Καλοκαίρι 2021. Το ψυχόδραμα του Τζίτζί Ντοναρούμα ολοκληρώνεται και τυπικά. Ο Ιταλός, λίγο πριν γίνει ένας από τους απόλυτους ήρωες της εθνικής Ιταλίας στο Euro, εγκαταλείπει την ομάδα στην οποία έγινε γνωστός και ο κόσμος περίμενε να γεράσει ως ένας άλλος Μαλντίνι. Η αγάπη έχει μετατραπεί σε απογοήτευση, απέχθεια, μέχρι και μίσος για πολλούς. Άλλωστε η σχέση δεν έχει χαλάσει απότομα. Κρατά καιρό αυτό το σίριαλ και ο Μίνο Ραϊόλα, ο μάνατζερ που οι παίκτες του λατρεύουν και οι οπαδοί αντιπαθούν, έχει παίξει τον δικό του ρόλο. Ο Τζίτζι φεύγει για τα Παρίσια, δίνοντας τη μάχη με τον εξαιρετικό Κέιλορ Νάβας. Ο Καπέλο τον αποκαλεί αχάριστο, και ο Μαλντίνι δηλώνει πρόσφατα: «Σε έναν ιδανικό κόσμο το μόνο κίνητρο του ποδοσφαιριστή θα έπρεπε να είναι το πάθος. Αλλά αν ο στόχος σου είναι η κοινωνική αποκατάσταση και τα χρήματα που θα προσφέρεις στην οικογένειά σου, πρέπει να καταλαβαίνουμε και να σεβόμαστε κι αυτά τα κίνητρα». Οι οπαδοί της Μίλαν δεν συμφωνούν τόσο, οι οργανωμένοι ανεβάζουν ένα πανό στο Μιλανέλο και τον αποκαλούν προδότη, μεταξύ άλλων κοσμητικών. Πριν 4 μήνες περίπου η Ιταλία παίζει στο Σαν Σίρο με την Ισπανία και αρκετοί οπαδοί σφυρίζουν το πρώην αγαπημένο τους παιδί, προκαλώντας τις αντιδράσεις του Μαντσίνι.
Φεβρουάριος 2022. Με το σκορ στο 1-0 υπέρ της Ίντερ στο ντέρμπι του Μιλάνου, ο Μάικ Μενιάν κάνει μια επική έξοδο τάκλιν εκτός περιοχής πάνω στον Τσαλχάνογλου και αποθεώνεται. Η Μίλαν με τον Ζιρού κάνει την μεγάλη ανατροπή. Οι ροσονέρι φαίνεται να έχουν ξεχάσει το όνομά του Ντοναρούμα, κάποιοι λένε ότι βρήκαν καλύτερο τερματοφύλακα στο πρόσωπο του Γάλλου τερματοφύλακα. Αν το καλοκαίρι έλεγαν «ποιος Μενιάν», τώρα λένε «ποιος Ντοναρούμα». Ποια είναι η ιστορία όμως του τερματοφύλακα που έχει κλέψει τις καρδιές των Μιλανέζων;
Ο Μάικ Μενιάν γεννήθηκε στη Γαλλική Γουιάνα, μια περιοχή της Γαλλίας που όσο περίεργο κι αν ακούγεται βρίσκεται στη Νότια Αμερική, δίπλα στη Βραζιλία (και το Σουρινάμ) και αποτελεί τη μεγαλύτερη έκταση της Ε.Ε. εκτός Ευρώπης. Όπως όλες αυτές οι αποικίες, έτσι κι αυτή έχει μια ιστορία γεμάτη αίμα. Η Καγιέν είναι η πρωτεύουσά της και το μέρος που συγκεντρώνει το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού. Η ιστορία λέει ότι οι Ισπανοί που έφτασαν εκεί πρώτοι δεν άντεξαν και έφυγαν άρον άρον εξαιτίας της ζέστης και της υγρασίας. Ήταν το 1604 όταν έγινε η πρώτη αποικία, από τους Γάλλους, αλλά στη συνέχεια πέρασε από πορτογαλικά, αγγλικά, ολλανδικά και ξανά γαλλικά χέρια. Ο Μάικ έζησε εκεί μέχρι τα 8 του, όταν μαζί με την Αϊτινή μητέρα του και τον Γάλλο πατέρα του μετακόμισαν στο Παρίσι.
Μέχρι τα 14 του έπαιζε σε μια ομάδα στα προάστια της γαλλικής πρωτεύουσας και το 2009 μετακόμισε στις ακαδημίες της Παρί Σεν Ζερμέν. Θα μπορούσε να είχε πάει νωρίτερα, καθώς το ταλέντο του ξεχώριζε και τον είχαν δει από το INF Clairefontaine (την ας πούμε γαλλική ποδοσφαιρική ακαδημία), αλλά έκαναν πίσω. Στο σχολείο οι βαθμοί του ήταν τραγικοί και η συμπεριφορά του προβληματική. Δημιουργούσε θέματα στους καθηγητές του και πολλοί πίστευαν ότι η κατάληξή του θα ήταν να παίζει μπάλα σε κάποιο αναμορφωτήριο αν ακολουθούσε τον στραβό δρόμο. Είναι οι εποχές των μεγάλων κοινωνικών αναταραχών στο Παρίσι κι ο πιτσιρικάς Μάικ ζει σε μια από τις υποβαθμισμένες περιοχές της πόλης. Η οργή ξεχειλίζει στα μπανλιέ της γαλλικής πρωτεύουσας. Η ΠΣΖ του θέτει ως όρο να βελτιωθεί στο σχολείο. Ο ίδιος το κάνει. Προσπαθεί παραπάνω, ανεβάζει τη… σχολική του απόδοση και μετά από ένα χρόνο πείθει τους ανθρώπους της που παρακολουθούν στενά να τον πάρουν στην ομάδα τους. Πέντε χρόνια αργότερα υπογράφει επαγγελματικό συμβόλαιο, ακολουθώντας ακόμα έναν τερματοφύλακα με καταγωγή από τη Γουιάνα. Τον Μπερνάρ Λαμά, έναν παίκτη που έγραψε ιστορία τόσο στην ΠΣΖ, όσο και στην εθνική Γαλλίας. Όπως κι ο Λαμά, έτσι κι ο Μενιάν προτίμησε την εθνική Γαλλίας, αν και στη δική του περίπτωση ήταν η Αϊτή που ήθελε να τον εντάξει στην εθνική της. Διεθνής με τις Κ16, Κ17, Κ18, Κ19, Κ20 και Κ21, ο Μάικ πέρασε από όλα τα κλιμάκια του γαλλικού ποδοσφαίρου. Όπως συχνά συμβαίνει με αυτή τη θέση, ο Μενιάν δεν ξεκίνησε ως τερματοφύλακας. Οι ανάγκες τον οδήγησαν να παίξει έτσι μια φορά που η πρώτη του ομάδα είχε ανάγκη και στη συνέχεια μονιμοποιήθηκε εκεί και πήγε ως τερματοφύλακας στις μικρές ομάδες της ΠΣΖ.
Ο άνθρωπος λατρεύει να έχει την μπάλα στα πόδια του
Του λείπει το να παίζει μέσα. Όπως λέει, είναι γεμάτος ενέργεια, θέλει να τρέχει, να παλεύει, να σκοράρει. Ακόμα και τώρα αν παίζει μπάλα με φίλους παίζει μπροστά, είναι το νούμερο 9 και τον φωνάζουν ο “πιστολέρο”. Δεν έχει αλλάξει παρέες έτσι κι αλλιώς. Κρατά τις φιλίες από τη γειτονιά. «Λένε ότι όποιος διαλέγει να παίζει στο τέρμα είναι βλάκας. Δεν είμαι βλάκας. Ξέρω ότι αν βάλεις ένα γκολ θα ξεσηκώσεις 50.000 οπαδούς, αν αποκρούσεις ένα σουτ θα ξεσηκώσεις 20.000. Είμαι σίγουρος ότι θα μπορούσα να είχα κάνει καριέρα και σε άλλη θέση. Αλλά τώρα είμαι τερματοφύλακας. Δουλειά μου είναι να σταματάω την μπάλα. Τα υπόλοιπα ήταν παιδικά όνειρα», λέει σε συνέντευξή του στο France Football.
Ο Μενιάν ξεχώριζε για τα φυσικά του προσόντα, την αντίληψή του αλλά και για την προσωπικότητά του. Είναι ένας τύπος που δεν φοβάται τις προκλήσεις, έχει εμπιστοσύνη στον εαυτό του και θάρρος. Είναι γνωστή η ιστορία του από τις προπονήσεις στην Παρί και η σχέση του με τον Ζλάταν. Μόλις 17 χρονών παιδάκι κι ο Ζλάταν του κάνει ένα σουτ με… 400 χλμ/ω (όπως περιγράφει ο Μάικ). Ένα σουτ που δεν μπορούσε να αποκρούσει oύτε ο Μπουφόν. Ο Ζλάταν γυρίζει σκωπτικά και λέει: «Σκατά τερματοφύλακας». Ο πιτσιρικάς γκολκίπερ πεισμώνει γιατί ξέρει ότι ο σούπερ σταρ τον αδικεί. Επόμενη φάση, ο Ζλάταν σουτάρει, ο Μενιάν αποκρούει και ξέρει ότι πρέπει να του απαντήσει. «Σκατά επιθετικός» λέει στον Σουηδό. Ο Ζλάταν τον κοιτάει απλώς. Λίγο αργότερα τον βρίσκει στα αποδυτήρια και του λέει: «Μου αρέσεις έτσι όπως είσαι. Μου αρέσει η προσωπικότητά σου». Από τότε αποκτούν μια αμοιβαία σχέση εκτίμησης. Το πιτσιρίκι κι ο βετεράνος.
Η σχέση αυτή βέβαια δεν σημαίνει ότι ο Μάικ θα παίξει στην Παρί. Μετακομίζει στη Λιλ το 2015 και στα 20 του κάνει την πρώτη του συμμετοχή στη Λιγκ 1. Ο Μπιέλσα είναι αυτός που στο απογοητευτικό του πέρασμα από τη Λιλ θα τον κάνει βασικό. Ο Αργεντινός είναι που θα επιμένει να δουλεύει πολύ με τα πόδια. Και φυσικά αυτό αρέσει πολύ στον Μενιάν που μέσα του νιώθει ακόμα σέντερ φορ. Θυμάται σε ένα ματς που κέρδιζε η ομάδα του με 3-0 στο 93′ και έδιωξε την μπάλα, με αποτέλεσμα να ακούσει τις φωνές από τον πάγκο γιατί δεν έδωσε πάσα. «Είμαι τερματοφύλακας που σκέφτεται σαν κανονικός παίκτης. Προβλέπω τις ενέργειες των επιθετικών και πού θα σουτάρουν. Πολλές φορές κριτικάρω τους συμπαίκτες μου και τους λέω ότι έχω καλύτερο πόδι από αυτούς», δηλώνει.
https://www.youtube.com/watch?v=f63zQ5SBYmM
Ο Μενιάν περνάει όλες τις τρελές καταστάσεις που έζησε η Λιλ τα τελευταία χρόνια, αλλά ο ίδιος ξεχωρίζει κρατώντας πολύ συχνά ανέπαφη την εστία του, ενώ δείχνει και έφεση στις αποκρούσεις πέναλτι. Τελικά δικαιώνεται με το περσινό απίστευτο πρωτάθλημα. Δεν δέχεται γκολ σε 21 αγώνες, αγγίζοντας το ρεκόρ της Λιγκ 1. Χάνει το βραβείο του καλύτερου τερματοφύλακα της λίγκας (το παίρνει ο Νάβας), ένα βραβείο που έχει ήδη κατακτήσει το 2018-19. Φεύγει πρωταθλητής και μετακομίζει στο Μιλάνο. Δεν καταλαβαίνει πολλά από τις δυσκολίες και μια σχετική ανασφάλεια για το «ποιος είναι αυτός ο τύπος από τη Λιλ». Τι να καταλάβει ένα παιδί που άλλαξε ήπειρο στα 8 και μεγάλωσε στα δύσκολα προάστια στο Παρίσι. Τι να φοβηθεί από τα ρατσιστικά που ακούει στο ματς με τη Γιουβέντους. Κάνει ένα υπέροχο post στα social media:
«Την Κυριακή το βράδυ ορισμένοι οπαδοί της Γιουβέντους φώναξαν ρατσιστικά συνθήματα. Τι θέλετε να πω; Να πω ότι ο ρατσισμός είναι κακός και ότι είναι βλάκες; Δεν είναι αυτό το θέμα. Δεν είμαι ο πρώτος, ούτε θα είμαι ο τελευταίος που θα ζήσει κάτι τέτοιο. Όσο τα θεωρούμε “μεμονωμένα περιστατικά”, η ιστορία θα επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά. Τι κάνουμε για να καταπολεμήσουμε τον ρατσισμό στα γήπεδα; Πιστεύουμε ότι είναι αποτελεσματικό; Γνωρίζουν οι άνθρωποι που παίρνουν τις αποφάσεις πώς νιώθουμε όταν μας προσβάλλουν και λένε ότι είμαστε ζώα; Γνωρίζουν τι κάνει αυτό στις οικογένειές μας, στους συγγενείς μας που δεν καταλαβαίνουν πώς μπορεί κάτι τέτοιο να συμβαίνει το 2021;
Δεν είμαι ένα «θύμα» του ρατσισμού. Είμαι ο Μάικ, σηκώνομαι όρθιος, περήφανος που είμαι μαύρος. Όσο μπορούμε να υψώνουμε τις φωνές μας και να κάνουμε τη διαφορά, θα συνεχίσουμε να το κάνουμε»
Ο «Μάτζικ Μάικ», όπως τον λένε έχει αγαπηθεί στο Μιλάνο, ενώ στη Γαλλία βλέπουν τον άνθρωπο που στο μέλλον θα οδηγήσει την εθνική τους στις μεγάλες διοργανώσεις. Δεν τον φοβίζει τίποτα. Θα κάνει τα πάντα για να μείνει η Μίλαν μέχρι το τέλος στη μάχη του πρωταθλήματος, κυνηγώντας έναν δεύτερο σερί τίτλο στην καριέρα του. Και στο βάθος του μυαλού του θα συνεχίζει να περιμένει τη μέρα που θα μπορέσει να παίξει λίγο πιο μπροστά ξανά, να βγει στην επίθεση και να σκοράρει.