Η άδεια τροπαιοθήκη του Στέφανο Πιόλι

Ήταν αρχές Οκτωβρίου του 2019, όταν η Μίλαν δραπέτευσε με ένα σημαντικό διπλό από το Λουίτζι Φεράρις, κερδίζοντας με 1-2 την Τζένοα. Το αποτέλεσμα δεν ήταν αρκετό για να κρατήσει στον πάγκο των ροσονέρι τον Μάρκο Τζαμπάολο. Ο κόσμος του συλλόγου έβραζε για το μέτριο ξεκίνημα και τη γενικότερη κατάσταση της αγαπημένης του ομάδας. Η διοίκηση είχε ως βασικό στόχο τον Λουτσιάνο Σπαλέτι, σίγουρα ένα αρκετά εύηχο brand name για το εξοργισμένο πόπολο. Ο Σπαλέτι αποχώρησε από την Ίντερ λίγους μήνες πριν, αλλά εξακολουθούσε να πληρώνεται από τους νερατζούρι. Συμφώνησε με τη Μίλαν, αλλά έπρεπε να βρει μια φόρμουλα για να λυθεί το θέμα με την Ίντερ. Τελικά, κάτι τέτοιο δεν έγινε, ο Σπαλέτι δεν πήγε ποτέ στη Μίλαν και το όνομα που ανακοινώθηκε ήταν ένα κρύο ντους για τον κόσμο. Στέφανο Πιόλι.

Δεν ήταν η ηλικία του. Μόλις 54 ήταν άλλωστε τότε. Ήταν ένα αρκετά μεγάλο βιογραφικό για την ηλικία του με υπερβολικά πολλές αλλαγές ομάδων, χωρίς κάτι το ιδιαίτερο και κυρίως η παρουσία του στους μισητούς γείτονες από τους οποίους έφυγε μέσα σε ένα εξάμηνο. Ένα βιογραφικό στο οποίο άλλαζε πάγκο σχεδόν κάθε χρόνο, με εξαίρεση την παρουσία του σε Μπολόνια και Λάτσιο. Ένα όνομα που δεν έδειχνε κανένα όραμα από πλευράς διοίκησης, μια κίνηση που ο κόσμος ερμήνευσε ως “λευκή πετσέτα”. Την παγωμάρα στο άκουσμα του ονόματος Πιόλι, διαδέχθηκε η οργή. Πριν καλά καλά αναλάβει, ο γεννημένος στην Πάρμα (και με διαρκείας όταν ήταν μικρός στην τοπική ομάδα) προπονητής είδε το #PioliOut να γίνεται νο1 hashtag στην Ιταλία και νο5 στον κόσμο. Οι οργανωμένοι οπαδοί ανακοίνωσαν ότι θα βρίσκονταν στην Curva Sud αλλά θα παρέμεναν σιωπηλοί και δεν θα στήριζαν την ομάδα, ως ένδειξη διαμαρτυρίας, ενώ θα κρεμούσαν πανό με μηνύματα για διοίκηση και παίκτης. Μέσα σε μια τέτοια ψυχολογική κατάσταση στα αποδυτήρια, ο Πιόλι κλήθηκε να αλλάξει την κατάσταση μιας ομάδας που ξεκίνησε με 4 νίκες και 3 ήττες στα πρώτα ματς του πρωταθλήματος.

Το ντεμπούτο δεν ήταν ιδανικό

Τα πράγματα δεν άλλαξαν στο πρώτο παιχνίδι του Πιόλι. Η Μίλαν έκανε εξαιρετικό ημίχρονο, προηγήθηκε με 1-0, έχασε φάσεις, αλλά η Λέτσε χωρίς φάση, ισοφάρισε μετά από ένα πέναλτι που εντόπισε το VAR. Οι γηπεδούχοι συνέχισαν να πιέζουν και έκαναν το 2-1 στο 80′, αλλά ισοφαρίστηκαν στο 92′ για το τελικό 2-2. Παρότι η εμφάνιση ήταν αρκετά καλή και η Μίλαν άξιζε τη νίκη, ο κόσμος βρέθηκε σε παράκρουση. Στα social media όλοι οι παίκτες ήταν άχρηστοι, η διοίκηση ανίκανη, ο προπονητής λίγος και αρκετοί σκέφτονταν πλέον ότι ενδεχομένως η Μίλαν θα έδινε μάχη για τη σωτηρία. Ο Πιόλι στο μυαλό όλων είχε έρθει με ημερομηνία λήξης, σχεδόν σαν υπηρεσιακός. Και όταν λέμε “όλων” το εννοούμε. Η διοίκηση (και κυρίως ο Ιβάν Γκαζίδης) μιλούσε ήδη με τον Ραλφ Ράνγκνικ, τον άνθρωπο που έθεσε τις βάσεις για τη Λειψία. Μιλούσε μαζί του λίγες μέρες μετά την πρόσληψη του Πιόλι, σίγουρος ότι δεν θα έμενε μετά το τέλος της περσινής σεζόν.

Τα πράγματα άλλαξαν όμως. Η Μίλαν μεταμορφώθηκε μέσα στο 2020 και όχι απλώς δεν κινδύνεψε, αλλά με το εντυπωσιακό της αήττητο σερί κατάφερε και κατέκτησε την 6η θέση, κερδίζοντας μια θέση στην Ευρώπη. Όλα αυτά, την στιγμή που στο εσωτερικό του συλλόγου υπήρχε ένας εμφύλιος, με τον Γκαζίδη από την μια πλευρά και τους Μαλντίνι-Μπόμπαν από την άλλη που στήριζαν τον Ιταλό κόουτς και, κυρίως, δεν ήθελαν σε καμία περίπτωση τον Ράνγκνικ που θα ερχόταν για να γίνει ένα υβρίδιο τεχνικού διευθυντή/προπονητή με πολύ μεγάλες αρμοδιότητες, πρωτόγνωρες για το μέγεθος ενός συλλόγου όπως η Μίλαν. Η έξοδος στην Ευρώπη που κέρδισε ο Πιόλι, η βελτίωση της ομάδας μέσα στο 2020, οι απαιτήσεις του Γερμανού, αλλά και η στήριξη από τους παίκτες, οδήγησαν τελικά τον CEO της Μίλαν να διακόψει το “πλάνο Ράνγκνιγκ” και να ανανεώσει τον Πιόλι. Λίγο αργότερα ανανέωσε κι ο Ζλάταν, αφού ο Ράνγκνικ με δημόσιες δηλώσεις του είχε ξεκαθαρίσει ότι δεν έβλεπε καμία χρησιμότητα για τον Σουηδό στη Μίλαν.

Ο Πάολο Μαλντίνι ήταν ένας από τους ανθρώπους που στήριξαν τον Πιόλι

Μερικούς μήνες αργότερα, ο Πιόλι πήρε το βραβείο του καλύτερου προπονητή για το 2020 από την Γκατζέτα ντελο Σπορτ, ενώ κάποιοι τον παρομοιάζουν με τον Πεπ Γκουαρδιόλα. Ο ίδιος γελάει και δηλώνει ότι θα προτιμούσε να έχει περισσότερα μαλλιά. Τι συνέβη όμως και μέσα σε έναν χρόνο η Μίλαν από ανέκδοτο ανάμεσα στους οπαδούς του Καμπιονάτο έγινε διεκδικήτρια του τίτλου και κυρίως, μια σοβαρή ομάδα; Πώς ο Πιόλι από trending hashtag, έγινε ο άνθρωπος που οδηγεί τον σύλλογο; Είναι αδικημένος κόουτς που επιτέλους βρήκε τις συνθήκες για να δουλέψει σωστά ή είναι απλώς μια συγκυρία και όλα οφείλονται στην παρουσία του Ζλάταν; Η αλήθεια είναι, όπως συνήθως, κάπου στη μέση.

Η Μίλαν σίγουρα ενισχύθηκε. Η επιστροφή του Ζλάταν στα κόκκινα και μαύρα δεν ήταν τελικά μια κίνηση marketing. Ο Σουηδός κάνει τρομερά πράγματα, δεν είναι μόνο τα γκολ του, ούτε μόνο οι ασίστ του. Είναι οι χώροι που δημιουργεί, βοηθώντας παίκτες όπως ο Ρέμπιτς, είναι η ψυχολογία και το πνεύμα του νικητή που μεταδίδει. Από κοντά και ο Σίμον Κέαρ, ο Δανός που βοήθησε αρκετά τη Μίλαν στο χώρο της άμυνας. Η Μίλαν ενισχύθηκε με παίκτες στο διάστημα κατά το οποίο βρίσκεται ο Πιόλι στον πάγκο της. Έκανε αρκετές επιτυχημένες μεταγραφές. Δεν θα αρκούσαν όμως, αν δεν είχε βοηθήσει πολύ στη μεταμόρφωση της ομάδας κι ο Πιόλι. Ο Ιταλός κόουτς ψάχτηκε πολύ, δούλεψε πολύ με την ομάδα του. Κατ’ αρχήν, στο ψυχολογικό κομμάτι. Παίρνοντας μια ομάδα που οι παίκτες τα άκουγαν από τους οπαδούς και μετατρέποντάς την σε refuse to lose. Η Μίλαν έκλεισε 304 ημέρες αήττητη, 27 αγώνες πρωταθλήματος, χάνοντας τελικά στο πιο δύσκολο ματς για κάθε ομάδα στην Ιταλία, απέναντι στη Γιουβέντους και μάλιστα έχοντας απουσίες. Πέρα όμως από την ψυχολογία, ο Πιόλι άλλαξε πολλά πράγματα τακτικά. Παίκτες όπως ο Κεσιέ και ο Καλάμπρια διαφωνούσαν στην αρχή μαζί του, αλλά κατάφερε να τους κερδίσει, να φτιάξει ένα σύνολο.

Χωρίς μονομανίες και κολλήματα, προσπάθησε να δει τι μπορεί να πάρει από τους παίκτες του. Άλλαξε το σύστημα σε 4-2-3-1 και έτσι ο Τσαλχάνογλου έχει έναν ρόλο πιο κεντρικό που του ταιριάζει περισσότερο, γίνεται πιο επιδραστικός στο παιχνίδι της ομάδας (έχει ήδη 6 ασίστ φέτος). Ο Φρανκ Κεσιέ που απογοήτευε, έγινε πολύ σημαντικός και παίζει σαν χαφ υψηλού επιπέδου σκοράροντας μάλιστα συχνά. Ο Ρέμπιτς μπορεί να μην φαίνεται πάντα στα στατιστικά, αλλά κάνει αρκετή δουλειά. Παίκτες που “δεν έκαναν”, προσφέρουν. Και όλα αυτά σε μια ομάδα δίχως τεράστιους σταρ (εκτός του Ζλάταν) και σύμφωνα με τα στατιστικά τον χαμηλότερο Μ.Ο. ηλικίας βασικών παικτών στα 5 μεγάλα πρωταθλήματα της Ευρώπης (παρά τα 39 έτη του Ζλάταν). Η φετινή Μίλαν δεν είναι μια εφήμερη ομάδα one-hit-wonder. Μπορεί ο Ιμπραΐμοβιτς να είναι εμβληματικός, να κάνει τη διαφορά, αλλά κάτι χτίζεται και υπάρχει υλικό που θα κάνει τη Μίλαν να συνεχίσει έτσι και στο μέλλον. Παίκτες όπως ο Τέο Ερνάντες ή ο Ραφαέλ Λεάο φαίνεται ότι μπορούν να αποτελέσουν το μέλλον του συλλόγου.

Η Μίλαν μπορεί να συνεχίσει να σφιχταγκαλιάζει την πρώτη θέση με μια νίκη επί της Κάλιαρι. Μπορεί να κατακτήσει το πρωτάθλημα, εκμεταλλευόμενη τη μέτρια μέχρι στιγμής Γιουβέντους και τις τάσεις αυτοκτονίας της Ίντερ. Σίγουρα ένας τίτλος θα δώσει χαρά στους απογοητευμένους, την τελευταία δεκαετία, οπαδούς του συλλόγου. Το σημαντικότερο όμως από όλα, είναι ότι ο Πιόλι είτε συνεχίσει έτσι, είτε φύγει ως αποτυχημένος στο μέλλον, θα έχει αφήσει πίσω μια σπουδαία παρακαταθήκη, ένα καλό νεανικό υλικό πάνω στο οποίο η Μίλαν θα μπορεί να επενδύσει και να επανέλθει εκεί που την ονειρεύεται ο κόσμος της. Το γνωρίζει κι ο ίδιος ο κόουτς ότι όλα μπορούν να αλλάξουν. Σε πρόσφατη συνέντευξή του είπε ότι στο ποδόσφαιρο δεν υπάρχει ισορροπία, είτε είσαι πολύ καλός ή πολύ λίγος. «Η τροπαιοθήκη μου είναι άδεια, αλλά πιστεύω πολύ στις ικανότητές μου. Όποτε γυρίζω σπίτι, η μητέρα μου λέει ‘Στέφανο, δεν έχεις κερδίσει τίποτα ως προπονητής’. Εγώ της απαντάω: «Αργά ή γρήγορα θα έρθει και ένας τίτλος».