Η αλήθεια είναι ότι οι περισσότεροι από μας δεν γνωρίζουμε άλλες πόλεις της Ουρουγουάης πέρα από την πρωτεύουσα του Μοντεβιδέο. Και δεν είναι περίεργο. Η χώρα έχει πληθυσμό περίπου σαν αυτόν της Αθήνας και το 1/3 των κατοίκων ζει στην πιο διάσημη πόλη της χώρας. Σύμφωνα με την απογραφή του 2021 μόνο μια πόλη έχει πάνω από 100.000 κατοίκους. Ενδέκατη στη σχετική λίστα βρίσκεται η πόλη Αρτίγκας, στα βόρεια της χώρας, με όνομα προς τιμήν του εθνικού ήρωα Χοσέ Χερβάσιο Αρτίγκας που πολέμησε εναντίον των Ισπανών, αλλά και των Πορτογάλων, στις μάχες για την ανεξαρτησία των λαών της Νότιας Αμερικής. Η πόλη Αρτίγκας είναι η πιο μακρινή της χώρας από την πρωτεύουσα (στα 600 χιλιόμετρα απόσταση, περίπου ίδια απόσταση απέχει και από το Μπουένος Άιρες) και μπορείς να μπεις στη Βραζιλία περνώντας από μία γέφυρα.
Η Πουέντε ντε λα Κονκόρντια ενώνει την πόλη Αρτίγκας με την πόλη Κουαράι της Βραζιλίας και έχει μήκος 760 μέτρα
Η γέφυρα διασχίζει τον ποταμό Κουαρέιμ (Κουαράι για τους Βραζιλιάνους). Το κλίμα της περιοχής είναι υγρό υποτροπικό και οι πλημμύρες είναι ένα σχετικά συχνό φαινόμενο για τους κατοίκους, ειδικά στη φτωχογειτονιά Πιράτα που βρίσκεται μέσα στη ζώνη υψηλού κινδύνου. Ο κόσμος εκεί ζει σε μικρά, χαμηλά σπίτια με τα λίγα μέσα που διαθέτει και βλέπει κάθε λίγο τη φύση να έρχεται να παίρνει ότι έχτισε. Τα νερά καταστρέφουν ό,τι βρουν και οι κάτοικοι ξεκινούν πάλι από την αρχή. Στο ερώτημα «μα γιατί δεν πάνε αλλού», η απάντηση είναι «επειδή εκεί είναι η πιο φτηνή γη και δεν έχουν χρήματα για κάτι άλλο». Το κράτος προσπαθεί να βοηθήσει, μεταφέροντας τον κόσμο σε νέα σπίτια, αλλά αυτό δεν είναι πάντα εύκολο. Σε αυτή τη γειτονιά γεννήθηκε και ο Ντάργουιν Νούνιες, ο Ουρουγουανός επιθετικός της Μπενφίκα. Πολύ πριν όμως φτάσει στο σημείο να παίζει με επιτυχία στο Τσάμπιονς Λιγκ, είχε πολύ πολύ πιο σοβαρά προβλήματα.
Η οικογένειά του μοχθούσε για να έχει τα βασικά. Ο πατέρας του Μπιμπιάνο δούλευε στην οικοδομή για να παίρνει λίγα πέσος, ενώ η μητέρα του Σίλβια μάζευε γυάλινα μπουκάλια για να τα επιστρέψει και να προσφέρει κι αυτή στο οικογενειακό ταμείο. Ο ίδιος πολύ συχνά μπορούσε να φάει μόνο στο σχολείο, καθώς στο σπίτι δεν υπήρχε φαγητό. Κάποια πιο τυχερά παιδιά είχαν σάντουιτς από το σπίτι και μερικές φορές τα μοιράζονταν με τον Νούνιες. «Είχα συνηθίσει να κοιμάμαι με άδειο το στομάχι. Αλλά αυτή που είχε συνηθίσει περισσότερο ήταν η μητέρα μου. Κοιτούσε πρώτα να έχουμε φάει εγώ και ο αδερφός μου και μόνο αν έμενε κάτι έτρωγε κι αυτή», θυμάται. Ο Δαρβίνος είχε μοναδική διέξοδο την μπάλα και η αλήθεια είναι ότι ήταν πολύ καλός. Έπαιζε στο σχολείο και έπαιζε και στην τοπική ομάδα. Όταν οι γονείς του κατάφεραν με μεγάλες θυσίες να του πάρουν τα πρώτα παπούτσια ποδοσφαίρου, έγινε το πιο ευτυχισμένο παιδί του κόσμου. Ο Νούνιες ξεχώριζε σαν τη μύγα μες το γάλα στην ομάδα του. Ταχύτητα, εκρήξεις, ντρίμπλες. Το όνομά του έφτασε στην πρωτεύουσα και σε ένα ματς ήρθε να τον δει άνθρωπος της Πενιαρόλ, o παλιός της σταρ Χοσέ Περντόμο, που εντυπωσιάστηκε. Ήταν το 2013, ο Ντάργουιν ήταν μόλις 14 ετών και η Πενιαρόλ πρότεινε στους γονείς του να τον πάρει στις ακαδημίες της. Ο Νούνιες μάζεψε τα λίγα υπάρχοντά του, πήγε στον σταθμό των λεωφορείων και έκανε τα 600 χιλιόμετρα για την πρωτεύουσα.
https://www.youtube.com/watch?v=VND-QOWNb7A
Κεφαλιές, κούρσες, ντρίμπλες, προσωπικές μονομαχίες, σομπρέρο
«Όταν το λεωφορείο με άφησε στον σταθμό ήμουν φοβισμένος. Έβλεπα για πρώτη φορά μια πόλη τη νύχτα με τα φώτα της», λέει. Οι άνθρωποι της Πενιαρόλ που τον υποδέχτηκαν τον πήγαν σε ένα σπίτι που έμεναν και άλλα παιδιά των ακαδημιών από την επαρχία. Δεν θα έμενε όμως για πολύ εκεί. Ο μικρός δεν μπόρεσε να προσαρμοστεί. Του έλειπε το σπίτι του, του έλειπαν οι γονείς του, όσο περίεργο και να ακούγεται για ένα παιδί που φεύγει από μία φαβέλα και καταλήγει στη μεγαλύτερη ομάδα της χώρας. Ο Νούνιες συμφώνησε με την Πενιαρόλ να γυρίσει πίσω στην Πιράτα και τελικά, έναν χρόνο αργότερα, επέστρεψε στο Μοντεβιδέο και τους κιτρινόμαυρους. Αυτή τη φορά τα πράγματα ήταν καλύτερα. Οι άνθρωποι του συλλόγου τον βοήθησαν, ο Νούνιες άρχισε να παίζει μπάλα (και να ξεχωρίζει) και κυρίως είχε μαζί του και τον μεγαλύτερο αδερφό του. Ο Τζούνιορ ήταν κι αυτός εξαιρετικός παίκτης, ένα χαφ με πολύ καλή τεχνική που σκόραρε πανέμορφα γκολ και μάλιστα έφτασε στο σημείο να προπονείται και με την πρώτη ομάδα. Οι δυο τους ήταν συνέχεια μαζί και στήριζαν ο ένας τον άλλον.
Η ζωή όμως είχε άλλα πλάνα. Τα πράγματα πίσω στην Αρτίγκας δεν ήταν καλά. Η οικογένεια συνέχιζε να αντιμετωπίζει προβλήματα οικονομικής φύσης, ενώ παράλληλα υπήρχε και ένα σοβαρό θέμα υγείας. Ο πατέρας Νούνιες δεν είχε σταθερή δουλειά και δεν μπορούσε μόνος να τα καταφέρει, ούτε φυσικά τα μπουκάλια που μάζευε η Σίλβια έφταναν. Οι γονείς τους χρειάζονταν βοήθεια. Ο Τζούνιορ αποφάσισε ότι ήταν καθήκον του να γυρίσει πίσω. Αποφάσισε να κόψει το ποδόσφαιρο και να βάλει πρώτη την οικογένεια, ενώ παράλληλα να μη στερήσει και στον Ντάργουιν το όνειρο. «Μείνε εσύ εδώ. Έχεις καλύτερο μέλλον. Θα φύγω εγώ», είπε ο Τζούνιορ που έβαλε τα όνειρά του, την ίδια του τη ζωή σε δεύτερη μοίρα για να βοηθήσει τόσο τους γονείς του, όσο και τον μικρό του αδερφό. Ακόμα και σήμερα, επτά χρόνια αργότερα, ο Ντάργουιν βάζει τα κλάματα όταν θυμάται εκείνη την ημέρα.
Από το Μουντιάλ Κ20 στην Πολωνία το 2019
Ο Νούνιες έμεινε πλέον μόνος στο Μοντεβιδέο, αλλά αποφασισμένος να τα καταφέρει. Και το έκανε, φτάνοντας στην πρώτη ομάδα, φεύγοντας από το “οικοτροφείο” και καταφέρνοντας να φέρει και τους γονείς του στο Μοντεβιδέο. Σε ηλικία 17 ετών όμως και ενώ περιμένει πώς και πώς το ντεμπούτο του με την πρώτη ομάδα παθαίνει χιαστούς. Κάνει χειρουργείο και μένει για μήνες εκτός αγωνιστικών χώρων. Σκέφτεται σοβαρά να ακολουθήσει τα βήματα του αδερφού του, να αφήσει το ποδόσφαιρο κι αυτός για να βοηθήσει αλλιώς την οικογένεια. Οι γονείς του και οι συμπαίκτες του τον υποστηρίζουν και τον μεταπείθουν. «Σκέφτηκα τον αδερφό μου, τη θυσία που είχε κάνει, επιστρέφοντας στην Αρτίγκας για να βοηθήσει την οικογένειά μου. Αυτό μου έδωσε το κουράγιο να συνεχίσω», θα πει. Τον Νοέμβριο του 2017 καταφέρνει και πατάει χορτάρι φορώντας τη φανέλα της Πενιαρόλ, μπαίνοντας ως αλλαγή στη θέση του σπουδαίου Μάξι Ροντρίγκες. Το πόδι όμως τον πονάει, ο ίδιος σφίγγει τα δόντια, αλλά ο πόνος είναι ένα ανυπόφορος. Ξεσπάει σε κλάματα στα αποδυτήρια. Είναι μόλις 18 και μπαίνει για δεύτερο χειρουργείο. Δεν τα παρατάει όμως ποτέ.
Επιστρέφει και καλείται στην Κ20 της Ουρουγουάης για το πρωτάθλημα της Ν. Αμερικής. Οι εμφανίσεις του δεν είναι καλές, η κριτική έντονη, ο Ντάργουιν διαβάζει τα σχόλια στα social media και απογοητεύεται. Ο ψυχολόγος της Κ20 τον στηρίζει, ο Μαέστρο Ταμπάρες του μιλάει και λέει ότι πιστεύει σε αυτόν. Ο Νούνιες παίζει στην Πενιαρόλ, παίζει και στις μικρές εθνικές και όλα παίρνουν τον δρόμο τους. Κλείνει το κινητό σε κάθε ματς, το ανοίγει μια μέρα μετά μόνο για να μιλήσει με τους δικούς του. Αφοσιώνεται στο ποδόσφαιρο. Και κυρίως μπορεί και βγάζει κάποια χρήματα. Δεν γίνεται πλούσιος, αλλά έχει τόσα όσα χρειάζεται για να αγοράσει ένα σπίτι στους γονείς του. Το παλιό στην Αρτίγκας έχει καταστραφεί από τις πλημμύρες. Παρά τα λίγα σχετικά του ματς στην Πενιαρόλ, οι σκάουτερ τον έχουν ανακαλύψει και η πρόταση από το εξωτερικό έρχεται. Το όνομα δεν είναι το πιο σέξι, αλλά δεν έχει σημασία. Η Αλμερία δίνει ένα ποσό ρεκόρ στην ιστορία της και τον κάνει δικό της. Ο Νούνιες σκοράρει 16 φορές στη Σεγούντα της Ισπανίας, φτάνει μέχρι τα μπαράζ ανόδου. Εκεί δεν τα καταφέρνει. Η χρονιά του όμως αρκεί για το επόμενο βήμα. Η Μπενφίκα που ξέρει να ψάχνει, ξέρει να βρίσκει παίκτες, τον κάνει δικό της το καλοκαίρι του 2020. Νέα ρεκόρ μεταγραφών. Ρεκόρ αγοράς για την Μπενφίκα, ρεκόρ πώλησης για την Αλμερία. Ο Νούνιες εγκαταλείπει την Ισπανία μόλις σε έναν χρόνο, αλλά οι άνθρωποι της Αλμερία μιλούν με τα καλύτερα λόγια για έναν εργατικό παίκτη με μεγάλο ταλέντο. Είναι μόλις στα 21 του και έχει φτάσει να αγωνίζεται σε έναν από τους πιο ιστορικούς συλλόγους της Ευρώπης. Μόλις τρία χρόνια μετά τη διπλή επέμβαση στο γόνατο και τις σκέψεις να παρατήσει το ποδόσφαιρο.
Άντε πιάστε τον
Ο Ζόρζε Ζεσούς τον πιστεύει πολύ και λέει ότι μπορεί να γίνει η πιο ακριβή πώληση στην ιστορία του συλλόγου και ότι δεν θα μείνει για πολύ εκεί, τονίζει όμως παράλληλα ότι είναι ακόμα παιδί και έχει να μάθε πολλά. Στην πρώτη του σεζόν σκοράρει 6 γκολ στο πρωτάθλημα, ενώ είναι δεύτερος σε ασίστ με 10. Τον περασμένο Μάιο κάνει νέα επέμβαση, αλλά επιστρέφει δυναμικά και κάνει περήφανη την Μπενφίκα και όλη την Αρτίγκας σκοράροντας δυο φορές απέναντι στην Μπαρσελόνα στο Τσάμπιονς Λιγκ. Ναι, είναι η Μπαρσελόνα που παραπαίει, αλλά δεν έχει σημασία. Την ίδια στιγμή είναι με διαφορά πρώτος σκόρερ στο πρωτάθλημα και από τους καλύτερους παίκτες της Μπενφίκα σε μια χρονιά που δεν πάει καλά, με την ομάδα να βρίσκεται 3η προς το παρόν στο πρωτάθλημα και να αλλάζει προπονητή. Ο Νούνιες παρά το ύψος του και τη σωματοδομή του είναι ταχύς, κινείται πολύ καλά και εκτός περιοχής και είναι ένα σύγχρονο φορ που και σκοράρει και δημιουργεί. Δυνατός, με αρκετά καλή τεχνική, παίκτης που κάθε προπονητής θα ήθελε να έχει. Αν είναι άξιος αντικαταστάτης της παλιάς φρουράς στην εθνική της Ουρουγουάης είναι δύσκολο να το πούμε. Η εξέλιξή του ήταν αλματώδης και κανείς δεν γνωρίζει πού μπορεί να φτάσει αν είναι υγιής. Έτσι κι αλλιώς όμως, έχει κάνει περήφανους τους γονείς του, αλλά έχει δικαιώσει και τον αδερφό του που λειτουργώντας αλτρουιστικά, έδωσε την ευκαιρία στον Ντάργουιν να φτάσει εδώ που είναι.