deka

Ο Ράντι Ντέκα βρήκε αυτό που έψαχνε στο Βαγιέκας

Στα τέλη της δεκαετίας του 50 στην Ισπανία παρατηρήθηκε ένα μεγάλο κύμα εσωτερικής μετάναστευσης, που συνήθως είχε ως αφετηρία το νότιο κομμάτι της χώρας και κατάληξη το κέντρο της χώρας ή το βορρά. Μιας και οι επιλογές στέγασης στη Μαδρίτη για έναν φτωχό αγρότη από την Ανδαλουσία ήταν κατά κύριο λόγο απαγορευτικές, αρκετοί επέλεξαν να εγκατασταθούν στις εργατικές και πιο φτηνές συνοικίες στα νότια της πρωτεύουσας. Κάπως έτσι το Βαγιέκας, μια γειτονιά που είχε αποκτήσει από παλιά μια ιδιαίτερη φήμη λόγω της παρουσίας αρκετών καλλιτεχνών αλλά και της αντίστασης που είχε προβάλει απέναντι στον Φράνκο στα πρώτα χρόνια του εμφυλίου, μετατράπηκε σύντομα σε “χωνευτήρι” πολιτισμών. Οι προσιτές τιμές στα έτσι κι αλλιώς γερασμένα σπίτια, η ανοχή στη διαφορετικότητα και η αποδοχή κάθε κατατρεγμένου ξένου βοήθησαν σημαντικά ώστε μέσα στις επόμενες δεκαετίες στην περιοχή να εγκατασταθούν και αρκετοί μετανάστες από το εξωτερικό, που έψαχναν μια καλύτερη ζωή στη Μαδρίτη.

Ένα τέτοιο μέρος έψαχνε ουσιαστικά και ο Ράντι Ντέκα. Γεννημένος και μεγαλωμένος σε ένα από τα πιο κακόφημα προάστεια του Παρισιού με γονείς που προέρχονται από το Κονγκό και την Ανγκόλα, ο Ντέκα πήρε στα 19 του μια πολύ μεγάλη απόφαση, από αυτές που αρκετοί θέλουν να πάρουν αλλά ελάχιστοι το κάνουν τελικά, γιατί όπως σοφά είπε και ο Μορφέας του Μάτριξ: “Υπάρχει διαφορά στο να ξέρεις ποια είναι η σωστή διαδρομή και στο να περπατάς αυτή τη διαδρομή”. Βλέποντας πως η καριέρα του στις ερασιτεχνικές κατηγορίες της Γαλλίας είχε φτάσει σε ένα τέλμα, και λίγο πριν αναγκαστεί να ψάξει για μια άλλη δουλειά για να ζήσει δέχτηκε την πρόταση ενός γνωστού του, που είχε μετακομίσει στη Μαδρίτη λίγους μήνες πριν, να πάει στην Ισπανία και να δοκιμάσει εκεί την τύχη του μέσω ενός ατζέντη που είχε γνωρίσει ο γνωστός του.

Χωρίς κανέναν άλλο μαζί του, με λίγα ρούχα σε μια τσάντα και με ελάχιστα λεφτά που είχαν καταφέρει να μαζέψουν οι γονείς του (ο πατέρας του είναι φορτηγατζής), ο νεαρός Γάλλος μπήκε στο αεροπλάνο ονειρευόμενος ένα μέλλον καλύτερο από αυτό της ζόρικης γειτονιάς του στην οποία “κάθε φορά που έβγαινες δεν ήξερες σίγουρα ότι θα επιστρέψεις”. Τα όνειρα όμως συνήθως απέχουν από την πραγματικότητα πάρα πολύ κι αυτό το κατάλαβε και ο Ντέκα από την αρχή. Οι καλές γνωριμίες που υποτίθεται είχε ο ατζέντης δεν ήταν ακριβώς γνωριμίες. Ο 19χρονος μεσοεπιθετικός βρέθηκε να κάνει τυχαία δοκιμαστικά χωρίς καμία ουσιαστικά προώθηση από πίσω σε μικρές ομάδες του επιπέδου αυτής στην οποία έπαιζε και στη Γαλλία.

Όντας απελπισμένος από τα αποτελέσματα των ενεργειών του ατζέντη, έφτασε να δοκιμάζεται ακόμα και σε ερασιτεχνικές που ήξερε ότι δεν μπορούσαν να πληρώνουν μισθούς στους παίκτες τους. Μια τέτοια είναι και η Μπέτις Σαν Ισίδρο. “Το αγόρι ήρθε σε εμάς τον Φεβρουάριο του 2017, στα μισά της χρονιάς. Δεν είχε ομάδα και δεν μιλούσε καθόλου ισπανικά” θυμάται ο Πάμπλο Γκαρσία Ρόχο, προπονητής του ερασιτεχνικού συλλόγου της Μαδρίτης. Για να μπορεί να επιβιώσει, καθώς τα λεφτά του είχαν ήδη τελειώσει, ο Ντέκα δέχτηκε εκτός από ποδοσφαιριστής να εργάζεται και ως φροντιστής στην ομάδα, κοινώς να καθαρίζει τις εγκαταστάσεις, να σκουπίζει τα αποδυτήρια, να μαζεύει τα σκουπίδια με ένα μισθό που μετά βίας πλησίαζε τα 300 ευρώ.

Η περιγραφή του τα λέει όλα: “Ο πρώτος καιρός ήταν πολύ δύσκολος. Δεν μιλούσα, ούτε καταλάβαινα Ισπανικά. Δεν είχα κανέναν να μιλήσω και τα λεφτά δεν έφταναν για να φάω καλά. Όταν τέλειωνα από την προπόνηση και το καθάρισμα, δεν είχα τίποτα να κάνω. Γυρνούσα στο δωμάτιο μου και έβλεπα τηλεόραση προσπαθώντας από αυτή να μάθω μόνος μου τη γλώσσα.  Εκείνη την περίοδο ήθελα να γυρίσω πίσω, να είμαι τουλάχιστον δίπλα στους δικούς μου ανθρώπους, αλλά ο πατέρας μου με έπεισε να μείνω. Μου είπε ότι είναι τώρα ή ποτέ, ότι θα το μετανιώσω αν τελικά γυρίσω χωρίς να προσπαθήσω κι άλλο να πετύχω αυτό που θέλω, ότι πλέον δεν είμαι παιδί και ότι πρέπει να φτιάξω μόνος μου τη ζωή μου.”

Ένας ακόμα από τους βασικούς λόγους που δεν τα παράτησε όλα για να γυρίσει στην οικογένεια του ήταν και η καλοσύνη των ξένων. Οι άνθρωποι της Μπέτις αγκάλιασαν τον νεαρό παίκτη τους και τον βοηθούσαν όσο μπορούσαν με τα πενιχρά μέσα που διέθεταν. “Ξέραμε ότι δεν υπήρχε περίπτωση να μας ζητήσει από μόνος του κάτι παραπάνω αλλά ταυτόχρονα το βλέπαμε ότι δεν έτρωγε καλά. Γι’αυτό όποιος μπορούσε έφερνε μαζί του μερικά εξτρά σάντουιτς για να του δώσουμε” θυμάται ο Γκαρσία Ρόχο. Η βοήθεια δεν πήγε χαμένη. Μήνα με το μήνα ο Ντέκα παρουσίαζε σημαντική βελτίωση εντός αγωνιστικού χώρου και στο τέλος εκείνης της σεζόν όλοι στην ομάδα ήταν σίγουροι πως το επίπεδο του δεν ήταν για αυτές τις κατηγορίες.

Εκείνο το καλοκαίρι έγινε και η πρώτη επαφή με τη Ράγιο Βαγιεκάνο. Ο νεαρός δοκιμάστηκε για αρκετό καιρό στη 2η ομάδα της Ράγιο αλλά τελικά αντί να μετακομίσει στο Βαγιέκας, βρέθηκε στη Φουενλαμπράδα, μια ομάδα 2ης κατηγορίας που τον είδε σε ένα φιλικό με τη Ράγιο Β’, εντυπωσιάστηκε και προσφέρθηκε αμέσως να του δώσει ένα κανονικό συμβόλαιο και χρόνο συμμετοχής. Στη Φουενλαμπράδα, που αγωνιζόταν στην 3η κατηγορία, ο Ντέκα ένιωσε επιτέλους κανονικός ποδοσφαιριστής, με μισθό και δικό του σπίτι, κανονικό αυτή τη φορά και όχι ένα δωμάτιο σε ένα διαμέρισμα με 2-3 ακόμα συγκατοίκους. Στα τέσσερα χρόνια που έκατσε εκεί, βοήθησε την ομάδα να ανέβει στη 2η κατηγορία, εξελίχθηκε παικτικά και αυτό το καλοκαίρι τράβηξε την προσοχή των ομάδων της Πριμέρα.

Η Ράγιο, που δεν τον έβγαλε ποτέ από τη λίστα παρακολούθησης, κινήθηκε πρώτη και τον έκανε δικό της. Ο νεαρός που για μήνες σφουγγάριζε πατώματα και τρεφόταν κυρίως με σνακς και δανεικά σάντουιτς βρέθηκε να παίζει συμπαίκτης με τον Φαλκάο, να αγωνίζεται στο Μπερναμπέου, να κερδίζει τη Μπαρτσελόνα και να διεκδικεί μια θέση στον τελικό του κυπέλλου Ισπανίας, καθώς η Ράγιο βρίσκεται στα ημιτελικά της διοργάνωσης για πρώτη φορά μετά από 40 χρόνια. Αν και ο χρόνος συμμετοχής του παραμένει περιορισμένος και παρά το γεγονός ότι αγωνίζεται λίγο πιο πίσω απ’ότι είχε συνηθίσει, ο Γάλλος μετράει 3 γκολ και 2 ασίστ φέτος.

Χάρη στις εμφανίσεις αυτές το όνομα του ακούστηκε στη μεταγραφική περίοδο του Ιανουαρίου για διάφορες ομάδες, ανάμεσα τους η Κρίσταλ Πάλας και η Χόφενχαιμ, αλλά η Ράγιο δεν μπήκε στη διαδικασία συζητήσεων. Τουλάχιστον όχι για την ώρα. Στο φιλόξενο Βαγιέκας ο Ράντι Ντέκα βρήκε επιτέλους μια καλύτερη ζωή και χάρη σ’αυτήν κατάφερε να βελτιώσει λίγο και αυτή των δικών του ανθρώπων, καθώς με το πρώτο του συμβόλαιο αγόρασε στη μητέρα του ένα αμάξι. Όπως λέει και ο ίδιος: “Ακόμα δεν μπορώ να πιστέψω αυτό που ζω. Κάθε φορά που λέω ότι είμαι επαγγελματίας ποδοσφαιριστής νιώθω περίεργα. Όταν πέτυχα το πρώτο μου γκολ απέναντι στη Γρανάδα απλά τρελάθηκα. Είχα μόλις βάλει γκολ στην Πριμέρα Ντιβιζιόν, μπροστά στους οπαδούς μας και μπροστά στους γονείς μου που είχαν έρθει για πρώτη φορά στο γήπεδο να με δουν. Ήταν σαν να σταμάτησε ο κόσμος. Ακόμα και σήμερα βλέπω το βίντεο του γκολ και δεν μπορώ να το πιστέψω.”