Χόρεψε σαν τον “Πάπου”

Η σκηνή γνωστή στο Μπέργκαμο (και αρκετά συχνά και σε άλλα γήπεδα). Προσπάθεια της Αταλάντα, η μπάλα καταλήγει στον τύπο με τη φανέλα με το νούμερο 10 και με κάποιο τρόπο στα δίχτυα του αντιπάλου. Ο πανηγυρισμός ίδιος πάντα. Σαν να βρίσκεσαι σε κλαμπ για ώρες, να έχεις βαρεθεί και σε πιέζουν από την παρέα σου να χορέψεις. Εσύ, με το ζόρι αφήνεις το ποτό σου και χωρίς να φύγεις ούτε σπιθαμή από εκεί που είσαι, κινείσαι γύρω από τον άξονα σου, χορεύοντας ουσιαστικά μόνο με τα χέρια σου. Αυτός ο κομματάκι βαριεστημένος χορός, είναι ο χορός του Αλεχάντρο Νταρίο Γκόμες, πιο γνωστού ως “Πάπου” Γκόμες. Του εδώ και καιρό εμβληματικού αρχηγού της Αταλάντα με την οποία κατάφερε να επαναλάβει το κατόρθωμα του Κανίγια και να κερδίσει την έξοδό της στην Ευρώπη. Αυτός είναι κι ο στόχος της φέτος, δίνοντας μάχη με πολλούς ιστορικούς συλλόγους όπως η Λάτσιο, η Ρόμα κι η Τορίνο, και παιχνίδια όπως αυτό με την Μπολόνια είναι πολύ κρίσιμα.

Ο χορός του “Πάπου” Γκόμες έγινε viral στην Ιταλία και μετατράπηκε σε τραγούδι που έχει ξεπεράσει τα 40 εκατομμύρια views στο ΥοuTube.

Ο Αλεχάντρο Γκόμες γεννήθηκε στην πόλη Αβεγιανέδα λίγο έξω από το Μπουένος Άιρες. Όπως πολλά πράγματα στη ζωή, έτσι κι η δική του καριέρα και πορεία εξαρτήθηκε από πολλές μικρές συγκυρίες, συνήθως αρνητικές. Για αρχή λοιπόν, παρ’ ότι ήταν ανιψιός ενός ιστορικού παίκτη της Ιντεπεντιέντε και έμενε στην πόλη των κόκκινων (και των μπλε της Ράσινγκ), το γεγονός ότι η Ιντεπεντιέντε είχε προπονητικό κέντρο αρκετά μακριά από το σπίτι του, τον έφερε στις ακαδημίες της Άρσεναλ Σαραντί. Ο κοντούλης Αλεχάντρο, μόλις 1.65, παρά το μικρό του ύψος δεν είχε πρόβλημα να ξεχωρίσει και πολύ γρήγορα να παίζει απέναντι στα μεγαλύτερα παιδιά του συλλόγου. Ο σκόρερ του νικητήριου γκολ για την Αργεντινή στο Μουντιάλ του 1986 Χόρχε Μπουρουσάγκα τον ανέβασε στις μεγαλύτερες ομάδες και τελικά, μόλις στα 17 του, ο Αλεχάντρο έκανε το ντεμπούτο του στη μεγάλη κατηγορία. Μεγάλωσε έχοντας ως είδωλο τον Πάμπλο Αϊμάρ και θαυμάζοντας παίκτες όπως ο Ρικέλμε κι ο ντελ Πιέρο. Παραδέχεται τον Μαραντόνα ως ποδοσφαιριστή, αλλά θεωρούσε πάντα ότι η ζωή του και η συμπεριφορά του εκτός γηπέδων δεν ήταν σωστή, ότι δεν μπορεί να αποτελεί πρότυπο.

Ο Γκόμες είχε την τύχη να κατακτήσει τον πρώτο τίτλο στην ιστορία της Άρσεναλ Σαραντί, το Κόπα Σουνταμερικάνα του 2007. Ο σύλλογος όμως άρχισε να παρακμάζει κι έτσι ο Αλεχάντρο αναγκάστηκε να φύγει για μια πολύ ιστορική ομάδα, τη Σαν Λορένσο. Δυστυχώς όμως, η ατυχία που τον κυνηγάει σε τέτοιες λεπτομέρειες συνεχίστηκε. Η ομάδα από το Μποέδο περνούσε μια από τις χειρότερες περιόδους της, με τρομερά οικονομικά και διοικητικά προβλήματα. Ο Γκόμες δεν κέρδισε τίτλους εκεί, παρ’ όλα αυτά ήταν από τους διασωθέντες σε μια πολύ άσχημη περίοδο για έναν σύλλογο με ιστορία και φανατικό κοινό. Η απίστευτη τεχνική του, η οξυδέρκειά του, η ντρίμπλα του έκαναν αυτόν τον μικρόσωμο αθλητή να ξεχωρίζει πάντα.

Το μεγαλύτερο ποδοσφαιρικό απωθημένο του Γκόμες είναι το γεγονός ότι το 2013 δεν μετακόμισε στο Βιθέντε Καλντερόν

Οι εμφανίσεις του έφεραν ενδιαφέρον από την Ευρώπη κι έτσι στα 22 του ο Αλεχάντρο αποφάσισε να αφήσει την πατρίδα του. Προορισμός του η Ιταλία κι οι επιλογές του δύο. Η Μπάρι και η Κατάνια. Η απόφαση πολύ εύκολη, η δεύτερη φυσικά. Ο λόγος; Η ομάδα της Σικελίας είχε γίνει μια αποικία Αργεντίνων ποδοσφαιριστών στην οποία προστέθηκε ως προπονητής κι ο Ντιέγκο Σιμεόνε, με την Κατάνια να έχει σε κάποιο χρονικό σημείο 12 Αργεντινούς. Ο “Πάπου” φυσικά προσαρμόστηκε εύκολα, έτσι κι αλλιώς όπως είχε πει κι ο ίδιος “οι Ιταλοί του Νότου μοιάζουν πολύ με μας τους Αργεντινούς”. Η Κατάνια εκείνη την εποχή ήταν σαν 5ημερη εκδρομή σχολείου του Μπουένος Άιρες. Στα αποδυτήρια ακούγονταν σχεδόν αποκλειστικά ισπανικά, οι παίκτες έκαναν πλάκες μεταξύ τους, μαζεύονταν με τις οικογένειές τους για το παραδοσιακό ασάδο (μπάρμπεκιου). Ο “Τσόλο” είχε ήδη πει στον Γκόμες ότι αν ερχόταν στην Ευρώπη θα έπρεπε να μετατοπιστεί από τον άξονα στις πτέρυγες, ότι ταιριάζει στο 4-3-3 που έπαιζαν πολλές ομάδες τότε. Ο Γκόμες δεν είχε ενθουσιαστεί, αλλά όπως παραδέχτηκε αργότερα, ο Σιμεόνε είχε απόλυτο δίκιο. Η μετατόπιση στα πλάγια ήταν αυτή που τον έκανε τόσο σημαντικό στην καριέρα του.

Μετά από μία τριετία στη Σικελία, ο Αλεχάντρο αποφάσισε ότι είχε έρθει η ώρα για το παραπάνω βήμα. Αλλά δυστυχώς, όπως κι άλλες φορές στην καριέρα του, κάτι χάλασε την τελευταία στιγμή. Ο Σιμεόνε είχε ήδη πάει στην Ατλέτικο και φυσικά τον ήθελε εκεί. Δυστυχώς όμως η Κατάνια ζητούσε χρήματα που η Ατλέτικο δεν μπορούσε να προσφέρει, δεν είχε αποκτήσει τη σημερινή της οικονομική δυνατότητα, κι η μεγάλη μεταγραφή στην Ισπανία δεν ολοκληρώθηκε. Εκείνη τη σεζόν (2013-14), η Ατλέτικο πήρε το πρωτάθλημα και σήμερα θα μπορούσαμε να μιλάμε για έναν σούπερ σταρ, μέλος της χρυσής ομάδας της Μαδρίτης. Αλλά είπαμε. Οι συγκυρίες ποτέ δεν ήταν με το μέρος του Γκόμες. Εκτός από τους Μαδριλένους, ενδιαφέρον είχαν δείξει και οι Ίντερ με τη Φιορεντίνα, τα χρήματα τα είχαν όμως οι Ουκρανοί της Μέταλιστ. Ο Γκόμες και πάλι είδε ότι εκεί υπάρχουν αρκετοί συμπατριώτες του, ο σύλλογος ήταν ισχυρός οικονομικά, είχε κερδίσει την έξοδο στο Τσάμπιονς Λιγκ και οι συνθήκες έμοιαζαν πολύ καλές, οπότε μετακόμισε στο Χάρκοβο αντί για τη Μαδρίτη.

Τα χαμόγελα δεν κράτησαν πολύ

Τα πράγματα όμως δεν ήταν ιδανικά. Πέρα από το κρύο και τις δυσκολίες προσαρμογής, η χώρα ήταν εν μέσω μιας τρομερής κρίσης και ενός πολέμου. Ο Πάπου ζούσε στο κέντρο της πόλης και καθημερινά έβλεπε πορείες, διαδηλώσεις και επεισόδια. Ίσως το πιο σημαδιακό περιστατικό ήταν όταν μια μέρα αποφάσισε να βγει βόλτα με την οικογένειά του. Το αυτοκίνητό του εγκλωβίστηκε μέσα σε κόσμο που φορούσε κουκούλες, κρατούσε σφεντόνες και γκλομπ, ενώ στην πόλη υπήρχαν φωτιές και κόσμος που κυκλοφορούσε οπλισμένος, με την αστυνομία να έχει ισχνή παρουσία. Ήταν μια σοκαριστική εμπειρία, ειδικά για έναν άνθρωπο που βάζει την οικογένεια πάνω απ’ όλα. Εκείνη η σεζόν, το 2013-14, εξακολουθεί να είναι και η πιο φτωχή του σε γκολ από τότε που έφυγε από την Αργεντινή.

Ο επόμενος σταθμός του ήταν το Μπέργκαμο, μια πόλη όμορφη και μικρή, την οποία ο Γκόμες περιγράφει να έχει μια σχέση με το Μιλάνο, όπως η Αβεγιανέδα με το Μπουένος Άιρες. Στην Αταλάντα ο Πάπου έχει στεριώσει για τα καλά. Ντρίμπλες, σλάλομ και γκολ. Όχι άπειρα (συνήθως δεν παίζει και φορ άλλωστε), αλλά αρκετά και συνήθως πολύ όμορφα. Πήρε το περιβραχιόνιο και σε μια ομάδα που προσπαθεί να στηρίζεται αρκετά σε νέους παίκτες (μια που χάνει γρήγορα τα αστέρια της), ο Αργεντινός αποτελεί σταθερή αξία γύρω από την οποία κινούνται οι υπόλοιποι. Βρίσκεται πλέον στην πέμπτη του σεζόν στην Αταλάντα, ο κόσμος χορεύει μαζί του σε κάθε γκολ και τον αποθεώνει κι αυτός φαίνεται ευτυχισμένος. Το δείχνει με τα συνεχή του χαμόγελα, με τα βίντεο που ανεβάζει στα social media στα οποία χορεύει με την οικογένειά του ή κάνει… δολοφονικά τάκλιν στον πιτσιρίκο γιο του. Το δείχνει με τα περιβραχιόνιά του που έχουν διαφορετικό σχέδιο κάθε φορά. Πιο αστεία ή πιο γλυκά (αφιερωμένα στην κόρη του) ή πιο σοβαρά όταν τιμάει συγκεκριμένες ημέρες. Μέχρι φυσικά να τον απειλήσει η ιταλική ομοσπονδία ότι πρέπει να σταματήσει αυτή τη συνήθεια. Ο πάτερ φαμίλιας Πάπου απολαμβάνει όσα έχει κερδίσει με τον ιδρώτα και το τρέξιμό του, με τις ντρίμπλες του και τα σουτ του.

Η κυρία Γκόμες έχει αποδειχθεί μεγάλο τρολ, εδώ εκθέτει τον σύζυγό της που κοιμάται γαλήνιος

Αν το 2013 είχε πάει στη Μαδρίτη σήμερα μπορεί να μιλούσαμε γι’ αυτόν όπως μιλάμε για τοπ ποδοσφαιριστές. Αλλά δεν είναι μόνο η πορεία του σε συλλόγους. Ίσως ακόμα πιο άσχημο είναι αυτό με την εθνική. Το 2007 ήταν μέλος της Κ20 της Αργεντινής μαζί με παίκτες όπως ο ντι Μαρία, ο Μπανέγκα κι ο Σέρχιο Ρομέρο. Παρ’ ότι η πορεία του ήταν πολύ καλή από τότε, δεν κλήθηκε ποτέ στην εθνική ανδρών. Για χρόνια περίμενε μία κλήση που δεν ερχόταν ποτέ. Σε μια Αργεντινή που έχει δοκιμάσει τριψήφιο αριθμό παικτών όλα αυτά τα χρόνια, δεν βρέθηκε ποτέ μία θέση γι’ αυτόν. Ο Γκόμες στο μεσοδιάστημα απέκτησε την ιταλική υπηκοότητα βλέποντας ότι δεν υπάρχει μέλλον στην Αργεντινή, έμαθε όμως τελικά από τη FIFA ότι δεν θα μπορούσε ποτέ να αγωνιστεί με την Ιταλία. Ήρθε τελικά ο Σαμπαόλι το 2017 να τον καλέσει για πρώτη φορά σε αγώνα της εθνικής, δέκα χρόνια μετά από την τελευταία φορά που φόρεσε το εθνόσημο σε οποιοδήποτε επίπεδο. Παρ’ ότι σκόραρε σε ένα φιλικό, δεν ήταν τελικά στις προεπιλογές του κόουτς για το Μουντιάλ της Ρωσίας. Μάλιστα, ξεσήκωσε μεγάλες αντιδράσεις όταν σε έναν αγώνα Αταλάντα-Μίλαν τραυμάτισε τον Λούκας Μπίλια, με τον τελευταίο να κινδυνεύει να χάσει το Μουντιάλ λόγω τραυματισμού. Πολλοί είπαν ότι το έκανε επίτηδες, ο Αγκουέρο έκανε δηλώσεις εναντίον του, ο Γκόμες το αρνήθηκε με κάθε δυνατό τρόπο και για να πούμε την αλήθεια, με τον χαρακτήρα που έχει, είναι κομματάκι δύσκολο να σκεφτόταν έτσι.

Στα 31 του πια, ο Αλεχάντρο ξέρει ότι οι πιθανότητες για μια μεγαλύτερη ομάδα, για μια συμμετοχή με την Αργεντινή σε μεγάλη διοργάνωση έχουν μειωθεί πάρα πολύ. Οι ντρίμπλες του, οι γκολάρες του μάλλον δεν θα μείνουν για πάντα στην ευρύτερη ιστορία των ποδοσφαιρόφιλων. Θα ανήκουν στο πιο κλειστό κλαμπ των οπαδών της Αταλάντα. Δεν θέλει να επιστρέψει πίσω στην Αργεντινή, προτιμά να κλείσει την καριέρα του στην Ιταλία ή να δοκιμάσει κάτι διαφορετικό σε πιο… εξωτικές ποδοσφαιρικές χώρες. Ακόμα κι αν δεν έρθει έστω και στο τέλος της πορείας του μια ευκαιρία σε υψηλότερο επίπεδο, ο ίδιος δείχνει να το έχει φιλοσοφήσει: “Προτιμώ να μην κοιτάζω αυτά που έχασα, αλλά αυτά που κατάφερα. Σε όλες τις ομάδες που έπαιξα, ήμουν είδωλο του κόσμου και αυτό με γεμίζει με υπερηφάνεια“. Γιατί δεν μπορείς να ζεις με τα “αν”, αυτό σε φθείρει.