Η επιστροφή του Τιάγκο Σίλβα στη Μόσχα

Τετάρτη βράδυ στο Στάδιο Σπαρτάκ της Μόσχας. Η Βραζιλία αντιμετωπίζει την Σερβία και οι Βραζιλιάνοι είναι έτοιμοι να εκτελέσουν ένα κόρνερ από τα αριστερά. Βρισκόμαστε στο 68ο λεπτό και ο αγώνας είναι στο εύθραυστο 1-0. Ο Νειμάρ στέλνει τη μπάλα στο πρώτο δοκάρι και ο Τιάγκο Σίλβα με μια καρφωτή κεφαλιά τη στέλνει με τη σειρά του στα δίχτυα.

O σκόρερ κατευθύνεται αμέσως προς το σημαιάκι του κόρνερ για να πανηγυρίσει με τον παίκτη που του έδωσε την ασίστ. Όταν τα πανηγύρια τελειώνουν και οι συμπαίκτες του επιστρέφουν σιγά-σιγά προς τη σέντρα ο Τιάγκο Σίλβα γονατίζει και δείχνει με τα δάχτυλα προς τον ουρανό. Για όλους τους υπόλοιπους ήταν ένα γκολ που απλά σφράγισε την είσοδο της Βραζιλίας στα νοκ άουτ. Για τον ίδιο ήταν κάτι πολύ παραπάνω.

Μετά το τέλος του αγώνα οι δημοσιογράφοι ζητάνε από τον Βραζιλιάνο σέντερ μπακ μια δήλωση. Με ένα τεράστιο χαμόγελο καρφιτσωμένο πάνω του, ο Σίλβα λέει: “Μια από τις χειρότερες στιγμές της καριέρας αλλά και της ζωής μου συνέβη εδώ πέρα. Δόξα τω Θεώ, τώρα τα πράγματα είναι διαφορετικά και όλα μου πάνε καλά. Όχι μόνο στη Μόσχα αλλά και στη Ρωσία γενικότερα. Νιώθω πολύ καλά και οι αγώνες μου δίνουν εξτρά αυτοπεποίθηση”.

Μεταφερόμαστε 13 χρόνια πίσω και λίγα μόλις χιλιόμετρα μακριά από το Στάδιο Σπαρτάκ στη Μόσχα, σε ένα παλιό και σε κακή κατάσταση νοσοκομείο της πόλης. Ο Τιάγκο Σίλβα είναι ολομόναχος, ξαπλωμένος σε ένα δωμάτιο, ανήμπορος να κινηθεί ή να έρθει σε επαφή με τους δικούς του ανθρώπους. Είναι 21 χρονών και έχει κάνει το μεγάλο βήμα για την Ευρώπη παίρνοντας μεταγραφή στην Πόρτο. Για να τον δοκιμάσουν οι Πορτογάλοι τον άφησαν αρχικά μερικούς μήνες στη β’ ομάδα και στη συνέχεια τον έστειλαν δανεικό στη Δυναμό Μόσχας. Οι Ρώσοι πόνταραν αρκετά πάνω του αλλά πολύ σύντομα ανακάλυψαν ότι ο νεαρός ζοριζόταν υπερβολικά στις προπονήσεις, τις οποίες έβγαζε με δυσκολία. Μερικές εβδομάδες αργότερα όλοι κατάλαβαν ότι κάτι δεν πάει καλά, όταν διαπίστωσαν πως τα συμπτώματα που είχε ο Σίλβα από τη μέρα που έφτασε στη Ρωσία (πυρετός, έντονος βήχας και αλλεπάλληλοι ιδρώτες από το πουθενά) αντί να μειωθούν, πολλαπλασιαζόταν.

“Το 2005 μ’έστειλαν δανεικό στη Δυναμό αλλά πολύ γρήγορα αρρώστησα” αποκάλυψε σε συνέντευξη του σε ιταλικό περιοδικό το 2011 ο ίδιος ο παίκτης. Ο Σίλβα υποβλήθηκε σε πάρα πολλές εξετάσεις μέχρι να καταλάβουν οι γιατροί τι έχει και η τελική διάγνωση ήταν πολύ χειρότερη απ’ότι ήλπιζε: Φυματίωση και μάλιστα σε πολύ προχωρημένο στάδιο. “Μετά από καιρό έμαθα πως είχα φυματίωση για αρκετούς μήνες. Οι γιατροί μου είπαν πως αν καθυστερούσα να έρθω στο νοσοκομείο δυο εβδομάδες ακόμα υπήρχε πολύ μεγάλη πιθανότητα να μην καταφέρω να θεραπευτώ. Τόσο κοντά έφτασα στο θάνατο. Κάθε φορά που βγαίνω για έναν αγώνα σκέφτομαι εκείνες τις μέρες στη Μόσχα.”

Ο Σίλβα μπορεί να κέρδισε οριακά τον θάνατο αλλά η θεραπεία του μόνο εύκολη δεν ήταν καθώς οι πνεύμονες του ήταν σε πολύ κακή κατάσταση. “Έμεινα στο νοσοκομείο για 6 μήνες! Στο διάστημα αυτό έβαλα 10 κιλά. Η μητέρα μου έλεγε ότι δεν φαινόμουν άρρωστος αλλά η αλήθεια είναι ότι δεν μπορούσα να κουνηθώ. Οι γιατροί μου έλεγαν να προσπαθήσω να κάνω καμιά βόλτα αλλά δεν μπορούσα. Εκτός αυτού, η συγκεκριμένη ασθένεια είναι μεταδοτική και γι’αυτό ήμουν απομονωμένος. Το μόνο που μπορούσα να κάνω ήταν να παίζω παιχνίδια και να σερφάρω στο ίντερνετ. Τρεις-τέσσερις φορές την ημέρα ερχόταν ένας γιατρός, μου έκανε μια ένεση και μου έδινε χάπια, περίπου 10-15 κάθε μέρα”.

Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, οι γιατροί συζητούσαν στην αρχή την πιθανότητα της αφαίρεσης ενός εκ των πνευμόνων, κάτι που φυσικά θα σήμαινε και το τέλος της καριέρας του. Η οικογένεια του όμως αρνήθηκε εξ αρχής μια τέτοια επιλογή και, για καλή του τύχη, αυτή αποδείχτηκε αχρείαστη. Μετά από αρκετούς μήνες θεραπείας και ουσιαστικά ένα χρόνο ποδοσφαιρικής αποχής ο Σίλβα ήταν αποφασισμένος να τα παρατήσει όλα και να ασχοληθεί με κάτι άλλο, όμως για δεύτερη φορά στην καριέρα του η μητέρα του τον έπεισε να συνεχίσει την προσπάθεια, υπενθυμίζοντας του (όπως και την πρώτη φορά) ότι η εύρεση μιας καλύτερης δουλειάς στη Βραζιλία δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση.

Στις αρχές του 2006 ο Σίλβα εγκαταλείπει την Ευρώπη, επιστρέφει στο πατρικό σπίτι και ψάχνει μέσω γνωστών μια ευκαιρία για να σώσει την καριέρα του. Η Φλουμινένσε δέχεται να τον δοκιμάσει και όλα μετά παίρνουν το δρόμο τους. Κάνει τρεις εξαιρετικές χρονιές, πανηγυρίζει ένα κύπελλο Βραζιλίας, κερδίζει ατομικά βραβεία, το παρατσούκλι ‘Το Τέρας’ και εγκώμια από δημοσιογράφους, προπονητές και παλαίμαχους και μπαίνει για δεύτερη φορά στο μάτι των ευρωπαϊκών συλλόγων.

Το 2009 και μετά από ένα μεταγραφικό σήριαλ αρκετών μηνών η Μίλαν ανακοινώνει την απόκτηση του και ο 25χρονος πλέον Βραζιλιάνος επιστρέφει στην Ευρώπη, αποφασισμένος να πετύχει όσα δεν κατάφερε την πρώτη φορά. “Ήταν απλά απίστευτο. Μετά από όσα είχα περάσει, είχα τη δυνατότητα να παίξω για μια από τις μεγαλύτερες ομάδες του κόσμου και να εξελιχθώ στη Serie A, που φημίζεται για την ποιότητα των αμυνών της”.

Εννιά χρόνια μετά τη μέρα που πέρασε την πόρτα του προπονητικού κέντρου της Μίλαν, όπου και έμαθε καλύτερα τη θέση δίπλα στον Πάολο Μαλντίνι, θεωρείται ένας από τους καλύτερους αμυντικούς στον κόσμο. Αυτό τουλάχιστον δηλώνουν προσωπικότητες του ποδοσφαίρου όπως ο Ρονάλντο, ο Μπαρέζι, ο Μαλντίνι, ο Νέστα, ο Καναβάρο, o Ινζάγκι, ο Ιμπραίμοβιτς και αρκετοί ακόμα.

Αν και στη συλλογή των τροπαίων του υπάρχουν αρκετά πρωταθλήματα με τη φανέλα της Παρί Σεν Ζερμέν αλλά και της Μίλαν, ο μεγάλος στόχος του ήταν και είναι μια μεγάλη διάκριση με την εθνική. Στο Μουντιάλ του 2014 στο οποίο ήταν και αρχηγός, είχε την ατυχία (ή τύχη, ανάλογα με την οπτική του καθενός) να ζήσει την τραγωδία με τη Γερμανία από τις κερκίδες, αφού ήταν τιμωρημένος.

H κάρτα που τον άφησε έξω από τον ημιτελικό με τη Γερμανία

Παρά την απουσία του από τη μαύρη εκείνη μέρα, ο Βραζιλιάνικος Τύπος τον έστησε στον τοίχο, πιστεύοντας πως δεν του αξίζει το περιβραχιόνιο. Η έκφραση “αδύναμος αρχηγός” γράφτηκε αρκετές φορές, ακόμα και από τον Κάρλος Αλμπέρτο, αρχηγό της μεγάλης Βραζιλίας του 1970. Μετά την έντονη αρνητική κριτική ακολούθησαν δυο πολύ δύσκολα χρόνια, κατά τα οποία ο Σίλβα είτε καθόταν στον πάγκο της εθνικής, είτε έμενε εκτός κλήσεων.

Με την ανάληψη της τεχνικής ηγεσίας από τον Τίτι όμως, ο σέντερ μπακ της Παρί επέστρεψε στο προσκήνιο και φαίνεται να βρίσκει ξανά τη θέση που του αρμόζει στη ‘Σελεσάο’, παίζοντας βασικός και αρκετές φορές με το περιβραχιόνιο στο χέρι. Παρ’ότι ο προπονητής έχει επιλέξει να αλλάζει η αρχηγία σε κάθε παιχνίδι, οι Βραζιλιάνοι φίλαθλοι σε πρόσφατο γκάλοπ που τους ρωτούσε ποιος θα ήθελαν να είναι μόνιμος αρχηγός, ψήφισαν τον Σίλβα ως πρώτη επιλογή με 43%.

Ο Τίτι δεν φαίνεται διατεθειμένος να αλλάξει το σύστημα του αλλά από τις επιλογές του είναι φανερό πως δείχνει κι αυτός μια ελαφρά προτίμηση στον 33χρονο σέντερ μπακ του. Ο Σίλβα από την πλευρά δεν δείχνει να φοβάται την ευθύνη: “Δεν με τρομάζει η ευθύνη του να είμαι αρχηγός. Θεωρώ πως είναι προνόμιο το να είσαι ποδοσφαιριστής. Υπάρχουν πάρα πολλοί άνθρωποι που δεν θα έχουν ποτέ την ευκαιρία να τα καταφέρουν. Γνωρίζω καλά πως είναι να πιστεύεις ότι η καριέρα σου έχει τελειώσει γι’αυτό νιώθω ευγνωμοσύνη που η ζωή μου έδωσε μια δεύτερη ευκαιρία”.

Σήμερα το απόγευμα η Βραζιλία θα δώσει το πρώτο της παιχνίδι στη νοκ άουτ φάση του Παγκοσμίου Κυπέλλου, απέναντι στο υπολογίσιμο Μεξικό. Ο Τιάγκο Σίλβα θα βγει στον αγωνιστικό χώρο πρώτος φορώντας για μια ακόμα φορά το περιβραχιόνιο του αρχηγού. Το γκολ απέναντι στη Σερβία μπορεί να είχε τη δική του συμβολική αξία γιατί επιτεύχθηκε στη Μόσχα αλλά ο μεγάλος στόχος της Βραζιλίας είναι να βρίσκεται στην πρωτεύουσα της Ρωσίας στις 15 Ιουλίου, ημέρα διεξαγωγής του τελικού αυτού του Μουντιάλ. Εκεί, στην ίδια πόλη που μερικά χρόνια πριν έφτασε πιο κοντά από ποτέ στο θάνατο, ο Σίλβα θα κυνηγήσει τη μεγαλύτερη επιτυχία της ζωής του. Πριν απ’αυτό όμως, θα πρέπει πρώτα να περάσει τους φιλόδοξους τύπους με τα σομπρέρο.