Για τον περισσότερο κόσμο, o όρος “ντέρμπι” στη Γαλλία έχει να κάνει κυρίως με τα παιχνίδια της Παρί Σεν Ζερμέν με την Ολιμπίκ Μαρσέιγ. Δυο μεγάλες πόλεις, δυο ομάδες με πολύ κόσμο και αρκετούς τίτλους. Η αλήθεια είναι όμως ότι πρόκειται για μια σχετικά “φρέσκια” κόντρα, καθώς η ΠΣΖ ιδρύθηκε μόλις το 1970, ενώ υπάρχει και σημαντική απόσταση μεταξύ των πόλεων. Αντίθετα, υπάρχει ένα άλλο ντέρμπι που βρίσκεται πολύ πιο κοντά στην “αυθεντική” αγγλική ερμηνεία του όρου. Ένα ματς με έντονα τοπικιστικά χαρακτηριστικά, αλλά και μια κόντρα που δεν έχει να κάνει απλώς με το ποδόσφαιρο, αλλά και με βαθύτερες κοινωνικές αιτίες. Από την μια πλευρά, η πόλη του Σεντ Ετιέν, με λιγότερους από 200.000 κατοίκους που έχει ως καμάρι της την Σεντέ ή αλλιώς τους Στεφανουά, την τοπική Ασοσιασιόν Σπορτίβ ντε Σεντ Ετιέν Λουάρ. Από την άλλη, η Λυών που έχει φτάσει πλέον τους 500.000 κατοίκους, αλλά πρόκειται για ένα αστικό κέντρο με πάνω από 2 εκατομμύρια ανθρώπους, με την τοπική της Ολιμπίκ Λιονέ.
Οι δυο πόλεις βρίσκονται σε μια απόσταση περίπου 60 χιλιομέτρων. Η Σεντ Ετιέν ήταν σημαντική από τον 16ο αιώνα και μετά, κατασκευάζοντας κυρίως όπλα. Αργότερα όμως, μετατράπηκε σε πόλη των ανθρακωρύχων. Είναι μια κυρίως εργατική περιοχή που δεν θα τη βρει κανείς εύκολα σε τουριστικούς οδηγούς, ούτε θα τη δει συχνά σε αντίστοιχες λίστες. Η Λυών αντίθετα, είναι πιο τουριστική, πιο “σπουδαία”, πιο ξακουστή, ένα πιο σύγχρονο εμπορικό ευρωπαϊκό κέντρο. Τη στιγμή που τα ορυχεία έκλειναν και η Σεντ Ετιέν παρέμενε μια πιο φτωχική πόλη, η Λυών εξελισσόταν. Η ποδοσφαιρική πραγματικότητα όμως, έδινε για πολλά χρόνια τη νίκη στη Σεντ Ετιέν. Για δεκαετίες, οι Στεφανουά ήταν το κορυφαίο ποδοσφαιρικό όνομα στη Γαλλία, αλλά και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τη στιγμή που η Λυών ήταν απλά φτωχός συγγενής στο γαλλικό ποδόσφαιρο. Όπως όλοι γνωρίζουμε, αυτά άλλαξαν στη συνέχεια. Εμείς θα ταξιδέψουμε σήμερα στη δεκαετία του 1960.
Κασκόλ αντι-Λυών που γράφει “η Σεντ Ετιέν θα είναι πάντα η πρωτεύουσα στο ποδόσφαιρο και η Λυών το προάστιό της“
Η Σεντ Ετιέν έχει τότε μια εξαιρετική ομάδα. Μια ομάδα που θα κατακτήσει τα πρωταθλήματα του 1964, 1967, 1968 και 1969. Η Λυών είναι ακόμη χωρίς πρωτάθλημα (θα το καταφέρει πρώτη φορά μόλις το 2002), αλλά τα καταφέρνει αρκετά καλά στο Κύπελλο Γαλλίας, το οποίο και κατακτά το 1964. Τρία χρόνια αργότερα, αντιμετωπίζει στη φάση των 32 την μισητή Σεντ Ετιέν σε ουδέτερο γήπεδο, στο Ανσί. Η Λυών έχει ήδη κερδίσει στο ματς του 1ου γύρου, αλλά η Σεντ Ετιέν είναι πρωτοπόρος στο πρωτάθλημα, το οποίο και θα κατακτήσει στη συνέχεια, και φυσικά φαβορί. Η Λυών όμως, εκμεταλλεύεται τον κακό αγωνιστικό χώρο που δυσκολεύει τους ποιοτικούς αντιπάλους της, καταφέρνει μια σπουδαία νίκη με 2-0 και προκρίνεται. Ο Ζαν Σνελά, τότε κόουτς της Σεντ Ετιέν, δεν μπορεί να χωνέψει το κάζο. “Η Λιόν παίζει το καρότο” λέει, με το “jouer la carotte” να σημαίνει ότι κάποιος είναι πολύ επιφυλακτικός, δεν παίρνει κανένα ρίσκο στο παιχνίδι του. Κάνει μάλιστα και την πρόβλεψη ότι η Λιόν έτσι δεν θα φτάσει μακριά στον θεσμό γιατί παίζει πολύ αμυντικά. Ο αντίπαλος κόουτς απαντάει σε ίδιο στυλ, “τουλάχιστον εμείς θα πάμε πιο μακριά από τη Σεντ Ετιέν”, δηλώνει με αυταρέσκεια. Την ίδια στιγμή, ο σπουδαίος επιθετικός της Λυών ντι Ναλό σε μια κίνηση ανωτερότητας λέει “ας μην κοροϊδευόμαστε, ο [ουδέτερος] κόσμος που ήρθε σήμερα στο γήπεδο, ήρθε για να δει τη Σεντ Ετιέν”. Παρά τις προφητείες του Σνελά, η Ολιμπίκ αποκλείει στη συνέχεια τρεις ακόμα ομάδες και φτάνει στον τελικό, κερδίζοντας με 3-1 τη Σοσό. Περισσότερο ίσως και από την ίδια κατάκτηση του κυπέλλου του 1967, μετράει ότι έγινε αποκλείοντας τους ενοχλητικούς γείτονες.
Η ατάκα του Σνελά για το καρότο δεν έμεινε φυσικά αναπάντητη. Στο επόμενο παιχνίδι των δύο ομάδων στο Ζερλάν, περίπου δύο μήνες μετά το κύπελλο, οι οπαδοί της γηπεδούχου Λυών έρχονται προετοιμασμένοι και, κυρίως, εφοδιασμένοι. Είκοσι κιλά καρότα σε τσουβάλια βρίσκονται στις εξέδρες και ρίχνονται μέσα στο γήπεδο για να υποδεχτούν τους ποδοσφαιριστές των Στεφανουά. Ο επιθετικός Ζορζ Μπερετά παίρνει ένα καρότο από κάτω και το τρώει για να δείξει ότι δεν μασάει. Η Σεντ Ετιέν είναι τελικά αυτή που χαμογελάει, κερδίζοντας με 2-1, μετά από τις δυο συνεχόμενες ήττες στα προηγούμενα ντέρμπι. Το παιχνίδι των καρότων μένει για πάντα στην ιστορία της περιοχής. Δυο χρόνια αργότερα, ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο.
Δεν είναι πολλές οι ομάδες που μπορούν να υπερηφανεύονται ότι ανέτρεψαν 2-0 απέναντι στην Μπάγερν.
Οι σχεδόν μόνιμοι πρωταθλητές Γαλλίας έχουν κάκιστη κλήρωση, καθώς πέφτουν πάνω στην Μπάγερν Μονάχου στην 1η φάση του Κυπέλλου Πρωταθλητριών. Το πρώτο παιχνίδι σχεδόν καθαρίζει την υπόθεση πρόκριση. Η Μπάγερν των Γκερτ Μίλερ και Φραντζ Μπεκενμπάουερ κερδίζει με 2-0 τη Σεντ Ετιέν. Την 1η Οκτωβρίου του 1969 όμως, το Ζοφρουά Γκισάρ, γνωστό και ως “η Χύτρα”, θα ζήσει μια από τις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές βραδιές του. 33.000 στιβαγμένοι θεατές είδαν τον Ερβέ Ρεβελί να σκοράρει δυο φορές και να δίνει σοβαρές ελπίδες στην ομάδα τους. Το γκολ του Κεϊτά στο 81′ για το τελικό 3-0 ολοκλήρωσε την ανατροπή και την πρόκριση.
Φοβερές ρετρό φανέλες και στραβός ορίζοντας. (Φωτό: L’ Equipe)
Η κλήρωση τα είχε φέρει έτσι και μόλις 4 ημέρες αργότερα, στα πλαίσια της 9ης αγωνιστικής του γαλλικού πρωταθλήματος, η Λυών υποδεχόταν την Σεντ Ετιέν στο Ζερλάν. Αυτή τη φορά χωρίς καρότα, αλλά με 25.000 κόσμο. Οι γηπεδούχοι γνώριζαν ότι ήταν το αουτσάιντερ, αλλά η υπερπροσπάθεια της Σεντ Ετιέν τους έκανε αισιόδοξους. Τόσο πολύ, που φρόντισαν να το δημοσιοποιήσουν με δηλώσεις τους, λέγοντας ότι «θα φάνε» τη Σεντ Ετιέν την Κυριακή γιατί θα είναι κουρασμένη. Με τον χρόνο να περνά στο 1ο ημίχρονο, ίσως να πίστεψαν ότι είχαν πέσει μέσα στις προβλέψεις τους, καθώς το παιχνίδι ήταν 0-0 στο 20′ και κανείς δεν φανταζόταν τι θα ακολουθούσε. Η Σεντ Ετιέν δεν σκόραρε ούτε μία, ούτε δύο φορές, αλλά επτά. Η δόλια Λυών κατάφερε μόλις στο 88′ να βάλει ένα γκολ, που ούτε τιμής μπορείς να το πεις, για να κάνει το τελικό 1-7.
Ο Ερβέ Ρεβελί, σκόρερ δύο γκολ, μίλησε μετά το ματς και είπε. “Λέγανε ότι θα μας φάνε και εμείς αποφασίσαμε να απαντήσουμε στο γήπεδο. Το βλέπετε, δεν είμαστε κουρασμένοι. Αν θέλουν μπορούμε να παίξουμε και ακόμα ένα ματς και να τους δείξουμε πού μπορούμε να φτάσουμε”. Ένας άλλος συμπαίκτης του αναρωτιόταν αν η Λυών έχει το επίπεδο να βρίσκεται στην Α’ εθνική. Οι ηττημένοι δεν ήξεραν τι να πουν. Άλλοι ζητούσαν συγγνώμη από τον κόσμο, ενώ ο Υβ Σοβώ δήλωσε με ειλικρίνεια ότι θα ήθελε να είναι ένα τόσο δα ποντικάκι να χωθεί σε καμία ποντικότρυπα. Τα πράγματα δεν βελτιώθηκαν βέβαια στη ρεβάνς του 2ου γύρου, καθώς η Σεντ Ετιέν μετά το 1-7 έριξε και ένα μεγαλοπρεπές 6-0.
Μια ακόμα μεγάλη στιγμή, αλλά από την πλευρά της Ολιμπίκ
Η μόνη… χαρά που θα έπαιρνε η Λυών εκείνη τη χρονιά, είχε έρθει μερικούς μήνες πιο πριν με… περίεργο τρόπο. Στο Ζερλάν, στις 12 Φεβρουαρίου του 1969, η εθνική Γαλλίας αντιμετώπιζε την Ουγγαρία. Όταν οι φιλοξενούμενοι εμφανίστηκαν με λευκές φανέλες, ίδιες με τη Γαλλία δηλαδή, υπήρξε ένα προφανές πρόβλημα. Η λύση δόθηκε. Η Γαλλία θα φορούσε τις φανέλες της οικοδέσποινας Λυών. Κάπως έτσι, τέσσερις διεθνείς ποδοσφαιριστές της Σεντ Ετιέν αναγκάστηκαν να αγωνιστούν με τη φανέλα της μισητής αντιπάλου. Ένας εξ αυτών, ο Ερβέ Ρεβελί που αναφέραμε προηγουμένως, σκόραρε μάλιστα και γκολ. Το ματς έληξε 2-2, αλλά ήταν μια στιγμή… ηθικής νίκης και καζούρας για τους ντόπιους. Τα 13 γκολ σε δύο ματς που ακολούθησαν βέβαια, έσβησαν κάθε ντροπή. Από τότε πολλά άλλαξαν, η Λυών είναι πλέον το μεγάλο όνομα, αλλά αρκετά έμειναν ίδια. Η κόντρα και αντιπαλότητα παραμένουν. Η Λυών βρίσκεται στις υψηλότερες θέσεις της βαθμολογίας και αν θέλει να έχει ελπίδες για τον τίτλο, θα πρέπει να περάσει από την έδρα της Σεντ Ετιέν με νίκη. H “Χύτρα” θα είναι πιο άδεια από ποτέ, ο κόσμος των γηπεδούχων δεν θα μπορέσει να στηρίξει την ομάδα του, αλλά το ντέρμπι του Ροδανού (έστω και αν το Σεντ Ετιέν δεν βρίσκεται δίπλα στον ποταμό) θα είναι όπως πάντα σημαντικό για τους ανθρώπους των δύο πόλεων.