοδο με μια άγρια κραυγή, ένα “come on”, μια έντονη χειρονομία έστω… Και το πιο φοβερό είναι ότι μακριά από τα κορτ, μεταμορφώνεται στο καλό παιδί της διπλανής πόρτας, αυτό ακριβώς που οι γειτόνοι θα έβγαιναν και θα έλεγαν «πέφτουμε από τα σύννεφα, δεν είχε δώσει ποτέ αφορμή», κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί ότι θα κατακτούσε «Γκραν Σλαμ» σκοτώνοντας ανελέητα όποιον βρέθηκε στο διάβα του…

Ο Μεντβέντεφ εδώ και πολλά χρόνια έχει μετακομίσει με την οικογένεια του στην Αντίμπ (κοινώς Αντίπολις) μια υπέροχη μεσογειακή πόλη μεταξύ Κανών και Νίκαιας, και δεν κρύβει ότι στη Μελβούρνη ένοιωθε πάντα εξαιρετικά οικεία, καθώς ακόμη και από το δωμάτιο του ξενοδοχείου του, έχει την πολυτέλεια να αφήνει το βλέμμα του να χάνεται στον ωκεανό και την ανεκτίμητη αίσθηση του νοτισμένου με αλμύρα αέρα που τον κάνει να αισθάνεται σαν στο σπίτι. Ψιλά γράμματα θα μου πείτε – ίσως όμως και όχι για κάποιον που μόλις την περασμένη εβδομάδα έσβησε τα 25α κεράκια του πάνω σε μια “Down Under the Sea” με σχέδιο χταπόδι!

Από τις Κάννες βέβαια είναι και ο αφανής ήρωας της ιστορίας, ο Ζιλ Τσερβάρα, ένας «ψυχάκιας» προπονητής που από τότε που ανέλαβε τον Μεντβέντεφ η καριέρα του(ς) εκτοξεύτηκε. Ο Τσερβάρα υπήρξε κι αυτός παίκτης με ακόμη πιο τρελαμένο προπονητή, έναν Γιουγκοσλάβο δάσκαλο καράτε που όπως λέει τον «έτρεχε» για τρίωρες νυχτερινές προπονήσεις φυσικής κατάστασης και στο καπάκι στο κορτ για προπόνηση σερβίς. Ακόμη και σήμερα που είναι ο ίδιος προπονητής του Μεντβέντεφ πηγαίνει κάθε Παρασκευή για κικ-μπόξινγκ, ακόμη και κατά τη διάρκεια της παραμονής τους στη Μελβούρνη έχει κανονίσει να παίζουν ξύλο με έναν επαγγελματία μποξέρ. Και τι με νοιάζει εμένα το βιογραφικό του «ψυχάκια» θα μου πεις και δεν θα έχεις άδικο. Το πιθανότερο είναι ότι θα έπρεπε να νοιάζει περισσότερο τον Τζόκοβιτς, ειδικά αν τυχόν ο τελικός πάει σε πέμπτο σετ για να εξηγήσει γιατί ο Μεντβέντεφ παίζει με τέτοια ενέργεια σαν το ματς να έχει μόλις ξεκινήσει.

Εξάλλου, δεν υπάρχει πιο αξιόπιστη ένδειξη για τις πιθανότητες έκβασης οποιουδήποτε αγώνα Τένις από τις αποδόσεις της αγοράς του στοιχήματος – η δύναμη των analytics και η εξειδίκευση των odds compilers είναι τόσο μεγάλη που τα ποσοστά που αποφαίνονται διέπονται από χειρουργική ακρίβεια. Και εν προκειμένω οι μπουκμέικερ προσφέρουν στον μεγάλο τελικό σχεδόν ισοπίθανες αποδόσεις και στους δύο αντιπάλους, κάτι πρωτοφανές για αντίπαλο Big 3 σε «πεντάσετη» διοργάνωση Γκραν Σλαμ – ίσως να συνυπολογίζουν ότι η κατάρα του Ναδάλ, δεν πιάνει τον Μεντβέντεφ, αλλά τον Τζόκοβιτς, καθώς υπολείπεται του Ισπανού τέσσερεις κατακτήσεις τίτλων Γκραν Σλαμ…

Maestro