Άρσεναλ εναντίον Άρσεναλ

Ο Πεπ Γκουαρδιόλα γνώριζε τον Αρτέτα από τις ακαδημίες της Μπαρτσελόνα, αλλά πείστηκε ότι διαθέτει τη μαγιά για προπονητής όταν τον πήρε τηλέφωνο για να τον ρωτήσει πληροφορίες για την Τσέλσι ενόψει του ημιτελικού του Τσάμπιονς Λιγκ του 2012 και δεν δίστασε όταν κρέμασε τα παπούτσια του να τον πάρει βοηθό στη Μάντσεστερ Σίτι. Όταν τον Δεκέμβριο του 2019 ήρθε η πρόταση της Άρσεναλ, ο Πεπ του έδωσε την ευχή του, θεωρώντας ότι “έχει το DNA της Άρσεναλ και ξέρει ακριβώς τι χρειάζεται να κάνει” για να μπει στο πετσί του ρόλου και να πετύχει σαν πρώτος προπονητής στου “Κανονιέρηδες”.

Είναι αλήθεια πως οι άνθρωποι του ποδοσφαίρου και όσοι τρέφονται από αυτό (ακόμη και οι οπαδοί που τρέφονται συναισθηματικά) έχουν την τάση να πιστεύουν στο αφήγημα ότι πραγματικά κάθε ομάδα (ή έστω κάποιες μεγάλες) έχει το DNA της. Προφανώς και η μυθολογία είναι πάντα ωραίο πράγμα, αλλά ο μύθος περί ποδοσφαιρικού DNA, όσο κι αν φαντάζει θελκτικός, εκτός από ανυπόστατος μπορεί βγει και μπούμερανγκ.

Ο Αρσέν Βενγκέρ για παράδειγμα, όταν ανέλαβε την Άρσεναλ, άλλαξε τα πάντα στον σύλλογο, από την οργάνωση και το στιλ παιχνιδιού της, μέχρι τον τρόπο προπόνησης, εισάγοντας προηγμένες μεθόδους με επιστημονικό υπόβαθρο. Ο Γιούργκεν Κλοπ κατάφερε να μεταλαμπαδέψει στους παίκτες της Λίβερπουλ το διακριτό του “gegenpressing”, ένα σύστημα που τελειοποίησε στο Ντόρτμουντ και που δεν έχει καμία σχέση με τις παραδόσεις του Άνφιλντ.

Αυτό ακριβώς είναι που ξεχωρίζει τον μεγάλο προπονητή: το χάρισμα να κάνει τους παίκτες του και την οργάνωση του συλλόγου, να επενδύσουν συναισθηματικά στις έξυπνες και συχνά καινοτόμες ιδέες του και όχι να μιμηθεί τις ιδέες των άλλων ή να αναλωθεί στην ψηλάφηση του υποτιθέμενου DNA του κλαμπ και του τι κρύβεται στο πίσω μέρος του κεφαλιού διοίκησης και οπαδών. Σε αυτή την περίπτωση, η κατάκτηση των τροπαίων έρχεται σαν φυσική συνέπεια. Όπως ακριβώς συμβαίνει τώρα στην ιστορική Σλάβια Πράγας, μιας ομάδας δηλαδή που για τους αυτόκλητους ειδικούς, κουβαλάει τα γονίδια της «αιώνια δεύτερης».

Η Άνοιξη της Πράγας

Το ποδόσφαιρο στην Πράγα ήταν ήδη λαοφιλές από την εποχή που η Βοημία ήταν ακόμη επαρχία της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας – το πρώτο ντέρμπι μεταξύ της Σλάβια και της Σπάρτα Πράγας, έλαβε χώρα το 1896. Όπως τα περισσότερα ντέρμπι, διέπεται από κοινωνικοπολιτικό υπόβαθρο: η Σλάβια ήταν η ομάδα των διανοούμενων και της ελίτ, ενώ η Σπάρτα αντλούσε την οπαδική της βάση από την εργατική τάξη.

Ο επαγγελματισμός καθιερώθηκε ήδη στα 1925 με το πρώτο πρωτάθλημα Τσεχοσλοβακίας, αλλά απογειώθηκε κατά τις πρώτες δεκαετίες του κομμουνιστικού καθεστώτος με την νεοπαγή Ντούκλα (ομάδα του στρατού) να είναι μια από τις καλύτερες ομάδες της Ευρώπης. Η Σλάβια Πράγας έμεινε για δεκαετίες στο μάτι του κυκλώνα λόγω των δεσμών της με την μεσαία τάξη και πολεμήθηκε σφοδρά από το καθεστώς που της γκρέμισε ακόμη και το γήπεδο και την ανάγκασε να αλλάξει περιοχή.

Τον Οκτώβριο του 1997 το 54% των μετοχών της Σλάβια Πράγας αγοράστηκε από την πολυεθνική ENIC – σας θυμίζει τίποτα η ιστορία, ε λοιπόν θα σας θυμίσει και η συνέχεια. Με εξαίρεση όμως την κατάκτηση ενός πρωταθλήματος, η Σλάβια δεν πάει καλά αγωνιστικά και πολύ περισσότερο οικονομικά με το συνολικό άνοιγμα της το 2004 να ανέρχεται στα 110 εκατομμύρια κορώνες, το οποίο καλύπτεται με δανεισμό από την «μαμά» ENIC.

Το καλοκαίρι του 2006 η ENIC «αναγκάζεται» να «αποσυρθεί» καθώς η UEFA απαγορεύει την πολυιδιοκτησία στις διοργανώσεις της και η Σλάβια παίζει στο κύπελλο UEFA όπως και η Τότεναμ. Παράλληλα η Σλάβια ενώ από το 2001 έχει ήδη βρεθεί χωρίς γήπεδο και μέχρι να χτίσει καινούργιο (2008) τα μπάτζετ είναι υποτυπώδη.

Το 2011 την αγοράζει ένας πρώην υπουργός μεταφορών (χωρίς ποτέ να μπορέσει να δικαιολογήσει που βρήκε τα λεφτά) και η αγωνιστική κατρακύλα δεν έχει προηγούμενο – από το 2010 μέχρι το 2015 βολοδέρνει μεταξύ της 7ης και της 14ης θέσης. Μέχρι που ένα φαινομενικά άσχετο γεγονός – η παρουσία του Τσέχου προέδρου στους εορτασμούς της Κίνας για την 70η επέτειο της λήξης του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου με τη συνθηκολόγηση και της Ιαπωνίας – άλλαξε τα πάντα.

Το Κινέζικο Moneyball

Γιατί στο περιθώριο της μεγαλειώδους στρατιωτικής παρέλασης στο Πεκίνο, ο Τσέχος πρόεδρος που ήταν και ο μοναδικός δυτικός ηγέτης που παρέστη στις εκδηλώσεις, υπέγραψε μια σειρά από μεγάλες συμφωνίες για Κινεζικές επενδύσεις στην Τσεχία, από τις τσέχικες αερογραμμές και μέσα μαζικής ενημέρωσης, μέχρι τη… Σλάβια Πράγας. Το φοβερό είναι ότι η εξαγορά της Σλάβια Πράγας από τους Κινέζους επενδυτές, έγινε μόλις τρεις εβδομάδες πριν την δικαστική ακρόαση που αναμενόταν να θέσει τον σύλλογο υπό καθεστώς χρεοκοπίας. Φοβερό τάιμινγκ που θα το ζήλευε ακόμη και η Δίκη της Δευτέρας.

Η εμπλοκή των Κινέζων επενδυτών για να σωθεί η Σλάβια, θεωρήθηκε μια σταγόνα στον ωκεανό για αυτούς και την διαχείριση του κλαμπ ανέλαβε σαν εκπρόσωπος των Κινέζων, ένας πρώην υπουργός άμυνας που τύγχανε και φανατικός οπαδός της ομάδας. Το οργανόγραμμα άλλαξε άρδην και η εξέλιξη του στηρίχθηκε σε ένα μοντέλο ανάλογο του “Moneyball” με τη συνεργασία μιας ενός πρώην επαγγελματία παίκτη του πόκερ και trader, ο οποίος είχε μόλις λανσάρει μια επιχείρηση που εξειδικευόταν στην ποσοτική ποδοσφαιρική ανάλυση.

«Ήμουν διακοπές όταν αγόρασαν οι Κινέζοι και σταμάτησα τις διακοπές μου, για να τους ετοιμάσω μια παρουσίαση που θα τους αποδείκνυε πως θα έπρεπε να δομήσουν τον σύλλογο για να φτάσει στην κορυφή χωρίς να σπαταλήσουν πακτωλούς χρημάτων. Τα επόμενα χρόνια δούλεψα με τρεις αθλητικούς διευθυντές και το κλειδί ήταν να καταλάβουν ότι τα δεδομένα (big data) τους έδιναν συγκριτικό πλεονέκτημα, γιατί τα χρησιμοποιούσαν ελάχιστες ομάδες τότε.

Για παράδειγμα την πρώτη σεζόν, ανακαλύψαμε τον Michael Ngadeu, έναν νεαρό Αφρικανό 23 ετών,  που σύμφωνα με τα excel μας είχε εξαιρετικούς δείκτες και ήταν αρχηγός και βαρόμετρο της ομάδας του, αλλά κατά ένα παράδοξο τρόπο ήταν στην αφάνεια της προσπάθειας μια μικρομεσαίας Ρουμάνικης ομάδας να γλυτώσει τον υποβιβασμό. Το ψυχολογικό του προφίλ ήταν επίσης εξαιρετικό και απάντησε με πολύ έξυπνο τρόπο σε όλα τα ερωτηματολόγια, δείγμα πολύ καλής νοοτροπίας κοκ. Πραγματικά, ο παίκτης ενσωματώθηκε πολύ γρήγορα στη Σλάβια και τρία χρόνια αργότερα πουλήθηκε για πέντε εκατομμύρια ευρώ (ενώ είχε κοστίσει μόλις 500 χιλιάδες).

Ο Τσέχος Κλοπ

Το επιστέγασμα της «επανάστασης» όμως, ξεκίνησε τον Δεκέμβριο του 2017 με την πρόσληψη του Τριπισόφσκι, ενός οξυδερκή προπονητή με εξαιρετικές ψυχοκινητικές ικανότητες που θα ονοματιστεί σαν ο «Τσέχος Κλοπ». Ο ακρογωνιαίος λίθος της μεθόδου του Τριπισόφσκι είναι ότι δεν χρειάζεται περισσότερη δουλειά, αλλά πιο ποιοτική δουλειά βασισμένη στο ορθολογικό πλαίσιο που προσφέρουν τα data, από τις ασκήσεις της προπόνησης και τη βελτίωση των παικτών, μέχρι την τακτική και τις μεταγραφές και το σμίλεμα του χαρακτήρα των αποδυτηρίων.

Την πρώτη του πλήρη σεζόν στον πάγκο της Σλάβια, ο Τριπισόφσκι την οδήγησε στην κατάκτηση του «νταμπλ», το πρώτο μετά το 1942, ενώ έφτασε και μέχρι τα προημιτελικά του Europa League όπου έχασε μεν με 4-3 από την Τσέλσι, αλλά ανάγκασε τον Μαουρίτσιο Σάρι να εξάρει την φυσική της κατάσταση, δηλώνοντας ευθαρσώς ότι είχε πάνω από 20 χρόνια να δει ομάδα με τέτοιο εκτόπισμα και τόσο αστείρευτες δυνάμεις στο τερέν.

Την επόμενη χρονιά (2019) η Σλάβια, είχε την ατυχία να κληρωθεί στο «γκρουπ του θανάτου» του Τσάμπιονς Λιγκ, μαζί με Μπαρτσελόνα, Ντόρτμουντ και Ίντερ, αφήνοντας εντούτοις άριστες εντυπώσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο ματς κόντρα στην Μπαρτσελόνα (άδική ήττα με 2-1), οι Τσέχοι έτρεξαν συνολικά 115.2 χλμ έναντι μόλις 100.4 χλμ των αντιπάλων τους, ενώ ο Τερ Στέγκεν παραδεχόταν σε δηλώσεις του ότι οι αντίπαλοι είχαν μεγαλύτερη ένταση στο παιχνίδι τους και κάλυπταν περισσότερα τετραγωνικά μέτρα του τερέν.

Φέτος η Σλάβια έχει εντυπωσιακή παρουσία στο Europa League, όχι μόνο με τα αποτελέσματα της, αλλά με το εξαιρετικό ποδοσφαιρικό θέαμα που παρουσιάζει και την αμείωτη ένταση του παιχνιδιού της. Είναι η τέταρτη συναπτή παρουσία της σε Ευρωπαϊκούς ομίλους, καθόλου άσχημα για έναν σύλλογο που από το 2010 είχε εξαφανιστεί από το ευρωπαϊκό προσκήνιο και το 2015 έφτασε στο χείλος της οριστικής χρεοκοπίας και της διάλυσης. Παράλληλα τα έσοδα της από πωλήσεις παικτών ανέρχονται στα 63,5 εκατομμύρια, τη στιγμή που ξόδεψε μόλις 36,5 εκατομμύρια για μεταγραφές. Απίστευτα θετικό ισοζύγιο που αναμένεται να αυγατίσει ακόμη περισσότερο το καλοκαίρι, καθώς οι εκπληκτικά ταλαντούχοι Ολαγίνκα και Σίμα, κοστολογούνται ήδη πάνω από 8 εκατομμύρια έκαστος.

Για πολλά χρόνια οι οπαδοί της Σπάρτα και των άλλων αντίπαλων ομάδων, αποκαλούσαν σκωπτικά την Σλάβια ως Άρσεναλ της Τσεχίας, στη λογική του «αιώνιου δεύτερου». Τα τελευταία 4-5 χρόνια όμως έχουν καταπιεί την γλώσσα τους, γιατί ενδόμυχα παραδέχονται ότι η Σλάβια προσομοιάζει όντως με την Άρσεναλ, αλλά μάλλον την μεγάλη Άρσεναλ των πρώτων χρόνων του Βενγκέρ. Τρία πρωταθλήματα και σπουδαίες ευρωπαϊκές πορείες, που συνοδεύονται από θεαματικό ποδόσφαιρο και ανήκουστα θετικό ισοζύγιο μεταγραφών, δεν αφήνουν περιθώριο αμφισβήτησης ακόμη και στους πιο άσπονδους εχθρούς. Και απόψε το βράδυ που η «Άρσεναλ του Βενγκέρ» αντιμετωπίζει την Άρσεναλ του Αρτέτα, τα πράγματα προοιωνίζονται ακόμη πιο δύσκολα για τους οπαδούς της Σπάρτα Πράγας που ίσως αναγκαστούν να κάνουν …τους Κινέζους!

Maestro