Η είδηση του θανάτου του Γκέρντ Μίλερ γέμισε με θλίψη τον κόσμο του ποδοσφαίρου. Ο Γερμανός επιθετικός δεν ήταν ποτέ ένας Γιόχαν Κρόιφ ή ένας Πούσκας. Δεν ήταν ούτε ένας Μπεκενμπάουερ. Αλλά ήξερε να κάνει το πιο σημαντικό πράγμα στο ποδόσφαιρο, να βάζει γκολ. Τα νούμερά του είναι εκθαμβωτικά. 398 γκολ σε 453 ματς με τη φανέλα της Μπάγερν Μονάχου και 68 γκολ σε 62 ματς με την εθνική της Δυτικής Γερμανίας. Ένας από τους έξι ποδοσφαιριστές με καριέρα άνω των 700 γκολ, ο ένας από τους δύο ανθρώπους που σκόραραν 10 γκολ σε Μουντιάλ, ένας από τους τέσσερις ανθρώπους που έχουν σκοράρει σε τελικό Euro και τελικό Μουντιάλ.
Ο Μίλερ ήταν μια από τις περιπτώσεις παικτών που ψάχνεις να περιγράψεις τα προσόντα του και δυσκολεύεσαι. Και συχνά αυτό γίνεται σε πολλούς φορ περιοχής. Ήταν κοντός, παχουλός, δεν τον έπιανε το μάτι σου. Είχε όμως μοναδική αίσθηση του γκολ, του χώρου, έβγαινε γρήγορα στην μπάλα και μπορούσε να πάρει και κεφαλιές. Χρειαζόταν απλώς να βρεθεί στο χορτάρι και θα έβρισκε τον τρόπο να σκοράρει. Με το πόδι, το κεφάλι, την πλάτη, το μπούτι, όρθιος, ξαπλωμένος, στον αέρα. Δεν είχε σημασία. Ήταν αυτά τα γκολ του που τον έκαναν όχι μόνο έναν σπουδαίο παίκτη, αλλά τον άνθρωπο που άλλαξε σε μεγάλο βαθμό το γερμανικό ποδόσφαιρο και ειδικά την ιστορία της Μπάγερν Μονάχου. Κι αν δεν πιστεύετε εμάς, πιστέψτε τα λόγια του Φραντς Μπεκενμπάουερ στη γιορτή για τα 50 χρόνια του Γκερντ Μίλερ το 1995: “Αν δεν υπήρχε ο Μίλερ, θα ήμασταν ακόμα στην ξύλινη καλύβα που βρίσκονταν τα γραφεία μας“, είπε ο συμπαίκτης και φίλος του, αναγνωρίζοντας στον Μίλερ τη μεγάλη άνοδο της Μπάγερν Μονάχου. Μια άνοδο που ίσως να μην είχε ποτέ χωρίς τον “Μπόμπερ”. Γιατί ο Μίλερ δεν ήταν ο πιο ποιοτικός παίκτης της Μπάγερν, ήταν όμως αυτός που εντέλει έκανε τη διαφορά.
Τα 5 γκολ που επέλεξε η Μπουντεσλίγκα ως τα καλύτερά του. Μην περιμένετε ποδοσφαιρική μαγεία.
Ο Γκερντ Μίλερ γεννήθηκε στο Νόρντλιγκεν και εκεί άρχισε να κάνει αυτό που έκανε καλύτερα από τον καθένα. Να σκοράρει. Προερχόταν από μία φτωχική οικογένεια με πέντε παιδιά και όλο το του ενδιαφέρον ήταν η μπάλα. Δούλευε ως μαθητευόμενος υφαντουργός από μικρός (γιατί το ποδόσφαιρο δεν ήταν σίγουρη επιλογή καριέρας). Σε ηλικία 19 ετών σκόραρε… 180 γκολ σε μια σεζόν με την ομάδα της μικρής του πόλης. Οπαδός ο ίδιος της Νυρεμβέργης, θα ήθελε πολύ να παίξει στην αγαπημένη του ομάδα, αλλά κάτι τέτοιο δεν έγινε. Περίμενε μάταια κάθε μέρα να χτυπήσει η πόρτα και να είναι κάποιος από τη Νυρεμβέργη. Πολλοί ήταν οι σύλλογοι που ενδιαφέρθηκαν για τον Μίλερ. Ανάμεσά τους και η Μπάγερν. Τα παραπάνω λόγια του Μπεκενμπάουρ δεν ήταν υπερβολή. Εκείνη την περίοδο η Μπάγερν είχε μια συμπαθητική ομάδα, αλλά απείχε πολύ από τις καλές ομάδες της Γερμανίας. Την Φρανκφούρτη, την Όφενμπαχ, τη Νυρεμβέργη και άλλες. Δεν ήταν καν η καλύτερη ομάδα της πόλης, καθώς η Μόναχο 1860 εξαιτίας και της πιο “λαϊκής” της βάσης ήταν εξαιρετικά δημοφιλής και πιο ποιοτική. Η Γερμανία άργησε πολύ να κάνει εθνικό πρωτάθλημα και όταν το 1963 ιδρύθηκε η Μπουντεσλίγκα, η Μόναχο 1860 μαζί με τις Άιντραχτ, Καρλσρούη, Νυρεμβέργη και Στουτγκάρδη ήταν οι ομάδες της Ομπερλίγκα Σουντ (του νότιου τοπικού πρωταθλήματος) που έλαβαν δικαίωμα συμμετοχής. Αντίθετα, η Μπάγερν, παρά τις προσπάθειές της, έμεινε εκτός.
Μια φιλία που κράτησε για χρόνια
Άλλωστε κι ο ίδιος ο Μπεκενμπάουερ ήταν οπαδός της Μόναχο 1860 και είχε όνειρο να παίξει εκεί. Ένα τυχαίο γεγονός, ένα τουρνουά Κ14 με την ομάδα του, τη μικρή Μόναχο 1906, απέναντι στη 1860 και το ξύλο που έφαγε από τους παίκτες της αγαπημένης του ομάδας, ήταν ο λόγος που επέλεξε να πάει στην Μπάγερν. Ούτε όμως ο Μίλερ ήταν να πάει στην Μπάγερν. Το ενδιαφέρον της 1860 ήταν μεγάλο και θα κατέληγε εκεί, αλλά οι άνθρωποι της Μπάγερν κινήθηκαν αστραπιαία. Ο θρύλος λέει, ότι μόλις μια ώρα πριν καταφτάσουν στην οικία Μίλερ οι άνθρωποι των μπλε, είχαν ήδη φτάσει οι άνθρωποι της Μπάγερν που έπεισαν την οικογένεια να υπογράψει σε αυτούς. Λίγοι μπορούσαν να φανταστούν πόσο αυτή η ώρα θα άλλαζε την ιστορία των δύο συλλόγων. Η Μπάγερν βρέθηκε ξαφνικά να έχει ένα σωρό ταλαντούχους ποδοσφαιριστές. Τα 4.400 γερμανικά μάρκα που ξόδεψε για τον Μίλερ ήταν μια από τις καλύτερες επενδύσεις της.
Είχε ήδη επενδύσει και προπονητικά, παίρνοντας τον Ζλάτκο Τσαϊκόφσκι. Ο τεράστιος “Τσικ” που μερικά χρόνια αργότερα θα κατακτούσε το νταμπλ και στην Ελλάδα με την ΑΕΚ, είχε μόλις ξεκινήσει την προπονητική του καριέρα με έναν τίτλο για την Κολωνία. Όταν πρωτοείδε τον Μίλερ δεν ενθουσιάστηκε. Η αντίδρασή του ήταν κάτι σε στιλ “τι να τον κάνω τον κοντόχοντρο που μοιάζει με αρσιβαρίστα”. Αλλά ο Γιουγκοσλάβος κόουτς γρήγορα κατάλαβε τι έπρεπε να κάνει τον Μίλερ. Να τον βάλει στην επίθεση και να τον αφήσει να κάνει τα δικά του. Ο Μίλερ σκόραρε 30 φορές και η Μπάγερν κέρδισε την άνοδό της στην Μπουντεσλίγκα.
Το πιο ιστορικό του γκολ. Κίνηση χωρίς την μπάλα, κλασικό γύρισμα σώματος και 2-1.
Το πρώτο κύπελλο ήρθε με τον Μίλερ πρωταγωνιστή το 1966, ο Τσαϊκόφσκι έφυγε, αλλά η Μπάγερν συνέχισε να κάνει βήματα προς τα μπροστά. Ο Γκερντ ήταν σταθερά εκεί. Αν κοιτάξει κανείς τα στατιστικά του θα δει μονοψήφια γκολ μόνο την τελευταία του χρονιά στην Μπάγερν, ενώ στη συντριπτική πλειοψηφία είχε πάνω από 20 γκολ. Δεν θα σταθούμε στο τι κατάφερε, είναι άλλωστε λίγο πολύ γνωστές οι επιτυχίες της Μπάγερν και της Δυτικής Γερμανίας εκείνα τα χρόνια. Θα μιλήσουμε για κάποια άλλα πράγματα. Για παράδειγμα για το πόσο πολύ δούλευε. Μπορεί να φαινόταν ως ένας “τεμπέλης” με ένστικτό, τύπου Ιντζάγκι, αλλά ο Γερμανός ήταν δουλευταράς. Μια χαρακτηριστική ιστορία είναι από το Μουντιάλ του 1974. Ο Μίλερ είχε επιλεχθεί ως ο “τερματοφύλακας ανάγκης” αν πάθαιναν κάτι οι κανονικοί τερματοφύλακες. Κάτι τελείως τυπικό. Κι όμως, ο ίδιος επέμεινε και έκανε ξεχωριστή προπόνηση μαζί με τους τερματοφύλακες για να είναι έτοιμος. Μάλιστα χτύπησε κιόλας και εμφανίστηκε με δεμένο το χέρι του στο ματς με την Ανατολική Γερμανία. Η Δυτική Γερμανία θα κατακτούσε το Μουντιάλ με τον Μίλερ να σκοράρει και στον τελικό.
O Γκερντ Μίλερ έχει μόλις κάτσει στον πάγκο. Είναι η πρώτη και τελευταία του φορά. (δίπλα του ο Μάρτιν Γιολ)
Λίγοι όμως ίσως θυμούνται ότι αυτό ήταν και το τέλος του Μίλερ από την εθνική. Όχι φυσικά γιατί τον είχαν πάρει τα χρόνια. Είχε ακόμα πολλά γκολ να βάλει. Αλλά τα όσα έγιναν μετά το τέλος του Μουντιάλ, όταν οι άνθρωποι της Π.Ο. και κυρίως ο ισχυρός Χανς Ντέκερτ απαγόρευσαν στις γυναίκες των ποδοσφαιριστών να βρίσκονται στη γιορτή, αηδίασαν τον Μίλερ. Ο Χένες και ο Μπενκενμπάουερ έστησαν έναν τρικούβερτο καβγά και αποχώρησαν για να διασκεδάσουν μόνοι τους στην πόλη και όχι στο Χίλτον του Μονάχου μαζί με τους παρατρεχάμενους της Ομοσπονδίας. Ο Μίλερ, πάντα πιο μαζεμένος, απλώς ανακοίνωσε ότι αυτό ήταν το τέλος του στην εθνική. Χωρίς τυμπανοκρουσίες, χωρίς έντονους διαξιφισμούς. Το τέλος στην Μπάγερν Μονάχου ήρθε 5 χρόνια και αρκετά γκολ αργότερα, αλλά ήταν ακόμα πιο πικρό.
Η Μπάγερν δεν τα πήγαινε καλά και η πορεία στοίχισε στον Ούγγρο Γιούλα Λόραντ, που συνέδεσε το όνομά του με τον ΠΑΟΚ σε δύο περιόδους. Ένας άλλος Ούγγρος ήρθε στον πάγκο. Ο Παλ Τσερνάι ήταν αποφασισμένος να κάνει αλλαγές. Ο Μίλερ δεν έκανε καλή σεζόν, είχε ήδη αρχίσει να μην παίζει σε κάποια ματς και όλα τελείωσαν στο ματς της 3ης Φεβρουαρίου του 1979 στην Φρανκφούρτη. Η Μπάγερν βρέθηκε πίσω στο σκορ με 2-0 και στο 82′, ο Τσερνάι αντικατέστησε τον Μίλερ που έφυγε εκνευρισμένος και απογοητευμένος. Ήταν η πρώτη φορά που ο Μίλερ έβγαινε αλλαγή για αγωνιστικούς λόγους. Την κατάσταση δεν βοήθησαν καθόλου και οι δηλώσεις του κόουτς μετά τον αγώνα. “Ο Μίλερ δεν έχει κάνει τίποτα στα τελευταία παιχνίδια και δεν είναι σε καλή φυσική κατάσταση. Μπορεί ο προηγούμενος προπονητής να έκανε ότι δεν το έβλεπε, δικαίωμά του, αλλά εγώ δεν λειτουργώ έτσι“, είπε ο Ούγγρος, που μπορεί να έλεγε την αλήθεια, αλλά δεν φέρθηκε με σεβασμό στον μεγάλο επιθετικό. Ο Μίλερ που ήταν χαμηλών τόνων. πήρε απόφαση να φύγει. Έστειλε στην ομάδα απλώς μια επιστολή για να τερματίσει το συμβόλαιό του (με ταξί όπως λέγεται) και αυτό ήταν το τέλος του από την Μπάγερν. Ένα τέλος που σίγουρα δεν άρμοζε στον ίδιο.
Χαρούμενες στιγμές από τα χρόνια της Αμερικής. Λίγο πριν αρχίσει η κατάρρευση.
Έκλεισε την καριέρα του στις ΗΠΑ, φτιάχνοντας ένα φοβερό δίδυμο με τον ιστορικό Περουβιανό Τεόφιλο Κουμπίγιας, ενώ άνοιξε με τη γυναίκα του ένα steakhouse στο Φορτ Λότερντεϊλ. Το τέλος όμως είχε έρθει. Ο Μπόμπερ της Γερμανίας δεν ήταν ένας πραγματικός σταρ. Τουλάχιστον όχι με τη σύγχρονη έννοια του όρου. Η μπάλα ήταν η ζωή του. Και δυστυχώς, η εξωποδοσφαιρική του ζωή δεν ήταν τόσο επιτυχημένη. Η απόσταση από το χορτάρι και από το βασίλειό του, τη μικρή περιοχή, δεν ήταν κάτι που ο Μίλερ θα άντεχε. Αντιμετώπισε προβλήματα κατάθλιψης και αλκοολισμού. Η ζωή του πήρε την κάτω βόλτα, η οικογένειά του κινδύνεψε να διαλυθεί. Οι σχέσεις όμως που δημιούργησε τα χρόνια της καριέρας του τον βοήθησαν πολύ. Ο Ούλι Χένες τον βοήθησε να πάει σε ένα κέντρο αποτοξίνωσης και να βάλει τη ζωή του σε μια σειρά εκ νέου και μαζί με τις άλλες παλιοσειρές, του στάθηκαν στις δύσκολες στιγμές. Στη συνέχεια του προσέφεραν δουλειά στην Μπάγερν (παρά τις αντιδράσεις πολλών), προπονητής στις μικρές ομάδες. “Είσαι εκεί ψηλά, νομίζεις βρίσκεσαι στον παράδεισο. Και αρχίζεις να πέφτεις. Και πέφτεις. Ξαφνικά βρίσκεσαι στην κόλαση. Υπέφερα πολύ και χωρίς τη βοήθεια των φίλων μου δεν θα τα είχα καταφέρει“, παραδέχεται ο Μπόμπερ. Ο Μίλερ τα κατάφερε και επέστρεψε στην κανονική ζωή, αλλά κι αυτή κόπηκε σχετικά νωρίς. Το 2011, συνοδεύοντας τους πιτσιρικάδες της Μπάγερν στην Ιταλία, η αστυνομία τον βρήκε να περιφέρεται στους δρόμους, χωρίς να γνωρίζει που είναι. Το 2015 διαγνώστηκε επίσημα ότι έπασχε από Αλτζχάιμερ. Οι δημόσιες εμφανίσεις του λιγόστεψαν και η σύζυγός του αποκάλυψε πέρσι ότι ο Μίλερ είχε ελάχιστη επικοινωνία με το περιβάλλον, έτρωγε ελάχιστα και κυρίως κοιμόταν. Πριν λίγες ημέρες, μάθαμε για τον θάνατό του. Ίσως η ζωή μετά το ποδόσφαιρο για τον Μίλερ να μην ήταν αυτή που άξιζε, αλλά τα περίπου 15 χρόνια ποδοσφαιρικές καριέρας σε υψηλό επίπεδο, θα παραμείνουν αξέχαστα, μια παρακαταθήκη στην ιστορία της Μπάγερν, της Γερμανίας και γενικότερα του ποδοσφαίρου.