Είθισται μετά την ολοκλήρωση της φάσης των ομίλων, σε κάθε μεγάλη διοργάνωση, να γίνονται απολογισμοί και προβολές προς το ζευγάρι του τελικού, ανάλογα και με τα δύο ταμπλό των νοκ-άουτ αναμετρήσεων. Στο φετινό Euro όμως, κάτι ανάλογο φαντάζει εξαιρετικά πολύπλοκο για τρεις βασικούς λόγους:
A) Το πρωτοφανές σύστημα διεξαγωγής του σε 11 διαφορετικές πόλεις, που ενδεχομένως να αποδειχθεί αποπροσανατολιστικό ως προς την εικόνα που έχουμε σχηματίσει για κάποιες ομάδες στη φάση των ομίλων. Για παράδειγμα, είναι όντως τόσο εντυπωσιακή ομάδα η Ιταλία του Μαντσίνι (και κύριο φαβορί για το τρόπαιο), ή μήπως οι αυτοματισμοί και η απίστευτη ένταση που έβγαλε στο παιχνίδι της, αρχίσουν να ξεθυμαίνουν στα νοκ-άουτ σε ουδέτερο γήπεδο, χωρίς την ώθηση του Ολίμπικο της Ρώμης;
Αντίστοιχα, η Γερμανία θα είχε καταφέρει να γυρίσει από διπλή κόλαση (ήττα από Γαλλία, προβάδισμα Ουγγαρίας) αν δεν έπαιζε τα παιχνίδια της στο Μόναχο ή σήμερα θα μιλάγαμε για ένα από τα μεγαλύτερα ποδοσφαιρικά φιάσκο όλων των εποχών; Δεν είναι λίγοι πάντως αυτοί που θεωρούν ότι η έδρα λειτούργησε σαν μπούμπερανγκ για τους Τεύτονες (λόγω της γκρίνιας για Λεβ και παίκτες) και ότι τώρα θα βελτιωθούν για να θρυμματίσουν για μια ακόμη φορά τα όνειρα των Εγγλέζων, μέσα στον ναό του ποδοσφαίρου, όπως αποκαλούσαν οι πιο παλιοί το Γουέμπλεϊ.
B) Την πολύ ιδιαίτερη συγκυρία του “κορωναϊού” που ευτυχώς δεν έχει επηρεάσει δραστικά μέχρι τώρα καμία ομάδα, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι παίκτες προέρχονται από μια εξαντλητική σεζόν, τόσο σωματικά όσο και πνευματικά (με τα πρωτόκολλα Covid, τις παντέρημες εξέδρες, τα όλο και πιο πολύπλοκα ταξίδια), και όσο προχωράει η διοργάνωση θα κληθούν να καταθέσουν ότι ψυχή τους έχει απομείνει – και κανείς δεν μπορεί να προεξοφλήσει ότι πχ οι Άγγλοι και οι Γάλλοι δεν θα ξεμείνουν ξαφνικά από δυνάμεις.
Και χρήζουν ειδικής μνείας οι Άγγλοι και οι Γάλλοι, γιατί οι παίκτες τους είναι οι μακράν πιο καταπονημένοι της διοργάνωσης, έχοντας στα πόδια τους, κατά μέσο όρο τους τελευταίους 12 μήνες, 3.747 και 3.455 λεπτά παιχνιδιού αντίστοιχα – τη στιγμή που για παράδειγμα οι Γερμανοί έχουν 3.232 και οι Βέλγοι μόλις 2.596 λεπτά αγωνιστικής δράσης να τους βαραίνουν.
Γ) Ένας τρίτος πόλος της διοργάνωσης που προέκυψε μάλλον απρόσμενα από την κατάταξη των ομίλων, είναι η “ομοιογένεια” των δύο ταμπλό της διοργάνωσης που θα δώσουν τους δύο φιναλίστ – δηλαδή η μία οκτάδα απαρτίζεται ως επί το πλείστον από Λατινογενείς χώρες (Ιταλία-Γαλλία-Ισπανία-Πορτογαλία) και η άλλη οκτάδα από Αγγλοσάξονες (Γερμανία-Αγγλία-Ουαλία-Ολλανδία-Σουηδία-Δανία). Η δε μεγάλη ειρωνεία είναι ότι οι Προημιτελικοί θα λάβουν χώρα σε αντίθετη γεωγραφία: Οι Λατίνοι θα παίξουν σε Μόναχο και Αγία Πετρούπολη και οι Αγγλοσάξονες σε Ρώμη και Μπακού!
Το ενδιαφέρον είναι ότι ακόμη και οι φαινομενικά παράταιροι στο “αριστερό” ταμπλό (Βέλγοι, Αυστριακοί και Ελβετοί) έχουν βαθιές εκλεκτικές συγγένειες με τους Λατίνους, πέρα από το ότι Βέλγιο και Ελβετία είναι κατά το ήμισυ “Ρομάνικες” χώρες. Τόσο ο Ισπανός Μαρτίνεθ στο Βέλγιο, όσο και ο Βόσνιος, αλλά “Ιταλός” τακτικά (με ορόσημο της καριέρας του την θητεία του στη Λάτσιο) Πέτκοβιτς στην πολυεθνική Ελβετία, έχουν μπολιάσει τις ομάδες τους, ενώ στην Αυστρία ο Φόντα παίζει με άνεση μια παραλλαγή “κατενάτσιο”, αφού και ο ίδιος είναι μισός Ιταλός.
Η δυτική ζώνη του ποταμού Ρήνου, υπήρξε εδώ και πολλούς αιώνες το άτυπο γλωσσικό και θρησκευτικό σύνορο της Ευρώπης ή αν προτιμάτε το σύνορο μεταξύ των Ρωμαιοκαθολικών Λατίνων και των Αγγλοσαξoνικών πληθυσμών που ασπάστηκαν εντέλει την Προτεσταντική μεταρρύθμιση. Στην πραγματικότητα ο Ρήνος αποτελούσε το όριο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και οι Γερμανικές επιδρομές επέφεραν τις όποιες αλλαγές έφτασαν ως στις μέρες μας, με το δίγλωσσο Βέλγιο και την Ελβετία να αποτυπώνουν ένα γλωσσικό, σύνορο αναλλοίωτο για χίλια πεντακόσια χρόνια.
Με άλλα λόγια, έχουμε ξαφνικά βρεθεί μπροστά στην ιδιότυπη φάση των “16”, μιας διοργάνωσης που τείνει να εξελιχθεί σαν σύγκρουση πολιτισμών. Γερμανοί και Εγγλέζοι καλούνται να λύσουν τους λογαριασμούς τους στο απόλυτο “αγγλοσαξονικό” ντέρμπυ και με τον νικητή να έχει βάσιμες ελπίδες ότι θα φτάσει μέχρι τον τελικό (με πιθανούς αντιπάλους στον ημιτελικό Ολλανδούς και Δανούς).
Στο κλαδί που θα δώσει τον άλλο ημιτελικό θα έχουμε “άρτο και θεάματα” Ρωμαϊκού τύπου, με τις Γαλλία/Ισπανία να περιμένουν στον ημιτελικό μία εκ των Ιταλία και του νικητή της αμφίρροπης μάχης Βέλγιο-Πορτογαλία. Προφανώς χωρίς κανείς να μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο του ξεπετάγματος κάποιας μεγάλης έκπληξης – εξάλλου, μιλάμε για μια διοργάνωση, της οποίας οι τροπαιούχοι κατά τις πέντε εκδόσεις που έχουν λάβει χώρα από το 2000 και μετά, είχαν μέσο όρο απόδοσης για “Κατάκτηση” 28,1 (!)
Το πιο σημαντικό βέβαια παραμένει το γεγονός ότι έχουμε μπροστά μας πολύ δυνατά παιχνίδια νοκ-άουτ που θα λάβουν χώρα σε (σχεδόν) γεμάτα γήπεδα, προσφέροντας συγκινήσεις που είχαμε πολύ ανάγκη μετά από μια τόσο παρατεταμένη και αφύσικη περίοδο, εντός και εκτός γηπέδων. Και στον τελικό του Γουέμπλεϊ, θα αναβιώσει η πιο αρχετυπική πολιτισμική σύγκρουση της Γηραιάς Ηπείρου: Ιταλία – Γερμανία (!)
Maestro