Η ομάδα σου, η ομάδα της πόλης σου, της καρδιάς σου, η μόνη ομάδα στην οποία έχεις παίξει μπάλα, κερδίζει 4-0, εσύ βάζεις ένα γκολ, δίνεις μια ασίστ και βγαίνεις αλλαγή. Το πανέμορφο, ολοκαινούργιο γήπεδό σας, το οποίο κατά κάποιον τρόπο εγκαινίασες, σκοράροντας το ιστορικό πρώτο γκολ ένα χρόνο πριν, αντηχεί από αποδοκιμαστικά σφυρίγματα. Μα τι συμβαίνει; Η απάντηση είναι πως είσαι θύμα της εποχής στην οποία ζεις.
Μια εποχή κατά την οποία οι οπαδοί ξεχνούν πως δεν φταίει ο ποδοσφαιριστής που πλέον προσφέρει περισσότερα ως εμπόρευμα παρά ως παίκτης. Ο πρόεδρος της ομάδας του εν λόγω παίκτη είχε, για παράδειγμα, την άνεση να δηλώσει, χωρίς κανείς να σκεφτεί να τον σφυρίξει: «Δεν έχουμε ανάγκη να πουλήσουμε, έχουμε κέρδη ούτως ή άλλως, όμως διαθέτουμε περιουσιακά στοιχεία που μπορούν να μας αποφέρουν υπεραξία 170 εκατομμυρίων. Αργά ή γρήγορα τα στοκ πρέπει να διακινηθούν». Το έγκλημα του ποδοσφαιριστή της ιστορίας μας, του Αλεξάντρ Λακαζέτ, που στις 8 Φεβρουαρίου άκουσε μισό γήπεδο να τον αποδοκιμάζει και είδε πανό να του ζητούν τα ρέστα («Πριν ονειρευτείς άλλες ομάδες, κοίτα να προσφέρεις κάτι στην ομάδα που σε έφτιαξε»); Είναι ένα περιουσιακό στοιχείο με δυνητική υπεραξία 50 εκατομμυρίων –τόση είναι η ρήτρα του–, τον ενημέρωσαν πως η ομάδα του ψάχνει να τον «διακινήσει» το καλοκαίρι και δήλωσε ότι του αρέσει η ιδέα να αλλάξει αέρα. Οι ομάδες που ενδιαφέρονται να τον υποδεχτούν, πολλές: η Λίβερπουλ, η Άρσεναλ, η Ντόρτμουντ…
Το βαφτιστικό «Αλέξανδρος» δεν είναι ιδιαίτερα συνηθισμένο στη Γαλλία –όπως δεν είναι ούτε το «Ναπολέων» ή το «Καρλομάγνος», εξίσου αυτοκρατορικά–, οπότε, όταν ένας νεαρός με αυτό το εξωτικό όνομα άρχισε να κάνει σπουδαία πράγματα –πρωταθλητής Ευρώπης κάτω των 19 το 2010, πρώτος σκόρερ στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα κάτω των 20 με την Εθνική το 2011–, οι οπαδοί της Λυόν κι οι δημοσιογράφοι θεώρησαν χαριτωμένο να του κολλήσουν το παρατσούκλι «Μέγας Αλέξανδρος» .
Στην Ελλάδα το συγκεκριμένο ποδοσφαιρικό παρατσούκλι παραπέμπει στον Γιώργο Κούδα, με τον οποίον ο Λακαζέτ έχει δυο κοινά: την κατακραυγή που προκάλεσε όταν δεν απέκλεισε την ιδέα να φύγει από την ομάδα όπου αγαπήθηκε και το βάρος της ευθύνης να είναι ο στυλοβάτης αυτής της ομάδας.
Πέρσι, όταν ο «Μεγαλέξαντρος» πέρασε τη μισή σεζόν ντεφορμέ ή τραυματίας, η Λυόν δυσκολευόταν να παρακολουθήσει την κούρσα για έξοδο στο Τσάμπιον Λιγκ ή και την Ευρώπη γενικότερα, αφού σε κάποια φάση βρέθηκε στην 13η θέση. Μετά, το νούμερο 10 ξαναβρήκε μια δαιμονιώδη φόρμα και τον δρόμο προς τα δίχτυα, ο φίλος του ο Ναμπίλ Φεκίρ –άλλο περιουσιακό στοιχείο– επανήλθε από τραυματισμό, κι η ομάδα ξεκίνησε μια ξέφρενη πορεία που την οδήγησε στην δεύτερη θέση, με κερασάκι στην τούρτα ένα χορταστικό 6-1 επί του μεγάλου αντίπαλου, της Μονακό την προτελευταία αγωνιστική, με χατ τρικ του Λακαζέτ, που βγήκε δεύτερος μετά τον υπερηχητικό περσινό Ιμπραΐμοβιτς στην κατάταξη των σκόρερ.
Φέτος ξεκίνησε τη σεζόν πάλι με χατ τρικ κι οι δημοσιογράφοι τον ρώτησαν «Είναι η χρονιά σου, Άλεξ ;». Εκείνος, τόσο χαμηλών τόνων συνήθως, τόσο καλό παιδί απέναντι σε φίλους κι αντιπάλους, δεν άντεξε: «Γιατί; Οι άλλες ήταν άσχημες;»
Και πώς να αντέξει δηλαδή. Για πέρσι τα είπαμε, πρόπερσι σκόραρε κατά βούληση και βγήκε πρώτος σκόρερ μπροστά από τους γνωστούς σταρ της Παρί Σεν Ζερμέν. Γενικά εδώ και δυο χρόνια σπάει διάφορα ρεκόρ: την ημερολογιακή χρονιά 2016 πέτυχε 28 γκολ στο πρωτάθλημα, ένα περισσότερο από τον Καβάνι και περισσότερα από οποιονδήποτε άλλο παίκτη στο γαλλικό πρωτάθλημα, από το 1991 και τον Ζαν-Πιερ Παπέν, που τότε είχε κερδίσει τη Χρυσή Μπάλα. Φέτος ξεπέρασε ήδη το ταβάνι των 20 γκολ, κι αυτό το πετυχαίνει για τρίτη χρονιά στη σειρά: το είχε κάνει κι ο Παουλέτα το 2003, και ναι, ο μεγάλος Ζλάταν δεν τα είχε καταφέρει. Απόψε, στο μεγάλο εκτός έδρας ματς με την Παρί Σεν Ζερμέν, θα προσπαθήσει να πλησιάσει ακόμη περισσότερο τον επόμενο στόχο του, να σπάσει το δικό του ρεκόρ των 27 γκολ στο πρωτάθλημα. Και ίσως, πράγμα πιο δύσκολο, να οδηγήσει ακόμη μια φορά τη Λυόν στους προκριματικούς του Τσάμπιονς Λιγκ.
Το καλοκαίρι του 2016, παρά την εντυπωσιακή του φόρμα, δεν κλήθηκε από τον Ντεσάν στην τελική λίστα του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος, όπως δεν κλήθηκε ούτε προχτές για τα δυο ματς με Λουξεμβούργο και Ισπανία. Ο Λακαζέτ ακόμη μια φορά πληρώνει τον λάθος χρόνο. Είναι καλός επιθετικός, με πολύ καλά στατιστικά αλλά και πολλή, λιγότερο φανερή, δουλειά μέσα στο γήπεδο, κάπως στο στιλ του Μπενζεμά. Προσπαθεί όμως ματαίως να λάμψει όσο του αξίζει σε μια εποχή που σκάνε στον ουρανό του γαλλικού ποδοσφαίρου εκθαμβωτικότερα αστέρια, όπως ο Γκριεζμάν, ο Ντεμπελέ κι ο Κιλιάν Μμπαπέ. Δεν είναι 18 χρονών, δεν παίζει στην Ατλέτικο, δεν βγάζει μάτια στην Ντόρτμουντ στα 19 του, δεν είναι ιστορικό στέλεχος της Εθνικής όπως ο Ζιρού, δεν έχει το σκανδαλώδες παρελθόν του Τοβέν. Απλώς παίζει καλά, βάζει γκολ και σπάει ρεκόρ. Ο ίδιος λέει πως χρωστάει πολλά σε έναν άλλο μεγάλο επιθετικό.
Νέα Υόρκη, Ιούλιος 2013. Ο 22χρονος Λακαζέτ μένει ελαφρά στάσιμος εδώ και δυο-τρία χρόνια. Παίζει στο δεξί μέρος της επίθεσης, η κορυφή στη Λυόν είναι καπαρωμένη από τον Μπαφετιμπί Γκομίς και τον Λίσαντρο Λόπεζ. Βρίσκεται στις Η.Π.Α για ματς προετοιμασίας με τους Νιου Γιορκ Ρέντ Μπούλς. Εκεί θα συναντήσει τον Τιερί Ανρί, με τον οποίον μοιράζονται την κοινή καταγωγή από τη Γουαδελούπη και μια αόριστη φυσιογνωμική ομοιότητα. Ο Ανρί θα πάρει παράμερα τον νεαρό συνάδελφό του: «Σε παρακολουθώ καιρό. Δεν παίζεις άσχημα αλλά μπορείς να παίξεις πολύ καλύτερα». Ο Αλεξάντρ δεν προλαβαίνει να ψελλίσει: «Α, δεν φταίω εγώ, παίζω λίγο, δεν παίρνω πολύ την μπάλα», κι ο άλλος τον παίρνει από τα μούτρα: «Δεν θα το χρησιμοποιείς ως δικαιολογία όλη σου τη ζωή αυτό, ε ; Κοίτα να δουλέψεις, να δουλέψεις σκληρά. Κάνε τις αδυναμίες σου δύναμη». Τη σεζόν που θα ακολουθήσει αυτήν τη συνάντηση, ο Λακαζέτ θα βγει πρώτος σκόρερ της Λυόν και από τότε, όπως είδαμε, δεν θα σταματήσει.
https://www.youtube.com/watch?v=A9KNRYTG9tI
Στις 9 Μαρτίου, ένα μήνα μετά μετά τις αποδοκιμασίες που άκουσε βγαίνοντας αλλαγή στο ματς με τη Νανσί, ο Λακαζέτ θα βάλει ένα υπέροχο γκολ στις καθυστερήσεις με τη Ρόμα, το 28ο φετινό του σε 34 αγώνες. Ένα γκολ πανέμορφο αλλά κι αποφασιστικό, όπως αποδείχτηκε. Το κατάλληλο γκολ, την κατάλληλη, επιτέλους στιγμή. Ενώ οι συμπαίκτες του τρελαίνονται, εκείνος θα σταθεί ακίνητος μπροστά στην κερκίδα, με ψηλά το κεφάλι, σφιγμένα χαρακτηριστικά και τείνοντας περήφανα το στήθος. Ένας μινιμαλιστικός πανηγυρισμός, που παραπέμπει, όπως και το ύφος, στον σημαδιακό Τιερί Ανρί αλλά και στον Ερίκ Καντονά και στην πασίγνωστη πόζα που πήρε τον Δεκέμβρη του 1996, μετά από ένα γκολ απέναντι στη Σάντερλαντ. Μια πόζα αυτοκρατορική.