Από τη Τζαμάικα στη Μπουντεσλίγκα: Το μακρύ ταξίδι του Λέον Μπέιλι

-Τι θέλεις να γίνεις όταν μεγαλώσεις;
-Ποδοσφαιριστής.

Ένας μικρός διάλογος ανάμεσα σε έναν ενήλικα κι ένα παιδί, που σίγουρα έχει ακουστεί εκατομμύρια φορές σε όλο τον κόσμο. Παρά τη γενικότερη πεποίθηση πως το βασικότερο στοιχείο που χρειάζεται κάποιος για να γίνει επαγγελματίας ποδοσφαιριστής είναι το ταλέντο, έχει αποδειχτεί πολλάκις ότι αυτό δεν αρκεί πάντα. Το επιτυχημένο πέρασμα ενός πιτσιρικά από το ερασιτεχνικό στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο απαιτεί συνήθως τη σύμπραξη περισσότερων στοιχείων, ανάμεσα στα οποία είναι η δουλειά, η τύχη, η υπομονή και το πείσμα. Ο Λέον Μπέιλι αποδείχτηκε πως εκτός από ταλέντο έχει και αρκετά απ’τα υπόλοιπα.

Γεννημένος σε ένα προάστιο του Κίνγκστον, της πρωτεύουσας της Τζαμάικα, ο Μπέιλι βρέθηκε από μικρός στην ποδοσφαιρική ακαδημία Phoenix All-Stars, που διηύθυνε ο θετός πατέρας του Κρέγκ Μπάτλερ. Χρόνο με το χρόνο ο μικρός ξεχώρισε από τα υπόλοιπα παιδιά, συνδυάζοντας άψογα τεχνική και ταχύτητα, κι αυτό δεν μπορούσε να περάσει απαρατήρητο από τον Μπάτλερ. Μιας και οι δυνατότητες ποδοσφαιρικής εξέλιξης στη Τζαμάικα ήταν πολύ περιορισμένες, η οικογένεια πήρε μια πολύ μεγάλη απόφαση όταν ο Μπέιλι ήταν μόλις 12 χρονών.

Έτσι, μια μέρα ο Μπέιλι και δυο από τα ετεροθαλή αδέρφια του αποχαιρέτησαν τη μητέρα τους και μαζί με τον Μπάτλερ ξεκίνησαν για την Ευρώπη, τη “γη της επαγγελίας”, εκεί που οι ανερχόμενοι ποδοσφαιριστές θα μπορούσαν να κάνουν το όνειρο τους πραγματικότητα και να ξεφύγουν από τη φτώχεια της πατρίδας τους. Στη θεωρία βέβαια όλα ήταν απλά, στην πράξη όμως τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά. Όπως παραδέχτηκε άλλωστε πριν λίγα χρόνια ο πατέρας των παιδιών: “Είχαμε ένα ξεκάθαρο όραμα αλλά η αλήθεια είναι ότι δεν είχαμε σχέδιο.”

Η πρώτη στάση της οικογένειας ήταν στην Αυστρία, αφού ο Μπάτλερ ήθελε να δοκιμαστούν τα παιδιά του στην Ρεντ Μπουλ Σάλτσμπουργκ. Οι πρώτες μέρες της παραμονής τους στην Ευρώπη όμως έμοιαζαν περισσότερο με τη γνωστή κωμωδία ‘Cool Runnings: Πάμε Χιόνι;’, στην οποία μια ομάδα ελκήθρου από τη Τζαμάικα ταξιδεύει στον Καναδά για να πάρει μέρος στους Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες. “Ήταν σίγουρα μια από τις πιο δύσκολες περιόδους της ζωής μου. Ήταν η πρώτη φορά που ταξίδευα και η πρώτη φορά που πήγαινα σε μια χώρα με τόσο κρύο. Ήρθα στην Ευρώπη με ένα λεπτό μπουφάν όλο κι όλο και φτάσαμε στην Αυστρία τον Φλεβάρη, τότε που κάνει απίστευτο κρύο. Δεν είχαμε ζεστά ρούχα ούτε για να προπονηθούμε” θυμάται ο ίδιος ο Μπέιλι. Κι αυτή ήταν μόνο η αρχή της περιπέτειας τους.

Το δοκιμαστικό των παιδιών δεν ικανοποίησε τους ανθρώπους της Ρεντ Μπουλ και η οικογένεια έμεινε ουσιαστικά στον αέρα, την ώρα που το πενιχρό μπάτζετ της (ο Μπάτλερ είχε πουλήσει το αμάξι του και είχε πάρει δάνειο από έναν φίλο για να χρηματοδοτήσει το ταξίδι) μειωνόταν κάθε μέρα. Ο Μπέιλι περιγράφει: “Δεν είχαμε πολλά λεφτά και αναγκαστικά μέναμε όπου βρίσκαμε. Κάποιες φορές σε φτηνά μοτέλ, κάποιες φορές ακόμα και στα κτίρια των ακαδημιών που δοκιμαζόμασταν. Αρκετές μέρες το μόνο μας φαγητό ήταν μια φέτα ψωμί με μαγιονέζα και τόνο. Το ίδιο για πρωινό, το ίδιο για μεσημεριανό, το ίδιο για βραδινό!”

Για αρκετούς μήνες οι τέσσερις περιπλανώμενοι Τζαμαϊκανοί άλλαζαν πόλεις και χώρες (πέρασαν από Αυστρία, Γερμανία, Ολλανδία και Βέλγιο), ψάχνοντας για τη μια ευκαιρία που θα τους άλλαζε τη ζωή. Η πρώτη αχτίδα φωτός φάνηκε κάπου το 2012, στο Βέλγιο, όταν οι άνθρωποι της Γκενκ πείστηκαν από τις ικανότητες του μικρού Μπέιλι. Αυτό που δεν είχε σκεφτεί όμως ο Μπάτλερ, ήταν πως από τη στιγμή που δεν ήταν Ευρωπαίος, ο έφηβος γιος του δεν μπορούσε να υπογράψει επαγγελματικό συμβόλαιο πριν ενηλικιωθεί. Οι δυο πλευρές υπέγραψαν προσωρινά ένα προσύμφωνο και τότε τα προβλήματα επανήλθαν.

Ο Μπάτλερ αποφάσισε να ταξιδέψει στο Μεξικό για “επαγγελματικούς λόγους”, ψάχνοντας τρόπους να λυθεί το θέμα με την ηλικία του Μπέιλι αλλά και οικονομικούς πόρους για να αντέξει η οικογένεια μέχρι να υπογράψει ο μικρός το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο. Το ταξίδι του θεωρητικά θα διαρκούσε λίγο. Τέσσερις μήνες αργότερα, κανένας δεν είχε νέα του! Οι τρεις έφηβοι, που είχαν συμπληρώσει ήδη 4 χρόνια χωρίς να δούνε τη μητέρα τους, ζούσαν ολομόναχοι σε ένα δωμάτιο, χωρίς να έχουν νόμιμα χαρτιά διαμονής, με ελάχιστα χρήματα και μια μικρή βοήθεια από την Γκενκ. “Κάναμε ό,τι μπορούσαμε, τους στείλαμε στο σχολείο και τους αφήναμε να κάνουν προπονήσεις μαζί μας. Δεν ήταν μια ωραία κατάσταση αλλά ήταν σίγουρα καλύτερο από το να μείνουν άστεγοι και να περιπλανιούνται  στους δρόμους” δήλωσε ο τεχνικός διευθυντής της βελγικής ομάδας.

Όταν επιτέλους επέστρεψε ο Μπάτλερ, παρουσίασε μια ιστορία βγαλμένη από Χολιγουντιανή ταινία. Σύμφωνα με τα λεγόμενα του, στο Μεξικό έπεσε θύμα ληστείας. Οι ληστές όχι μόνο έκλεψαν ό,τι είχε και δεν είχε αλλά τον κράτησαν και όμηρο για ένα μεγάλο διάστημα. Όταν κατάλαβαν ότι δεν μπορούσαν να κερδίσουν τίποτα άλλο απ’αυτόν, τον εγκατέλειψαν απένταρο στην έρημο! Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, το θέμα με τη νόμιμη διαμονή τους στο Βέλγιο δεν λύθηκε κι έτσι η οικογένεια αναγκάστηκε να επιστρέψει στη Τζαμάικα και να δοκιμάσει ξανά την τύχη της μετά από αρκετούς μήνες.

Το μαρτύριο του νεαρού μεσοεπιθετικού έληξε ουσιαστικά με την ενηλικίωση του. Λίγες μέρες μετά τα 18α γενέθλια του, η Γκενκ τον ανακοίνωσε επίσημα και μέσα σε ελάχιστο διάστημα του έδωσε και φανέλα βασικού. Στην πρώτη του σεζόν έπαιξε 42 παιχνίδια στο Βέλγιο, σκοράροντας 7 γκολ και κερδίζοντας το βραβείου του καλύτερου νέου παίκτη. Η παρουσία της Γκενκ στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις της επόμενης σεζόν, αποτέλεσαν και το διαβατήριο του για τη Γερμανία.

Ο 19χρονος Τζαμαϊκανός σκόραρε 7 φορές σε 12 παιχνίδια του Europa League και το όνομα του ακούστηκε άμεσα σε όλη την Ευρώπη. Παρά το γεγονός ότι ανάμεσα στους ενδιαφερόμενους υπήρχαν και μεγάλες ομάδες της Πρέμιερ Λιγκ, όπως η Τσέλσι και η Γιουνάιτεντ, ο Μπέιλι (πάντα σε συνεργασία με τον πατέρα-σύμβουλο-ατζέντη του) επέλεξε να μην κάνει τόσο γρήγορα ένα τόσο μεγάλο βήμα στην καριέρα του, ψάχνοντας κατά κύριο λόγο για σταθερό χρόνο συμμετοχής σε ένα καλό πρωτάθλημα.

Έτσι, τον Ιανουάριο του 2017 μετακόμισε στο Λεβερκούζεν για ένα ποσό που έφτανε τα 20Μ ευρώ. Όπως και στο Βέλγιο, έτσι και στη Γερμανία, ο μικρός έλαμψε γρήγορα. Στην πρώτη του ολοκληρωμένη σεζόν με την ομάδα έπαιξε 30 παιχνίδια, έχοντας 9 γκολ και 6 ασίστ, ψηφίστηκε καλύτερος πρωτοεμφανιζόμενος παίκτης του πρωταθλήματος ενώ μέχρι και πριν την άνοιξη η αξιολόγηση του από το Kicker ήταν η καλύτερη στη Μπουντεσλίγκα!

Παίζοντας σε όλες τις θέσεις της επίθεσης, με αδυναμία όμως στις πτέρυγες και ειδικά στη δεξιά όπου μπορεί να συγκλίνει προς τα μέσα και να εκτελεί με το αριστερό πόδι (το στυλ του μοιάζει σε μεγάλο βαθμό σ’αυτό του Άριεν Ρόμπεν), ο Μπέιλι είχε μόνιμα πάνω του τα βλέμματα δεκάδων απεσταλμένων των μεγάλων ομάδων, που ουκ ολίγες φορές προσέγγισαν την Μπάγερ, θέλοντας να μάθουν πόσο κοστολογεί το μεγάλο ταλέντο της.

Η φετινή σεζόν δεν είναι το ίδιο αποδοτική έως τώρα (2 γκολ και 3 ασίστ σε 27 ματς) αλλά η εμφάνιση του στον Σαββατιάτικο θρίαμβο με 3-1 επί της Μπάγερν αναπτέρωσε τις ελπίδες των οπαδών που θέλουν να δούνε τον περσινό Μπέιλι σ’αυτό το τελευταίο κομμάτι της σεζόν που θα κρίνει και την έξοδο στην Ευρώπη. Ο 21χρονος ήταν εξαιρετικός απέναντι στους Βαυαρούς και η καλή εμφάνιση του συνοδεύτηκε από ένα υπέροχο γκολ από φάουλ, από το οποίο ξεκίνησε και η ανατροπή των γηπεδούχων.

Σήμερα το βράδυ η Μπάγερ δοκιμάζεται στο Μάιντς απέναντι στην τοπική ομάδα. Ο νεαρός Τζαμαϊκανός (που ακόμα δεν έχει αποφασίσει αν θα αγωνιστεί με την εθνική της πατρίδας του, αφού ο πατέρας του βρίσκεται σε διαμάχη με την τοπική ομοσπονδία – οι άνθρωποι της Τζαμάικα πιστεύουν ότι ο Μπάτλερ χρησιμοποιεί το ταλέντο του Μπέιλι για να προωθήσει και τα υπόλοιπα παιδιά του ενώ ταυτόχρονα ψάχνει τρόπους να χωθεί σε κάποιο πόσο στην ομοσπονδία), λογικά θα ξεκινήσει σε κάποιο από τα δυο άκρα της επίθεσης και θα έχει μια ακόμα ευκαιρία να δείξει σε όλους αυτούς τους απεσταλμένους των μεγάλων ομάδων, που τον παρακολουθούν στενά εδώ και πολλούς μήνες, πως αξίζει μια θέση σε έναν μεγαλύτερο σύλλογο. O ίδιος πάντως δηλώνει πανέτοιμος γι’αυτό: “Όταν σκέφτομαι όλα αυτά που έχω περάσει, είναι απλά… ουαου! Έχω μείνει μακριά από την οικογένεια μου τόσα πολλά χρόνια και έχω κάνει πολλές θυσίες. Τώρα θέλω να παίξω στο ανώτερο δυνατό επίπεδο, με μια ομάδα που θα διεκδικεί τρόπαια”.