Δέκα ποδοσφαιρικά θαύματα του 21ου αιώνα

Μπορεί με το δριμύ αποτύπωμα που έχει αφήσει στις ζωές μας τον τελευταίο χρόνο να πέρασε κάπως στο ντούκου, αλλά μετράμε ήδη μια εικοσαετία μέσα στην αγκαλιά της νέας χιλιετίας, είκοσι χρόνια που ο τρόπος που ζούμε και αντιλαμβανόμαστε την πραγματικότητα έχει αλλάξει με ιλιγγιώδεις ρυθμούς και φυσικά το ίδιο ισχύει και για το ποδόσφαιρο (άρα και το στοίχημα) όπου κατά τη διάρκεια των τελευταίων 20 ετών, τα έχουμε δει κυριολεκτικά όλα.

Το ποδόσφαιρο εξάλλου οφείλει ένα μεγάλο κομμάτι της τρομερής δημοτικότητας του σε όλα τα μη και τα πλάτη του πλανήτη στον απρόβλεπτο χαρακτήρα του και τη σπανιότητα της εμφάνισης του «γκολ» και θεμελιώνει το δικαίωμα του κάθε ονειροπόλου προπονητή, να ξεκινήσει την ομιλία του με την ατάκα «έντεκα αυτοί, έντεκα εμείς» ανεξαρτήτως του αντιπάλου.

Γιατί αυτό που κάνει το ποδόσφαιρο πραγματικά μαγικό, δεν είναι το γκολ, αλλά η σπανιότητα της επίτευξης του. Αυτή η εξαιρετικά χαμηλή περιοδικότητα είναι που το διαφοροποιεί από τα άλλα σπορ (με καθορισμένη χρονική διάρκεια) και το καθιστά εξαιρετικά απρόβλεπτο. Στο ποδόσφαιρο αναπαράγεται συχνότερα από οπουδήποτε αλλού ο μύθος του Δαυίδ με τον Γολιάθ. Ο αδύνατος που βγαίνει στον αγωνιστικό χώρο ως πρόβατο επί σφαγή, μπορεί να φύγει από τον χώρο της θυσίας νικητής. Και από το απρόβλεπτο της υπόθεσης είναι που αντλείται η απύθμενη ελκυστικότητά του.

10. Το Μουντιάλ των απόλυτων εκπλήξεων (Σενεγάλη, Τουρκία, Ν. Κορέα)

Ο γεννημένος στη Δουνκέρκη Ο Μπρούνο Μετσού – και για τους Σενεγαλέζους Αμπντού Καρίμ, όνομα που πήρε όταν του δόθηκε η υπηκοότητα και ασπάστηκε τον Ισλαμισμό – βρέθηκε από σύμπτωση στο τιμόνι της εθνικής ομάδας της Σενεγάλης, λίγους μήνες πριν το Μουντιάλ του 2002 χάρις στην Ροκάγια Ν’ Ντιαγέ με την οποία παντρεύτηκαν στο Ντακάρ, σε μία περιοχή μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. Όταν το βράδυ της 31ης Μαΐου η Σενεγάλη κέρδιζε στην πρεμιέρα του Μουντιάλ την πρωταθλήτρια κόσμου Γαλλία κάνοντας μια ολόκληρη ήπειρο να ξενυχτίσει στους δρόμους θυμήθηκε τα λόγια της γυναίκας του: « ολόκληρη η χώρα σε θεωρεί “πνευματικό ηγέτη της”, χάρη στην Εθνική και την πρόκριση στο Μουντιάλ. Πέρα όμως από το ποδόσφαιρο, η Σενεγάλη για σένα είναι πια η πατρίδα σου και ο κόσμος της ο λαός σου».

Το παραμύθι της Σενεγάλης συνεχίστηκε (αφού απέκλεισε στον όμιλο της Γαλλία και Ουρουγουάη και στους «16» την Σουηδία) μέχρι και τα προημιτελικά, όπου διασταυρώθηκε με το παραμύθι της Τουρκίας του Χακάν Σουκούρ η οποία και πέρασε στα ημιτελικά της διοργάνωσης, στο Μουντιάλ των εκπλήξεων. Η ειρωνεία της τύχης βέβαια είναι ότι σήμερα ο Χακάν Σουκούρ έχει χαρακτηριστεί εχθρός του τουρκικού κράτους από τον Ερντογάν (και καταδικαστεί ερήμην) και είναι υποχρεωμένος να ζει εξόριστος στις ΗΠΑ και να βγάζει τα προς το ζην δουλεύοντας ταξί στη Νέα Υόρκη και πουλώντας βιβλία.

Μια άλλη τραγική ειρωνεία του 2020, είναι ότι πριν λίγες εβδομάδες, έφυγε απ’ τη ζωή σε ηλικία μόλις 42 ετών, ο Σενεγαλέζος μέσος Πάπα Μπούμπα Ντιόπ (που ένα διάστημα είχε φορέσει  και τη φανέλα της ΑΕΚ) ο οποίος είχε σκοράρει το ιστορικό γκολ στην νίκη επί της παγκόσμιας πρωταθλήτριας Γαλλίας και ήταν πρώτος σκόρερ για την χώρα του στη διοργάνωση με τρία γκολ.

Η άλλη τρομαχτική έκπληξη εκείνης της διοργάνωσης βέβαια, ήταν η διοργανώτρια Νότιος Κορέα που λίγο με το πρωτόγνωρα αυτοματοποιημένο ποδόσφαιρο της, λίγο με την εύνοια της διαιτησίας και της τύχης, κατάφερε και αυτή να φτάσει μέχρι τα ημιτελικά όπου ηττήθηκε τελικά από την Γερμανία για να λάμψει εντέλει στον τελικό το ταλέντο των τριών «Ρ»: Ρονάλντο – Ριβάλντο – Ροναλντίνιο σε μια από τις πιο ενδιαφέρουσες διοργανώσεις όλων των εποχών.

7. Το θαύμα της Πόρτο και η «γένεση» του Special One

«Δεν είμαι κανένας τυχαίος, είμαι ο Special One», ο εκλεκτός όπως είπε ο Ζοζέ Μουρίνιο κατά την παρουσίαση του από την Τσέλσι με τα βρετανικά ταμπλόιντς να τρίβουν τα χέρια τους γιατί κατάλαβαν αμέσως πως είχαν μπροστά τους τον άνθρωπο που θα τους προμήθευε με τόσο υλικό που θα έπρεπε να προσλάβουν καινούριους συντάκτες για να προλαβαίνουν να γεμίζουν τις σελίδες τους. Μπορεί για πολλούς ο Μουρίνιο να μοιάζει σήμερα παρωχημένος, αλλά αυτό που πέτυχε την διετία 2003-2004 με τις διαδοχικές κατακτήσεις από την Πόρτο του κυπέλλου ΟΥΕΦΑ και του Τσάμπιονς Λιγκ, δεν έχει κανένα προηγούμενο, πόσο μάλλον όταν το έκανε με ένα μπάτζετ επιπέδου ελληνικής ομάδας για τα μέτρα εκείνης της εποχής.

6. Το Κόπα Άφρικα των δακρύων

Τον Απρίλιο του 1993 έπαψε να υπάρχει η για πολλούς καλύτερη Εθνική Ζάμπιας όλων των εποχών σε μια ανεξιχνίαστη αεροπορική τραγωδία στα παράλια της Γκαμπόν, που δεν άφησε κανέναν επιζώντα. Με τις μνήμες εκείνης της ομάδας γαλουχήθηκαν όλες οι επόμενες ποδοσφαιρικές γενιές της χώρας, αλλά χωρίς επιτυχίες μέχρι το 2004 όταν με προπονητή τον Ερβέ Ρενάρ πέτυχαν το ακατόρθωτο και παρότι θεωρούνταν τελευταίο αουτσάιντερ της διοργάνωσης κατέκτησε το τρόπαιο. Ο 43χρονος Γάλλος προπονητής γνώριζε πολύ καλά τις ιδιαιτερότητες της συγκεκριμένης διοργάνωσης: “Είναι γραφτό, πρέπει να πάμε και να τιμήσουμε τις μνήμες της εθνικής Ζάμπια που πέθανε το 1993” και μαζί με τους  παίκτες είχαν δώσει όρκο τιμής, να επισκεφτούν την ακτή που συνετρίβη το αεροπλάνο.

Παραμονή του τελικού, ο Ρενάρ και οι παίκτες του περπάτησαν κατά μήκος της ακτής δίπλα από το αεροδρόμιο, τραγουδώντας έναν επικήδειο ύμνο της Ζάμπια και άφησαν από ένα λουλούδι για κάθε αδικοχαμένο παίκτη στην άκρη του γιαλού σε μια άκρως φορτισμένη ατμόσφαιρα που τους γέμισε ενέργεια και πίστη για τον τελικό της επόμενης μέρας κόντρα στην Ακτή Ελεφαντοστού. Η παρέα του Ντιντιέ Ντρογκμπά, δεν κατάφερε να κάνει ζάφτι την υπέρτατα συγκινησιακά φορτισμένη ομάδα της Ζάμπια, με τις σκηνές που διαδραματίστηκαν μετά την λήξη του τελικού να μην έχουν προηγούμενο.  Οι παίκτες της Ζάμπια, δεν αναλώθηκαν σε πανηγυρισμούς, αλλά συγκεντρώθηκαν στο κέντρο του γηπέδου σε μια ομαδική προσευχή-μνημόσυνο στις 30 αδικοχαμένες ψυχές. Η ιερή αποστολή τους είχε φθάσει στο τέλος της.

5. Η Κραυγή των Λύκων

Είναι μία σχετικά νέα ομάδα (ιδρύθηκε το 1945) που εδρεύει στην ομώνυμη πόλη της Κάτω Σαξονίας  που χτίστηκε κατά την Ναζιστική περίοδο για τις ανάγκες της γερμανικής  αυτοκινητοβιομηχανίας και να δώσει κατάλυμα στο εργατικό δυναμικό των εργοστασίων της Βόλκσβάγκεν. Σήμερα είναι η πλουσιότερη πόλη της Γερμανίας, με την Βολκσβάγκεν να δεσπόζει παντού και φυσικά να ελέγχει την ομάδα, χωρίς όμως να έχει μπει ποτέ στη διαδικασία να ξοδέψει πακτωλούς χρημάτων για μεταγραφές – παραμένει προσηλωμένη στη λογική του χτισίματος «ομάδων προπονητή», μέσα από μακροπρόθεσμο πλάνο και έξυπνες κινήσεις.

Η ομάδα της Βόλφσμπουργκ τη σεζόν 2008-09 με το ένατο μεγαλύτερο μπάτζετ στην Μπουντεσλίγκα, αλλά τον Φέλιξ Μάγκατ στον πάγκο, κατάφερε να κατακτήσει ένα ανέλπιστο πρωτάθλημα, αντέχοντας  μέχρι τέλους το ασφυκτικό πρέσινγκ της Μπάγερν, αποδίδοντας παράλληλα θεαματικό ποδόσφαιρο με το «φονικό» δίδυμο Τζέκο – Γκραφίτε να σημειώνει 57 γκολ. Βέβαια, εκείνο το καλοκαίρι ο Μάγκατ έφυγε και έκτοτε η καριέρα του ξεκίνησε μια μεγάλη κατρακύλα, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία καθώς ο αστικός μύθος λέει ότι ο Μάγκατ σταμάτησε να κερδίζει γιατί έχοντας πλέον περάσει από πολλές ομάδες, σε κάθε ματς έβρισκε στην αντίπαλη ομάδα πρώην παίκτες του, οι οποίοι μισούσαν τόσο τις μεθόδους του (πολύ σκληρές προπονήσεις, καψόνια μετά από ήττες, αναίτια πρόστιμα) που έκαναν τα πάντα για να τον κερδίσουν.

4. Περιηγήσεις οινογνωσίας (Μονπελιέ & Κεβιγί)

Λένε πως ο καλύτερος λόγος για να επισκεφτείς το Μονπελιέ είναι να ακολουθήσεις την διαδρομή οίνου της Προβηγκίας και να δοκιμάσεις τα καλύτερα ροζέ κρασιά του κόσμου. Την Άνοιξη του 2012 πάντως το γλέντι που είχε στηθεί στην  “Place de la Comedie”, κράτησε περισσότερο και από κρητικό γάμο, καθώς η ομάδα ποδοσφαίρου της πόλης (που συνήθως βρίσκεται στη σκιά της ομάδας ράγκμπι) είχε πετύχει το αδιανόητο – να κερδίσει το πρωτάθλημα Γαλλίας, με ένα ρόστερ χωρίς κανένα μεγάλο αστέρι, αφήνοντας πίσω την πανάκριβη Παρί Σεν Ζερμέν που είχε ήδη περάσει σε Αραβικά χέρια, ξοδεύοντας άπειρα πετροδόλαρα σε μεταγραφές.

Την ίδια χρονιά, η ερασιτεχνική Κεβιγί από την 5η κατηγορία, θα καταφέρει να φτάσει μέχρι τον τελικό κυπέλλου σε μια ακόμη τεράστια έκπληξη που αν δεν υπήρχε το κατόρθωμα της Μονπελιέ, θα φιγουράριζε μόνο του στην 3η θέση. Το κύπελλο Γαλλίας είναι μια «κολοσσιαία» διοργάνωση, ανοιχτή σε κάθε ερασιτεχνική ένωση (ακόμη και των υπεράκτιων αποικιών) που συμμετέχουν περίπου 6500 ομάδες και διεξάγεται σε 14 γύρους και η πορεία προς το Παρκ ντε Πρενς είναι πιο δύσκολη από οποιοδήποτε άλλη διοργάνωση κυπέλλου στον κόσμο.

2. Το θαύμα της Πορτογαλίας

«Γιατί να μην μπορείς να κερδίσεις μια πλουσιότερη ομάδα. Δεν έχω δει ποτέ μου έναν σάκο με χρήματα να σημειώνει γκολ», έλεγε ο Γιόχαν Κρόιφ και δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που μικρά ποδοσφαιρικά θαύματα μας κάνουν να τον θυμόμαστε με νοσταλγία, όχι μόνο για τις περίτεχνες ενέργειες του στο τερέν, αλλά για την «εκτός γηπέδων» ποδοσφαιρική του σοφία

Σαν να ακούω ήδη τον Βασίλη Τσιάρτα (ή όπως γράφεται τελοσπάντων) να εξανίσταται για το ότι το έπος της Πορτογαλίας δεν βρίσκεται στην κορυφή της λίστας, αλλά στην δεύτερη θέση. Ο μοναδικός λόγος, δεν είναι κάποια «μαέστρικη» θεωρία συνομωσίας ή ανθελληνικός δάκτυλος, αλλά το γεγονός  ότι πρόκειται για ένα αυτοτελές τουρνουά, έξι αγώνων σε 20 μέρες που αυξάνει τις πιθανότητες του αουτσάιντερ και όχι ένας μαραθώνιος 38 αγωνιστικών κατά τη διάρκεια μια ολόκληρης σεζόν με εμβόλιμη μεταγραφική περίοδο και καμιά δεκαπενταριά μπάτζετ αστρονομικά ψηλότερα από το δικό σου.

1. Ο ευπατρίδης Κλαούντιο Ρανιέρι

«Έκανα λάθος που αποδέχθηκα την πρόταση της ΕΠΟ. Ήθελα τη δουλειά, αλλά δεν είχα συνειδητοποιήσει πόσο διαφορετική είναι η δουλειά του εκλέκτορα μιας εθνικής ομάδας από τη διαχείριση του ρόστερ ενός συλλόγου. Είχα μόλις τέσσερα ματς για να φέρω αποτελέσματα και για κάθε ματς είχα τους παίκτες στη διάθεση μου για μόλις τρεις μέρες, δηλαδή συνολικά για 12 μέρες. Μα τι μπορείς να κάμεις μέσα σε 12 μέρες, πως να ξαναχτίσεις μια ομάδα απ’ την αρχή. Δεν είμαι μάγος.»

Όταν ο Κλαούντιο Ρανιέρι απολύθηκε τον Νοέμβριο του 2014 (μετά την ήττα της Εθνικής μας από τα Νησιά Φερόε) με τη στάμπα του πιο αποτυχημένου των αποτυχημένων και τη λοιδορία σύσσωμου του τύπου και της ντόπιας ποδοσφαιρικής ιντελεγκέντσιας, τίποτα δεν προμήνυε ότι ενάμιση χρόνο αργότερα θα τύγχανε της παγκόσμιας διθυραμβικής αναγνώρισης για το μεγαλύτερο ποδοσφαιρικό (αν όχι αθλητικό) θαύμα όλων των εποχών.

Όχι πως στο ξεκίνημα του στη Λέστερ αντιμετωπίστηκε με μεγαλύτερη αβρότητα από τα βρετανικά ταμπλόιντς – ακόμη και ο συνήθως μετριοπαθής “Guardian”, χαρακτήρισε την πρόσληψη του από την Λέστερ επονείδιστη. Στην πρεμιέρα πάντως η Λέστερ ξεκίνησε με 4-2 επί της Σάντερλαντ, με τον Ρανιέρι να αποκαλύπτει ότι ιντρίγκαρε την ομάδα του και άντλησε έμπνευση από την τοπική ροκ μπάντα “Kasabian”, ενώ στην πρώτη νίκη χωρίς να δεχθεί γκολ έβγαλε έξω τους παίκτες του για να τους κεράσει πίτσα και σαμπάνια.

Η συνέχεια είναι λίγο πολύ γνωστή, ο πάντα ευγενέστατος και άριστος ψυχολόγος Ρωμαίος, λες και είχε κάνει μάγια στους παίκτες του και δεν σταματούσαν να σκοράρουν (αν και όντως στις προπονήσεις είχαν μαγικές φράσεις και μαγικά καμπανάκια), ο μέχρι τότε παντελώς άγνωστος Τζέιμι Βάρντι είχε όντως νοιώσει ότι στο πρόσωπο του ο Ρανιέρι έβλεπε τον ασταμάτητο Γκαμπριέλ Μπατιστούτα της περιόδου 1994-95 στη Φιορεντίνα.

Κανείς δεν πίστευε ότι η Λέστερ θα αντέξει μέχρι τέλους, ακόμη και με πατημένη την Άνοιξη, οι μπουκμέικερ επέμεναν να την αντιμετωπίζουν σαν δευτεροκλασάτο αουτσάιντερ και να την προσφέρουν σε τεράστιες αποδόσεις, σε πλήρη αναντιστοιχία με την βαθμολογική της συγκομιδή. Εξάλλου η απόδοση της Λέστερ για να στεφθεί πρωταθλήτρια πριν το ξεκίνημα της Πρέμιερ ήταν 5.000/1 – πόσο πιο έξω να πέσουν…

Maestro