Η τελευταία μάχη του αρχηγού

Το μεσημέρι της Κυριακής θα διεξαχθεί στη Γλασκώβη ένα από τα μεγαλύτερα ντέρμπι του κόσμου. Η Ρέιντζερς θα υποδεχτεί τη Σέλτικ σε ένα παιχνίδι που φαινομενικά δεν παρουσιάζει κανένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αφού η ομάδα του Στίβεν Τζέραρντ έχει εξασφαλίσει εδώ και αρκετές εβδομάδες το πρωτάθλημα. Υπάρχουν όμως δυο παράμετροι που προσδίδουν αξία και σε αυτό το Όλντ Φέρμ.

Τρία μόλις παιχνίδια πριν τη λήξη του πρωταθλήματος η Ρέιντζερς δεν έχει γνωρίσει ακόμα την ήττα φέτος και προφανώς δεν θέλει να τη νιώσει ούτε τώρα στο τελείωμα, μιας και η τελευταία φορά που είχε καταφέρει κάτι αντίστοιχο ήταν το πάρα πολύ μακρινό 1899. Στην άλλη πλευρά, η Σέλτικ, που κατέκτησε το πρωτάθλημα χωρίς ήττα πριν από τέσσερα χρόνια, θέλει φυσικά να χαλάσει τη γιορτή των γηπεδούχων αλλά αυτό δεν είναι το μόνο κίνητρο της. Το Κυριακάτικο Όλντ Φερμ θα είναι και το τελευταίο του αρχηγού της, Σκοτ Μπράουν, με την πράσινη φανέλα, αφού πριν από μερικές εβδομάδες έγινε γνωστό ότι ο 35χρονος πλέον μέσος θα συνεχίσει του χρόνου την καριέρα του στην Αμπερντίν. Εκεί θα αγωνιστεί υπό τις οδηγίες του φίλου και παλιού συμπαίκτη του, Στίβεν Γκλας, και θα έχει έναν ιδιαίτερο ρόλο σαν παίκτης-βοηθός προπονητή, με απώτερο στόχο να ξεκινήσει σε λίγα χρόνια μια νέα καριέρα στους πάγκους.

Σύμφωνα με τον παλαίμαχο της Σέλτικ, Σκοτ ΜακΝτόναλντ: “Κάποιοι λένε ότι είναι ένα αδιάφορο παιχνίδι αλλά δεν είναι για αρκετούς λόγους. Η Ρέιντζερς θέλει τον αήττητο τίτλο και η Σέλτικ θέλει να το αποτρέψει στο τελευταίο μάλιστα παιχνίδι του Μπράουν. Ο Σκοτ είναι ηγέτης σε όλα του και θεωρώ δεδομένο ότι θα θέλει να παίξει. Νομίζω πως θα είναι μια υπέροχη στιγμή αν το τελευταίο του παιχνίδι συνδυαστεί με μια νίκη μέσα στο Άιμπροξ. Είμαι σίγουρος πως η ομιλία του προπονητή θα βασιστεί πάνω σ’αυτό, πάνω στο τι σημαίνει ο Μπράουν για την ομάδα, και θα ζητήσει από τους παίκτες να τα δώσουν όλα γι’αυτόν.” Πώς όμως ένας τύπος που γεννήθηκε στο Ντανφέρμλιν, μεγάλωσε σε ένα σπίτι που είχε θέα από το παράθυρο το άγαλμα του θρύλου της Ρέιντζερς, Τζιμ Μπάξτερ, και γαλουχήθηκε στις ακαδημίες της Χιμπέρνιαν, έφτασε να γίνει σύγχρονος θρύλος της Σέλτικ;

Ο Σκοτ Μπράουν ενηλικιώθηκε στη Χιμπέρνιαν, με τη φανέλα της οποίας τον γνώρισε ο ποδοσφαιρικός κόσμος της Σκωτίας. Στις πέντε σεζόν που αγωνίστηκε εκεί κλήθηκε για πρώτη φορά στην εθνική και έφτιαξε ένα καλό όνομα ως δυναμικός αμυντικός χαφ που δεν μασάει να βάλει τα πόδια του στη φωτιά. Ένα ακόμα στοιχείο που δεν περνούσε απαρατήρητο ήταν η έντονη προσωπικότητα του που δεν συμβάδιζε με το νεαρό της ηλικίας του. Όπως περιγράφει ο Άγγλος Λι Νέιλορ, που μετακόμισε στη Σκωτία για λογαριασμό της Σέλτικ το 2006: “Η πρώτη μου γεύση από το σκωτσέζικο ποδόσφαιρο ήρθε από τον Μπράουν. Στο ντεμπούτο μου παίζαμε με τη Χιμπέρνιαν εντός. Αυτός έπαιζε στο κέντρο και δεξιά, εγώ αριστερό μπακ. Στα πρώτα κιόλας λεπτά με τη μπάλα να παίζεται αλλού με πλησιάζει και μου λέει «πρόσεχε, θα σου σπάσω τα πόδια, δεν θα σε αφήσω να πάρεις ανάσα, θα σε κόψω στα δυο». Σκέψου να το ακούς αυτό από κάποιον 5-6 χρόνια μικρότερο από σένα. Το μόνο που σκεφτόμουν ήταν αν κάνει πλάκα ο μικρός και πού διάολο είχα πάει να παίξω μπάλα”.

Στο τέλος εκείνης της σεζόν, και αφού λίγους μήνες πριν είχε απορρίψει πρόταση της Ρέντινγκ που τότε αγωνιζόταν στην Πρέμιερ Λιγκ, ο Μπράουν εξαργύρωσε τις καλές εμφανίσεις του με μια μεταγραφή στη Σέλτικ, που για χάρη του πλήρωσε 4,4 εκατομμύρια λίρες, το μεγαλύτερο ποσό που έχει δοθεί για μεταγραφή μεταξύ σκωτσέζικων ομάδων. Εκείνη την εποχή όμως πιθανόν και ο πιο αισιόδοξος οπαδός των ‘πράσινων’ να μην πίστευε ότι ο νεοαποκτηθείς σκληροτράχηλος μέσος μπορεί να εξελιχθεί σε έναν από τους βασικότερους πρωταγωνιστές μιας εκ των καλύτερων περιόδων στην ιστορία του συλλόγου.

Οι παίκτες της Σέλτικ κάνουν βόλτα στην Αγία Πετρούπολη λίγο πριν από ένα ευρωπαϊκό παιχνίδι. Το θερμόμετρο δείχνει -11°C

Τα 14 χρόνια που βρίσκεται στο Σέλτικ Παρκ ο ‘Μπράουνι’, όπως τον φωνάζουν κάποιοι συμπαίκτες του, κυριάρχησε στο κέντρο του γηπέδου και κέρδισε σχεδόν τα πάντα, τα περισσότερα ως αρχηγός, αφού από το 2010 κιόλας το περιβραχιόνιο μεταφέρθηκε στο χέρι του. Ο απολογισμός του; Δέκα πρωταθλήματα, εκ των οποίων τα εννιά συνεχόμενα, έξι κύπελλα Σκωτίας, έξι Λιγκ Καπ, έξι σεζόν στην καλύτερη 11αδα του πρωταθλήματος, πρώτος σε συμμετοχές σε ευρωπαϊκές διοργανώσεις στην ιστορία της Σέλτικ και τρία ακόμα ατομικά βραβεία, ως ο καλύτερος παίκτης της χρονιάς.

Η εικόνα του να σηκώνει στον αέρα κάποια κούπα έγινε κάτι σαν ρουτίνα στο σκωτσέζικο ποδόσφαιρο, αφού η παρουσία του εκεί συνέπεσε με τα χρόνια της παρακμής των Ρέιντζερς, γεγονός που εδραίωσε την εσωτερική κυριαρχία της Σέλτικ. Ο Μπράουν ισοφάριζε την έλλειψη κάποιας ιδιαίτερης τεχνικής κατάρτισης με το πάθος και τη νοοτροπία του νικητή που κουβαλούσε και όπως συμβαίνει συχνά σε αυτές τις περιπτώσεις αυτά τα δυο χαρακτηριστικά αρκούν για να μπεις στις καρδιές μιας μεγάλης μερίδας των οπαδών.

Την ίδια ώρα βέβαια, τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά σε συνδυασμό με την κοσμοθεωρία του ότι εντός αγωνιστικού χώρου όλα επιτρέπονται, τον μετέτρεψαν σε persona non grata στα περισσότερα γήπεδα της Σκωτίας. Κι αν στα αρνητικά του προσθέτουμε την έλλειψη… φινέτσας, την τάση για αχρείαστους τσαμπουκάδες και τη ροπή του προς το σκληρό παιχνίδι, στα θετικά σίγουρα τοποθετούμε πάνω-πάνω τη χαλαρή, σχεδόν κωμική, διάθεση που επιδείκνυε σε αρκετά αντιαθλητικά μαρκαρίσματα που αναπόφευκτα δεχόταν κι αυτός.

Ένα από τα καλύτερα μικρά βίντεο των τελευταίων χρόνων: Ο Μπράουν τρώει 2-3 κλωτσιές μαζεμένες και μια μπάλα στο κεφάλι από τους παίκτες της Αμπερντίν και παρ’όλα αυτά σηκώνεται αμέσως και δίνει μια σύντομη θεατρική παράσταση

Ένα από τα γήπεδα που τον περίμεναν με τις χειρότερες δυνατές διαθέσεις ήταν, αναμενόμενα, το Άιμπροξ. Από τα πρώτα του κιόλας χρόνια στη Σέλτικ, ο Μπράουν ένιωσε στο πετσί του τι σημαίνει το Όλντ Φερμ για τους οπαδούς των δυο ομάδων και γι’αυτό δεν έχανε ευκαιρία να γίνει εριστικός με οποιονδήποτε φορούσε τη μπλε φανέλα. Τα περιστατικά στα οποία είτε μπλέχτηκε σε καυγά, είτε αποβλήθηκε, είτε προκάλεσε την αποβολή κάποιου παίκτη της Ρέιντζερς είναι τόσα πολλά που δεν έχει πραγματικά νόημα να τα απομονώσεις και να τα καταγράψεις ένα-ένα. Στα 14 αυτά χρόνια ο αρχηγός της Σέλτικ ανέπτυξε μια ιδιαίτερη σχέση αυθεντικού μίσους με κάποιους παίκτες και με τους οπαδούς της Ρέιντζερς, που σίγουρα φέτος θα χάρηκαν όχι μόνο για την επιστροφή της ομάδας τους στους τίτλους μετά από αρκετά χρόνια αλλά και γιατί ο μισητός αρχηγός των αντιπάλων αποχωρεί από τη Γλασκώβη άτιτλος.

Σκοτ Μπράουν + Ρέιντζερς = L.F.E.

Υπάρχουν όμως και δυο αξιοσημείωτες στιγμές μέσα σε αυτή τη χρόνια αντιπαλότητα που το μίσος έδωσε τη θέση του στην αποδοχή και στον σεβασμό. Δυο χρόνια πριν και την ώρα που επιβιβαζόταν στο λεωφορείο της ομάδας μετά από ένα ακόμα ντέρμπι στο Άιμπροξ, ένας πιτσιρικάς οπαδός της Ρέιντζερς έβρισε άσχημα την αδερφή του. (Η αδερφή του, Φιόνα, είχε πεθάνει από καρκίνο το 2008 σε ηλικία μόλις 21 ετών. Λίγους μόλις μήνες πριν είχε φύγει από τη ζωή, κι αυτός με καρκίνο, ο βοηθός προπονητή της Σέλτικ, Τόμι Μπερνς. Οι δυο απανωτές απώλειες είχαν επηρεάσει πολύ τον Μπράουν και χρειάστηκε η στήριξη των ανθρώπων της Σέλτικ και ειδικότερα του τότε προπονητή της, Γκόρντον Στράχαν, για να καταφέρει με τον καιρό να το ξεπεράσει και να σταθεί στα πόδια του.) Μετά το περιστατικό με τον οπαδό στο πούλμαν, η Ρέιντζερς και οι οπαδοί της απολογήθηκαν και δημόσια και με απ’ευθείας επικοινωνία μαζί του κι αυτός με τη σειρά του τους ευχαρίστησε γι’αυτό: “Ήταν πολύ όμορφο αυτό που έκαναν και τους ευχαριστώ. Παίζω ποδόσφαιρο για να κερδίσω. Στα 90 λεπτά του αγώνα μπορείς να φωνάξεις και να με βρίσεις όσο θέλεις, αλλά εκτός γηπέδου αυτό δεν μπορώ να το επιτρέψω.”

Το δεύτερο περιστατικό έλαβε χώρα πριν λίγο καιρό. Λίγες μόλις μέρες μετά το ρατσιστικό περιστατικό στον αγώνα Ρέιντζερς-Σλάβια Πράγας που είχε ως στόχο τον Γκλεν Καμαρά, ο Μπράουν, βάζοντας στην άκρη την αιώνια έχθρα των δυο συλλόγων και την προσωπική του κόντρα με οτιδήποτε σχετίζεται με την άλλη πλευρά της Γλασκώβης, πλησίασε τον παίκτη της Ρέιντζερς κατά τη διάρκεια της προθέρμανσης του Όλντ Φέρμ και τον αγκάλιασε, παίρνοντας ξεκάθαρη θέση απέναντι στον ρατσισμό. Μετά το τέλος του αγώνα κέρδισε μερικούς ακόμα πόντους εκτίμησης και σεβασμού από όλους σχολιάζοντας: “Πιστεύω ότι ήταν αηδιαστικό αυτό που έγινε. Δεν έχει καμία σημασία αν ήταν παίκτης της Ρέιντζερς ή της Σέλτικ ή οποιασδήποτε ομάδας. Δεν θα έπρεπε να είναι ποτέ μέρος του αγώνα αυτό το πράγμα. Με αυτό που έκανα ήθελα απλά να δείξω ότι είμαστε μαζί του, στεκόμαστε δίπλα του απέναντι στον ρατσισμό.” Μπορεί εκτός Σκωτίας σύντομα να μην τον θυμάται σχεδόν κανείς αλλά είναι σίγουρο πως το Όλντ Φερμ τα επόμενα χρόνια θα είναι αρκετά διαφορετικό χωρίς αυτόν.