Στα μέσα του 1860 ένα καραβάνι Ρομά έφτασε στην περιοχή Ντορ στο Σέφιλντ. Στις μέρες μας μιλάμε για ένα πολυτελές προάστιο, εκείνη όμως την εποχή η περιοχή ήταν καλή επιλογή μόνο για τους κάθε λογής «απόκληρους» της Αγγλίας. Τον Οκτώβριο του 1867 θα έρθει στον κόσμο ο Ράμπι Χάουελ και θα μεγαλώσει ανάμεσα σε λάσπες και αυτοσχέδιες καλύβες. Πρόσφυγας στον ίδιο του τον τόπο. Ο πατέρας του για να ζήσει την οικογένεια έφτιαχνε αχυρένιες σκούπες, που τις πουλούσε από σπίτι σε σπίτι και ο μικρός θα μαγευτεί από αυτό το νέο σπορ που είχε αρχίσει να διαδίδεται στη χώρα και που εκείνες τις πρώιμες μέρες δεν ήταν για την τάξη του, τους φτωχούς, αλλά για τους πλούσιους και ισχυρούς. Το ποδόσφαιρο είναι το βασίλειο όπου η ανθρώπινη συντροφικότητα εκφράζεται στο φως του ήλιου, έχει πει απολύτως εύστοχα ο Αντόνιο Γκράμσι και κάπως έτσι, κάτω από τον ήλιο του Σέφιλντ και πάνω σε λασπωμένα τερέν ένα μικρό παιδάκι, που μετά βίας έφτανε τότε το 1.50, άρχισε να ερωτοτροπεί με τις πρώτες μπάλες που του έφτιαχνε από κουρέλια ο πατέρας του. Τα χρόνια πέρασαν, ο μικρός δεν πήγε στο σχολείο και δεν έμαθε γράμματα και κάπως έτσι άρχισε να εργάζεται ως ανθρακωρύχος, παίζοντας παράλληλα ερασιτεχνικό ποδόσφαιρο σε ομάδες όπως η Έκλεσφιλντ (ομάδα του χωριού του) και λίγο αργότερα η αρκετά πιο γνωστή, για εκείνη την εποχή, Ρόδεραμ Σουίφτς, πριν υπογράψει το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο στην Σέφιλντ Γιουνάιτεντ το 1890.
Μέχρι το τέλος του 19ου αιώνα το ποδόσφαιρο που ήταν ένα αριστοκρατικό και αστικό σπορ γινόταν αντιληπτό στο κοινό ως dribbling game (παιχνίδι της ντρίμπλας), κάτι που ήταν απολύτως λογικό μιας και οι αρχικοί του πρωταγωνιστές ήταν αθλητές από τα καλύτερα πανεπιστήμια της βρετανικής αριστοκρατίας με πρώτο τους μέλημα την ατομική προβολή. Τα πρώτα ποδοσφαιρικά άρθρα της εποχής θεωρούσαν μάλιστα ως αδυναμία την πάσα, και την αποδοκίμαζαν, κάτι που άρχισε να αλλάζει σταδιακά όταν το ποδόσφαιρο μεταφέρθηκε στους εργατικούς συλλόγους, από το 1870 κι έπειτα, μετατρέποντας το άθλημα από ελιτίστικο σε λαϊκό. Το dribbling game είχε αρχίσει να γίνεται passing game (ομαδικό παιχνίδι της πάσας). Η Σέφιλντ Γιουνάιτεντ εκείνης της εποχής ήταν μία από τις καλύτερες ομάδες που κατάφερε να αποθεώσει αυτό το νέο στιλ, έχοντας ως ηγέτη στον άξονά της τον Ράμπι Χάουελ. Έναν παίκτη με μοναδικό ταλέντο που μπορούσε, χάρη και στις απίστευτες αντοχές του, να οργανώσει άψογα το παιχνίδι πάντα σε τρομερή ισορροπία με τις αμυντικές του αρετές, βάζοντας πάντα το σύνολο κάτω από την προσωπική προβολή. Μαζί με τους θρυλικούς Έρνεστ Νίντχαμ και Τόνι Μόρεν θεωρούνταν ως η καλύτερη μεσαία γραμμή στο πρωτάθλημα, φτάνοντας ακόμα και στην εθνική Αγγλίας (σε μια περίοδο που τα διεθνή παιχνίδια ήταν ελάχιστα και μόνο με χώρες του Ηνωμένου Βασιλείου) κατακτώντας φυσικά και το πρωτάθλημα της περιόδου 1897-1898, και σφραγίζοντας την εξαιρετική παρουσία τους στα γήπεδα της εποχής. Αν ανατρέξουμε στις σημαντικότερες μορφές του αγγλικού ποδοσφαίρου εκείνης της περιόδου θα διαπιστώσουμε ότι ο Χάουελ μάλλον δεν έχει εισπράξει την προβολή που άξιζε σε συνάρτηση με την ποδοσφαιρική του αξία. Ήταν άλλωστε -εκτός του μοναδικού του ταλέντου- ο πρώτος επαγγελματίας Άγγλος, με καταγωγή Ρομά, ποδοσφαιριστής και ο πρώτος που κατάφερε να φορέσει την φανέλα με τα «Τρία Λιοντάρια». Κι όμως, ακόμα και στη wikipedia η χρονολογία της γέννησής του είναι λανθασμένη. Δεν είναι τυχαίο επίσης πως απολύθηκε από την Σέφιλντ μόλις δύο εβδομάδες πριν πανηγυρίσει το πρωτάθλημα του 1898 ενώ ήταν ο απόλυτος ηγέτης της μεσαίας γραμμής, σε μια απόφαση – σκάνδαλο για την εποχή.
Υπάρχουν πολλές θεωρίες γύρω από εκείνη την απόφαση. Η πρώτη που διέρρευσε και επικράτησε εύκολα στον οργισμένο όχλο, όπως συνήθως συμβαίνει, ήταν πως ο Χάουελ είχε «στήσει» αγώνες κατά της ομάδας του. Υπήρξε μάλιστα ένα παιχνίδι απέναντι στη Σάντερλαντ όπου είχε σκοράρει δύο αυτογκόλ και ήταν αυτά που οδήγησαν στην ήττα. Η δεύτερη ήταν ότι παράτησε τη γυναίκα του και τα τρία τους παιδιά για μια άλλη γυναίκα, κάτι που μια ομάδα όπως η Σέφιλντ Γουνάιτεντ που είχε «χτιστεί» σύμφωνα με σκληρές χριστιανικές γραμμές δεν μπορούσε να το συγχωρήσει ακόμα και στο μεγάλο της αστέρι. Μετά από χρόνια, με τον Έρνεστ Νίντχαμ να κυκλοφορεί βιβλίο για εκείνα τα χρόνια, ρίχνοντας φως σε πολλά μελανά σημεία, και να μην κάνει καμία αναφορά περί στημένων αγώνων, και με τον Χάουελ να έχει πάρει μεταγραφή για τους «κόκκινους» του Λίβερπουλ, έχοντας στο πλάι του όχι τη γυναίκα του και τα παιδιά τους αλλά μια άλλη γυναίκα, το μυστήριο είχε λυθεί και οι όποιες θεωρίες, μάλλον, είχαν βρει τις απαντήσεις τους στην παρουσία δίπλα του.
Με τα χρώματα της Λίβερπουλ ο Χάουελ αγωνίστηκε από το 1898 μέχρι και το 1901 έχοντας ηγετικό ρόλο στις δύο πρώτες του σεζόν. Πραγματοποίησε το ντεμπούτο του απέναντι στην Άστον Βίλα και η τύχη τα έφερε έτσι ώστε αυτές οι δύο να παλεύουν για το πρωτάθλημα μέχρι και την τελευταία αγωνιστική, με τους «villains» τελικά να το κατακτούν με μόλις δύο βαθμούς περισσότερους. Η επόμενη σεζόν ήταν ένα «ναυάγιο» για τη Λίβερπουλ, τερματίζοντας στη 10η θέση, με το πρωτάθλημα να καταλήγει και πάλι στην εκπληκτική Άστον Βίλα. Οι «κόκκινοι» έφτασαν τελικά στο πρωτάθλημα, που ήταν και το πρώτο της πλούσιας ιστορίας τους, τη σεζόν 1900-1901. Ήταν η τελευταία σεζόν του Χάουελ στο Λίβερπουλ με τον ίδιο να έχει παραγκωνιστεί από τη βασική ενδεκάδα χωρίς ουσιαστικά να έχει συμμετοχές. Πλέον στα 33 του, με τις καλές του μέρες να ανήκουν στο παρελθόν και την καταγωγή του -που δυστυχώς δημιουργούσε αρκετά εμπόδια- σε συνδυασμό και με το επαναστατικό του χαρακτήρα του, η Πρέστον θα τον πιστέψει και θα του δώσει επαγγελματικό συμβόλαιο. Αυτό έμελε να είναι και το τελευταίο του.
Το ιστορικό κλαμπ αγωνιζόταν τότε στην 2η κατηγορία και με βλέψεις για την άνοδο. H παρουσία ενός τόσο σπουδαίου -και έμπειρου- ποδοσφαιριστή θα το βοηθούσε να πετύχει το στόχο του. Ο Χάουελ ήταν όντως εξαιρετικός και ηγετικός αλλά η Πρέστον δεν κατάφερε τελικά να πάρει την άνοδο τερματίζοντας στην 3η θέση (με τις δύο πρώτες ομάδες να ανεβαίνουν). Ο Χάουελ αγωνίστηκε στο Deepdale μέχρι και το 1903 όταν σε ένα παιχνίδι απέναντι στη Μπέρνλι, σε ένα σοκαριστικό τάκλιν, έσπασε το πόδι του. Ο ήχος που ακούστηκε από το σπάσιμο έφτασε να πάρει μυθικές διαστάσεις και να συζητιέται, πάντα με τις απαραίτητες «σάλτσες» για πάρα πολλά χρόνια. Ο τραυματισμός, για κάποιον που ήταν στα 36 και με την ιατρική να βρίσκεται έτη φωτός πίσω από αυτή των ημερών μας, ήταν απαγορευτικός για να του δώσει το δικαίωμα να συνεχίσει το ποδόσφαιρο και κάπως έτσι μπήκαν άδοξα οι τίτλοι τέλους μιας σπουδαίας καριέρας. Με τον πρώην ποδοσφαιριστή να βρίσκεται χωρίς κανένα εισόδημα και με σοβαρό πρόβλημα στο εγχειρισμένο του πόδι, η Πρέστον διοργάνωσε ένα φιλικό παιχνίδι οικονομικής βοήθειας τον Οκτώβριο του 1903 ζητώντας από την πρώτη ομάδα του, εκείνη που μαζί της είχε τις καλύτερες μέρες του, την Σέφιλντ Γιουνάιτεντ δηλαδή, να αγωνιστεί απέναντί της. Τελικά το μίσος για τον Χάουελ υπερίσχυσε του χριστιανικού της υπόβαθρου και κάπως έτσι η Λίβερπουλ πήρε τη θέση της βοηθώντας να μαζευτεί ένα αρκετά σημαντικό ποσό για να ορθοποδήσει και πάλι ο πρώην σπουδαίος, διεθνής ποδοσφαιριστής. Ο Χάουελ αγάπησε μάλιστα τόσο πολύ το Πρέστον που συνέχισε να ζει εκεί, δουλεύοντας σε ένα μικρό μαγαζάκι ως πωλητής φρούτων μέχρι και το τέλος της ζωής του, λίγο πριν συμπληρώσει το 70ο έτος της ηλικίας του. Πέθανε μάλιστα τόσο άσημος, και μόνος, που στον τάφο του, στο παλιό Κοιμητήριο του Πρέστον δεν υπήρχε πλάκα που να αναφέρει το όνομά του μέχρι και το 2015, όταν μετά από δημοσιογραφική έρευνα και με τη βοήθεια ενός δισέγγονου του, βρέθηκε το σημείο και έγιναν οι ανάλογες ενέργειες ώστε να αποκτήσει το ελάχιστο που αξίζει να έχει κάποιος όταν αφήνει αυτόν εδώ τον κόσμο. Ένα όνομα και μια χρονολογία.
Σε μια Πρέμιερ Λιγκ που πρωτοστατεί για τα ανθρώπινα δικαιώματα και την κάθε μορφής ισότητα, εντός των γηπέδων της, η καταγωγή του Ράμπι Χάουελ δεν θα ήταν πρόβλημα για κανέναν. Πριν 100 (και βάλε) χρόνια το να είναι κάποιος τσιγγάνος και να βρεθεί ως κορυφαίος σε ένα άθλημα που ανήκε ακόμα στην «ελίτ» ήταν κάτι σπουδαίο και πρωτοποριακό και είναι πραγματικά λυπηρό που ποδοσφαιριστές όπως ο ίδιος, με το πέρασμα τόσων ετών, δεν έχουν πάρει ακόμα το μερίδιο που πραγματικά αξίζουν στον αγώνα ώστε να αλλάξουν οι λάθος νοοτροπίες, ανοίγοντας παράλληλα δρόμους για ένα σωρό σπουδαίους ποδοσφαιριστές (και αθλητές γενικότερα) που ακολούθησαν και θα συνεχίσουν να ακολουθούν. Απ’ την άλλη, η Σέφιλντ Γιουνάιτεντ των δικών μας ημερών δεν έχει σχέση με την ομάδα που έκανε πρωταθλητισμό στα πρώτα χρόνια του αγγλικού επαγγελματικού ποδοσφαίρου, έχοντας ως πρωταρχικό στόχο την παραμονή στα λαμπερά φώτα της Πρέμιερ Λιγκ. O ένας βαθμός, σε πέντε αναμετρήσεις, δεν είναι καθόλου καλή συγκομιδή, ακόμα και για μία ομάδα που έχει ως στόχο την παραμονή, και η αναμέτρηση με την Νιουκάστλ αναμένεται αρκετά δύσκολη όσο και το έργο της ομάδας που κάποτε μεγαλούργησε φορώντας την φανέλα της ένας φτωχός, ταπεινός και καταφερτζής τσιγγάνος.