Ζεράρ Ντεουλοφέου: Το μακρύ ταξίδι στο Βίκαρεϊτζ Ρόουντ

Το ποδόσφαιρο είναι ένας πολύ σκληρός κόσμος. Πίσω από τα λαμπερά φώτα και τα χιλιάδες φλας των φωτογράφων υπάρχουν πράγματα που ο απλός θεατής δεν μπορεί να τα δει, να εστιάσει πάνω τους, και κατ’ επέκταση να τα κατανοήσει. Για κάθε σπουδαία καριέρα -σε μια κορυφαία ομάδα- δυστυχώς ή ευτυχώς, δεν αρκεί μόνο το ταλέντο. Ο συνδυασμός ταλέντου, ευκαιριών και συγκυριών, τύχης, και φυσικά σχέσεων με συμπαίκτες και προπονητές, μπορούν να «φτιάξουν» μια καριέρα, από ήπια σε σπουδαία ή και το αντίθετο. Ο Ζεράρ Ντεουλοφέου είναι ακόμα μία τέτοια περίπτωση ποδοσφαιριστή. Ακόμα ένα «παιδί-θαύμα» που δεν δικαίωσε όμως τις προσδοκίες, που υπήρχαν στην αρχή της καριέρας του, και δεν διαγράφει την πορεία που αρκετοί θεωρούσαν πως θα έπρεπε να έχει διαγράψει. Σίγουρα δεν έφταιξε μόνο αυτός. Στα 24 του χρόνια, έχοντας βρει την ποδοσφαιρική του Ιθάκη στο Βίκαρεϊτζ φαντάζει -επιτέλους- ικανός να πετύχει, δείχνοντας, σε όλους, ποια είναι και η πραγματική του αξία. Το φετινό δείγμα, ως ώρας τουλάχιστον, είναι κάτι παραπάνω από ικανοποιητικό.

«Είναι απ’ τους καλύτερους παίκτες που έχω δει στη ζωή μου σε συνθήκες ένας με έναν. Το ταλέντο του είναι απλά μοναδικό». Η δήλωση που μόλις διαβάσατε ανήκει στον Πεπ Γκουαρδιόλα και είναι μακρινή, πίσω στο 2013, όταν ο Καταλανός προπονητής είχε αφήσει το Καμπ Νου και ο νεαρός ήταν ένας πολλά υποσχόμενος εξτρέμ. Ο Γκουαρδιόλα ήταν αυτός που είχε εισηγηθεί στον Τίτο Βιλανόβα να του δώσει την ευκαιρία, ώστε να κάνει ντεμπούτο με την πρώτη ομάδα. Όπως και έγινε τον Οκτώβριο του ’12, σε εκείνο το 5-0 με τη Μαγιόρκα, όταν και είχε περάσει τον μικρό, στο γήπεδο, γύρω στο 60′, στη θέση του Σεσκ Φάμπρεγκας. Τον Μάιο της ίδιας χρονιάς η Μπαρτσελόνα θα δώσει στον Ντεουλοφέου 5ετές επαγγελματικό συμβόλαιο ως φυσική συνέχεια για ένα ταλαντούχο παιδί, γνήσιο τέκνο της Μασία, μεγαλωμένο με τη δική της φιλοσοφία, από τα 9 του χρόνια. ‘Οταν και είχε αφήσει το σπίτι του, το 2003, για τη φημισμένη ακαδημία των Καταλανών. Βέβαια, και για να είμαστε δίκαιοι, εκείνη η φιλοσοφία, είχε μόλις αρχίσει να αλλάζει, κάνοντας και την Μπαρτσελόνα να λειτουργεί περισσότερο ως ακόμα μία πάμπλουτη ομάδα, αγοράζοντας δηλαδή ό,τι καλύτερο κυκλοφορεί, στερώντας έτσι, από τους νεαρούς της ακαδημίας της, να βρουν τον απαιτούμενο χώρο για να λάμψουν, φορώντας τη δική της, βαριά, φανέλα.

Απ’ την άλλη, ίσως έφταιγε και ο ίδιος μιας και παραήταν ρεαλιστής ώστε να καταφέρει να κάνει καριέρα σε μια ομάδα με τόσο σπουδαία ονόματα. Όσο και αν γνώριζε πως διαθέτει το απαιτούμενο ταλέντο για να σταθεί στο κορυφαίο επίπεδο, άλλο τόσο έβλεπε πως όσο και αν δουλέψει, δεν γίνεται να φτάσει στο επίπεδο του Μέσσι, του Ινιέστα και του Νεϊμάρ, ώστε να εξελιχθεί δηλαδή σε ηγέτη των Μπλαουγκράνα. Κάτι που, όπως ήταν λογικό, τον γέμιζε με απογοήτευση και περίσσιο άγχος. Ο εγωισμός του επίσης δεν μπορούσε να του επιτρέψει να γυαλίζει τον πάγκο, ακόμα και γι’ αυτούς τους τόσο σπουδαίους, τους κορυφαίους, ποδοσφαιριστές. Όπως μπορείτε να καταλάβετε είχε βρεθεί σε ένα ιδιαίτερα κρίσιμο σταυροδρόμι για την καριέρα του. Ένα σταυροδρόμι που είτε θα του έδινε το δικαίωμα να εξελιχθεί, έστω σε μια μικρότερη ομάδα μακριά απ’ τη Βαρκελώνη, είτε θα τον οδηγούσε στο, πάντα δύσκολο, κομμάτι της διαχείρισης, μιας καριέρας, ως παίκτης πάγκου σε μια κορυφαία ομάδα. Πόσο θα ήθελε να διαθέτει εκείνο το ποδοσφαιρικό θράσος που έβλεπε σε αρκετούς συμπαίκτες του απ’ τη φημισμένη Μασία. Θράσος, πολλές φορές, μη ρεαλιστικό αλλά που χρειάζεται πάντα για μπορέσει να σταθεί ένας νεαρός στο κορυφαίο επίπεδο. Όπως έχει πει και ο ίδιος. «Θυμάμαι τον Ραφίνια, στην Β’ ομάδα, να μας λέει πως σε λίγα χρόνια θα κατακτήσει την Χρυσή Μπάλα. Όσο και αν είναι ένας εξαιρετικός ποδοσφαιριστής, θεωρούσα πως αυτή ήταν μια φράση έξω από κάθε λογική, στα όρια του αστείου. Απ’ την άλλη, την ζήλευα λιγάκι, μιας και εγώ δεν είχα αυτό το ποδοσφαιρικό θράσος, σε εκείνη την κρίσιμη φάση της καριέρας μου». Κάπως έτσι βρέθηκε δανεικός, στην Έβερτον, τον Ιούλιο του 2013.

Υπό τις οδηγίες του Ρομπέρτο Μαρτίνεθ θα έχει μια πολύ καλή παρουσία στα γήπεδα της Πρέμιερ Λιγκ, σε μια σεζόν που η ομάδα θα τερματίσει 5η, παρουσιάζοντας ελκυστικό ποδόσφαιρο, αναγκάζοντας ουσιαστικά τον νέο προπονητή της Μπάρτσα, τον Λουίς Ενρίκε, να τον φέρει και πάλι πίσω στο Καμπ Νου. Ήταν Μάιος του 2014 και ο ίδιος θεωρούσε πως είχε φτάσει η στιγμή της καταξίωσης. Ο Ενρίκε ήταν μάλιστα τόσο ενθουσιασμένος μαζί του που είχε δηλώσει πως πλέον ο νεαρός ήταν πανέτοιμος να πάρει την ευκαιρία του, ως ισότιμο μέλος και σημαντικό γρανάζι της ομάδας. Άλλωστε η σκληρή Πρέμιερ Λιγκ ήταν το καλύτερο «αγροτικό» για το νεαρό ώστε να επιστρέψει πανέτοιμος στο Καμπ Νου. Στο πιο λαμπρό σαλόνι δηλαδή, του παγκοσμίου ποδοσφαίρου. Ο νεαρός βέβαια λογάριαζε χωρίς τον Λουίς Σουάρεζ. Η έλευση του Ουρουγουανού, μετά τα όργια που είχε κάνει με τη φανέλα της Λίβερπουλ, συνέθεσε μια ονειρική επιθετική τριάδα, στα όρια της τελειότητας, για την Μπάρτσα, και ουσιαστικά τον έστειλε, για δεύτερη σερί σεζόν, στην εξορία του δανεικού, έστω σε μια εξαιρετική ομάδα όπως ήταν η Σεβίλλη του Ουνάι Έμερι. Ήταν η χειρότερη περίοδος της καριέρας του. Το ψυχολογικό πλήγμα ήταν τεράστιο, και δύσκολα διαχειρίσιμο, για ένα 20χρόνο παιδί που ένιωθε πως είχε φτάσει η στιγμή να απολαύσει τους κόπους του, μετά από τόσο σκληρή δουλειά. Ο Ντεουλοφέου μπορεί στο τέλος εκείνης της σεζόν να κατέκτησε το Γιουρόπα Λιγκ, με τη Σεβίλλη, αλλά η δήλωση του Έμερι πως «Υπάρχουν παίκτες στην ομάδα με το μισό του ταλέντο αλλά πολύ πιο χρήσιμοι στην οικονομία του παιχνιδιού μας από τον ίδιο» κλείνοντας με την φράση που κανένας νεαρός δεν θέλει ποτέ να ακούσει, εκείνο το: «Θεωρώ πως δεν θα κάνει ποτέ την καριέρα που του αναλογεί βάσει του ταλέντου του» τον είχε διαλύσει ψυχολογικά, βάζοντας δίπλα στην καριέρα του πολλά ερωτηματικά για το μέλλον.

Τότε ξεκίνησε ακόμα ένας Γολγοθάς για τον Ντεουλοφέου. Τον Ιούλιο του ’15 η Έβερτον θα τον αγοράσει απ’ την Μπαρτσελόνα για 4,2 εκατομμύρια ευρώ με το μέλλον να φαντάζει λαμπρό στα γήπεδα της Αγγλίας. Τον Ιανουάριο του ’17 θα δοθεί δανεικός στη Μίλαν, μιας και τα είχε σπάσει με τον Κούμαν. Τον Ιούνιο του ’17 ο Ερνέστο Βαλβέρδε θα τον φέρει και πάλι στην Βαρκελώνη, μετά τις θετικές εντυπώσεις που είχε αφήσει στο Μιλάνο, με κανονική μεταγραφή, αφού υπήρχε ειδικός όρος στο συμβόλαιό του για κάτι τέτοιο, και 6 μήνες αργότερα θα τον παραχωρήσει, και πάλι δανεικό, στη Γουότφορντ αυτή τη φορά. Οι καλές του εμφανίσεις θα ικανοποιήσουν τον Χάβι Γκράθια και κάπως έτσι ο Ζεράρ Ντεουλοφέου θα γίνει παίκτης της ομάδας, για 13 εκατομμύρια ευρώ, τον περασμένο Ιούνιο. Από τότε έχει εξελιχθεί σε βασικό επιθετικό, σε μια ομάδα που δείχνει να του ταιριάζει ο τρόπος παιχνιδιού της. Στη Γουότφορντ βρίσκει -επιτέλους- τους χώρους για να τρέξει και να δημιουργήσει. Εννοείται για να σκοράρει, αλλά πάνω απ’ όλα να χαρεί, επιτέλους,  και πάλι το παιχνίδι. Στη φετινή σεζόν, στην Πρέμιερ Λιγκ, έχει μετρήσει ήδη 22 συμμετοχές (τις 19 ως βασικός) παίζοντας, κυρίως, στην επίθεση, ως στήριγμα στον Τρόι Ντίνι, με τους αριθμούς του να είναι κάτι παραπάνω από ικανοποιητικοί. 6 γκολ, με 1.6 σουτ ανά αγώνα, 1.5 ντρίμπλες ανά αγώνα, 23.4 πάσες ανά αγώνα, με 78.6% ποσοστό επιτυχίας, έχοντας Rating, σχεδόν, τις 7 μονάδες. Καθόλου, μα καθόλου, άσχημα.

Σε περισσότερο εξειδικευμένα στατιστικά θα βρούμε πως από τα 36 σουτ που έχει πραγματοποιήσει, τα 30 είναι σε συνθήκες open play, με τα 26 να έχουν γίνει από το ύψος του πέναλτι. Κάτι που δείχνει καλύτερα και την αλλαγή της θέσης του. Τα 5 από εκτέλεση φάουλ, και μόλις 1 ως αποδέκτης, μετά από σέντρα. Και τα 6 γκολ είναι αποτέλεσμα συνθηκών open play. Επίσης έχει δώσει 20 πάσες που έχουν οδηγήσει σε κάποιο σουτ, κάτι που φανερώνει με τον καλύτερο τρόπο, το δημιουργικό ταλέντο που επίσης έχει. Απόλυτο highlight της σεζόν, ως τώρα φυσικά, δεν είναι άλλο από το χατ-τρικ, στη νίκη με 5-1, επί της Κάρντιφ, στις 22 Φεβρουαρίου. Σε εκείνο το παιχνίδι, ο Ζεράρ Ντεουλοφέου, εκτός των τριών γκολ που σκόραρε, έδωσε και μία ασίστ και, κάπως έτσι, έγινε ο πρώτος Ισπανός που είχε συμμετοχή σε 4 γκολ, σε παιχνίδι της Πρέμιερ Λιγκ, μετά τον Σάντι Καθόρλα, απ’ τον Μάιο του 2013 και το ματς της Άρσεναλ με τη Γουίγκαν. Το Σάββατο η Μάντσεστερ Σίτι υποδέχεται την Γουότφορντ ως το απόλυτο φαβορί για να συνεχίσει να βρίσκεται στην πρώτη θέση του βαθμολογικού πίνακα. Η Γουότφορντ, απ’ την άλλη, μπορεί να βρίσκεται εντός των στόχων της, στην 8η θέση, αλλά όλοι ξέρουν πως αυτά τα παιχνίδια δίνουν ακόμα ένα κίνητρο στους παίκτες, του αουτσάιντερ, για να αποδείξουν την πραγματική τους αξία ή ακόμα και να την ξεπεράσουν. Το ίδιο εννοείται θα θέλει να κάνει και ο Ντεουλοφέου, αποδεικνύοντας, πρώτα απ’ όλα στον εαυτό του, την αξία του. «Το μόνο που θέλω είναι να κερδίζω» δήλωσε σε μια πρόσφατη συνέντευξη και καλύτερη ευκαιρία από αυτό το παιχνίδι δεν υπάρχει.