Η επιστροφή και ο νέος ρόλος του Γκάρεθ Μπέιλ στην Τότεναμ

Αρχές Νοεμβρίου και η Τότεναμ υποδέχεται τη Μπράιτον για την 7η αγωνιστική της Πρέμιερ Λιγκ. Στον πάγκο της, μετά από εφτά ολόκληρες σεζόν, βρίσκεται και ο Γκάρεθ Μπέιλ, με την ομάδα του Ζοσέ Μουρίνιο να τα έχει βρει σκούρα. Το σκορ είναι στο 1-1 και η κλεψύδρα της υπομονής, για κάτι καλό, έχει αρχίσει να αδειάζει επικίνδυνα. Η νίκη δεν έπρεπε με τίποτα -και για κανένα λόγο- να ξεφύγει από τα χέρια της Τότεναμ. Ο Πορτογάλος θα περάσει, στο 70ο λεπτό, στη θέση του Έρικ Λαμέλα, τον σπουδαίο Ουαλό, αν και γνώριζε, πολύ καλά, πως ο παίκτης του δεν βρίσκεται σε τόσο καλή αγωνιστική κατάσταση. Γνώριζε επίσης, όσοι λίγοι μάλιστα, πως η ποιότητα και η εμπειρία του, σε τέτοιες καταστάσεις, μπορούν να τον βοηθήσουν για να πάρει τη νίκη. Ο Μπέιλ άλλωστε το έχει κάνει τόσες πολλές φορές, σε σπουδαίους μάλιστα τελικούς, και απέναντι σε κορυφαίες ομάδες. Πόσο δύσκολο θα ήταν απέναντι σε μια μέτρια ομάδα της Αγγλίας; Όχι και τόσο, θα σκέφτηκε ο Ζοσέ. Εφτά λεπτά αργότερα, ουσιαστικά στην πρώτη του σοβαρή επαφή με τη μπάλα, και αφού πρώτα έχει πατήσει περιοχή σαν σπουδαίος φορ, ο Μπέιλ θα σκοράρει με άπιαστη κεφαλιά, μετά από μια σέντρα ακριβείας του Ρεγκιλόν, χαρίζοντας το «χρυσό» τρίποντο στην ομάδα του. Μια σημαντική στιγμή, τόσο για τον ίδιο, στην επιστροφή του μάλιστα στο Νησί, όσο και για τον προπονητή του, που χρεώθηκε αυτή την αλλαγή, ξέροντας πως πλέον διαθέτει στο «οπλοστάσιό» του ακόμα έναν που, στη μέρα του, όσο κι αν αυτό πλέον δεν είναι πολύ συχνό φαινόμενο, συγκαταλέγεται ακόμα στους κορυφαίους της Ευρώπης.

Ο γεννημένος στο Κάρντιφ Ουαλός σούπερ σταρ γνωρίζει πολύ καλά πως στα 31 του χρόνια δεν είναι ο παίκτης που το Σεπτέμβριο του 2013 άφησε το Λονδίνο, και την Τότεναμ, για τη Μαδρίτη και τη Ρεάλ, σπάζοντας το ρεκόρ της ακριβότερης μεταγραφής του Κριστιάνο Ρονάλντο, με το ποσό να αγγίζει, εκείνα τα χρόνια, τις 100 εκατομμύρια λίρες, και επειδή πλέον δεν έχει εκείνη τη δίψα για διάκριση (τι να αποδείξει άλλωστε κάποιος που έχει κατακτήσει τέσσερα (4) Τσάμπιονς Λιγκ με τη σπουδαιότερη ομάδα του πλανήτη)  και επειδή τα χρόνια και οι αρκετοί τραυματισμοί, έχουν ταλαιπωρήσει το κορμί του, κι ας δείχνει αυτό, εξωτερικά τουλάχιστον, ακόμα σε εξαιρετική κατάσταση. Οι κακές γλώσσες βέβαια μιλούν ήδη, και για το γεγονός, πως τα τελευταία χρόνια η μεγάλη του αγάπη δεν είναι το ποδόσφαιρο αλλά το γκολφ, και πως πρέπει να αρχίσουμε να μετράμε, έστω και σιγά-σιγά, τους αριθμούς του, όχι σε γκολ και σε ασίστ, μα σε under και over par, με τον στόχο του να αποτελεί πλέον να μπει το μπαλάκι σε μία από τις 72 ή 70 τρύπες ενός γηπέδου γκολφ, σε κάποια πανέμορφη τοποθεσία, μέσα στη φύση. Το παρατσούκλι που απέκτησε άλλωστε τον τελευταίο καιρό πριν αφήσει τη Μαδρίτη, σε μια περίοδο που είχε έρθει σε πλήρη ρήξη με την ομάδα και γι’ αυτό, ήταν το Γκόλφερ, μιας και τον έβλεπαν περισσότερο σε γήπεδα γκολφ, όταν φυσικά δεν κοιμόταν, κάποιες φορές κυριολεκτικά κιόλας, στον πάγκο της ομάδας του, παρά σε αυτά του ποδοσφαίρου.

Από την πρώτη στιγμή που εμφανίστηκε με τη φανέλα της Σαουθάμπτον, παίζοντας μάλιστα ως αριστερός πλάγιος αμυντικός, όλοι μιλούσαν με τα καλύτερα λόγια για τον νεαρό Ουαλό. Οι απίστευτες αντοχές του, σε συνδυασμό με το μαγικό αριστερό του πόδι, έδειχναν πως το ταλέντο του πολύ δύσκολα θα εγκλωβιστεί στο St. Mary’s, με την Τότεναμ ουσιαστικά να πετυχαίνει ένα από τα σπουδαιότερα deal στην σύγχρονη ιστορία των σπορ, κάνοντάς τον δικό της με μόλις 5 εκατομμύρια (που έφταναν τα 10 με τα μπόνους) το μακρινό 2007. Η θέση του, εκείνες τις μέρες, ήταν αμυντικός, μα το ταλέντο του έδειχνε πως πολύ δύσκολα θα συνέχιζε στη ζώνη άμυνας, μιας και μπορούσε να κάνει -σχεδόν- τα πάντα στο γήπεδο, ως ένας σύγχρονος και ντελικάτος παίκτης γραμμής. Ακόμα και ως κεντρικός επιθετικός. Από τις αρχές του 2010 και μετά, η καριέρα του άρχισε να εκτοξεύεται σταθερά και γρήγορα, φτάνοντας στη σεζόν 2012-2013, όταν και άλλαξε το νούμερο της φανέλας του από το «3» στο «11» μιας και πλέον δεν ήταν αριστερός μπακ αλλά ουσιαστικά ένας κορυφαίος εξτρέμ, ένας ανίκητος ακραίος επιθετικός δηλαδή που, κυριολεκτικά, δεν μπορούσε να τον  σταματήσει κανείς στο ανοικτό γήπεδο. Ένα άλογο που έτρεχε με σπασμένα φρένα και που έκανε πλάκα σε κορυφαίους αμυντικούς σε Αγγλία και Ευρώπη. Την ίδια περίοδο η Τότεναμ είχε ξεκινήσει να γίνεται και πάλι αυτό που είναι μέχρι τις μέρες μας. Μια ομάδα ικανή να κερδίσει τον οποιοδήποτε, διεκδικώντας τίτλους, χωρίς ωστόσο να κατακτά στο τέλος κάποιο τρόπαιο.

Δύο από τις κορυφαίες «παραστάσεις» του από εκείνη την περίοδο ήταν το παιχνίδι στο Όλντ Τράφορντ και εκείνο με την Ίντερ, όταν ζήσαμε μία από τις καλύτερες εμφανίσεις που έχουμε δει στο Τσάμπιονς Λιγκ, την τελευταία δεκαετία, όταν και ουσιαστικά διέλυσε μόνος του την άμυνα της Ίντερ, σκοράροντας χατ-τρικ, έχοντας μάλιστα ως προσωπικό αντίπαλο όχι κάποιον τυχαίο παίκτη, αλλά τον καλύτερο δεξί πλάγιο αμυντικό εκείνης της διετίας, στον κόσμο, τον Βραζιλιάνο Μαϊκόν. Στις 29 Σεπτεμβρίου του 2012 το γκολ που σκόραρε στο Όλντ Τράφορντ, στη νίκη της Τότεναμ με 2-3, θα μνημονεύεται για πάντα. Όχι επειδή εξέθεσε μια άκρως προβληματική άμυνα, εκείνη την περίοδο τουλάχιστον, παίζοντας στον ανοικτό χώρο αφού πρώτα είχε έρθει στο κέντρο του γηπέδου από την πλάγια γραμμή, σε μια κούρσα «Μαραντονικού χαρακτήρα» άλλων εποχών, αλλά και γιατί εκείνο το διπλό ήταν το πρώτο για τα «σπιρούνια» μετά το 1989 στο σπίτι της Γιουνάιτεντ. Απ’ την άλλη, οι δύο εμφανίσεις επί της Ίντερ, που τον καθιέρωσαν κιόλας στις συνειδήσεις όλων των ποδοσφαιρόφιλων της Ευρώπης ως κορυφαίο παίκτη (που ήταν και που συνεχίζει να είναι) έκαναν τόσο ντόρο που κατάφεραν να γίνουν ακόμα και animation.

Φυσικά και αναφέρομαι στο εξαιρετικό δίλεπτο βίντεο του Ρίτσαρντ Σουόρμπρικ. Ένα εξαιρετικής ποιότητας animation βίντεο με τα κατορθώματα του Ουαλού από εκείνο το παιχνίδι με την Ίντερ, έχοντας ως μουσική υπόκρουση το κομμάτι Cinematic Balloons, του ίδιου του Σουόρμπρικ. Μια μελωδία που θυμίζει αρκετά τις μελαγχολικές μελωδίες του Κλιντ Μάνσελ, στις ταινίες του Αρονόφσκι, και που δένει τέλεια με την εξαιρετική αισθητική του βίντεο, μεταφέροντας μια γλυκιά μελαγχολία στο θεατή για ένα ποδόσφαιρο, αυτό του one man show, που έχει χαθεί στις μέρες μας, βάζοντας ουσιαστικά, τον νεαρό σταρ στην ελίτ της Ποπ Κουλτούρας της εποχής που, όπως γίνεται συνήθως, ψάχνει, και βρίσκει, νέους ήρωες. Πολλές φορές δίχως να το αξίζουν. Ο Γκάρεθ Μπέιλ φυσικά και το άξιζε όλο αυτό μέχρι της τελευταίας σταγόνας ιδρώτα που έσταζε από το γυμνασμένο κορμί του όταν έτρεχε στα γήπεδα της Αγγλίας και της Ευρώπης.

Το σταριλίκι φυσικά και συνεχίστηκε στη Μέκκα της αθλητικής λάμψης, τη Μαδρίτη και τη Ρεάλ, έχοντας συμπαίκτες μερικούς εκ των πιο λαμπερών ονομάτων της παγκόσμιας ελίτ, συν τον ένα και μοναδικό Κριστιάνο Ρονάλντο. Τα τέσσερα Τσάμπιονς Λιγκ, εκ των οποίων τα τρία σερί, έχοντας παίξει σημαντικό ρόλο σε όλα ήταν η καλύτερη απάντηση σε όλους και κυρίως στους επικριτές του που τον θεωρούσαν ακόμα έναν υπερτιμημένο Βρετανό όπως τόσοι και τόσοι. Οι αρκετοί τραυματισμοί, που δε τον άφησαν ποτέ από την αρχή της καριέρας του μέχρι και σήμερα, έπαιξαν και αυτοί το ρόλο τους ώστε να μπαίνει πολλές φορές φρένο στη φόρμα του αν και πάντα, μα πάντα, το σπάνιο ταλέντο του έβρισκε τρόπο να λάμψει όταν η μπάλα έκαιγε, πραγματικά. Στα σπουδαία ραντεβού και τους μεγάλους τελικούς. Όπως εκείνη η κούρσα που ξεκίνησε πάνω στη γραμμή, και πίσω από τη σέντρα, και κατέληξε σε γκολ χαρίζοντας το κύπελλο στη Ρεάλ, απέναντι στη Μπάρσα, το 2014, σε μια φάση που λογικά ο δύσμοιρος ο Μπάρτρα βλέπει ακόμα στον ύπνο του, και φυσικά εκείνο το ανάποδο ψαλίδι που έγινε γκολ στον Τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ του ’18 απέναντι στη Λίβερπουλ. Ένα γκολ που -ουσιαστικά- χάρισε στους Μαδριλένους το 13ο τρόπαιό τους στη διοργάνωση.

Φυσικά δίπλα σε όλα αυτά δεν πρέπει να ξεχνάμε ποτέ τις σπουδαίες εμφανίσεις του με την εθνική Ουαλίας, φτάνοντας μαζί της μέχρι τα ημιτελικά του Γιούρο του ’16 μετρώντας 33 γκολ, κάτι που αποτελεί και ρεκόρ, σε 86 εμφανίσεις ολοκληρώνοντάς τον ως παίκτη. Το παλικάρι που κάποτε ξεκίνησε να παίζει Ράγκμπι στο Κάρντιφ, έχοντας διαπρέψει και ως δρομέας μακρινών αποστάσεων σε νεαρή ηλικία, έχει καταφέρει να διαγράψει μια αξιοζήλευτη πορεία μόλις στα 31 του χρόνια. Μια πορεία που, λογικά, δεν θα είχε σκεφτεί ούτε ο ίδιος όταν φορούσε τη φανέλα της Σαουθάμπτον ως ακόμα ένας ταλαντούχος και εξαιρετικά αθλητικός αριστερός μπακ από αυτούς που βγάζει κατά δεκάδες το Νησί και που -οι περισσότεροι- κάνουν μέτρια καριέρα.

«Εφτά χρόνια είναι πάρα πολλά. Ουσιαστικά, δεν είσαι καλύτερος ή χειρότερος, είσαι ένας εντελώς διαφορετικός παίκτης. Δείτε πόσο έχουν αλλάξει στυλ και θέση οι δύο κορυφαίοι παίκτες του πλανήτη (Μέσσι και Ρονάλντο) όλα αυτά τα χρόνια και θα καταλάβετε καλύτερα και τον ποδοσφαιριστή Γκάρεθ Μπέιλ του σήμερα». Αυτή η δήλωση ανήκει στον προπονητή της Τότεναμ, Ζοσέ Μουρίνιο, και φανερώνει περίτρανα τι έχει στο μυαλό του ο Πορτογάλος για τον Ουαλό και τον δανεισμό του στους Λονδρέζους. Όσοι περιμένουν να δουν από τον Μπέιλ τις τρελές κούρσες του παρελθόντος λογικά θα απογοητευτούν. Όσοι περιμένουν να δουν έναν ηγέτη, εντός και εκτός γηπέδου, που θα βοηθήσει με την εμπειρία του και το ταλέντο του, μέσα πάντα από σωστή διαχείριση, θα είναι ευχαριστημένοι. Απ’ την άλλη, ο Μουρίνιο γνωρίζει πολύ καλά πως σε μια τόσο περίεργη σεζόν, όσο η φετινή, χωρίς το μεγάλο φαβορί στο Νησί, ίσως είναι μια καλή ευκαιρία για την Τότεναμ να διεκδικήσει μέχρι τέλους το πρωτάθλημα. Ο Μπέιλ θα ήθελε σίγουρα να βοηθήσει να συμβεί αυτό με την ομάδα της καρδιάς του. Το επόμενο παιχνίδι με τη Σίτι του Γκουαρδιόλα, είναι μιας πρώτης τάξης ευκαιρία για να μετρήσουν δυνάμεις, και οι δυο, για τη δύσκολη συνέχεια. Ο Μπέιλ, απ’ την άλλη, ξέρει πολύ καλά πως κερδίζονται αυτά τα ματς.