Δεν γνωρίζω πόσοι τουρίστες επισκέπτονται τη Νοβάρα στα βορειοδυτικά της Ιταλίας, ανάμεσα στο Μιλάνο και το Τορίνο, μια πόλη με πλούσια ιστορία και αρκετές ομορφιές. Αν κάποιος το έκανε εκεί γύρω στο 2012 ίσως να είχε πετύχει ένα νεαρό Πορτογάλο να περπατά στους δρόμους της πόλης, χωρίς να μπαίνει μέσα σε κάποιο μαγαζί, χωρίς να αγοράζει κάτι. Ίσως κι αυτό να ελέγχεται γιατί ο πρωταγωνιστής της ιστορίας μας, όπως θυμάται χρόνια μετά, δεν έβγαινε πολύ έξω. Ο Μπρούνο Φερνάντες ξεκίνησε το ποδόσφαιρο στις ακαδημίες της Μποαβίστα και φαινόταν από μικρός ότι θα γινόταν ένας σπουδαίος παίκτης. Για πολλούς ήταν ένας νέος Ρουί Κόστα. Παρ’ ότι όμως έγινε ποδοσφαιριστής στο βασίλειο των ποδοσφαιρικών μάνατζερ, την Πορτογαλία, εκεί που οι ατζέντηδες μπορούν να πουλήσουν άμμο σε Βεδουίνους και να βρουν ομάδα ακόμα και στον πιο άχρηστο ποδοσφαιριστή, ο Μπρούνο επέλεξε έναν πιο δύσκολο δρόμο.
Αντί να παίξει μερικά χρόνια ακόμα και να ακολουθήσει το δρόμο των περισσότερων ταλέντων της Πορτογαλίας με μια καλή (συχνά υπέρογκη οικονομικά) μεταγραφή, πήρε την απόφαση να μετακομίσει μόλις στα 17 του στην Ιταλία και τη Νοβάρα της ζόρικης Σέριε Β. Ο ατζέντης του Μιγκέλ Πίνιο πλησίασε τον αθλητικό διευθυντή της Νοβάρα (και αργότερα των Ουντινέζε και ΤΣΣΚΑ Σόφιας) Κριστιάνο Τζιαρέτα κι ο Ιταλός ταξίδεψε στην Πορτογαλία για να τον δει. Εντυπωσιάστηκε, παρακολούθησε έναν παίκτη με τρομερά τεχνικά χαρακτηριστικά, δεν χάρηκε βλέποντας ότι ήταν αρκετά αδύναμος, αλλά αποφάσισε να τον φέρει στην Ιταλία με περίπου 40 χιλιάδες €. Κάπως έτσι, ο Φερνάντες άφησε πίσω τους γονείς του και την κοπέλα του την Άνα. Μια συμμαθήτριά του που ερωτεύτηκε από τότε και την πολιόρκησε για καιρό, σε μια σχέση που άντεξε την απόσταση και κατέληξε τελικά σε γάμο. Κι αν το επώνυμό της Πίνιο σας μεταφέρει μερικές γραμμές παραπάνω, ναι από την κοπέλα του γνώρισε και τον αδερφό της και μετέπειτα μάνατζέρ του.
Τα πράγματα στην Ιταλία δεν ήταν εύκολα. Όπως θυμάται σε συνέντευξή του στην πορτογαλική Record, έφτασε στο Πιεμόντε με 50€ στην τσέπη του. “Αν χρειαστείς κάτι, ξόδεψέ τα”, του είπε η μητέρα του. Δεν ήταν ότι δεν είχαν να φάνε ως οικογένεια, απλώς ο Φερνάντες περίμενε ότι θα ζούσε με το μισθό του ως ποδοσφαιριστής. Δυστυχώς για τον ίδιο όμως, ο μισθός του ποδοσφαιριστή των 1.500€ δεν ερχόταν. Η Νοβάρα παρ’ ότι τον πήρε από τον Ιούνιο δεν τον πλήρωσε μέχρι τον επόμενο Ιανουάριο κι ο Φερνάντες έζησε με αυτά τα 50€, από τα οποία δεν ξόδεψε ούτε σεντ. Δεν είχε πρόβλημα όμως. Έτρωγε με την ομάδα και έκανε μόνο αυτό που τον ένοιαζε. «Δεν έφευγα από το γήπεδο όλη μέρα. Ζούσα με όσα είχα κι ήμουν χαρούμενος. Είχα πάντα μια μπάλα και ένα γήπεδο για να παίζω, για μένα ήταν αρκετό». Η προσαρμογή σε μια ξένη χώρα για ένα νεαρό δεν είναι ποτέ εύκολη, αλλά ο Φερνάντες ήταν αποφασισμένος να παλέψει.
Στην αρχή τον στήριξε πολύ η οικογένειά του κι η Άνα. Οι βιντεοκλήσεις με την πατρίδα ήταν σημαντικές. Όταν μπορούσαν, οι γονείς του ταξίδευαν να τον δουν, το ίδιο κι η κοπέλα του που σπούδαζε πλέον και δεν είχε τόσο μεγάλη άνεση να πηγαινοέρχεται. Ο Πορτογάλος αποφάσισε ότι έπρεπε να μάθει ιταλικά και αφοσιώθηκε σε αυτό. Όπως θυμάται ο Τζιαρέτα, η εικόνα στο σπίτι του Φερνάντες ήταν απίστευτη. Ήταν γεμάτο με post-it. Κάθε αντικείμενο είχε πάνω ένα αυτοκόλλητο με την αντίστοιχη λέξη στα ιταλικά. Καρέκλα, ψυγείο, τραπέζι κ.ο.κ. Μέσα σε μόλις ένα μήνα μπορούσε να συνεννοηθεί και να καταλάβει αρκετά καλά. Μέσα στο γήπεδο όμως μιλούσε ακόμα καλύτερα τη γλώσσα της μπάλας και γρήγορα πήρε θέση στην πρώτη ομάδα της Νοβάρα. Πριν κλείσει τα 19 του είχε γράψει πάνω από 20 συμμετοχές στην ομάδα που κατέκτησε την 5η θέση και παράλληλα την είσοδό της στα πλέι-οφ ανόδου. Η Έμπολι αποδείχτηκε δύσκολο εμπόδιο όμως κι η Νοβάρα δεν ανέβηκε στη Serie A.
Ο “Μαραντόνα της Νοβάρα” έγινε γνωστός όμως κι η Ουντινέζε, μια ομάδα που αγοράζει πολλούς παίκτες με την ελπίδα να της βγουν κάποιοι από αυτούς, τον πήρε με τη μορφή συνιδιοκτησίας. Ο αδύναμος Μπρούνο Φερνάντες έβαλε κι άλλα στοιχεία στο παιχνίδι του στην Ιταλία και στην Ουντινέζε είχε την τύχη να τον πάρει από κοντά ένας θρύλος του παγκόσμιου ποδοσφαίρου, ο Αντόνιο ντι Νατάλε. Ο πιτσιρικάς Πορτογάλος ήταν το πουλέν του Ιταλού, ένα project. Ο ντι Νατάλε ξόδευε πολύ χρόνο για να του δείξει από τα πιο απλά πράγματα μέχρι τα πιο σύνθετα. Ήταν ο ορισμός του δασκάλου για όσους παίζουν παιχνίδια τύπου Μάνατζερ. Και φυσικά, ένας δάσκαλος είναι εκεί και για να λέει τα πράγματα με το όνομά τους και να κριτικάρει. «Ο Φερνάντες με ενοχλεί συχνά γιατί είναι νέος και με την περισσότερη ποιότητα απ’ όλους μας. Έχει απίστευτα πόδια, αλλά κάποιες φορές χαλαρώνει μέσα στο γήπεδο», δήλωσε ο θρυλικός Ιταλός στην Gazzetta dello Sport.
Τρεις σεζόν έμεινε στο Φρίουλι ο Φερνάντες, αλλά σε μια περίοδο που η Ουντινέζε ήταν σε πολύ κακή κατάσταση. Κατέκτησε την 13η, την 16η και την 17η θέση σώζοντας την κατηγορία μόλις για ένα βαθμό. Ο Φερνάντες βελτιώθηκε, έγινε καλύτερος παίκτης, αλλά η τριετής παρουσία του στο σύλλογο χωρίς το παραπάνω βήμα, έκανε το όνομά του να ξεθωριάζει κάπως. Έφτασε τα 22 και είχε να επιδείξει 11 γκολ σε 90 αγώνες περίπου. Πήγε δανεικός στην Σαμπντόρια το 2016-17 κι η τελευταία του σεζόν στην Ιταλία ήταν αρκετά καλή, όχι όμως τόσο ώστε να φέρει κάποια σπουδαία πρόταση. Έτσι, ήρθε η ώρα του επαναπατρισμού. Τα περίπου 8,5 εκατομμύρια € που έδωσε η Σπόρτινγκ τον έφεραν για πρώτη φορά (επαγγελματικά) στην Πορτογαλία.
Ο Μπρούνο Φερνάντες πίστευε ότι στη Σπόρτινγκ θα έκανε μεγάλα πράγματα. Και πράγματι, αγωνιστικά τα έκανε. Αλλά όπως η θητεία του σε μια Ουντινέζε παρηκμασμένη δεν ήταν ό,τι το καλύτερο, έτσι κι η Σπόρτινγκ των τελευταίων ετών δεν τον άφησε να έχει ένα κατάλληλο περιβάλλον. Σκόραρε τέσσερα γκολ στα πρώτα πέντε γκολ στο πρωτάθλημα, παίζοντας σε έναν ελεύθερο ρόλο και έχοντας πίσω του Καρβάλιο και Μπατάλια να κάνουν τη βρώμικη δουλειά. Στο ντεμπούτο του στο Τσάμπιονς Λιγκ σκόραρε απέναντι στον Ολυμπιακό. Όλα έδειχναν ρόδινα. Σκόραρε συνολικά 11 φορές στο πρωτάθλημα και ήταν με διαφορά από τους καλύτερους παίκτες της ομάδας. Τα διαβόητα γεγονότα όμως του Μαΐου του 2018, έφεραν ουσιαστικά το τέλος της Σπόρτινγκ των τελευταίων ετών.
Ήταν ένα απόγευμα Τρίτης, με τη Σπόρτινγκ να έχει μόλις χάσει τη 2η θέση για το Τσάμπιονς Λιγκ αυτοκτονώντας στις τελευταίες αγωνιστικές. 50 περίπου κουκουλοφόροι οπαδοί της Σπόρτινγκ έκαναν τα 20 χιλιόμετρα από τη Λισαβόνα μέχρι το προπονητικό κέντρο του συλλόγου. Μπούκαραν μέσα φωνάζοντας “θα σας σκοτώσουμε” και επιτέθηκαν κατά δικαίων και αδίκων. Ο πρώτος σκόρερ της ομάδας, ο Ολλανδός Μπας Ντοστ με 34 γκολ σε 31 παιχνίδια δέχτηκε μπουνιές και κλωτσιές και έπεσε κάτω τραυματισμένος. Ο ρόλος της διοίκησης ήταν τουλάχιστον ύποπτος, με τις εφημερίδες της Πορτογαλίας να αποκαλούν τα γεγονότα ως τον “πόλεμο του Αλκοτσέτε” και να γράφουν ότι ο ισχυρός ανήρ του συλλόγου ντε Καρβάλιο ήταν πίσω από το ντου. Στην καλύτερη πάντως, ήταν ο ηθικός αυτουργός αφήνοντας ξεκρέμαστους παίκτες και προπονητή (ο ίδιος έλειπε εκείνη την ώρα από το γραφείο του, κάτι που χαρακτηρίστηκε ως ιδιαίτερα ύποπτο). Αρκετοί παίκτες αποφάσισαν να φύγουν, ανάμεσά τους κι ο Ποντένσε. Μεταξύ τους ήταν αρχικά το μεγαλύτερο θύμα, ο Μπας Ντοστ, αλλά κι ο Μπρούνο Φερνάντες που τα άκουσε κι αυτός.
Ντρίμπλες, πάσες, γκολ, στημένα. Η ποιότητα του Φερνάντες είναι πασιφανής.
Η καταρρακωμένη Σπόρτινγκ έχασε λίγες μέρες αργότερα και το κύπελλο, αφού ηττήθηκε από την Άβες στον τελικό. Ο Φερνάντες πήρε το βραβείο του καλύτερου παίκτη του πρωταθλήματος λίγο πιο μετά και τελικά, μετά τη φυγή του ντε Καρβάλιο, άλλαξε την απόφασή του και έμεινε στο σύλλογο ανανεώνοντας μάλιστα το συμβόλαιό του. Ο Πορτογάλος έγινε ο απόλυτος ηγέτης της ομάδας, τελείωσε πέρσι τη σεζόν σκοράροντας 20 φορές στο πρωτάθλημα, δεύτερος πίσω μόνο από τον Σεφέροβιτς που κατά διαβολική σύμπτωση ήταν συμπαίκτης του πίσω στο μακρινό 2013 στη Νοβάρα. Η Σπόρτινγκ, που έχασε κάθε επαφή με τις Πόρτο και Μπενφίκα, βγήκε τρίτη. Η παρηγοριά ήταν το κύπελλο. Ο Φερνάντες σκόραρε και στα δύο ματς των ημιτελικών με την Μπενφίκα, ενώ ευστόχησε και στο πέναλτί του στον τελικό με την Πόρτο χαρίζοντας τον τίτλο στην ταλαιπωρημένη Σπόρτινγκ. Παρά τις πολλές προτάσεις και το ενδιαφέρον συλλόγων όπως η Τότεναμ, ο Μπρούνο Φερνάντες δεν έφυγε τελικά το καλοκαίρι του 2019. Συνέχισε να κουβαλάει τη Σπόρτινγκ στις πλάτες του (με 8 γκολ σε 17 παιχνίδια), αλλά η Σπόρτινγκ δίνει μάχη για την τρίτη θέση με την Μπράγκα και τη Φαμαλικάο.
Ο Μπρούνο Φερνάντες φαίνεται να μην αντέχει άλλο να τα δίνει όλα. Το Σεπτέμβριο, η εφημερίδα Record διαρρέει ένα ηχογραφημένο μήνυμα του παίκτη που μιλάει για την ομάδα. Τα βάζει με τους συμπαίκτες του και τη νοοτροπία τους, αλλά και με τους δημοσιογράφους. “Υπάρχουν παίκτες που δεν θέλουν να βρίσκονται εδώ, δεν θέλουν να παίζουν. Αν δεν θέλουν να είναι εδώ, ας γ..θούν να φύγουν. Κάθονται ένα χρόνο εδώ, παίρνουν τα χρήματα και μετά φεύγουν.” Σε ένα άλλο σημείο τα βάζει με τους ρεπόρτερ που ανέφεραν μια νέα (αυτή τη φορά ειρηνική) επίσκεψη οπαδών με υπερβολικά λόγια. “Είπαν για ‘εισβολή’. Ποια εισβολή; Ήρθαν να διαμαρτυρηθούν, είναι δικαίωμά τους. Τραγούδησαν και μας είπαν κάποια λόγια. Τι θέλουμε να κάνουμε; Δεν κερδίζουμε κανέναν και θέλουμε να μας αποθεώνουν σε όλα τα παιχνίδια;” Έχοντας φτάσει στα 25 του πλέον και μέσα σε ένα αρκετά τοξικό περιβάλλον, όπως αυτό της Σπόρτινγκ, ο Φερνάντες κατάλαβε ότι μάλλον ήρθε η ώρα για το επόμενο βήμα. Ακόμα κι ο Κριστιάνο Ρονάλντο δήλωσε ότι δεν μπορούσε να καταλάβει τι έκανε ακόμα ο Φερνάντες στη Σπόρτινγκ και γιατί δεν είχε φύγει. Από τις ομάδες που ενδιαφέρονταν, η Γιουνάιτεντ ήταν αυτή που τελικά έδειξε τη μεγαλύτερη θέληση. Έβγαλε από τα ταμεία της περίπου 55 εκατομμύρια €, τα οποία στο προσεχές μέλλον με τους διάφορους όρους μπορεί να φτάσουν μέχρι τα 80 και τον έκανε δικό της.
Το συγκινητικό αντίο του Μπρούνο Φερνάντες στη Σπόρτινγκ
Ο Μπρούνο έκανε το ντεμπούτο του με τη Γουλβς και ετοιμάζεται να παίξει ξανά στο μεγάλο ματς απέναντι στην Τσέλσι. Όμως η απορία υπάρχει. Είναι ο παίκτης για την Γιουνάιτεντ; Είναι αυτό που λείπει από το βαρετό ποδόσφαιρο μιας ομάδας που δεν παράγει; Ο παίκτης που θα μπορέσει να πάρει τις μπάλες και να φτιάξει ποδόσφαιρο; Αυτός που θα αντέξει στους διαφορετικούς ρυθμούς της Πρέμιερ Λιγκ και στο πιο δυνατό παιχνίδι σε σχέση με της Πορτογαλίας; Κι από την άλλη, μήπως ο Φερνάντες μετά από μια τριετία στην Ουντινέζε κι ακόμα μία στη Σπόρτινγκ, επέλεξε ξανά λανθασμένα; Μήπως το ποδοσφαιρικό νεκροταφείο του Ολντ Τράφορντ, εκεί που ακόμα και σπουδαίοι ποδοσφαιριστές εξαφανίζονται ανάμεσα στη μετριότητα ενός ιστορικού συλλόγου που δεν μπορεί να σηκώσει κεφάλι, θάψει τελικά και την καριέρα του Φερνάντες; Η Mirror μετά το 0-0 με τη Γουλβς έγραψε ότι ακόμα κι αν δεν το ήξερε, ο Φερνάντες θα κατάλαβε πλέον ότι ήρθε σε μια μέτρια ομάδα. Στα 25 του πλέον δεν είναι μικρός. Κι αν το πείσμα του τον έκανε να ζήσει με 50€ για 6 μήνες, να μάθει ιταλικά γρήγορα, να γίνει πιο σκληρός και δυνατός, αρκεί αυτό για να πετύχει στο νέο του περιβάλλον;