H άνοδος και η πτώση της Μαγιόρκα

“Μπαίνει ένας Καναδός μπασκετμπολίστας, ένας Ισπανός τενίστας και ένας Γερμανός εντερπρενέρ σε ένα μπαρ…” Αυτή θα μπορούσε να ήταν η εισαγωγή ενός ξεκαρδιστικού ανέκδοτου αλλά το πιθανότερο είναι πως κανένας στη Μαγιόρκα δεν θα γελούσε μ’αυτό, αφού οι πρωταγωνιστές του είναι μέρος της πονεμένης ιστορίας της ομάδας του την τελευταία δεκαετία. Μια δεκαετία γεμάτη πίκρες, ευτράπελα, συνεχείς αλλαγές προσώπων σε όλα τα πόστα, υποβιβασμούς και χρέη. Ας τα πιάσουμε όμως από την αρχή και ας γυρίσουμε σχεδόν δυο δεκαετίες πριν, όταν όλα ήταν πολύ διαφορετικά.

Καλοκαίρι 1997. Η Μαγιόρκα επιστρέφει στην Πριμέρα Ντιβιζιόν μετά από 5 χρόνια στη δεύτερη κατηγορία και καταφέρνει άμεσα να κλέψει τις εντυπώσεις. Με πρωταγωνιστή έναν γνώριμο μας, τον Έκτορ Ραούλ Κούπερ, που καθόταν για πρώτη φορά σε έναν ευρωπαϊκό πάγκο, η μεγάλη ομάδα του νησιού έκανε μια τρομερή σεζόν, ξέφυγε από νωρίς από τις χαμηλές θέσεις και τελικά τερμάτισε 5η, εξασφαλίζοντας την έξοδο της και στην Ευρώπη. Εξίσου πετυχημένη ήταν και η πορεία της στο Κύπελλο Ισπανίας, εκεί που κατάφερε να φτάσει μέχρι τον τελικό, τον οποίο και έχασε στα πέναλτι από τη Μπαρτσελόνα του Ριβάλντο, του Φίγκο και του Ζιοβάνι.

Όπως αποδείχτηκε εκ των υστέρων, εκείνη η σεζόν δεν ήταν ένα ‘πυροτέχνημα’. Μέσα στα επόμενα 5 χρόνια, η Μαγιόρκα τερμάτισε δυο φορές στην 3η θέση της βαθμολογίας, κέρδισε ένα Κύπελλο και ένα Σούπερ Καπ απέναντι στη Μπαρτσα (που είναι και τα μοναδικά τρόπαια στην 103χρονη ιστορία της), έφτασε στον τελικό του Κυπέλλου Κυπελλούχων και έκανε μια αξιοπρεπέστατη πορεία στους ομίλους του Τσάμπιονς Λιγκ, ένας απολογισμός αν μη τι άλλο εντυπωσιακός για μια ομάδα τέτοιου μεγέθους.

Σ’εκείνη τη χρυσή 6ετια η Μαγιόρκα μετατράπηκε από μια ομάδα-ασανσέρ σε κανονική πρωταγωνίστρια ενός εκ των καλύτερων πρωταθλημάτων του κόσμου. Οι επιτυχίες της δεν περιορίστηκαν εντός συνόρων. Η μαγική πορεία στο Κύπελλο Κυπελλούχων του 1999 άλλωστε το αποδεικνύει. Οι Ισπανοί (που στα ημιτελικά πέταξαν έξω την Τσέλσι), έφτασαν μερικά λεπτά μακριά από την παράταση του τελικού, παίζοντας απέναντι σε μια Λάτσιο που ήταν γεμάτη αστέρια: Σάλας, Βιέρι, Νέντβεντ, Νέστα, Κονσεισάο, Μαντσίνι, Μιχαίλοβιτς. Το γκολ του Νέντβεντ στο 81′ που έκανε το 2-1, έδωσε τελικά τον τίτλο στους Ιταλούς και άφησε τον Κούπερ με την πικρία ενός δεύτερου χαμένου τελικού, στον οποίο όμως για μια ακόμα φορά ήταν το μεγάλο αουτσάιντερ.

Ακόμα και μετά τη φυγή του Αργεντινού τεχνικού για τη Βαλένθια λίγες εβδομάδες μετά, οι νησιώτες συνέχισαν να βρίσκουν τρόπους ώστε να παραμένουν αξιόμαχοι σε όλες τις διοργανώσεις που συμμετείχαν. Κοιτώντας κάποιος τους παίκτες που πέρασαν από την ομάδα εκείνα τα χρόνια, μπορεί να εντοπίσει αρκετά γνωστά ονόματα: Αριέλ Ιμπαγάσα, Λέο Φράνκο, Χουάν Κάρλος Βαλερόν, Ντιέγκο Τριστάν, Ντάνι Γκαρθία, Άλμπερτ Ριέρα, Χερμάν Μπούργκος, Άλμπερτ Λούκε, Βάλτερ Παντιάνι και φυσικά Σαμουέλ Ετό.

Ο Καμερουνέζος βρέθηκε στη Μαγιόρκα δανεικός για 6 μήνες όταν κατάλαβε ότι δεν είχε θέση στην επίθεση της Ρεάλ και τελικά έμεινε εκεί για 5 χρόνια, στα οποία μέτρησε 70 γκολ σε 165 παιχνίδια. Σύμφωνα με τον ίδιο τον Ετό, η περίοδος εκείνη ήταν από τις πιο ωραίες της καριέρας του: “Πάντα μου άρεσε η Βαρκελώνη αλλά έχω μια αδυναμία στη Μαγιόρκα. Όταν ήταν να τελειώσω την καριέρα μου, ο γιος μου με παρακαλούσε να γυρίσω να παίξω εκεί ξανά. Έχω σπίτι εκεί και νιώθω ένας απ’αυτούς, σαν να είμαι μέλος της οικογένειας τους, όπως ακριβώς στο Καμερούν”.

Ήταν τέτοια η αγάπη του Ετό για τη Μαγιόρκα και η ιδιαίτερη σχέση που είχε με τους φιλάθλους της που όταν η ομάδα έφτασε στον τελικό του Κυπέλλου το 2003, απέναντι στην άλλη έκπληξη του θεσμού, την Ουέλβα, ο Καμερουνέζος προσφέρθηκε αρχικά να χρηματοδοτήσει το ταξίδι των οπαδών από το νησί έως την πόλη διεξαγωγής του τελικού, το Έλτσε. Όταν τον ενημέρωσαν πως η μετακίνηση των οπαδών είχε οργανωθεί ήδη, χρησιμοποίησε τα λεφτά του με έναν άλλο ευφάνταστο τρόπο. Όπως περιέγραψε ο ίδιος: “Η αρχική μου ιδέα ήταν να πληρώσω το ταξίδι των οπαδών μας αλλά τελικά δεν χρειάστηκε. Αντ’αυτού, προσφέρω τελικά τα 30.000 ευρώ ώστε να μπορούν όλοι όσοι ταξιδέψουν εκεί να απολαύσουν ένα τζάμπα γεύμα. Προσκαλώ όλο τον κόσμο σε μια τεράστια, δωρεάν παέγια!”

Λίγες μέρες αργότερα ο Ετο έγινε ξανά ήρωας, αυτή τη φορά εντός γηπέδου, αφού σκόραρε δυο φορές στο θριαμβευτικό 3-0 επί της Ουέλβα. Χάρη στον Καμερουνέζο, οι τυχεροί εκδρομείς της Μαγιόρκα γύρισαν στο σπίτι τους και κυπελλούχοι και χορτάτοι, ολοκληρώνοντας με τον καλύτερο τρόπο μια μαγική σεζόν απ’την οποία ξεχώρισαν δυο ακόμα παιχνίδια. Και τα δυο απέναντι στον ίδιο αντίπαλο. Τη Ρεάλ Μαδρίτης!

Ένας θρίαμβος με 4-0 στον προημιτελικό του Κυπέλλου και ένα ανεπανάληπτο διπλό με 1-5 μέσα στο Μπερναμπέου στις τελευταίες αγωνιστικές του πρωταθλήματος (λίγο καιρό πριν είχε φύγει με ‘τρίποντο’ και από το Καμπ Νου, με 1-2!), παραμένουν μέχρι και σήμερα δυο από τις πιο ιστορικές νίκες στη σύγχρονη ιστορία της ομάδας. Μέσα σε λίγους μήνες, η μικρούλα Μαγιόρκα πετύχαινε 9 γκολ απέναντι στη Ρεάλ των ‘γκαλάκτικος’ και έδειχνε σε όλους ότι όποιος δεν την υπολογίζει σοβαρά, κινδυνεύει να εκτεθεί πολύ άσχημα.

Όλα τα ωραία όμως κάποτε συνήθως τελειώνουν, ειδικά αν λέγεσαι Μαγιόρκα. Από το κερδισμένο κύπελλο του 2003 και μετά, ακολούθησε μια δεκαετία σταδιακής πτώσης, η οποία ολοκληρώθηκε με μια αγωνιστική πτώση στη 2η κατηγορία, τη σεζόν 2012/13. Χρόνο με το χρόνο τα χρέη αυξανόταν, η ιδιοκτήτρια εταιρεία κατέρρεε και ο σύλλογος έφτασε πολύ κοντά στην οικονομική ασφυξία και τη διάλυση. Κάπου εκεί άρχισαν να εμφανίζονται οι κλασικοί επίδοξοι σωτήρες. Κάποιοι εξ αυτών είχαν ως μοναδικό στόχο το βραχυπρόθεσμο κέρδος, κάποιοι άλλοι ενδιαφερόταν πραγματικά να σώσουν την ομάδα.

Στους δεύτερους ανήκει και ο Ράφα Ναδάλ, που αν και οπαδός της Ρεάλ προέρχεται από το νησί. Μαζί με τον θείο του, τον Μιγκέλ Άνχελ Ναδάλ που φόρεσε τη φανέλα της Μαγιόρκα για πάνω από 10 χρόνια και έχει περάσει από αρκετά πόστα μέσα στο σύλλογο, ο διάσημος τενίστας αγόρασε μετοχές το 2010, σε μια συλλογική προσπάθεια να βγει η ομάδα από το οικονομικό αδιέξοδο. Μια προσπάθεια που είχε μπροστάρη τον, επίσης γνωστό μας, Λορένσο Σέρα Φερέρ, που ανέλαβε και τη θέση του αντιπροέδρου.

Το εγχείρημα τελικά δεν πέτυχε, η Μαγιόρκα πετάχτηκε και εκτός ευρωπαϊκών διοργανώσεων λόγω των χρεών της, και στη συνέχεια ανέλαβε δράση ένας νέος ‘παίκτης’, ο Γερμανός επιχειρηματίας, συγγραφέας, εντερπρενέρ και πολλά άλλα, Ουτζ Κλάεσεν. Ο Κλάεσεν, μια λίγο γραφική μορφή βγαλμένη από τα 80s, απέκτησε σταδιακά μεγάλο μέρος των μετοχών και τελικά έγινε πρόεδρος της ομάδας το 2014.

Ουτζ, τα παιδιά. Παιδιά, ο Ουτζ.

Ούτε με τον Γερμανό όμως η μοίρα της ομάδας άλλαξε. Τα οικονομικά δεν βελτιώθηκαν, τα χρέη παρέμεναν, οι πληρωμές δεν γινόταν στην ώρα τους, το ρόστερ είχε σοβαρή έλλειψη ποιότητας, νέα ταλέντα δεν εμφανιζόταν και κάπως έτσι η ομάδα όχι μόνο δεν μπορούσε να διεκδικήσει την επιστροφή της στην Πριμέρα αλλά συχνά-πυκνά πάλευε για την παραμονή της στη Σεγούντα Ντιβιζιόν. Η κατάσταση ήταν τόσο ζόρικη που σε μια από τις πιο άβολες ανακοινώσεις όλων των εποχών, η διοίκηση απαγόρευε στους παίκτες, εκτός πολλών άλλων (ανάμεσα τους το πίρσινγκ, τα ακραία κουρέματα και τα… καπέλα εντός των αποδυτηρίων), να κλέβουν από τις εγκαταστάσεις του συλλόγου τα χαρτιά τουαλέτας!

Κι αν κάποιος πιστεύει ότι αυτή ήταν η πιο αμήχανη στιγμή που έζησε ο σύλλογος όλα αυτά τα πέτρινα χρόνια, τότε μάλλον βιάζεται. Ένα σκαλί πιο πάνω βρίσκεται η επιστροφή το 2013 του Γκρεγκόριο Μανθάνο, ενός προπονητή που λίγα χρόνια πριν είχε ζητήσει δημόσια να διαλυθεί η ομάδα, εξαιτίας της αδυναμίας της να τον πληρώσει αυτά που του όφειλε από την τελευταία θητεία του εκεί! Και στην κορυφή των άβολων καταστάσεων υπάρχει αυτή η περιγραφή του Βραζιλιάνου αμυντικού Άντερσον Κονσεϊσάο: “Θυμάμαι υπήρχε μια περίοδος που δεν παίζαμε καθόλου καλά και τα αποτελέσματα ήταν πολύ άσχημα. Τότε μια μέρα, πριν από ένα ματς με την Αθλέτικ, ο προπονητής μας, ο Καπαρός, μας έδειξε ένα βίντεο που περιείχε σκηνές από ταινία πορνό! Οι φάτσες μας πρέπει να ήταν όλα τα λεφτά, γιατί φυσικά κανένας δεν καταλάβαινε τι συνέβαινε. Αυτό κράτησε για πάνω από μισό λεπτό και φυσικά θα μου μείνει αξέχαστο. Ο Καπαρός πίστευε ότι με αυτό το βίντεο θα ‘έσπαγε τον πάγο’, θα βελτίωνε το κακό κλίμα και θα ανέβαζε το ηθικό μας. Μας είπε μάλιστα: ‘Η ένταση σας στο ματς πρέπει να είναι ίδια με αυτή του ηθοποιού που βλέπετε’. Δυστυχώς, αυτό δεν έφερε αποτέλεσμα, αφού χάσαμε εκείνο το ματς με 0-1 και λίγο καιρό μετά απολύθηκε.”

Το τελευταίο κεφάλαιο της διοικητικής (και όχι μόνο) περιπέτειας της Μαγιόρκα ξεκίνησε να γράφεται τον Γενάρη του 2016, όταν ο
Κλάεσεν πούλησε το μεγαλύτερο μέρος των μετοχών του σε μια ομάδα επενδυτών με επικεφαλής τον επιχειρηματία Ρόμπερτ Σάρβερ, που είναι γνωστός στον κόσμο του NBA αφού είναι ο ιδιοκτήτης των Φοίνιξ Σάνς. Στην εξαγορά και κατ’επέκταση στη νέα ιδιοκτησία, συμμετέχει και ο Καναδός μπασκετμπολίστας, Στιβ Νας, που στο παρελθόν είχε εκφράσει αμέτρητες φορές την αγάπη του για το ποδόσφαιρο.

Με τον Νας, τον Αμερικανό πρώην ποδοσφαιριστή Στου Χόλντεν και τον Άγγλο, επίσης πρώην ποδοσφαιριστή, Γκρέιαμ Λε Σο να συνεργάζονται ενεργά στο οργανωτικό και αγωνιστικό σκέλος, οι νέοι επενδυτές έβαλαν ως βασικό τους στόχο την επιστροφή στην Πριμέρα. Η προσπάθεια όμως στέφτηκε με απόλυτη αποτυχία. Στην πρώτη σεζόν της διοίκησης τους, αντί να ανέβει, η Μαγιόρκα έπεσε στην 3η κατηγορία για πρώτη φορά μετά από 37 χρόνια!

“Η χειρότερη σεζόν σε 101 χρόνια ιστορίας”

Δυο χρόνια και αρκετές διορθωτικές κινήσεις μετά, το κλίμα έχει αλλάξει αισθητά. Οι νησιώτες επανήλθαν άμεσα στη Σεγούντα και κατάφεραν εξίσου γρήγορα να βρεθούν στις πρώτες θέσεις της βαθμολογίας, που οδηγούν στα μπαράζ. Εκεί, και αφού ξεπέρασαν το πρώτο εμπόδιο της Αλμπαθέτε, είναι έτοιμοι να διεκδικήσουν το τελευταίο εισιτήριο που οδηγεί στα μεγάλα σαλόνια της Ισπανίας. Αντίπαλος τους είναι η Ντεπορτίβο Λα Κορούνια, μια ακόμα ομάδα που πρωταγωνιστούσε στην Ισπανία την ίδια πάνω-κάτω περίοδο στα τέλη των 90s.

Στο πρώτο παιχνίδι στη Γαλικία, η Ντέπορ εκμεταλλεύτηκε την έδρα της και το γεγονός ότι η Μαγιόρκα έπαιξε ένα ολόκληρο ημίχρονο με παίκτη λιγότερο και πήρε μεγάλο προβάδισμα για την άνοδο, κερδίζοντας με 2-0. Την Κυριακή οι δυο ομάδες θα αναμετρηθούν ξανά και το βράδυ θα ξέρουμε αν τη νέα σεζόν στα γήπεδα της Πριμέρα θα βλέπουμε ξανά την ιστορική Ντέπορ ή την ομάδα για την οποία οι οπαδοί της τραγουδάνε “Όταν με ρωτάνε στο δρόμο αν είμαι Μπάρτσα ή Μαδρίτη, τους απαντάω περήφανα πως είμαι Μαγιόρκα”.